Συνεντεύξεις

Μερόπη Τζούφη: Οι νέες γυναίκες οφείλουν να επιδιώξουν πεισματικά την αναβάθμιση της συμμετοχής τους στην επαγγελματική και δημόσια ζωή

-Υπάρχει ισότητα μεταξύ των φύλων; Δίνονται ίσες ευκαιρίες και η κοινωνία αντιμετωπίζει το ίδιο γυναίκες και άντρες; Αν όχι, πού οφείλεται αυτό;

Μ.Τ.: Σε όλους τους τομείς της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής, η ανισότητα μεταξύ των δύο φύλων αποτελεί πραγματικότητα. Και συνεχίζει να αποτελεί δημοκρατικό έλλειμμα που εγείρει κρίσιμα ερωτήματα για τα κυρίαρχα πολιτισμικά πρότυπα της πατριαρχίας και της έμφυλης ανισότητας. Αντίστοιχα, η παρουσία των γυναικών στα κέντρα λήψης αποφάσεων παραμένει ανισοβαρής.

Βεβαίως, στη σύγχρονη πραγματικότητα παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές στην κοινωνικοπολιτική ζωή των γυναικών. Οι γυναίκες είναι πια ορατές, έχουν ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, συμμετέχουν ενεργά στην εκπαίδευση και την εργασία και επιδιώκουν την ισότιμη και ισόρροπη πρόσβαση τους στη δημόσια ζωή. Ωστόσο, το ζήτημα της ισότητας αφορά στην ποιοτικά διαφορετική συμμετοχή τους – σε σύγκριση με αυτή των ανδρών. Προκειμένου να διατηρήσουν τη θέση τους, συχνά αναγκάζονται να υιοθετήσουν ανδρικές συμπεριφορές και στάσεις.

Έρευνα του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ αποτυπώνει πως υπάρχει συσχετισμός μεταξύ του χαμηλού ποσοστού γυναικών που συμμετέχουν ενεργά στη δημόσια ζωή και του υψηλού ποσοστού των γυναικών που ζουν σε συνθήκες φτώχειας, εξαιτίας της ελλιπούς κοινωνικής υποστήριξης, των έμφυλων διακρίσεων στην εκπαίδευση και την αγορά εργασίας και της ανεπαρκούς μέριμνας σε ζητήματα υγείας και πρόνοιας.

Όπως αναφέρθηκε, η ποσοτική αύξηση της παρουσίας των γυναικών δεν αρκεί. Πρέπει να γίνει συνείδηση πως οι γυναίκες αποτελούν ένα σημαντικό εργατικό δυναμικό με ταλέντα και ικανότητες. Η ισότιμη συμμετοχή τους θα επιφέρει οφέλη στην οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή.

Συνεπώς, η εξισορρόπηση ευθυνών μέσα στην οικογένεια είναι το κλειδί για την ανατροπή των στερεοτυπικών ρόλων των φύλων και την επίτευξη της ουσιαστικής ισότητας που είναι και η δομική αιτία των έμφυλων ανισοτήτων. Η πατριαρχία είναι βαθιά ριζωμένη σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής. Απαιτείται συστηματική προσπάθεια προκειμένου να αποδομηθούν τα αναχρονιστικά στερεότυπα που υποβαθμίζουν το γυναικείο φύλο με άμεσο ή έμμεσο τρόπο.

-Ο χώρος της πολιτικής, της ιατρικής αλλά και της παιδείας δίνουν ίδιες ευκαιρίες ανέλιξης σε άντρες και γυναίκες;

Μ.Τ.: Ακόμη και στην περίπτωση που μια γυναίκα καταφέρει να αποκτήσει θέσεις ευθύνης, η αντίσταση στη γυναικεία ηγεσία και η ανισότητα εκδηλώνεται σε όλα τα επίπεδα της πολιτικής. Σε σύνολο 193 χωρών, μόνο 19 έχουν γυναίκες προέδρους ή πρωθυπουργούς. Αν αναλογιστεί κανείς ότι οι γυναίκες είναι το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού, προεδρεύουν ή κυβερνούν περίπου στο 6% των κρατών. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ, ο αριθμός έχει βελτιωθεί κατά την τελευταία δεκαετία. Ποτέ όμως δεν ήταν περισσότερες από 20 χώρες ταυτόχρονα με μια γυναίκα ως επικεφαλής της κυβέρνησης ή του κράτους.

Παρ’ όλα αυτά, το αξιοσημείωτο είναι ότι μόνο το 23% των βουλευτών είναι γυναίκες. Το προσωπικό κόστος και οι δυσκολίες που έχουν οι γυναίκες για να πετύχουν το στόχο τους, αποτελεί ένα ακόμη παράγοντα ανισότητας. Η αντίσταση στη γυναικεία εξουσία εκπορεύεται από έμφυλες στερεοτυπικές αντιλήψεις και διακρίσεις. Ο δρόμος για την εξουσία είναι λαβύρινθος και οι γυναίκες προκειμένου να την κατακτήσουν θα πρέπει να φέρουν το προνόμιο της ανθεκτικότητας και της επιμονής προκειμένου να ανταγωνιστούν έναν άνδρα.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει πως οι γυναίκες, ακόμη και όταν έχουν αποκτήσει θέσεις εξουσίας, για να γίνουν αποδεκτές και αρεστές απαιτείται να υιοθετήσουν εκείνα τα πρότυπα συμπεριφοράς που αρμόζουν στα κυρίαρχα ανδρικά. Για να αλλάξει πραγματικά η οπτική της εξουσίας, με γυναίκα-ηγέτη, θα πρέπει τα αρνητικά της βιώματα, το αίσθημα καταπίεσης και αποκλεισμού, να γίνουν φωνή διεκδίκησης για έναν καλύτερο κόσμο.

Η έμφυλη ισότητα δεν κατοχυρώνεται μόνο με νόμους. Χρειάζεται να διαπεράσει την καθημερινότητα, τις αντιλήψεις και τις πρακτικές. Για παράδειγμα, η πανδημία του κορονοϊού έκανε εμφανή τον ρόλο και την αξία της μη αμειβόμενης και αόρατης εργασίας που κάνουν οι γυναίκες. Σύμφωνα με έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, το 70% των εργαζόμενων στην υγεία, ιδιαίτερα νοσοκόμες, μαίες και κοινωνικοί λειτουργοί, αλλά και απασχολούμενοι στην καθαριότητα και στην τροφοδοσία ανήκουν στο γυναικείο φύλο. Η καθημερινότητα όλων αλλά και η επίσημη οικονομία εξαρτώνται από αυτό το αόρατο έργο.

–Υπάρχει κατά τη γνώμη σας γυάλινη οροφή; Υπάρχει όριο στο πόσο ψηλά στην ιεραρχία μπορεί να φτάσει μια γυναίκα; Αμείβονται το ίδιο άντρες και γυναίκες για την ίδια θέση με την ίδια εμπειρία;

Μ.Τ.: Παρ’ όλο που αρκετές γυναίκες φτάνουν σε υψηλές θέσεις, τελικά μια μικρή μειοψηφία καταφέρνει να αναρριχηθεί στις υψηλότερες ιεραρχικά βαθμίδες. Το φαινόμενο της «γυάλινης οροφής» παρατηρείται σε όλους τους εργασιακούς κλάδους: επιχειρήσεις, δικηγορικές εταιρίες, νοσοκομεία, ακόμα και στον τομέα της εκπαίδευσης. Αποτελεί σοβαρό φαινόμενο διακρίσεων για την εξέλιξη του «ευάλωτου» γυναικείου φύλου. Το φράγμα συχνά δεν είναι ορατό αλλά περιγράφει τις βαθύτερες μεροληπτικές πρακτικές και τα στερεότυπα που υπονομεύουν την ιεραρχική άνοδο των γυναικών.

Οι διακρίσεις σε βάρος των γυναικών συνοψίζονται στην άνιση κατανομή εξουσίας, στον έμφυλο προκαθορισμό των ρόλων και την υπολειμματική θέση των γυναικών. Στην αγορά εργασίας οι γυναίκες αντιμετωπίζονται με μειωμένες προοπτικές επαγγελματικής εξέλιξης, με χαμηλή συμμετοχή σε θέσεις ευθύνης, με υποβαθμισμένες θέσεις εργασίας και χαμηλότερες αμοιβές. Αν και στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν σχεδόν το μισό όλων των εργαζόμενων ανθρώπων, οι άνδρες καταλαμβάνουν τις υψηλότερες θέσεις στην εργασιακή ιεραρχία.

Για παράδειγμα στον τομέα της εκπαίδευσης, παρότι «γυναικοκρατείται», παρατηρείται μειωμένη εκπροσώπηση του γυναικείου φύλου στις υψηλές βαθμίδες της διοικητικής ιεραρχίας. Δηλαδή, οι γυναίκες προσκρούουν σε μια «γυάλινη οροφή» που τις εμποδίζει να ανελιχθούν επαγγελματικά.

-Τι θα συμβουλεύατε νέες γυναίκες που θέλουν να ανελιχθούν επαγγελματικά; Ποια είναι τα μεγαλύτερα εμπόδια που θα πρέπει να αντιμετωπίσουν;

Μ.Τ.: Η επαγγελματική ισότητα πρέπει να εξετάζεται από κοινού με τη γενικότερη ισότητα των δύο φύλων στην κοινωνία. Είναι κάτι που κρίνεται πέρα από τις όποιες πρακτικές και στάσεις της καθημερινότητας. Κρίνεται άμεσα από το είδος της κρατικής πολιτικής που ακολουθείται, αλλά και τους σχετικούς εργασιακούς νόμους που τη διέπουν.

Στις σημερινές συνθήκες της οικονομικής και ενεργειακής κρίσης, αλλά και των πολεμικών συγκρούσεων, η ασθενής θέση της γυναίκας στην εργασία, τα πυκνά φαινόμενα σεξουαλικής κακοποίησης, η γιγάντωση των στερεοτύπων και των προκαταλήψεων κατά της θηλυκότητας, η εξουσιαστική δύναμη της πατριαρχίας απλώνονται επικίνδυνα παρά την προσπάθεια που γίνεται σε επίπεδο διακηρύξεων και νομοθετικών ρυθμίσεων.

Στο τοπίο αυτό, οι νέες γυναίκες οφείλουν να είναι συνειδητοποιημένες στις δυσκολίες που θα συναντήσουν και ξεκινώντας από τον εαυτό τους, να αποδομήσουν τυχόν έμφυλα στερεότυπα και νοοτροπίες που θα λειτουργήσουν ανασταλτικά στην εξέλιξή τους. Εντάσσοντας την προσωπική και οικογενειακή τους ζωή στο ευρύτερο κοινωνικό και πολιτικό σκηνικό, θα μπορέσουν να στοχοθετήσουν τα επαγγελματικά τους σχέδια σε ρεαλιστική και στέρεα βάση. Με επίμονη δουλειά και σύμμαχο το οικογενειακό τους περιβάλλον, να προχωρήσουν νηφάλια στη στοιχειοθέτηση και στην υλοποίηση των σχεδίων τους.

Τέλος, να μην σταματήσουν στα εμπόδια. Οι τυχόν δυσκολίες που θα εμφανιστούν μπροστά τους, ας αποτελέσουν την «ευκαιρία της ζωής τους» για ανέλιξη και πρόοδο. Ως εκ τούτου, σε μια εποχή που τα δικαιώματα των γυναικών βάλλονται, οι νέες γυναίκες οφείλουν να επιδιώξουν πεισματικά την αναβάθμιση της συμμετοχής τους στην επαγγελματική και δημόσια ζωή, προσβλέποντας παράλληλα στην ευρύτερη κοινωνική ανάπτυξη και αλλαγή.

Ράνια Παπαδοπούλου

MONONEWS