Macro

Η αποπολιτικοποίηση της πολιτικής

Ξέρουμε ότι η κρίση που ταλανίζει τη χώρα μας και την Ευρώπη δεν είναι απλώς οικονομική. Είναι κρίση πολύπλευρη, που εκδηλώνεται ως κρίση και της αντιπροσώπευσης και της πολιτικής συμμετοχής, αλλά και κρίση αξιακής συνοχής, ανάπτυξης, κυριαρχίας, καθώς και συλλογικής αυτοσυνειδησίας. Αυτές οι εκδηλώσεις εμφανίζονται στον ορίζοντα μιας πολύ μεγαλύτερης κρίσης ισορροπίας στο διεθνές σύστημα ισχύος, παράλληλα με τη δομική ανεπάρκεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εδώ, πρόκειται για πρόβλημα δημοκρατικής νομιμοποίησης και θεσμικής ολοκλήρωσης, που αναδείχθηκε με την κρίση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου. Η κρίση του εγχώριου, αλλά και του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος, εκδηλώθηκε πρωτίστως ως κρίση της πολιτικής αντιπροσώπευσης. Αυτή τρέφει την Άκρα Δεξιά. Στη Γερμανία, η εκλογική επιτυχία της Άκρας Δεξιάς συνδέεται με τα πολιτικώς υποαντιπροσωπευόμενα τμήματα της γερμανικής κοινωνίας στο Ανατολικό Βερολίνο. Επί σειρά ετών, στη χώρα μας, η κρίση του πολιτικού συστήματος ισοδυναμούσε και με κρίση διαχειριστικής αποτελεσματικότητας του διοικητικού συστήματος. Αυτό είχε προφανείς συνέπειες στην καθημερινότητα των πολιτών. Μάλιστα η πολιτική υποαντιπροσώπευση κυρίως εκεί φαίνεται: στη σχέση πολιτών και διοικητικού συστήματος και στο κατά πόσον το δεύτερο υπηρετεί τους πρώτους.

Η δημόσια σφαίρα και η πολιτική

Αυτές οι όψεις της κρίσης του πολιτικού συστήματος συνθέτουν μια ενιαία εικόνα∙ την εικόνα της θεσμικής κρίσης. Πώς εκφράζεται αυτή; Κυρίως ως κρίση του κοινοβουλευτισμού, του κομματικού συστήματος, αλλά και του εκλογικού, που, θεωρούμενα ως ανεπαρκή, επιτείνουν την κρίση του ίδιου του πολιτικού συστήματος. Η τελευταία μετατρέπεται σε κρίση της δημοκρατίας εκφραζόμενη ως κρίση της αντιπροσώπευσης. Μία χαρακτηριστική της μορφή είναι η υποκατάσταση λειτουργιών του πολιτικού συστήματος από το επικοινωνιακό σύστημα των ΜΜΕ και των δημοσκοπικών ερευνών. Το πρώτο επιδιώκει —και επιτυγχάνει— αντιπροσωπευτική ισχύ σαφώς μεγαλύτερη από αυτή των τυπικών, συνταγματικών θεσμών. Οι δεύτερες επιδιώκουν αξιοπιστία ισοδύναμη της εκλογικής διαδικασίας, με το να προπαγανδίζουν ότι ο λόγος τους αντιπροσωπεύει επαρκέστερα την κοινωνία από ό, τι ο λόγος των κοινοβουλευτικών και άλλων πολιτικών θεσμών.
Οι παραπάνω όψεις της κρίσης —και κυρίως η συμπύκνωσή τους στην κρίση της αντιπροσώπευσης— αγγίζουν τον πρωταρχικό πυρήνα της δημοκρατίας: την ταύτισή της με τη δημόσια σφαίρα. Προϋποτίθεται, βέβαια, η αποδοχή της διάκρισης δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας. διαφορετικά, είναι ακατανόητη η ίδια η δημοκρατία ως πολιτική νομιμοποίηση των πολιτειακών αποφάσεων, είτε αυτή τελείται εμμέσως διά των αντιπροσωπευτικών θεσμών είτε άμεσα διά της πολιτικής συμμετοχής. Η κρίση, τώρα, του πολιτικού συστήματος επηρεάζει την παραπάνω διάκριση. Με άλλα λόγια, η συσκότιση αυτής της διάκρισης επιφέρει το σταδιακό μαρασμό της ίδιας της πολιτικής. Η πολιτική ως λειτουργία της δημοκρατίας χωλαίνει, γιατί πλήττεται και στα δυο της πόδια: τον προσανατολισμό προς το δημόσιο και γενικό συμφέρον, άρα όχι προς το ατομικό και ιδιωτικό, και τις διαδικασίες που αναδεικνύουν τη δημόσια πολιτική ευθύνη και αρετή.

Η ιδιωτικοποίηση της πολιτικής

Η πολιτική συγκροτείται και ασκείται στο δημόσιο χώρο της. Έξω από αυτόν, η πολιτική αποπολιτικοποιείται, συρρικνώνεται σε τεχνική της εξουσίας και παύει να αποτελεί λειτουργία της δημοκρατίας. Είδαμε πώς γίνεται αυτό: η σύνδεση του πολιτικού χρήματος με την εξουσία είναι συνήθως αδιαφανής έως και κατάμαυρα σκοτεινή. Πολλά ΜΜΕ, καθώς και ένα ευρύτερο και βαθύτερο πλέγμα συμφερόντων, καθιδρύουν άτυπους θυλάκους όπου παράγεται και ασκείται εξουσία με αδιαφανή τρόπο. Τα παραπάνω στερούν από τη δημοκρατία την ηθικοπολιτική αυταξία της ως αυτοτελούς κατηγορίας, που υπερβαίνει το άθροισμα των επιμέρους ιδιωτικών πεδίων, άρα και των αντίστοιχων συμφερόντων που κυριαρχούν σε αυτά. Τα συναποτελέσαντα το κομματικό σύστημα της χώρας μας κόμματα, που κυβέρνησαν δεκαετίες, κινήθηκαν κυρίως σε αυτό το πεδίο. Αυτό σήμαινε συγκέντρωση άδηλων πόρων. Γίνεται έτσι ανεκτή η αδήλωτη χρηματοδότηση της επικοινωνιακής διαμόρφωσης και χειραγώγησης της πολιτικής βούλησης μέσω, συχνά, ψευδών ειδήσεων, επειδή η ψευδολογία είναι μέρος της προπαγάνδας, όπως πολύ εύστοχα κατέδειξε σε άρθρο του ο Κύρκος Δοξιάδης (Κύρκος Δοξιάδης, «Γιατί fake news και όχι προπαγάνδα;», Η Εποχή, Σάββατο 23 Δεκεμβρίου 2017) ή αποσιώπησης άλλων. Μέσω του πολιτικού χρήματος τα ιδιωτικά συμφέροντα επηρεάζουν ή και καθορίζουν την άσκηση της πολιτικής εξουσίας. Το πολιτικό χρήμα είναι μια από τις αιτίες της κρίσης του πολιτικού συστήματος, υπό την αίρεση ότι το συγκεκριμένο πολιτικό σύστημα δημιούργησε τις πλέον ευεπίφορες συνθήκες για την κυκλοφορία αυτού του πολιτικού χρήματος. Έτσι, ξεκαθαρίζει το πώς ορίζεται το πεδίο ιδιωτικοποίησης της πολιτικής. Ορίζουσα κατηγορία είναι η εμφιλοχώρηση των μεγάλων θυλάκων της ιδιωτικής οικονομίας στις διαδικασίες και τους θεσμούς παραγωγής και άσκησης της πολιτικής. Οι πολιτικές διαδικασίες χάνουν το δημόσιο χαρακτήρα τους, δηλαδή το δημοκρατικό χαρακτήρα τους, και βαθμηδόν ιδιωτικοποιούνται. Έτσι, όμως, χάνουν και την αξιακή τους αυτοτέλεια και μετατρέπονται σε εργαλεία των ιδιωτικών συμφερόντων. Η ιδιωτικοποίηση της πολιτικής την μετατρέπει από δημοκρατική σε ολιγαρχική, γιατί την ασκούν τα συγκροτήματα αυτών των συμφερόντων και όχι οι πολιτικοί θεσμοί που έχουν αρμοδιότητα για τη νομιμοποίηση των πολιτειακών αποφάσεων, αλλά ούτε και οι πολίτες. Η χειραγώγηση της πολιτικής από θυλάκους ιδιωτικών συμφερόντων, δηλαδή από ισχυρά πελατειακά δίκτυα, επιτυγχάνεται κυρίως μέσω της παρέμβασης ιδιωτικών ΜΜΕ στις πολιτικές διαδικασίες. Αυτά αναδεικνύουν, διά της προβολής, κατηγορίες πολιτικού προσωπικού που εξαρτώνται από την παραπάνω σύνδεση. Το μείζον όμως είναι άλλο: η αφαίρεση του ελέγχου της πολιτικής εξουσίας από τα αρμόδιά για την άσκησή του πολιτειακά, ελεγκτικά όργανα και η μεταβίβασή του στα ιδιωτικά ΜΜΕ.

Δημοκρατία γενικού συμφέροντος

Η ιδιωτικοποίηση της πολιτικής είναι παράγοντας που διευρύνει την πολιτική υποαντιπροσώπευση. Επιτείνει την απαξίωση της πολιτικής, καθώς και του κοινοβουλευτισμού. Αυτή εκμεταλλεύεται η Άκρα Δεξιά. Εφόσον η πολιτική παύει να είναι λειτουργία της δημοκρατίας και, ιδιωτικοποιούμενη, αποπολιτικοποιείται, χάνει και τη διακριτή της αυτοτέλεια, μιας και αυτή την εξασφαλίζει μόνο μέσα στη δημόσια σφαίρα. Συνεπώς, η πολιτική δύσκολα διακρίνεται από την οικονομία. Η υφαρπαγή των πρωτείων της πολιτικής από την οικονομία δεν καθιστά απλώς την πρώτη θεραπαινίδα της δεύτερης, αλλά καταλήγει στο να απορροφάται η πολιτική από την οικονομία, εφόσον η πρώτη έχει χάσει την αυτονομία της. Εκεί που παύει να διακρίνεται η πολιτική ως αυτοτελής δημόσια λειτουργία της δημοκρατίας, εκεί διακρίνεται ο κίνδυνος της Άκρας Δεξιάς. Η τελευταία απευθύνεται στα υποαντιπροσωπευόμενα τμήματα της κοινωνίας και, για τη δυσπραγία ή και την εξαθλίωσή τους, κατηγορεί την πολιτική εν γένει και τους πολιτικούς που «όλοι τους ίδιοι είναι».
Μια αριστερή κυβέρνηση εκεί πρέπει κυρίως να κοιτάζει. Και προς τα εκεί κοίταξε και με το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης και με το επίδομα για τους άνεργους νέους και με τις πρωτοβουλίες για τα παιδιά και με το κοινωνικό μέρισμα και με τα μέτρα για τη Δυτική Αττική και με την καθιέρωση της πρωτοβάθμιας υγείας και με το σχέδιο για τη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης. Και επειδή η έννοια «κρίση» είναι αντικείμενο της έννοιας «πολιτικό σύστημα» —και δεν υπάρχει πολιτικό σύστημα χωρίς κρίση— θα πρέπει να σκεφτούμε τη μεταρρύθμιση του πολιτικού συστήματος στο πεδίο μιας δημοκρατίας του γενικού συμφέροντος, όπου θα ανακαθοριστούν οι μείζονες πολιτικές διακυβεύσεις επ’ ωφελεία των αδυνάτων, με συμμαχίες και με τα χειμαζόμενα μεσαία στρώματα —γιατί το βλέμμα πρέπει να πέσει και σε αυτά— και ευρύτερες συναινέσεις, στην προοπτική του δημοκρατικού σοσιαλισμού. Ένα μεγάλο στοίχημα πρέπει να είναι η διαρκής προσπάθεια για συνεχή δημοκρατική μεταρρύθμιση του πολιτικού συστήματος, μέσω ανανέωσης των πολιτικών θεσμών και των συναρμογών τους με κοινωνικά δίκαιες πολιτικές πρακτικές, αλλά και εξισορρόπησης των αντιπροσωπευτικών θεσμών με θεσμούς πολιτικής συμμετοχής. Αυτά, όμως, προϋποθέτουν ένα δημοκρατικότερο και αντιπροσωπευτικότερο σύστημα, που θα μπορεί και να αφομοιώνει και να υπερβαίνει τις θεσμικές του κρίσεις. Και τίποτε από όλα αυτά δεν έχει νόημα, χωρίς την επαναπολιτικοποίηση της πολιτικής και τη διαρκή προσπάθεια για επανεύρεση και εξασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα της. Γιατί μόνο στη δημόσια πολιτική σφαίρα μπορεί η Αριστερά να είναι η φωνή των πολλών και αδυνάτων. Στην ιδιωτική, βουβαίνεται, γιατί θορυβούν τα αδυσώπητα ιδιωτικά συμφέροντα. Και τότε η Άκρα Δεξιά διεκδικεί να γίνει η φωνή εκείνων που δεν έχουν φωνή, μέχρι να μην χρειάζεται να έχουν φωνή.

Στέφανος Δημητρίου

Πηγή: Η Εποχή