«Μεταξύ κράτους και κοινωνίας, όπου κράτος είναι η κυβέρνηση και κοινωνία είναι το κόμμα, εμείς είμαστε με το κόμμα και την κοινωνία», ξεκαθάρισε ξεκινώντας την τοποθέτησή του ο υπουργός Επικρατείας Χριστόφορος Βερναρδάκης. Στη συνέχεια ανέφερε πως «μεταξύ της κυβέρνησης και του κόμματος υπάρχουν περιπτώσεις που η κυβέρνηση είναι πιο μπροστά από το κόμμα, και αντίστροφα υπάρχουν περιπτώσεις που το κόμμα προφανώς είναι πιο μπροστά από την κυβέρνηση». «Αλλά», όπως τόνισε, «πάντοτε το κόμμα θα έπρεπε να είναι πολύ πιο μπροστά από την κυβέρνηση», σημειώνοντας πως πολλές φορές το κόμμα είναι «περιχαρακωμένο, ανορθολογικό, δεν έχει εξωστρέφεια». «Η κυβέρνηση» από την άλλη, σημείωσε πως «είναι περιορισμένο, ένα πεπερασμένο διοικητικό εργαλείο», με «συγκεκριμένη χρονική περίοδο, συγκεκριμένες δεσμεύσεις, συγκεκριμένα όρια στα οποία κινείται». «Επομένως μην τα αποδίδουμε όλα στην κυβέρνηση. Το μεγάλο ερώτημα που πρέπει να αποφασίσουμε να το συζητήσουμε είναι το εξής: πόσο το κόμμα με την προωθητική του πρωτοπορία, με τις κοινωνικές του συμμαχίες, με τις επεξεργασίες του, με την αιμοδότηση σε στελέχη, ιδέες, πόρους, πόσο μπορεί να διευρύνει τα όρια της κυβερνητικής δράσης».
Παράλληλα, ανέφερε πως «η Αριστερά -και ο ΣΥΡΙΖΑ- είχε μία ιδεολογική αυταπάτη ότι κερδίζοντας τις εκλογές, θα μπορούσε να μεταθέσει τις αποφάσεις, να αλλάξει την Ευρώπη, το κράτος, την κοινωνία», ότι «η εκλογική άνοδος σηματοδοτεί ταυτόχρονα και δυνατότητα αλλαγής των πάντων». «Δεν είναι έτσι και αποκαλύφθηκε στο πρώτο 7μηνο της διακυβέρνησης, όταν ήρθε η συνθήκη να συγκρουστεί με μία πραγματικότητα έχοντας απέναντί της όλο το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, ένα βαθύ κράτος, τρομερούς και φοβερούς μηχανισμούς εσωτερικούς και διεθνείς, χωρίς θεσμικά αναχώματα, χωρίς εργαλεία άσκησης πολιτικής και είχε μπροστά της ένα δίλημμα: ή τα μαζεύει και φεύγει και τελείωνε το αριστερό υπόδειγμα για τα επόμενα 100 χρόνια, όχι μόνο στην Ελλάδα είτε έμενε εκεί πέρα εν γνώσει ότι είχε να αντιμετωπίσει ασφυκτικούς ταξικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς δύναμης και προσπαθούσε να καλύψει ό,τι μπορούσε να καλύψει». «Αυτό ήταν το δίλλημα και σωστά εκείνη τη στιγμή επέλεξε να κάνει αυτό που έκανε. Όμως αυτό δεν αναιρεί το θεωρητικό υπόδειγμα που πρέπει να συζητήσουμε ότι η συμφωνία του Αυγούστου του 2015 σηματοδοτεί το τέλος της ιδεαλιστικής αριστεράς, αυτή που πίστευε ότι θα αλλάξει την Ευρώπη επειδή σε κάποια χώρα κερδίζει τις εκλογές. Δεν υπάρχει δρόμος βασιλικός με τις εκλογές, χωρίς κοινωνικά κινήματα, χωρίς διεθνείς συμμαχίες, χωρίς ιδεολογική ηγεμονία».
Ο ίδιος αναφέρθηκε στο συνέδριο σημειώνοντας πως θα έπρεπε να επανεξετάσει «θεωρητικά, πολιτικά και ιδεολογικά αυτήν την κληρονομιά». «Εκεί θα κριθεί το κόμμα τελικά, αν μπορεί να επεξεργαστεί, να αναστοχαστεί αυτήν την πραγματικότητα, το τι σημαίνει ασκώ πολιτική στις σημερινές διεθνείς συνθήκες, το τι σημαίνει ασκώ πολιτικές –παράλληλα προγράμματα, φιλολαϊκά προγράμματα- σε ένα περιβάλλον το οποίο εκφράζεται από έναν ασφυκτικό οικονομικό και ταξικό συσχετισμό και όπου οι κοινωνικές αντιδράσεις, όπως δείχνουν όλες οι χώρες στην Ευρώπη και στην Αμερική πια, δεν πηγαίνουν γραμμικά προς τα αριστερά αλλά δυστυχώς πηγαίνουν προς τα δεξιά. Θα πρέπει να αναστοχαστεί λοιπόν αυτόν τον οδικό χάρτη», σημείωσε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας πως σήμερα, υπάρχει ένα «πολύ μεγάλο θεωρητικό πλεονέκτημα, η εμπειρία της διακυβέρνησης και η διακυβέρνηση μας έχει βάλει και καινούργια δεδομένα στο σχήμα μας το θεωρητικό». «Πρέπει να αναστοχαστούμε τι σημαίνει σε ένα νέο περιβάλλον μια κυβέρνηση η οποία προσπαθεί να διορθώσει μηχανισμούς σε συνθήκες μεγάλης δομικής, ανθρωπιστικής κρίσης. Πρέπει να αναστηλώσει χωρίς πόρους απεριόριστους το κοινωνικό κράτος, να απαντήσει στην ανθρωπιστική κρίση, να απαντήσει στην προσφυγική κρίση που είναι μία βόμβα όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά για όλη την Ευρώπη», ανέφερε μεταξύ άλλων.
Σε δηλώσεις του στο περιθώριο της εκδήλωσης ο Πάνος Λάμπρου, μέλος της ΠΓ του ΣΥΡΙΖΑ, αναφέρθηκε στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνοντας πως υπήρξε ένας «θετικός αιφνιδιασμός» καθώς όπως είπε «πολλοί θεωρούσαν ότι θα επιβεβαιωθεί με έναν τρόπο η σταδιακή ‘ενσωμάτωση’ του ΣΥΡΙΖΑ στα νέα μνημονιακά δεδομένα. Το συνέδριο του κόμματος απέδειξε το ακριβώς αντίθετο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει πάντα ένα κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς με αντανακλαστικά και οι απαντήσεις που έδωσε ήταν προς αυτή την κατεύθυνση». Το δεύτερο στοιχείο, που συζητήθηκε στο συνέδριο όπως πρόσθεσε ο ίδιος, «είχε να κάνει με ένα ιδιόμορφο success story που τουλάχιστον από την πλευρά των μελών του κόμματος απαντήθηκε και αυτό, ότι αν χρειάζεται μία απάντηση σήμερα είναι η απάντηση με απόλυτη ειλικρίνεια. Δηλαδή η αποδοχή των προβλημάτων που έχει η ελληνική κοινωνία». «Το αποδέχθηκε αυτό το συνέδριο με συντριπτικά μεγάλη πλειοψηφία και προχώρησε σε επόμενους βηματισμούς που έχουν να κάνουν με την επόμενη μέρα. Ποια είναι η επόμενη μέρα και πως πρέπει να κινηθεί το κόμμα προς την κατεύθυνση αυτή δηλαδή πώς αξιοποιεί το μοναδικό, το πραγματικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ που δεν είναι το μνημόνιο», σημείωσε επίσης, προσθέτοντας το «πως θα ξεδιπλώσει ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνηση τα ζητήματα που βαθαίνουν τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ δεξιάς και αριστεράς».
Κληθείς να σχολιάσει τα περί 4ου μνημονίου, ο ίδιος ανέφερε πως «εμείς λέμε ότι δεν μπορεί να υπάρχει 4ο μνημόνιο διότι αν υπάρξει σημαίνει: πρώτον ότι δεν έχει πετύχει το σημερινό πρόγραμμα -στο οποίο βεβαίως υπάρχουν πολλά ζητήματα διότι το ζητούμενο δεν είναι να πετύχει και να έχει χρεοκοπήσει η ίδια η κοινωνία-» και «δεύτερον σε περίπτωση που υπογράφει ένα τέταρτο μνημόνιο σημαίνει ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει με την υπογραφή του ΣΥΡΙΖΑ, θα έχει γίνει καθαρό, αποδεκτό από κι από τη δική μας πλευρά ότι δεν τα καταφέραμε μέσα σε αυτές τις πολύ δύσκολες συνθήκες». Παράλληλα, στις δηλώσεις του αναφέρθηκε και στον πρόσφατο ανασχηματισμό, εκφράζοντας την άποψη πως «πέρα από κάποιες διορθωτικές κινήσεις ενδεχομένως αναγκαστικές για να επιταχυνθεί το κυβερνητικό έργο, υπήρξαν και κινήσεις που στέλνουν ένα λάθος μήνυμα στην κοινωνία και στο εσωτερικό του κόμματος», αναφέροντας την απομάκρυνση του Νίκου Φίλη.
Από την πλευρά της σε δήλωσή της η Μαρία Κανελλοπούλου, μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, εξέφρασε την άποψη πως «οι επόμενες μέρες έχουν απόλυτη συνάφεια με τις προηγούμενες», προσθέτοντας πως «Τα πράγματα είναι τρομερά δύσκολα και δεν νομίζω ότι κανένας έχει δικαίωμα να αισθάνεται ευτυχής και πολύ χαρούμενος. Θεωρώ ότι γίνονται κάποιες προσπάθειες αλλά οι δυνατότητες παρέμβασης είναι πολύ περιορισμένες και νομίζω ότι καθένας πρέπει να καταβάλει προσπάθειες να πετύχει όσο το δυνατόν γίνεται- γιατί πολύ δεν γίνεται- αυτό το εγχείρημα». «Αυτή είναι η δική μου άποψη, μικρό καλάθι, πολλές ελπίδες, μεγάλη επιθυμία να μη γυρίσουμε στο παρελθόν», τόνισε.
Τέλος, ο Θράσος Τζίκας μέλος της οργάνωσης δικηγόρων του ΣΥΡΙΖΑ Θεσσαλονίκης αναφερόμενος στην σημερινή εκδήλωση σημείωσε πως «είναι χαρακτηριστικό, όπως είναι και δείγμα της δημοκρατικότητας του κόμματός μας, ότι συμμετέχουν στο πάνελ αυτό ένας υπουργός, ένα μέλος της πολιτικής γραμματείας, ένα μέλος της κεντρικής επιτροπής και ένα μέλος της βάσης». Αυτό σημαίνει, όπως πρόσθεσε, ότι «έχουμε τη δυνατότητα να μιλάμε όλοι μαζί και ελπίζουμε ότι θα βρούμε και τη δυνατότητα να συνθέτουμε προωθητικά αυτά που αναζητούμε». «Το θέμα είναι ποιους δρόμους θα ακολουθήσει το κόμμα και τα κινήματα στα οποία συμμετέχει και η κοινωνία, την κυβέρνηση της οποίας υποστηρίζει το κόμμα μας, πως θα βρεθούμε σε ένα καλύτερο δρόμο πιο αριστερά, πιο δημιουργικά, πιο ενωτικά. Αυτό είναι θέμα μιας μεγάλης συζήτησης που θα ανοίξει και στο κόμμα και στην κοινωνία φιλοδοξούμε, γιατί χωρίς κοινωνική στήριξη οποιαδήποτε κυβέρνηση- ειδικά μία αριστερή κυβέρνηση- είναι από χέρι χαμένη», σημείωσε επίσης και κατέληξε λέγοντας πως «Την κοινωνική στήριξη προς το παρόν την έχουμε σε μορφή ανοχής, διεκδικούμε να την έχουμε ως συμμετοχή και ως ενεργή συμπαράταξη με αυτά που κάνουμε και να συνδιαμορφώσουμε με την κοινωνία αυτά που θέλουμε να κάνουμε ως αριστερή κυβέρνηση».
Ευγενία Χατζηγεωργίου – Στο Κόκκινο
Πηγή: Left.gr