Κάθε δυνατό μέσο επιστρατεύει ο Λευκός Οίκος προκειμένου να σταματήσει την έκδοση ενός βιβλίου που απειλεί να γκρεμίσει και το τελευταίο ίχνος αξιοπιστίας του Ντόναλντ Τραμπ. Το βιβλίο του πρώην συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Τζον Μπόλτον κατηγορεί μεταξύ άλλων τον Αμερικανό Πρόεδρο ότι προσπάθησε να εξασφαλίσει τη βοήθεια ακόμη και της “μισητής” Κίνας για να ενισχύσει τις πιθανότητες επανεκλογής του.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ διέταξε χθες την απαγόρευση της κυκλοφορίας του βιβλίου με το αιτιολογικό ότι περιλαμβάνει απόρρητες πληροφορίες για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Ειδικοί σε συνταγματικά ζητήματα υποστήριζαν πάντως την ίδια ώρα ότι είναι μάλλον απίθανο η κίνηση αυτή να αποτρέψει την κυκλοφορία του βιβλίου του Μπόλτον, που αναμένεται να βγει στα ράφια την επόμενη Τρίτη.
Το βιβλίο “Το δωμάτιο όπου συνέβη” δίνει την εικόνα ενός Λευκού Οίκου σε πλήρη αποδιοργάνωση, όπου η κάθε απόφαση υπαγορεύεται από τον ανάγκη επανεκλογής του Προέδρου στις εκλογές του ερχόμενου Νοεμβρίου.
Ο Μπόλτον, γνωστό γεράκι της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και ένας από τους αρχιτέκτονες της εισβολής στο Ιράκ το 2003, απομακρύνθηκε από τη θέση του τον περασμένο Σεπτέμβριο λόγω πολιτικών “διαφωνιών” με τον Τραμπ.
Αποσπάσματα του βιβλίου, που δημοσιεύονται στις εφημερίδες “New York Times”, “Washington Post” και “Wall Street Journal”, αναφέρουν ότι οι αλλοπρόσαλλες κινήσεις του Τραμπ έφεραν πολλές φορές στενούς συνεργάτες του, όπως ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο και ο ίδιος ο Τζον Μπόλτον, στα πρόθυρα της παραίτησης. Ο Αμερικανός Πρόεδρος κατηγορείται επίσης από τον πρώην συνεργάτη του για την τάση του να παρεμποδίζει έρευνες για διάπραξη εγκλημάτων “ώστε να κάνει χάρες σε δικτάτορες που συμπαθεί”.
Απόλυτη άγνοια
Το βιβλίο περιγράφει έναν Πρόεδρο που εκπλήσσεται όταν μαθαίνει ότι η Φινλανδία δεν αποτελεί επαρχία της Ρωσίας και δεν γνωρίζει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο διαθέτει πυρηνικά όπλα. Έναν Πρόεδρο αντικείμενο χλευασμού των κορυφαίων συμβούλων του, ο οποίος, όπως υποστηρίζει ο Μπόλτον, έχει διαπράξει πολύ σοβαρότερα ατοπήματα από εκείνα που τελικά οδήγησαν στη διαδικασία της δικής του αποπομπής.
“Αν οι Δημοκρατικοί, οι υπερασπιστές της παραπομπής, δεν είχαν τόση εμμονή με το blitzkrieg περί Ουκρανίας και είχαν αφιερώσει χρόνο για να ερευνήσουν συστηματικότερα τη συμπεριφορά του Τραμπ σε ολόκληρο το φάσμα της εξωτερικής πολιτικής του, το αποτέλεσμα της διαδικασίας θα μπορούσε να είναι διαφορετικό” γράφει ο Μπόλτον.
Όπως είναι φυσικό, τα αποσπάσματα που δημοσιεύτηκαν έδωσαν το ιδανικό προεκλογικό όπλο στον Τζον Μπάιντεν, ο οποίος σχολίασε πως “ο Πρόεδρος Τραμπ πούλησε τους Αμερικανούς για να προστατεύσει το πολιτικό του μέλλον”. Πρόσθεσε πως “εάν οι αποκαλύψεις αποδειχθούν, δεν πρόκειται απλώς για συμπεριφορά ηθικά αποκρουστική, αλλά για παραβίαση του ιερού χρέους του Ντόναλντ Τραμπ έναντι των Αμερικανών”.
Προσφυγή στην “κίτρινη απειλή”
Το κατεξοχήν επίμαχο απόσπασμα του βιβλίου αναφέρει πως ο Τραμπ, στο περιθώριο των εργασιών της συνόδου κορυφής των G20 στην Οσάκα, “γύρισε” τη συζήτηση με τον Πρόεδρο της Κίνας Σι Τζινπίνγκ “στις προσεχείς προεδρικές εκλογές” ζητώντας του “να κάνει κάτι για να τις κερδίσει”. Η ιδέα του Τραμπ ήταν η αγορά μεγάλων ποσοτήτων αμερικανικής σόγιας και άλλων αγροτικών προϊόντων από την Κίνα.
“Για ποιο λόγο επαίνεσε τόσες φορές την κινεζική κυβέρνηση και τον Πρόεδρο Σι την ίδια την ώρα που ο κορωνοϊός εξαπλωνόταν; Διότι ήθελε να μπορεί να μιλήσει για μία εμπορική συμφωνία με την Κίνα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας” σημειώνει ο Μπάιντεν.
Ο Μπόλτον υποστηρίζει επίσης ότι, κατά τη διάρκεια της συνόδου της Οσάκα, ο Αμερικανός Πρόεδρος εξέφρασε την κατανόησή του για την κατασκευή στρατοπέδων συγκέντρωσης για τους Ουιγούρους, τη μουσουλμανική μειονότητα της ανατολικής και κεντρικής Κίνας. Ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας σημειώνει επίσης ότι εξέφρασε πολλές φορές στον Τραμπ την ανησυχία του για τον υποχωρητικό τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε αυταρχικούς ηγέτες, όπως ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Συνεχίζεται η κατρακύλα στις δημοσκοπήσεις
Οι εσωτερικές συγκρούσεις στο στρατόπεδο των Ρεπουμπλικανών και τα απανωτά καρφώματα ακόμη και από τους στενότερους πρώην συνεργάτες του έχουν αποτέλεσμα τη συνεχή μείωση της δημοτικότητας του Τραμπ. Έρευνα του Reuters / Ipsos δείχνει ότι ο Πρόεδρος των ΗΠΑ ακολουθεί σε μεγάλη απόσταση τον Δημοκρατικό αντίπαλό του Τζο Μπάιντεν -13 ποσοστιαίες μονάδες.
Σύμφωνα με την ανάλυση των δεδομένων της δημοσκόπησης, ο Τραμπ εμφανίζεται να είναι λιγότερο δημοφιλής στα ζητήματα που αυτή την περίοδο θεωρούνται σημαντικότερα από τους Αμερικανούς -την πανδημία της Covid-19 και την ανάγκη μεταρρυθμίσεων στην αστυνομία έπειτα από τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ και το κίνημα διαμαρτυρίας που ξεσήκωσε.
Η δημοσκόπηση τον εμφανίζει μάλιστα να χάνει υποστηρικτές ακόμη ανάμεσα και στους πιο ένθερμους υποστηρικτές του, τους κατοίκους της υπαίθρου και τους λευκούς Ευαγγελιστές. Το ποσοστό αποδοχής του Τραμπ μεταξύ των λευκών Ευαγγελιστών, κατά το διάστημα Απριλίου – Ιουνίου, μειώθηκε κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες.
Η δημοτικότητά του μεταξύ των ψηφοφόρων από αγροτικές περιοχές έπεσε κατά 14 ποσοστιαίες μονάδες κατά τον τελευταίο μήνα, με περισσότερους από τους μισούς ερωτηθέντες να απαντούν ότι διάκεινται θετικά προς τους διαδηλωτές του κινήματος Black Lives Matter.
Ακόμη και οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι των Ρεπουμπλικανών -άνδρες, λευκές γυναίκες από τα προάστια και ψηφοφόροι άνω των 55 ετών- εμφανίζονται να αλλάζουν στρατόπεδο υπέρ του Μπάιντεν. Μέχρι τον Μάιο ο Τραμπ προηγείτο στις προτιμήσεις των ηλικιωμένων ψηφοφόρων.
Μιχάλης Τρίκκας
Πηγή: Η Αυγή