Macro

Τασία Χριστοδουλοπούλου: Πρέπει να συμβάλουμε στην πρόληψη της διαφθοράς και της διαπλοκής

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κύριε Πρόεδρε, θέλω πριν ξεκινήσω να κάνω ένα σχόλιο. Τελικά η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ να ξεκινήσουμε από το άρθρο 86 και το άρθρο 62 και από τη διαδικασία που έχει προηγηθεί, νομίζω ότι ήταν εξαιρετικά χρήσιμο και κρίμα που δεν γίνεται και για τα υπόλοιπα άρθρα. Διότι ένας βαθμός συναίνεσης πρέπει να καταγράφεται στα ζητήματα που αφορούν τη συνταγματική αναθεώρηση και σε αυτήν την Βουλή και στην επόμενη. Δεν είναι προφανώς δεδομένη η συναίνεση. Είναι ζητούμενη. Είναι, όμως, καλό σε αιτήματα που είναι ώριμα πια, να μπορούμε να έχουμε συμπτώσεις.

Ήθελα, λοιπόν, με βάση αυτό να ξεκινήσω και να πω ότι το άρθρο 86 και το άρθρο 62 διεκδικούμε να πάρει μία τέτοια μορφή που να μη διαχωρίζεται και να μην έχει διαφορετική ποινική μεταχείριση ο Βουλευτής και ο Υπουργός από τον απλό πολίτη. Αυτή είναι η δικαιολογητική βάση. Νομίζω ότι σε αυτό δεν έχει κανείς αντίρρηση.

Ενώ, όμως, είναι μια πρόβλεψη κατασταλτική και συμφωνούμε ότι πρέπει κάπως να αυστηροποιηθεί -με τις συγκεκριμένες αναφορές για την αποσβεστική προθεσμία, κατά τη διάρκεια των καθηκόντων και όχι επ’ ευκαιρία κ.λπ.- δεν φροντίσαμε να μιλήσουμε λίγο για την πρόληψη. Γιατί συμβαίνουν διαρκώς εγκλήματα που έχουν να κάνουν με Υπουργούς ή με το πολιτικό προσωπικό γενικά; Εγώ ήθελα να σταθώ σε αυτό, για να συμβάλω σε έναν προβληματισμό που θα συνδέεται και με τα επόμενα άρθρα.

Νομίζω ότι αυτό που παρατηρούμε πλέον από την εποχή που ο νεοφιλελευθερισμός έγινε μια ηγεμονική πολιτική, από τη στιγμή που η οικονομία κυριάρχησε της πολιτικής, η κοινωνία της αγοράς και τα κέρδη των αναγκών, είναι πως βρισκόμαστε μπροστά στη συνεχή διεύρυνση του φαινομένου της διαφθοράς.

Παλιά τα συντάγματα και οι νόμοι προέβλεπαν και προστάτευαν πράγματι με πιο ανοιχτό τρόπο τους πολιτικούς, γιατί το προηγούμενο διάστημα του φιλελεύθερου ανταγωνισμού υπήρχε ζήτημα ιδεολογικής και πολιτικής αντιπαράθεσης και οι εχθροί εκατέρωθεν προσπαθούσαν να εξοντώσουν και διά της ποινικοποίησης τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Και αυτό βεβαίως είχε προβλεφθεί, προς τιμήν του συνταγματικού νομοθέτη, και για την Αριστερά.

Ξέρουμε πόσοι κατέβηκαν και στις εκλογές προκειμένου να εκλεγούν και στη συνέχεια να είναι ελεύθεροι για να ασκούν πολιτική δράση. Ξέρουμε με ποιον τρόπο ποινικοποιήθηκε όλη η κομμουνιστική ιδεολογία τον προηγούμενο αιώνα. Κατά συνέπεια, θεωρώ ότι πράγματι το Σύνταγμα τότε είχε αυτή τη πρόβλεψη.

Σήμερα, όμως, πείτε μου, γιατί χρειάζεται αυτή η πρόβλεψη, όταν η πολιτική έχει απαξιωθεί, έχει χάσει το πολιτικό της περιεχόμενο; Ποιο είναι το πολιτικό της περιεχόμενο; Η κοινωνική εκπροσώπηση, η συμπύκνωση των κοινωνικών αντιθέσεων που υπάρχουν στην κοινωνία. Πλέον διαχειριστές είναι στις εξουσίες, οι οποίοι μαλώνουν μεταξύ τους ποιος διαχειρίζεται καλύτερα το σύστημα.

Και να κάνω μία παρένθεση. Δεν είναι τυχαίο ότι όλοι οι νόμοι για την πάταξη της διαφθοράς έγιναν από το 1980 και μετά, από τότε δηλαδή που εγκαθιδρύθηκε ο νεοφιλελευθερισμός, από τότε που συγχωνεύθηκε η πολιτική με το επιχειρηματικό κεφάλαιο. Και τότε βγήκαν και οι νόμοι και οι θεσμοί για την πάταξη της διαφθοράς. Διότι οι πολιτικοί πλέον άλλαξαν αντίληψη. Πρώτα απολογούνταν στην κοινωνία. Τώρα απολογούνται στο κεφάλαιο και στις επιχειρηματικές ελίτ. Τότε θεωρούσαν ότι οι προνομιακοί συνομιλητές τους είναι τα συνδικάτα, είναι διάφοροι κοινωνικοί θεσμοί, και τα προστάτευαν. Τώρα πλέον υπάρχει ένας χλευασμός για όλη αυτή την διαδικασία. Αυτούς, λοιπόν, που εκτιμούν, με αυτούς που συναλλάσσονται είναι οι επιχειρηματίες, των οποίων η γνώμη θεωρείται κυρίαρχη για κάθε νομοθετική ρύθμιση.

Με αυτή την έννοια έχουμε φτάσει πραγματικά στο φαινόμενο το κράτος, έχοντας χάσει τις βασικές του κοινωνικές λειτουργίες, να μην μπορεί στην πραγματικότητα να έχει μια αυταξία απέναντι στην κοινωνία. Έτσι και οι πολιτικοί στο πλαίσιο των σχέσεών τους με το επιχειρηματικό κεφάλαιο γίνονται πολύ πιο οικείοι με τα ζητήματα της οικονομικής διαχείρισης και του κέρδους. Δεν είναι τυχαίο ότι σε όλες τις χώρες της Ευρώπης η SIEMENS είναι πίσω από όλα τα σκάνδαλα. Πώς γίνεται αυτό; Δεν έχετε αναρωτηθεί; Εδώ, εντάξει, η Ελλάδα είναι ψωροκώσταινα και μπορεί να γυάλισαν τα χρήματα της SIEMENS σε κάποιους πολιτικούς. Στις άλλες χώρες, όπως στη Γερμανία, που παραβιάζουν τον ανταγωνισμό, πώς έγινε; Πότε έβγαλε ο ΟΗΕ τον νόμο κατά της διαφθοράς; Πότε έγιναν κακουργήματα όλα αυτά; Πότε άρχισε να εφαρμόζεται το ξέπλυμα του «μαύρου» χρήματος;

Άρα, όταν συζητάμε σήμερα για το πώς θα καταστείλουμε μόνο τα φαινόμενα του χρηματισμού των πολιτικών από τους επιχειρηματίες, θα πρέπει να σκεφτούμε πρώτα απ’ όλα με ποιον τρόπο θα τα αποτρέψουμε. Υπάρχει τρόπος; Προφανώς συνεχίζει να είναι ηγεμονικός ο φιλελευθερισμός. Προφανώς η αγορά ρυθμίζει όλες τις ανάγκες. Προφανώς και τα κέρδη αποτελούν το κίνητρο.

Δεν μπορούμε, όμως, ταυτόχρονα, τουλάχιστον εμείς που ανήκουμε στην Αριστερά, να απαξιώνουμε τα δημόσια αγαθά. Εξ ου και έχουμε διάταξη στην οποία λέμε ότι το νερό και η ενέργεια δεν μπορούν να ιδιωτικοποιηθούν. Πρέπει να βρίσκονται κάτω από τη προστασία του κράτους. Εξ ου και λέμε, για άλλα ζητήματα, ότι η συμμετοχή της κοινωνίας και του λαού σε όλα αυτά που τον ενδιαφέρουν, μέσα από τις νομοθετικές πρωτοβουλίες, μέσα από τις ελευθερίες που κατοχυρώνονται, μέσα από τα δημοψηφίσματα, είναι σημαντική. Διότι αυτή η κρίση που μετέτρεψε την πολιτική σε διαχείριση, έχει οδηγήσει στην απόσυρση της κοινωνίας. Η κοινωνία δεν συμμετέχει ούτε καν στις εκλογές, που είναι μια διαδικασία που όλοι την κομπλιμεντάρουν ότι αυτή θα καθορίσει τις τύχες της πατρίδας. Ούτε και εκεί συμμετέχουν!

Άρα, το ζήτημα είναι να δούμε μέσα από ποιους θεσμούς μπορούμε να υπονομεύσουμε τη διαχειριστική λογική της πολιτικής και να την επαναφέρουμε στον ανταγωνιστικό της χαρακτήρα. Να δούμε τα κόμματα τι εκπροσωπούν τελικά;

Και σε αυτήν τη λογική θέλω να πω ότι η συνταγματική αναθεώρηση και μόνο να αλλάξει το άρθρο 86 και το 62, νομίζω, θα έχει δικαιωθεί σαν πρωτοβουλία, πολύ περισσότερο αν υπάρξουν συναινέσεις και για άλλα άρθρα τα οποία διαμορφώνουν σήμερα την απουσία αυτής της πολιτικής που λέμε ότι αποτελεί την αναζωογόνηση των πολιτικών. Γιατί όταν εκπροσωπείς κάποιες κοινωνικές τάξεις, απολογείσαι σε αυτές. Όταν εκπροσωπείς τη SIEMENS, σε ποιόν να απολογηθείς; Θα απολογηθείς στο δικαστήριο στο οποίο θα πας. Άρα, το ζήτημα εδώ είναι ακριβώς με ποιον τρόπο θα λύσουμε αυτήν την αντίφαση.

Και νομίζω, συναδέλφισσες και συνάδελφοι, ότι το έχουμε παραμελήσει αυτό το ζήτημα να το συζητήσουμε. Γιατί η πολιτική έχει μετατραπεί σε διαχείριση; Δεν το πιστεύω ότι ο κ. Βενιζέλος ή ο κ. Λοβέρδος ή ο κ. Χατζηδάκης ή ο κ. Τασούλας δεν έχουν άποψη για το πώς έχει εκπέσει η πολιτική και έχει απογυμνωθεί από το δυναμικό της περιεχόμενο. Γιατί ο κόσμος πια θεωρεί ότι όλοι οι πολιτικοί τα παίρνουν; Γιατί γίνεται αυτό; Γιατί ακριβώς κανείς δεν φροντίζει για τις κοινωνικές ανάγκες.

Και όσοι πάνε να φροντίσουν ακόμα και μέσα στα μνημόνια, που είχε την «τύχη» ο ΣΥΡΙΖΑ να βρεθεί στην Κυβέρνηση, είτε τον κατηγορούν ότι κάνει ελεημοσύνη είτε τον κατηγορούν ότι κάνει παροχολογία είτε τον κατηγορούν για οτιδήποτε άλλο φαντασιωθούν, ακριβώς γιατί έχουν ξεφύγει από τις κοινωνικές δυνάμεις που υποφέρουν. Γιατί δεν απολογούνται σε αυτές τις κοινωνικές δυνάμεις.

Κατά συνέπεια, θεωρώ ότι σε μία συζήτηση εκτός του κατασταλτικού περιεχομένου του άρθρου 86 και του 62, που πρέπει επιτέλους να αποκαταστήσουμε την ισονομία, θα πρέπει να φροντίσουμε όλοι μας, παρ’ όλο που δεν είμαστε όλοι ίδιοι, να συμβάλουμε σε αυτό που ονομάζεται πρόληψη της διαφθοράς, πρόληψη της διαπλοκής και της συνεχούς διασύνδεσης που έχει ο πολιτικός, η πολιτική με το κεφάλαιο και με το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, που βλέπουμε μέσα από τις τράπεζες και τις ιδιωτικοποιήσεις τι πάρτι έγινε στη χώρα μας στη διάρκεια των μνημονίων.

Αυτά είναι τα ζητήματα που νομίζω ότι πρέπει να έχουμε κατά νου, για να μπορούμε πραγματικά να είμαστε αντάξιοι μιας συνταγματικής αναθεώρησης της οποίας η συζήτηση μόλις ξεκίνησε.

Σας ευχαριστώ.

Τασία Χριστοδουλοπούλου