“Η ελληνική οικονομική κρίση έχει δύο όψεις. Μία εξωγενή, μέρος της συνολικής Ευρωπαϊκής κρίσης. Και μία ενδογενή που εκφράζεται και αφορά το ελληνικό πολιτικό σύστημα και εν τέλη περιφέρεται γύρω από το ζήτημα του ελληνικού κράτους και του ρόλου του”
«Αυτό που ζήσαμε την πρώτη περίοδο και ζούμε και σήμερα δεν είναι μια κανονικότητα. Είναι η ρήξη που ξεκίνησε και οφείλουμε να τη μετατρέψουμε σε ανατροπή».
Το 2ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ καλείται να πάρει κρίσιμες αποφάσεις που θα οδηγήσουν σε όλες κείνες τις αναγκαίες αποσαφηνίσεις αλλά και τοποθετήσεις σε μια πολυσύνθετη συγκυρία τόσο στην Ελλάδα όσο στην Ευρώπη και τον κόσμο. Ο πολιτικός χρόνος είναι πυκνός και παράγει γεγονότα με έντονο το στοιχείο του αστάθμητου, δημιουργώντας ευκαιρίες και δυνατότητες ή το αντίστροφο. Η αύξηση του παγκόσμιου ανταγωνισμού μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, η τροπή του παγκόσμιου οικονομικού καταμερισμού, οι πόλεμοι της νέας εποχής, η προσφυγική κρίση, θέτουν το διεθνές πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η παγκόσμια συγκυρία.
Η χώρα βρίσκεται σε μια ασύμμετρη και διαρκή διαπραγμάτευση. Ο συμβιβασμός που οδήγησε στο τρίτο μνημόνιο αποτελεί ένα επεισόδιο μιας διαδικασίας που συνεχίζεται, ολοκληρώνοντας έναν πρώτο κύκλο με ανοιχτές πληγές. Οι επιπλέον εξειδικεύσεις και διευθετήσεις είναι το θέατρο στο οποίο πρέπει να αμφισβητηθούν έμπρακτα οι κυρίαρχες πολιτικές και οι οικονομικές νόρμες το επόμενο διάστημα. Οι κίνδυνοι υπαρκτοί. Και εδώ δεν χωρούν επικοινωνιακοί χειρισμοί και “συνδικαλιστικά παιχνίδι με τις λέξεις”. Απέναντι στην λογική του “success story” οφείλουμε να αντιτάξουμε αυτήν του “true story”. Η δυνατότητα για διακυβέρνηση δεν είναι θέμα βούλησης αλλά είναι αποτέλεσμα την μετατόπισης των πολιτικών συσχετισμών. Αλλιώς είναι μεταφυσική. Αυτό που ζήσαμε την πρώτη περίοδο και ζούμε και σήμερα δεν είναι μια κανονικότητα. Είναι η ρήξη που ξεκίνησε και οφείλουμε να την μετατρέψουμε σε ανατροπή. Και αυτό που αποκομίσαμε είναι η επιστροφή στον ρεαλισμό των συσχετισμών, χωρίς αυτό να επιβάλει καμιά επιστροφή στην κανονικότητα του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος.
Το πολιτικό πρόγραμμα του μνημονίου αναμφίβολα δεν αποτελεί λύση του προβλήματος. Στόχος και σκοπός παραμένει ο τερματισμός του κύκλου της ύφεσης. Στόχος ο οποίος υπερβαίνει κατά πολύ τον τερματισμό των μνημονίων. Το ζήτημα παραμένει η ανατροπή της πολιτικής της λιτότητας σε όφελος της κοινωνικής Ευρώπης και της ανάπτυξης με κοινωνικό πρόσημο . Μια ανάκαμψη που καμία σχέση δεν μπορεί να έχει με μια οικονομίστικη οπτική περί μιας απλής οικονομικής μεγέθυνσης. Η ανάκαμψη θα πρέπει να είναι ταυτόχρονα ένα σχέδιο πολιτικής ανατροπής αλλά και κοινωνικής χειραφέτησης των Ευρωπαϊκών λαών. Προϋποθέτει τομές και ρήξεις στο κυρίαρχο υπόδειγμα εισβολή των μαζών στο παιχνίδι της διακυβέρνησης.
Η ιστορική διαδικασία των μετασχηματισμών του κεφαλαίου και των μετασχηματισμών που επιβάλει στο επίπεδο της μορφής του κράτους τόσο στο εσωτερικό του όσο και στο εξωτερικό του έχει οδηγήσει στην αποδόμηση της έννοιας της κρατικής κυριαρχίας. Έχει ανατρέψει τις όποιες κοινωνικές κατακτήσεις έχει αποσαθρώσει το κοινωνικό κράτος σε όφελος του κεφαλαίου. Η παγκοσμιοποίηση και η στροφή από την έννοια της κυβέρνησης σε αυτήν της διακυβέρνησης γίνεται υπηρετώντας το σκοπό της επέκτασης του κυρίαρχου μοντέλου και σε αντιπαράθεση με την κοινωνία των πολιτών. Η οικονομική μορφή και η αρχιτεκτονική του ευρώ συγκεκριμένα για την ευρωζώνη με την εμμονή στην πολιτική της λιτότητας και της ύφεσης εντείνει τον κύκλο της κρίσης. Όλα τα παραπάνω συνθέτουν την ευρωπαϊκή διάσταση του ελληνικής κρίσης. Η Αριστερά σήμερα, στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, οφείλει να οικοδομήσει ένα σχέδιο απεγκλωβισμού από την Ευρώπη της λιτότητας, Να σταθεί απέναντι στον ρατσισμό και την ξενοφοβία. Να πρωτοστατήσει στην δημιουργία ενός ειρηνικού κόσμου. Η επιστροφή στην ασφάλεια των εσωτερικών συνόρων είναι ο καλύτερος τρόπος να τα υπονομεύσεις, είναι η επιστροφή στην σκοτεινή Ευρώπη.
Η ελληνική οικονομική κρίση έχει δύο όψεις. Μία εξωγενή, μέρος της συνολικής Ευρωπαϊκής κρίσης. Και μία ενδογενή που εκφράζεται και αφορά το ελληνικό πολιτικό σύστημα και εν τέλη περιφέρεται γύρω από το ζήτημα του ελληνικού κράτους και του ρόλου του.
Η κρίση του ελληνικού πολιτικού σχηματισμού προϋπήρχε της οικονομικής κρίσης. Η οικονομική κρίση και το μνημόνια την επέκτειναν. Δημιούργησαν κρίση ηγεμονίας του συστήματος και απελευθέρωσαν, χειραφέτησαν δυνάμεις. Οι κοινωνικοί αγώνες επέβαλαν την πολιτική ρήξη και την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ ως του ποιου χρήσιμου εργαλείου σε αυτήν την διαδικασία. Οποιαδήποτε προοδευτική αλλαγή δεν μπορεί παρά να καθορίζεται από την δυναμική της σχέσης πολιτικής και κοινωνίας. Όπου θα δημιουργεί κοινωνικές εκπροσωπήσεις στο πολιτικό πεδίο και θα σχηματοποιεί την ταξική πάλη. Μόνο μέσα από αυτή την ενότητα μπορούν να αποκτήσουν την πραγματική τους αυτονομία οι έννοιες αυτές . Η παραπάνω σχέση είναι η μοναδική δικλείδα που μπορεί να στηρίξει τον ταξικό προσανατολισμό της πολιτικής μας στις διάφορες ενότητες του κράτους και του κοινωνικού σώματος. Χρειαζόμαστε πρωτίστως ένα κοινωνικό σχέδιο που θα αναδεικνύει προοπτικές αλλά και κοινωνικούς στόχους, που θα λειτουργήσει ως οδικός χάρτης στο πεδίο των κοινωνικών διεργασιών και συγκρούσεων. Όπως ακριβώς κάνει και το πρώτο μνημόνιο στο πρώτο μέρος του, όπου ορίζει έννοιες όπως δημοκρατία , κοινωνία , ανάπτυξη κατά το νεοφιλελεύθερο πρότυπο. Οι έννοιες, οι ορισμοί, τα περιεχόμενα τους αποτελούν ένα εξαιρετική σημασίας πεδίο ταξικής σύγκρουσης. Αυτό της μάχης των ιδεών.
Η ανάγκη για να γίνει πραγματικότητα το “καινούργιο” κάνει απαραίτητο το να παρουσιάσουμε ένα πολιτικό πρόγραμμα με ιεραρχήσεις και προτεραιότητες, με ταξικό πρόσημο, με ριζοσπαστικές τομές και με ορίζοντά τους αναγκαίους μετασχηματισμούς που έχει ανάγκη σήμερα η ελληνική κοινωνία. Ένα πρόγραμμα που θα δημιουργεί τα απαραίτητα αντισταθμιστικά μέτρα στην υφεσιακή πολιτική του μνημονίου και θα θωρακίζει την κοινωνική συνοχή. Με την δημιουργία εκείνων των απαραίτητων θεσμών που θα αναδιαμορφώσουν την ελληνική οικονομία, θα εντάξουν στην κοινωνική πρακτική νέες μορφές οικονομικής δραστηριότητας. Που θα αναπτύξουν τον συνεργατισμό και θα δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για βιώσιμη και φιλική προς το περιβάλλον ανάπτυξη. Που θα τονώσουν την εργασία και την απασχόληση στον αντίποδα των πολιτικών που οδηγούν στην εσωτερική υποτίμηση της εργασίας. Που θα οδηγήσουν στο βάθεμα της δημοκρατίας με όπλο τον σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των ελευθεριών. Με την αλληλεγγύη και τον πλουραλισμό σε κοινωνικές πρακτικές και εκφράσεις. Και την πολυπολιτισμικότητα σαν στοιχείο ενδυνάμωσης της κοινωνικής συνοχής και του διεθνούς κύρους της χώρας, αυξάνοντας την διαπραγματευτικής της ισχύ.
Η ενότητα κόμματος και κυβέρνησης σε μια κοινή ευθύνη μπορεί να υπάρξει σαν ενότητα μόνο μέσα από την αυτονομία τους στην θέαση της κοινωνικής πραγματικότητας. Και αυτό γιατί η κουβέντα περί του κόμματος έχει πολύ διαφορετικό ορίζοντα. Και αυτός είναι οι μεγάλες αλλαγές, η προοπτική της κοινωνικής χειραφέτησης, ο σοσιαλισμός με δημοκρατία και ελευθερία, η κομμουνιστική προοπτική. Θα είναι λάθος να δώσουμε σε αυτήν την κυβέρνηση την ευθύνη της ανατροπής του καπιταλισμού. Θέλουμε ένα όπλο με το οποίο θα παλέψουμε αυτήν την στρατηγική. Και αυτό είναι το κόμμα. Το τι κόμμα θέλουμε δεν μπορεί παρά να είναι η απάντηση του γιατί θέλουμε το κόμμα σήμερα. Δεν θέλουμε ένα κόμμα “εργοστάσιο” που θα καταμερίζει την πολιτική του λειτουργία και θα αναδεικνύει μια ιδιότυπη “αριστερή αριστεία”. Θέλουμε ένα κόμμα συλλογικό διανοούμενο, κοινωνικά δραστήριο που θα μας δικτυώνει με το κοινωνικό σώμα. Ένα κόμμα μαζικό,πλουραλιστικό, ριζοσπαστικό με δημοκρατική λειτουργία, με ταξικό προσανατολισμό, σταθερά προσηλωμένο στην λογική των πολιτικών και κοινωνικών μετώπων. Και με την κουβέντα πάντα ανοικτή. Δηλαδή και εξ αντικειμένου ανανεωτικό.
Ο Πέτρος Καλκανδής, είναι μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ
Πηγή: Η Αυγή