Macro

ΣΥΡΙΖΑ και σοσιαλδημοκρατία

Τι σηματοδοτεί, άραγε, αυτή η διαρκής αναταραχή στο χώρο του κέντρου, από την οποία δεν λείπουν οι παρεμβάσεις της δεξιάς; Θυμίζουμε, για παράδειγμα, την πρωτοφανή –αν και ασχολίαστη από τα πολυάσχολα συστημικά μίντια– δήλωση του κ. Μητσοτάκη ότι το Ποτάμι είναι ένα κόμμα που δεν έχει λόγο ύπαρξης.
Μια λογική ερμηνεία της διαρκούς αναταραχής είναι η απόδοσή της στην εξέλιξη μιας σκληρής διαπάλης για την απόκτηση πολιτικής επιρροής επί των μεσοστρωμάτων, η οποία βρίσκεται σε άμεση σχέση με κοινωνικοπολιτικές διεργασίες, που συμβαίνουν σ΄ αυτό το κοινωνικό πεδίο και σαν απόρροια της οικονομικής κρίσης και των επιπτώσεών της στα στρώματα αυτά. Η διαπάλη αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία στις ελληνικές συνθήκες, καθώς τα στρώματα αυτά καλύπτουν εκτεταμένο χώρο στην ελληνική ταξική χαρτογραφία.
Προφανώς μας χρειάζεται μια πολύ σοβαρότερη ανάλυση του φαινομένου, αλλά και αυτή η στοιχειώδης προσέγγιση μας αρκεί για να εξηγήσουμε το ενδιαφέρον και τις μεταπτώσεις της στάσης της ηγεσίας της ΝΔ μπροστά στις όποιες εξελίξεις στο χώρο του κέντρου, ή τη στάση και τις προτροπές του Ευ. Βενιζέλου προς την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ να προσανατολιστεί σταθερά στη συνεργασία με τη ΝΔ, ή τις αντιστάσεις πολλών ηγετικών στελεχών του ΚΙΝΑΛ, εσχάτως και του Ποταμιού, σε μια τέτοια προοπτική, η οποία προϋποθέτει ένα αντι–ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Γιατί, προφανώς, η απόδοση αυτών των κινήσεων σε κακόβουλες προθέσεις και προσωπικές στρατηγικές είναι εξαιρετικά επιφανειακή απόπειρα ερμηνείας.

Μας ενδιαφέρει η έκβαση της διαπάλης;

Έχει σημασία για τη δική μας αριστερά η έκβαση αυτής της διαπάλης; Θα τολμούσα να πως ότι έχει και μάλιστα μεγάλη. Από δύο τουλάχιστον απόψεις. Πρώτον, γιατί θα καθορίσει για σημαντικό χρονικό διάστημα το με ποιους θα πάει και ποιους θ΄ αφήσει η βασική πολιτική εκπροσώπηση του κέντρου (αλλά και ποιες διεργασίες θα επηρεάσει η στάση αυτή, στο κοινωνικό σώμα –θετικές ή αρνητικές για την αριστερά και τα κοινωνικά στρώματα που θέλει να εκπροσωπήσει και να εκφράσει). Δεύτερον, γιατί μπορεί να επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό την πορεία των κομμάτων της αριστεράς, και πιο συγκεκριμένα του ΣΥΡΙΖΑ που μας ενδιαφέρει ειδικότερα. Όχι επειδή η προσέγγιση του κέντρου ή του σημαντικότερου τμήματός του στον ΣΥΡΙΖΑ διευκολύνει την επικοινωνιακή αξιοποίηση της γνωστής από τον καιρό του ανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ διάζευξης «πρόοδος ή συντήρηση» (για την οποία δεν είναι άμοιρη ευθυνών και μια απλουστευτική αντίληψη που καλλιεργήθηκε παλιότερα και στην αριστερά). Αλλά επειδή η μια ή η άλλη εξέλιξη στο χώρο του κέντρου αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο για τη σοβαρή επεξεργασία, την αφομοίωση από το σύνολο του ΣΥΡΙΖΑ και την επίμονη και συνεπή εφαρμογή μιας πολιτικής συμμαχιών, η οποία αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση όχι μόνο για τα κόμματα που πρεσβεύουν το δημοκρατικό δρόμο για το σοσιαλισμό, αλλά και για την ανάληψη λιγότερο σημαντικών ιστορικών καθηκόντων από τη μεριά τους.

Η «εύκολη λύση»

Αρκετοί θεωρούν ότι υπάρχει πιο εύκολος δρόμος: είναι προτιμότερο να οξυνθούν οι εσωτερικές αντιθέσεις στο ΚΙΝΑΛ, να εξελιχθούν σε διαλυτική κρίση, οπότε μπορεί να επωφεληθεί εκλογικά η αριστερά –και πιο πολύ απ΄ όλους ο ΣΥΡΙΖΑ. Όμως, εκτός του ότι δεν υπολογίζουν ότι σε μια τέτοια περίπτωση, που δεν θα υπάρξει ευνοϊκός συλλογικός προσανατολισμός, θα επωφεληθεί και η δεξιά, δεν διδάσκονται και από την ιστορία, που μας έχει δείξει ότι πολώσεις τέτοιου τύπου, επειδή γέρνουν προς το κέντρο την πλάστιγγα, έχουν κοστίσει στην αριστερά. Αν είναι ουτοπικό να πιστεύεις ότι μπορείς να επικρατήσεις σε μια εκλογική μάχη βασιζόμενος μόνο σε μια καθαρά μονοταξική σχέση εκπροσώπησης (όπως στην ουσία κάνει το ΚΚΕ σήμερα), άλλο τόσο κουτό είναι να θεωρείς ότι μπορείς να εκπροσωπήσεις σε μόνιμη βάση διαφορετικά ή και συγκρουόμενα συμφέροντα και ανάγκες, χωρίς να επηρεαστείς τελικά αρνητικά από μια τέτοια συγχυτική, αντιφατική κατάσταση.
Για να μη μακρηγορούμε, αν ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να αντιμετωπίσει το φόβο της «σοσιαλδημοκρατικοποίησης», οφείλει ειλικρινά και σοβαρά να ενδιαφερθεί για την ύπαρξη μιας φιλικά διακείμενης προς την αριστερά και απαλλαγμένης από την άνευ όρων παράδοση στο νεοφιλελεύθερο δόγμα σοσιαλδημοκρατίας. Ευτυχώς, στην Ελλάδα υπάρχουν οι προϋποθέσεις και μπορούν να διαμορφωθούν ακόμα ευνοϊκότερες συνθήκες, ώστε να εξελιχθεί αυτή η διαδικασία με ευνοϊκούς για την αριστερά όρους: υπάρχει ισχυρή αριστερά (η οποία χρειάζεται να αποκτήσει συνείδηση του ιστορικού ρόλου της και της δυνατότητας γενικότερης ιδεολογικής επιρροής –πράγμα που δεν γίνεται, βέβαια, με λόγια, χρειάζεται οργανωτική, ιδεολογική/θεωρητική προσπάθεια και σταθερή σύνδεση της καθημερινής δράσης με τους απώτερους στόχους και τις αξίες της αριστεράς)· και υπάρχει, επίσης, ένα σοσιαλδημοκρατικό κέντρο, που έχει έρθει σε επαφή τόσο με πολιτικό προσωπικό προερχόμενο από την αριστερά, όσο και με κοινωνικά στρώματα στις παρυφές τής κοινωνικής αριστεράς, αλλά έχει υποστεί πρόσφατα και τις διαλυτικές συνέπειες της συμπόρευσης με τη δεξιά.

Στρατηγικός ρόλος

Αν την ψήφιση της απλής αναλογικής δεν τη βλέπουμε σαν τακτικό πυροτέχνημα, τότε οφείλουμε να ετοιμαζόμαστε και να ετοιμάζουμε και τους άλλους για την εποχή του συνασπισμού πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, που θα είναι ικανός για την εκπλήρωση ιστορικών καθηκόντων, τα οποία ωριμάζει κάθε φορά η κοινωνική πραγματικότητα και η κινηματική έκφρασή της.
Θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί: Μα, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, το κοινωνικό–πολιτικό αποτέλεσμα δεν θα ήταν παρόμοιο, ή και λίγο χειρότερο, από το αποτέλεσμα που θα έφερνε ένα σύγχρονο ΠΑΣΟΚ των «μη προνομιούχων» της εποχής μας, που σαρώνει στις εκλογές εξαφανίζοντας τα σύνορα αριστεράς και κέντρου; Η απάντηση είναι απλή: μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα δεν υπάρχει καλύτερη εγγύηση για την εξασφάλιση σημαντικών και σταθερών αλλαγών στην κοινωνία, την πολιτική και τις αντιλήψεις από την ύπαρξη και την ενίσχυση ενός ή περισσότερων κομμάτων της αριστεράς, που έχουν συνείδηση του ιστορικού ρόλου τους, επιδιώκουν σταθερά και αποτελεσματικά την ιδεολογική ηγεμονία και δεν εγκαταλείπουν τους απώτερους στόχους τους, όσους συμβιβασμούς κι αν χρειαστεί να κάνουν, όσες συμμαχίες κι αν συμπήξουν σε προγραμματική βάση με λιγότερο ή περισσότερο συγγενικές δυνάμεις.

Χαράλαμπος Γεωργούλας

Πηγή: Η Εποχή