Macro

Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας: Πολύτιμη παράμετρος σε μια μάχη που συνεχίζεται

Μεσούσης της πανδημίας, βάσει στοιχείων του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC), η Ελλάδα το 2021 ήταν πρώτη σε θανάτους (από Covid-19) ανά εκατομμύριο πληθυσμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση και 33η παγκοσμίως, φτάνοντας συνολικά τους 20.790 θανάτους έναντι 4.838 το 2020 (αύξηση άνω του 400%).
Γιατί; Η απάντηση από τους επιδημιολόγους της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας: Το τελικό αποτύπωμα μιας πανδημίας εξαρτάται από τη διαχείριση.
Διαχείριση σημαίνει αναπτυγμένο δίκτυο πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας (Π.Φ.Υ.), επάρκεια κλινών ΜΕΘ στα δημόσια νοσοκομεία, ειδικά μέτρα στους χώρους συνωστισμού, στα σχολεία, στα μέσα μεταφοράς, σωστή επιδημιολογική επιτήρηση και βέβαια εμβολιασμός κυρίως και πρωτίστως στις ευπαθείς ομάδες.
Κατά την τρέχουσα πανδημία, έχει αποδειχθεί επιστημονικά πλέον ότι οι χώρες που είχαν τις λιγότερες επιπτώσεις από τον κορονοϊό, όπως Νέα Ζηλανδία, Αυστραλία, Καναδάς, Κούβα στηρίχτηκαν στην καλή επιδημιολογική επιτήρηση και σ’ ένα ισχυρό σύστημα Π.Φ.Υ.
Η πρώτη διεθνής δήλωση για την αξία της Π.Φ.Υ έγινε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.) το 1978, στα πλαίσια ομώνυμου συνεδρίου στο Καζακστάν. Με τη δήλωση αυτή ο Π.Ο.Υ. κάλεσε τις κυβερνήσεις, τους διεθνείς οργανισμούς και ολόκληρη την παγκόσμια κοινότητα να προωθήσουν την Π.Φ.Υ. ως κοινωνικό στόχο της κοινωνικής δικαιοσύνης, παροτρύνοντας την ενσωμάτωσή της στα συστήματα υγείας των κρατών.
Η απάντηση του ιδιωτικού τομέα ήρθε από το Rockefeller Foundation, που χρηματοδότησε συνέδριο για την Π.Φ.Υ. στην Ιταλία (1979). Έτσι εισήχθη η επιλεκτική πρωτοβάθμια υγεία (selective P.H.C.), με την ιδέα της εξεύρεσης λύσεων χαμηλού κόστους σε πολύ συγκεκριμένες και κοινές αιτίες θανάτου. Η κριτική όμως που αναπτύχθηκε απέναντι στην επιλεκτική φροντίδα είναι ότι αυτή εκφράζει μια περιοριστική προσέγγιση στην υγεία και άρα στο πλαίσιο της Π.Φ.Υ. δεν συμβάλλει στην ολοκληρωμένη περίθαλψη (σφαιρικότητα) του πληθυσμού.
Σήμερα διαρκούσης της εξέλιξης της πανδημίας, τα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ότι, πρώτον, καμία επιστημονική μελέτη δεν μιλάει για «covid-zero», δηλαδή ότι θα εξαφανιστεί ο ιός (στην καλύτερη περίπτωση θα υπάρχει ενδημικά), και, δεύτερον, οι μεταλλάξεις θα εξελίσσονται λόγω του ανεπαρκούς εμβολιασμού παγκοσμίως. Άρα παρά τα εμβόλια και τα φάρμακα θα πρέπει να ετοιμαζόμαστε για την επόμενη φορά, πως θα αντιμετωπίσουμε το κρούσμα.
Σύμφωνα με τις επιστημονικές συστάσεις αυτό θα γίνει με τους εξής τρόπους: ιχνηλασία με διάφορα τεστ, εμβόλια, ένα αναπτυγμένο σύστημα Π.Φ.Υ., θεραπευτικά πρωτόκολλα και την αντιμετώπιση παράπλευρων απωλειών (εργασία, οικονομία, μόρφωση, περαιτέρω υγεία).

Να αξιοποιήσουμε το άλμα της πρόληψης

Εκατό πενήντα εκατομμύρια επιστήμονες παγκοσμίως, ιατροί, βιολόγοι, μηχανικοί υπολογιστών και άλλοι, χρησιμοποιώντας τα επιτεύγματα της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης από την τεχνητή νοημοσύνη έως τη γονιδιακή θεραπεία, συνετέλεσαν και συντελούν καθημερινά στην αλματώδη πρόοδο της ιατρικής για την αντιμετώπιση τόσο του κορονοϊού όσο και για τα προβλήματα της «περαιτέρω υγείας» που επιβαρύνθηκαν αλλά και τροποποιήθηκαν από την πανδημία.
Έτσι λοιπόν έχουμε πλέον μια πολύ εξελιγμένη ιατρική που χαρακτηρίζεται ως προληπτική, προσωποποιημένη, προβλεπτική και συμμετοχική δίνοντας η τελευταία ενεργό ρόλο στον ασθενή να συμμετέχει ακόμα και στις ιατρικές αποφάσεις.
Η σύγχρονη ιατρική έχει επίσης αποκληθεί Ιατρική Ακριβείας, που σημαίνει ότι ο γιατρός έχει πολύ καλή γνώση του νοσήματος του ασθενούς σε κυτταρικό επίπεδο αλλά και πλήρη γνώση του ασθενούς σαν κοινωνική και ατομική οντότητα (ιατρική αφηγηματική). Η πρωταρχική άποψη της Ιατρικής Ακριβείας είναι ο καθορισμός του σωστού φαρμάκου, την κατάλληλη στιγμή και για το σωστό άτομο (ασθενή). Κατ’ αυτήν μέσω γνώσης της φυσιοπαθολογίας και καινοτόμων διαγνωστικών μεθόδων προωθείται η μετάβαση από τη βασική έρευνα στην κλίνη του ασθενούς (from bench to bedside) με βελτίωση της πρόληψης, διάγνωσης και διαστρωμάτωσης του κινδύνου σε διάφορα νοσήματα.
Δεν είναι πλέον ανέφικτο ο προσδιορισμός γονιδίων που «καθρεφτίζονται» στο αίμα και που θα εντοπίζουν (βιο)δείκτες ενεργότητας της νόσου, μορφές της νόσου και τον γονιδιακό στόχο των φαρμάκων κατά συγκεκριμένο νόσημα και συγκεκριμένο ασθενή, με αποτέλεσμα τη θεραπευτική τους χρήση σε επίπεδο εξωτερικού ιατρείου καθολικά και με ισότιμη πρόσβαση από όλους, δηλαδή μέσα από ένα σύστημα δημοσίας πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.

Πολλαπλά οφέλη και στοχεύσεις

Σήμερα τα πρώτα φάρμακα που διαθέτουμε έναντι στον SARS-COV-2 είναι του τύπου των μονοκλωνικών αντισωμάτων. Έλαβαν επείγουσα αδειοδότηση στην Ε.Ε. τον Φεβρουάριο του 2021 και τελευταία άρχισαν να χορηγούνται και στη χώρα μας. Τα κριτήρια χορήγησής του περιλαμβάνουν όλους τους ασθενείς με κορονοϊό, αλλά ιδίως όσους είτε δεν έχουν εμβολιαστεί είτε δεν έχουν αναπτύξει ανοσία (καρκινοπαθείς, λοιποί ανοσοκατασταλμένοι). Απαραίτητη προϋπόθεση όμως για την επιτυχία της θεραπείας αυτής, όπως δείχνει η εμπειρία χωρών που τα χρησιμοποίησαν (Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία), είναι η ύπαρξη συστήματος Π.Φ.Υ., ώστε οι θεράποντες γιατροί μετά την επιλογή των ασθενών με θετικό τεστ, να προωθούν αυτούς για θεραπεία. Για τη θεραπεία αυτή οι ασθενείς πρέπει να λαμβάνουν ενδοφλεβίως τα φάρμακα αυτά, αργά επί μία ώρα, να περιμένουν άλλη μία ώρα για τυχόν εμφάνιση αλλεργικών αντιδράσεων και μετά να επιστρέφουν στο σπίτι τους. Αυτό απαιτεί επαρκείς χώρους και ιατρονοσηλευτικό προσωπικό σε δομές σε όλη τη χώρα, που θα υποδέχονται με ασφάλεια όλους τους ασθενείς αποστασιοποιημένους από τους λοιπούς πολίτες (ασθενείς ή υγιείς).
Η τεράστια αξία όμως της Π.Φ.Υ. διαπιστώνεται με μελέτες και στην πρόληψη και θεραπεία χρόνιων μη-μεταδιδόμενων νοσημάτων που ταλαιπωρούν την ανθρωπότητα, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, τα καρδιομεταβολικά νοσήματα, ο καρκίνος, τα αυτοάνοσα, η οστεοπόρωση, η παχυσαρκία, η κατάθλιψη που αποτελούν και την περαιτέρω υγεία. Οι αιτίες των νοσημάτων αυτών αποδίδονται στο χρόνιο ψύχω-κοινωνικό-οικονομικό στρες (που ήδη επιδεινούται κατά την πανδημία) και που αποτελεί το κατεξοχήν πρόβλημα του σημερινού ανθρώπου.
Έτσι σήμερα, αναπτύσσεται η Ιατρική του Τρόπου Ζωής (lifestyle medicine) που στοχεύει στην προώθηση του υγιεινού τρόπου διαβίωσης μέσω της φυσικής δραστηριότητας, της υγιεινής διατροφής, του σωστού ύπνου και της πρόληψης και θεραπείας των παραπάνω αναφερόμενων νοσημάτων. Στην Ιατρική του Τρόπου Ζωής υπεισέρχεται όμως περισσότερο η ιατρική τέχνη παρά η τεχνολογία αφού ο τρόπος ζωής σχετίζεται με την ανθρώπινη φύση. Αυτό σημαίνει ότι το αποτέλεσμα μιας θεραπείας επηρεάζεται σημαντικά από την ενσυναίσθηση, δηλαδή τη συναισθηματική επικοινωνία μεταξύ δύο ατόμων. Τουτέστιν τη δυαδική σχέση εμπιστοσύνης ιατρού-ασθενή και συνεπώς ο προσωπικός (οικογενειακός) γιατρός του ασθενή, στο πλαίσιο επιτυχημένης λειτουργίας ενός ανάλογου θεσμού, είναι εκ των ων ου άνευ. Και αυτός ο θεσμός είναι η Π.Φ.Υ.

Πλέον δεν υπάρχουν δικαιολογίες

Τα πολύ θετικά όμως για την ανθρωπότητα αποτελέσματα των ερευνών της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας δημιουργούν και μια σοβαρή πρόκληση. Είναι η διασφάλιση της ισότιμης πρόσβασης σε αυτά όλων των πολιτών κάθε χώρας. Αυτό εξασφαλίζεται μόνο μέσα από ένα καθολικά αναπτυγμένο σύστημα Π.Φ.Υ., στο πλαίσιο ενός δημόσιου Εθνικού Συστήματος Υγείας, όπου το κράτος έχει τον άμεσο έλεγχο της παραγωγής και διανομής των υπηρεσιών υγείας με ελεύθερη πρόσβαση και χρήση όλων, και όχι μέσα από ένα (νέο)φιλελεύθερο σύστημα υγείας το οποίο στηρίζει το οργανωτικό πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών υγείας στο σύστημα τιμών, λειτουργώντας με τις δυνάμεις της αγοράς και με ελάχιστη κρατική παρέμβαση πιστεύοντας στη λογική του κέρδους που θεωρεί ότι δεν είναι επικερδές να επενδύεις στην πρόληψη ούτε να προετοιμάζεσαι για μελλοντικές καταστροφές.
Πλέον δεν υπάρχουν δικαιολογίες, οφείλουμε να είμαστε προετοιμασμένοι για την επόμενη φορά. Αυτό σημαίνει ότι οι χαράσσοντες την πολιτική της υγείας πρέπει να λαμβάνουν πολύ σοβαρά υπόψη τα επιστημονικά δεδομένα, διαφορετικά θα επιβεβαιώνουν συνεχώς τον αρχαίο σοφό Ανάχαρση: «Στους Έλληνες μιλούν οι σοφοί αλλά αποφασίζουν οι ανίδεοι», πράγμα που δεν περιποιεί τιμή για τη λειτουργία της Δημοκρατίας και αντικατοπτρίζει το χάσμα μεταξύ επιστήμης και πολιτικής.

Ο Γιώργος Καζιόλας είναι γιατρός ρευματολόγος, Κ.Υ. Ηλιούπολης, Ο.Μ. (Π.Φ.Υ) Αττικής ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ

Πηγή: Η Εποχή