Συνεντεύξεις

Νίκος Βούτσης: Μόνη τερατογένεση, η υποστύλωση της Δεξιάς από προοδευτικές δυνάμεις

Για καθεστωτική νοοτροπία κατηγορεί τη Νέα Δημοκρατία ο τέως πρόεδρος της Βουλής και υποψήφιος βουλευτής Α΄ Αθήνας Νίκος Βούτσης. Αναφερθείς στον απολογισμό της ΙΗ΄ κοινοβουλευτικής περιόδου, επισημαίνει ότι η κυβερνητική πλειοψηφία αξιοποίησε τα ειδικά μέτρα κατά της πανδημίας «για να νομοθετήσει σε πολλές περιπτώσεις αδιαφανώς». Μιλά ακόμα για την επικείμενη εκλογική αναμέτρηση, ενώ αναφορικά με τις δημοσκοπήσεις σχολιάζει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. έχει υποεκτιμηθεί σε αρκετές μετρήσεις κατά το παρελθόν. Παράλληλα, κατηγορεί το κυβερνών κόμμα για αλαζονεία, ενώ μιλά για την προσπάθεια της Ν.Δ. να «επενδύει» στην «τραμπική συνταγή», αντιστρέφοντας την αλήθεια. Την ίδια ώρα, ξεκαθαρίζει ότι υπάρχει το έδαφος να προκύψουν ουσιαστικές προγραμματικές συγκλίσεις μεταξύ των προοδευτικών κομμάτων την επόμενη ημέρα των εκλογών. Τέλος, απαντά στις επικρίσεις των πολιτικών αντιπάλων του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. αναφορικά με την τροπολογία για το μόρφωμα Κασιδιάρη, ενώ κάνει ιδιαίτερη αναφορά στον ρόλο των νέων ανθρώπων στα πολιτικά πράγματα, ξεκαθαρίζοντας ότι «την ελπίδα τη δίνουν η οργή και η θέληση των ίδιων».
 
Ο πρόεδρος Κώστας Τασούλας, αναφερόμενος στη λήξη της κοινοβουλευτικής περιόδου, δήλωσε ότι η Βουλή ήταν η παραγωγικότερη της σαρανταετίας, με πάνω από 420 νομοσχέδια και 2.500 ερωτήσεις. Πώς κρίνετε τον απολογισμό της ΙΗ΄ κοινοβουλευτικής περιόδου;
 
Με αφορμή τον δημόσιο απολογισμό του προέδρου της Βουλής, έχει ευρύτερη σημασία, νομίζω, και μάλιστα στο πλαίσιο της προεκλογικής περιόδου, να εκθέσουμε την πολιτική μας άποψη για την ΙΗ΄ κοινοβουλευτική περίοδο, πέραν των αδιαμφισβήτητων, προφανώς, αριθμητικών στοιχείων που δόθηκαν από τον πρόεδρο. Η περίοδος αυτή ήταν η πρώτη μετά από επτά χρόνια χωρίς τη συμμετοχή της Χ.Α., που η παρουσία της τις προηγούμενες περιόδους είχε σοβαρές συνέπειες στη λειτουργία του Κοινοβουλίου σε όλα τα επίπεδα, ακόμα και με την αντιμετώπιση άκρως επικίνδυνων καταστάσεων. Η ιδιαιτερότητα, επίσης, των προηγουμένων περιόδων του Κοινοβουλίου, με επιπτώσεις και στο παραχθέν νομοθετικό έργο, ήταν το ότι η σκιά και οι δεσμεύσεις των Μνημονίων στο ίδιο χρονικό διάστημα, των τριών περιόδων, επιδρούσαν αρνητικά, μέχρι του ορίου της ποιοτικής αλλοίωσης των κοινοβουλευτικών διαδικασιών.
 
Να αποτιμήσουμε ποιοτικά μία περίοδο που σφραγίστηκε επί μία διετία με τα ειδικά περιοριστικά μέτρα λόγω της πανδημίας και με την εν πολλοίς αναγκαστική νομοθέτηση μέσω διαδοχικών ΠΝΠ με επίκληση τα ειδικά μέτρα που έπρεπε να ληφθούν σε όλα τα επίπεδα για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας: Η κυβερνητική πλειοψηφία ανενδοίαστα χρησιμοποίησε αυτή τη διαδικασία για να νομοθετεί σε πολλές περιπτώσεις αδιαφανώς και με απόλυτη καθεστωτική νοοτροπία επί παντός επιστητού. «Αξιοποίησε» όχι μόνο τους μεγάλους περιορισμούς της κοινοβουλευτικής διαδικασίας, αλλά και το αίσθημα φόβου που διακατείχε εκείνη την περίοδο τον λαό μας μέσα και από μία πρωτοφανή προσπάθεια χειραγώγησης και αποσιώπησης διά των ηλεκτρονικών μέσων πανελλαδικής εμβέλειας. Την ίδια ώρα, μάλιστα, με πρωτοφανή πολιτικό κυνισμό και έλλειψη ενσυναίσθησης, όπως απεδείχθη μετά, η κυβερνητική πλειοψηφία έστηνε και προφύλασσε το αντιδημοκρατικό καθεστώς των παράνομων παρακολουθήσεων μέσω της ΕΥΠ, ακόμα όμως και με χρήση του Predator.
 
Σε πρόσφατο άρθρο σας κατηγορήσατε την κυβέρνηση για αδιαφανείς ενέργειες σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος, αλλά και για ακύρωση της κατά το σύνταγμα δυνατότητας πρωτοβουλίας της αντιπολίτευσης για τη συγκρότηση δύο Εξεταστικών Επιτροπών. Δεν είναι βαριές αυτές οι κατηγορίες;
 
Μέσα στο πλαίσιο που προαναφέραμε, αφενός υπήρξε ένα «κέλυφος αδιαφάνειας» ευνοϊκό για τη διασπάθιση αρκετών δισ. ευρώ μέσω άμεσων αναθέσεων και κλειστών διαγωνισμών, αφετέρου δε υπονομεύτηκε πλήρως η καινοτόμα διάταξη της αναθεώρησης του συντάγματος, που έγινε στην αρχή αυτής της περιόδου, με βάση την οποία είναι δυνατόν να ορίζονται Εξεταστικές Επιτροπές και με πρόταση των δυνάμεων της αντιπολίτευσης. Τόσο οι επιβληθείσες διαδικασίες λειτουργίας των Επιτροπών από την πλειοψηφία όσο και τα πορίσματα που παρήχθησαν από την ίδια πλειοψηφία τις υπονόμευσαν πλήρως, στα όρια της «μη λειτουργίας» και της προφανούς συγκάλυψης πράξεων και ευθυνών. Ιδιαίτερα τη δεύτερη Επιτροπή για το διπλό σκάνδαλο των παράνομων παρακολουθήσεων πολιτών από την ΕΥΠ, τη χρήση παράνομων λογισμικών αλλά και την ενορχήστρωση και τη συγκάλυψη του σκανδάλου από το Μαξίμου και προσωπικά από τον πρωθυπουργό. Η προσπάθεια ευτελισμού και υπονόμευσης όλων των ανεξάρτητων Αρχών, ιδιαίτερα της ΑΔΑΕ, που προσπάθησαν στοιχειωδώς να ασκήσουν την εκ του συντάγματος αρμοδιότητά τους μέσα στις ειδικές συνθήκες της πανδημίας υπήρξε συνεχής και αδιάλειπτη. Καταγράφεται, επίσης, μία αντιθεσμική και παραθεσμική λειτουργία στο πλαίσιο μίας κυβερνητικής στρατηγικής, υπό τον μανδύα του δήθεν «επιτελικού» κράτους», για δημιουργία «κλειστού καθεστώτος» και ελέγχου των άλλων εξουσιών. Λειτουργία, που άφησε το αποτύπωμά της και στην ποιότητα των κοινοβουλευτικών διαδικασιών είτε με τις πρωτοφανείς επικλήσεις περί «απορρήτου» και «ανέλεγκτου» για κυβερνητικούς, για δικαστικούς και διοικητικούς λειτουργούς είτε με την παρατεταμένη αφωνία της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής για κρίσιμα ζητήματα και αμφισβητήσεις που ετέθησαν. Παράλληλα, όμως, και με την ασυλία που απλόχερα και κατά το δοκούν έδινε η κυβερνητική πλειοψηφία σε παράγοντες και υπηρεσίες, σε ιδιοκτήτες και σε μάρτυρες στο πλαίσιο και των τεσσάρων Εξεταστικών Επιτροπών που υπήρξαν αυτή την κοινοβουλευτική περίοδο.
 
Σε τρεις εβδομάδες οι πολίτες θα κληθούν να επιλέξουν την επόμενη κυβέρνηση του τόπου. Τα δημοσκοπικά δεδομένα δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. υπολείπεται έναντι της Ν.Δ. Την ίδια ώρα, ο πρωθυπουργός σάς κατηγορεί πως σχεδιάζετε ακόμη και κυβέρνηση ηττημένων, την οποία χαρακτηρίζει μάλιστα τερατογένεση. Υπάρχει ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης χωρίς τη συμμετοχή του πρώτου κόμματος εάν αυτό δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.;
 
Ανεξάρτητα της κριτικής που εύλογα έχουμε ασκήσει κατά καιρούς στην ποιότητα και στα αποτελέσματα δημοσκοπήσεων που η κυβέρνηση χρησιμοποιεί για χειραγώγηση της κοινής γνώμης, σημειώνω ότι αν ανατρέξει κανείς σε όλες τις προηγούμενες πολιτικές περιόδους, θα διαπιστώσει ότι υπάρχει μία «υποεκτίμηση» στις μετρήσεις για τον ΣΥΡΙΖΑ. Θέμα, που ερμηνεύεται σε μεγάλο βαθμό και από την έλλειψη ιστορικής παράδοσης, συνοχής και ιδιότυπου πολυσυλλεκτισμού του δικού μας χώρου. Η εκτίμηση αυτή τεκμαίρεται και από τη σύγκριση που μπορεί οποιοσδήποτε να κάνει με τα τελικά εκλογικά αποτελέσματα της τελευταίας δεκαετίας. Αυτό που μετράει εντέλει και με βάση το οποίο καταθέτω την αισιοδοξία μου για την έκβαση των εκλογών είναι η εμφανιζόμενη διαχρονική τάση που πιστοποιεί πέραν αμφιβολίας την ύπαρξη κοινωνικής πλειοψηφίας αντίθετης με την ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική και το κυβερνητικό αφήγημα της Ν.Δ. και του κ. Μητσοτάκη προσωπικά. Αποκαλύπτονται δε, μέσα στον υποκριτικό ενθουσιασμό τους για τη δήθεν δημοσκοπική υπεροχή του κυβερνητικού κόμματος, όσοι δημοσιολογούντες, και βέβαια η ίδια η Ν.Δ., ασχολούνται ολημερίς με το «ρευστό πολιτικό τοπίο», με το μεγάλο ποσοστό των αναποφάσιστων και, βέβαια, με την «αδιευκρίνιστη» ψήφο των εκατοντάδων νέων ψηφοφόρων. Περισσεύουν η αμηχανία, η νευρικότητα, ο φόβος, αλλά και η αλαζονεία που επιδεικνύει τον τελευταίο καιρό η Ν.Δ., μετερχόμενη μάλιστα επικοινωνιακών μεθόδων και προφανών ψευδών, πιστή στην «τραμπική συνταγή» της αντιστροφής της αλήθειας.
 
Η μόνη τερατογένεση που υπάρχει ιστορικά και που δεν πρέπει να την υποστεί ο λαός μετεκλογικά δημιουργείται όταν πολιτικές δυνάμεις του προοδευτικού χώρου, της Αριστεράς και ιδιαίτερα της Κεντροαριστεράς και του δημοκρατικού Κέντρου συμπράττουν και πολιτικά «βάζουν πλάτη» στην υποστύλωση της Δεξιάς για να κυβερνήσει. Άλλωστε, ο κ. Μητσοτάκης δεν έχει κρυφτεί, είναι ειλικρινής και το έχει αποδείξει ότι τον ενδιαφέρει μόνο η αυτοδυναμία μέσω μίας «πολύχρωμης» κυβέρνησης που στην πρώτη γραμμή έχει πολλά στελέχη ακροδεξιάς πολιτικής παραδοχής και έμπνευσης. Η απλή αναλογική επιβάλλει μία άλλη οπτική, μία άλλη κουλτούρα για προγραμματικές κυβερνητικές συνεργασίες ανάμεσα σε κόμματα, εν προκειμένω σε κόμματα της δημοκρατικής προοδευτικής αντιπολίτευσης. Μία τέτοια κυβέρνηση μπορεί να είναι σταθερή και βιώσιμη, να επικοινωνεί με αντίστοιχες κυβερνητικές συμπράξεις στην Ευρώπη και να ασκήσει πράγματι προοδευτικές δημόσιες πολιτικές.
 
Ποιοι είναι οι προγραμματικοί όροι που θέτει το κόμμα σας για τον σχηματισμό προοδευτικής κυβέρνησης συνεργασίας; Το ΠΑΣΟΚ αρνείται τη συνεργασία με το ΜέΡΑ25, ενώ στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης έχει βρεθεί το λεγόμενο σχέδιο «Δήμητρα». Είναι δυνατή η συνεννόηση μεταξύ των προοδευτικών κομμάτων; Το ΠΑΣΟΚ αρνείται τη σύμπλευση με το κόμμα του Γιάνη Βαρουφάκη.
 
Οι κομματικοί ανταγωνισμοί ενόψει των εκλογών είναι εύλογοι, ακόμα και αν κατά την άποψή μας δεν υπηρετούν άμεσα μία αναγκαία τολμηρή προγραμματική συζήτηση για τη διαμόρφωση ή τη στήριξη εναλλακτικής κυβερνητικής λύσης. Το έδαφος για προγραμματικές συγκλίσεις υπάρχει πέραν πάσης αμφιβολίας αν ανατρέξει κανείς στις κατατεθειμένες προτάσεις των κομμάτων της δημοκρατικής αντιπολίτευσης, στις πολλές συζητήσεις που έγιναν στη Βουλή και στις πολιτικές αντιπαραθέσεις σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων. Υπήρξαν έντονες πολιτικές και ιδεολογικές συγκρούσεις την τελευταία τετραετία, κυρίως για τα ζητήματα του κοινωνικού κράτους, της Υγείας, της Παιδείας, των ελευθεριών, της οικονομίας και, βέβαια, του πολέμου, με τη βεντάλια να ανοίγει σε κρίσιμα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία, όπως αυτά της ενέργειας, της στέγης, της διευθέτησης χρεών και της προστασίας της πρώτης κατοικίας. Όλες οι πολιτικές δυνάμεις χρεώνονται και κρίνονται ενώπιον του δοκιμαζόμενου μεγάλου μέρους του λαού μας και της νεολαίας. Όλοι κρινόμαστε, και από αυτήν την οπτική είναι τουλάχιστον ακατανόητες και ατεκμηρίωτες οι πρόσφατες, περίπου υβριστικές δηλώσεις για τον ΣΥΡΙΖΑ του γραμματέα του ΚΚΕ.
 
Tις επόμενες ημέρες αναμένεται η απόφαση του Αρείου Πάγου για το μόρφωμα Κασιδιάρη. Τι απαντάτε στις επικρίσεις των πολιτικών σας αντιπάλων αναφορικά με τη στάση σας στην τροπολογία της κυβέρνησης; Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ σας κατηγορούν ότι ψαρεύετε στα θολά νερά της Ακροδεξιάς και ότι «κλείνετε το μάτι» στη Χ.Α.
 
Την απάντηση σε αυτές τις φαιδρές αιτιάσεις προς τον ΣΥΡΙΖΑ και προφανώς προς το ΜέΡΑ25 και το ΚΚΕ, που δεν ψήφισαν καμία από τις προταθείσες τροπολογίες για τον περιορισμό και την απαγόρευση συμμετοχής στις εκλογές του ναζιστικού μορφώματος, την έχει δώσει ήδη πλήθος έγκυρων νομικών δημοσίως στο πνεύμα της μη ουσιαστικής καταστρατήγησης του συντάγματος και της μη ανάθεσης στον ανώτατο δικαστικό θεσμό της τελικής ευθύνης για την επί της ουσίας διερεύνηση και απόφαση επί του θέματος. Το πολιτικό σύστημα έπρεπε και πρέπει να πάρει τις αποφάσεις του στο πλαίσιο της νομοθετικής και της ειδικότερης εκλογικής διαδικασίας. Αποφάσεις και ευθύνες. Η τελική απόφαση, όμως, και η ουσιαστική αντιμετώπιση του ναζιστικού πολιτικού μορφώματος και των ακροδεξιών, ρατσιστικών, ξενοφοβικών αντιλήψεων μέσα στην κοινωνία μας είναι ζήτημα του ίδιου του λαού και της νεολαίας, και το μεταπολιτευτικό σύνταγμα συνηγορεί και προασπίζει ακριβώς αυτή την αρχή που ισχυροποιεί και δεν υπονομεύει τη λαϊκή κυριαρχία. Επειδή δε πολλοί μιλούν για «απολίτικη» και απληροφόρητη νεολαία, ας τονίσουμε ότι η Αριστερά είναι χρεωμένη ιστορικά να δίνει το όραμα, να εκπροσωπεί με το πρόγραμμα και να ενθαρρύνει τους αγώνες που υποστηρίζουν αυτό το όραμα. Την ελπίδα, όμως, τη δίνουν η οργή και η θέληση των ίδιων των ανθρώπων, και ιδιαίτερα των νέων. Δεν νοείται ανάθεση της ελπίδας έξω από την κοινότητα των νέων ανθρώπων.
 

Ιάσονας Σχινάς-Παπαδόπουλος