Macro

Οι παρενέργειες μιας διεύρυνσης

Η επικείμενη προσχώρηση στο ΝΑΤΟ της Σουηδίας και της Φινλανδίας συρρικνώνει όσο ποτέ άλλοτε τους τελευταίους τρεις αιώνες την επιρροή της Ρωσίας στη Βαλτική και στη Σκανδιναβική Χερσόνησο.

Μια ματιά στον χάρτη είναι αρκετή για να κατανοήσουμε τη γεωπολιτική δύσπνοια της Ρωσίας που έχει πλέον δύο μικρές προσβάσεις στη Βαλτική: την παράκτια περιοχή μεταξύ Φινλανδίας και Εσθονίας, πέριξ δηλαδή της Αγίας Πετρούπολης, και τον θύλακα του Καλίνινγκραντ που βρίσκεται μεταξύ Πολωνίας και Λιθουανίας.
Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς Βορράν έρχεται να προστεθεί στις δύο προηγούμενες διευρύνσεις με την ένταξη της Πολωνίας και των τριών Βαλτικών Χωρών.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία πυροδότησε την -με τη διαδικασία του κατεπείγοντος- ένταξη στο ΝΑΤΟ της Φινλανδίας και της Σουηδίας, μια εξέλιξη που γρήγορα συσκοτίστηκε από την παρεμβολή της Τουρκίας του Ερντογάν που απειλεί με βέτο αν δεν ικανοποιηθεί ένας μακρύς κατάλογος εκκρεμοτήτων που σχετίζονται με την ασφάλειά της.
Η υπεραντίδραση του Ερντογάν και η σχετικά άμεση ρεαλιστική προσαρμογή του Πούτιν που αναδιπλώθηκε στη δεύτερη γραμμή άμυνας, την προσπάθεια δηλαδή να αποσπάσει την εγγύηση ότι δεν θα δημιουργηθούν ξένες στρατιωτικές βάσεις στη Σουηδία και στη Φινλανδία ούτε θα αναπτυχθούν πυρηνικά όπλα, συνέβαλαν εκ των πραγμάτων στην υποτίμηση της απόφασης του Ελσίνκι και της Στοκχόλμης να εγκαταλείψουν την ουδετερότητα.
Μέχρι και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία οι τρεις Βαλτικές Χώρες και η Πολωνία δεν μπορούσαν να επηρεάσουν την ειδική σχέση Γερμανίας-Ρωσίας καθώς η προσπάθειά τους ήταν διπλά οριοθετημένη:
■ Στον Βορρά η Σουηδία και η Φινλανδία, παρά την ένταξή τους στην Ε.Ε. στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και στη συνέχεια την προσχώρηση του Ελσίνκι στην ευρωζώνη, δεν διακινδύνευσαν να αποσταθεροποιήσουν το status quo της ουδετερότητας που υιοθετήθηκε από τη Στοκχόλμη το 1815 και από το Ελσίνκι το 1945.
Σχεδόν ταυτόχρονα άρχισε να γίνεται κατανοητό ότι πέραν της Πολωνίας οι άλλες τρεις χώρες της τετράδας του Βίζεγκραντ, η Ουγγαρία, η Σλοβακία και η Τσεχία, δεν ήταν διατεθειμένες να επενδύσουν σε μια γεωπολιτική αντιπαράθεση με τη Μόσχα από την οποία μόνο παράπλευρο κόστος θα μπορούσε να προκύψει.
Ολα τα παραπάνω και κυρίως τη δυνατότητα μιας μελλοντικής στρατηγικής επαναπροσέγγισης Μόσχας-Βερολίνου έρχεται να βραχυκυκλώσει η μέχρι τα τέλη Ιουνίου ένταξη στο ΝΑΤΟ της Φινλανδίας και της Σουηδίας.
Η Πολωνία και οι τρεις Βαλτικές Χώρες δεν είναι πλέον ένας θύλακας ρωσοφοβικής περιχαράκωσης που μπορεί να αγνοηθεί και να παρακαμφθεί από το Βερολίνο και τη Μόσχα αλλά μια ενδιάμεση ζώνη που οριοθετεί ανελαστικά τη μελλοντική εξέλιξη των σχέσεων Ρωσίας-Γερμανίας.
Το στρατηγικό δίλημμα για το Βερολίνο είναι άβολο:
● Εάν θελήσει να κινηθεί εκ νέου στο μέλλον προς την κατεύθυνση μιας νέας προσέγγισης με τη Μόσχα, θα δει την επιρροή της προς Βορράν και Ανατολάς να συρρικνώνεται σε όφελος των ΗΠΑ που εδώ και καιρό προβάλλουν ως προστάτες της Νέας Ευρώπης.
● Αν αντίθετα επιλέξει να προβάλει ως εγγυήτρια δύναμη της ασφάλειας των χωρών της Βαλτικής, τότε δεν θα μπορέσει να αναζητήσει ρόλο στην αναπόφευκτη μελλοντικά συνολική διαπραγμάτευση για την ασφάλεια της Γηραιάς Ηπείρου, η οποία επί της ουσίας θα είναι μια απευθείας διαπραγμάτευση Ουάσινγκτον-Μόσχας.
Με δυο λόγια, με τα σημερινά δεδομένα δεν υπάρχει επιστροφή στον χαμένο παράδεισο της ταυτόχρονης ισορροπίας του Βερολίνου ανάμεσα στο ΝΑΤΟ και στην Οστπολιτίκ.
Η ισορροπία αυτή τερματίστηκε με την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, με την πλήρη και μη αντιστρέψιμη για το ορατό μέλλον στοίχιση του Βερολίνου με την Ουάσινγκτον.
Γιώργος Καπόπουλος