Συνεντεύξεις

Μερόπη Τζούφη: Να επαναθεμελιώσουμε ένα σύστημα κοινωνικής προστασίας και στήριξης

Τη συνέντευξη πήρε η Έλενα Χατζημιχάλη

Από την ψήφιση του νόμου του υπουργείου Υγείας τον Φεβρουάριο έχουν περάσει αρκετοί μήνες. Έχουν υλοποιηθεί οι ρυθμίσεις που προβλέπονταν σε αυτό το νόμο; Έχει βελτιωθεί η κατάσταση στο χώρο της υγείας;

 Το πιο σημαντικό σημείο αυτού του νόμου, για το οποίο, μάλιστα, είχε υπάρξει και μεγάλη αντιπαράθεση, ήταν η καθολική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των ανασφάλιστων πολιτών. Παρά τις αρχικές αντιστάσεις, αλλά και παρά το ότι βρισκόμαστε σε ένα περιβάλλον σκληρής οικονομικής πολιτικής, τελικά νομοθετήθηκε. Είναι σε ισχύ, και θέματα που χρειάζονται ρυθμίσεων, λύνονται σταδιακά. Πρόσφατη εγκύκλιος του υπουργείου διευκρινίζει ακόμα περισσότερο τη διαδικασία πρόσβασης των ασθενών, αλλά και τις παροχές που δικαιούνται. Και αυτό θεωρώ είναι ένα δείγμα γραφής της αντίληψης και της προσπάθειας που γίνεται. Βεβαίως, και άλλα ψηφισθέντα μέτρα για την ενίσχυση του συστήματος είναι εξίσου σημαντικά. Όπως, για παράδειγμα, η χορήγηση κινήτρων για να στελεχωθούν άγονα δυσπρόσιτα ιατρεία ή ιατρεία νησιωτικών περιοχών, για τα οποία πάλι την τελευταία εβδομάδα ανακοινώθηκε με εγκύκλιο του υπουργείου η δυνατότητα επιπρόσθετου οικονομικού κινήτρου, ώστε να μπορέσουν να στελεχωθούν και να λειτουργήσουν. Ο προσανατολισμός αυτής της κυβέρνησης είναι να μπορέσει να κρατήσει με νύχια και με δόντια το σύστημα υγείας, και σε αυτό εντάσσονται και οι προσλήψεις επικουρικών γιατρών, η παράταση της θητείας των ήδη υπηρετούντων επικουρικών σε κρίσιμες δομές και η προκήρυξη μόνιμων θέσεων εργασίας, μετά από πολλά χρόνια, τόσο ιατρικού όσο και νοσηλευτικού προσωπικού. Βέβαια, υπάρχει πολύ μακρύς και ανηφορικός δρόμος για τη συνολική υλοποίηση τους.

Αύξηση του προϋπολογισμού

Ο ίδιος ο υπουργός ανέφερε ότι «παρά το γεγονός ότι έχουμε δρομολογήσει σημαντικές παρεμβάσεις, όπως η καθολική κάλυψη των ανασφάλιστων πολιτών και η ενίσχυση με πόρους και προσωπικό τα δημόσια νοσοκομεία, δεν είναι ακόμα αισθητή η βελτίωση της καθημερινότητας του συστήματος υγείας». Μπορεί να υπάρξει βελτίωση, αν δεν ενισχυθεί η υγεία κατά προτεραιότητα με δημόσια χρηματοδότηση;

 Μετά από την καταστροφική πολιτική χρόνων όσον αφορά στις δαπάνες του δημόσιου συστήματος υγείας, με τη μαζική αποχώρηση ανθρώπων, είναι πράγματι πάρα πολύ δύσκολο να μπει μπροστά η ανάστροφη διαδικασία. Είναι, όμως, σημαντικό να επισημάνουμε ότι έχουν αυξηθεί τη χρονιά αυτή, μετά από 6 χρόνια, παρά το ασφυκτικό δημοσιονομικό πλαίσιο, τα χρήματα που διατίθενται για την υποστήριξη του κοινωνικού κράτους και πιο συγκεκριμένα για την υγεία. Ο προϋπολογισμός για την υγεία αυξήθηκε κατά 300 εκατ. ευρώ για το 2015 και 2016, γεγονός που δίνει τη δυνατότητα να υπάρξει μια οριακή υποχώρηση της λιτότητας στο δημόσιο σύστημα υγείας. Από την άλλη μεριά, τα κενά σε ανθρώπινο δυναμικό είναι τεράστια, αφού καταγράφονται 20.000 κενές θέσεις. Μέσα στο 2016, έχουν προγραμματιστεί 3.500 προσλήψεις, για πρώτη φορά μετά από 6 χρόνια. Είναι προφανές ότι απόσταση που μας χωρίζει από την πλήρη κάλυψη είναι μεγάλη. Αυτός είναι και ο λόγος που επελέγησαν, πέραν των προκηρύξεων των μονίμων θέσεων προσωπικού, και άλλες σχέσεις εργασίας, όπως εκείνες του επικουρικού προσωπικού, μέσω ΚΕΕΛΠΝΟ και ΑΕΜΥ. Γίνονται, δηλαδή, όλες εκείνες οι προσπάθειες για στήριξη με προσωπικό, που το έχει ανάγκη το σύστημα υγείας, και που χάρη στις προσπάθειες και την αυτοθυσία πολλών, βαστιέται ακόμη όρθιο.

Με βάση τα κενά που αναφέρονται και την ανάγκη για κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών, πόσο ακόμα μπορεί να στηρίζεται το σύστημα υγείας σε εργασιακές σχέσεις ορισμένου χρόνου ή σε παροχή υπηρεσιών;

 Για να επιτευχθεί αυτό, πρέπει να φύγουμε από το καθεστώς επιτροπείας. Αυτή είναι μια διαρκής μάχη και πρέπει, κλείνοντας οι μνημονιακοί χρόνοι, να περάσουμε στην επόμενη φάση, ώστε να επανασχεδιάσουμε μόνιμες θέσεις εργασίας, όχι μόνο στο δημόσιο σύστημα υγείας, αλλά και ευρύτερα στο δημόσιο τομέα. Διότι φαίνεται ότι πράγματι αυτές οι θέσεις είναι που ανεβάζουν την παραγωγικότητα και που δίνουν κίνητρα σε νέους ανθρώπους να έρθουν και να στελεχώσουν τις δομές. Η μετανάστευση νέων γιατρών στο εξωτερικό είναι μια εξαιρετικά επώδυνη πραγματικότητα, που απαιτεί  ουσιαστικά κίνητρα επένδυσης, ώστε να βελτιωθεί η παραγωγικότητα και η παροχή ποιοτικών υπηρεσιών. Πέραν των ελλείψεων τεχνολογικού εξοπλισμού, κτιρίων και υποδομών, το κρίσιμο στοίχημα είναι το εξειδικευμένο και επιμορφωμένο ανθρώπινο δυναμικό.

Προσπάθεια σταθεροποίησης του συστήματος

Το υπουργείο αναφέρεται σε μεταρρυθμίσεις στην πρωτοβάθμια φροντίδα και την ψυχική υγεία, που πέρα από τις ανάγκες χρηματοδότησης, αλλάζει το μοντέλο παροχής υπηρεσιών προς όφελος των ασθενών. Είναι κάτι τέτοιο εφικτό στις συνθήκες που βρισκόμαστε;

 Η προσπάθεια που γίνεται μέχρι τώρα είναι, δια στόματος και του ίδιου του υπουργού, η σταθεροποίηση του συστήματος. Ο τομέας της υγείας, της παιδείας και της κοινωνικής προστασίας είναι οι κατεξοχήν τομείς από τους οποίους θα κριθεί, και θα πρέπει να δώσει δείγματα γραφής, η κυβέρνηση ως κυβέρνηση της αριστεράς. Αυτό που λέμε, είναι να προχωρήσουμε στις δικές μας σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Πρέπει, δηλαδή, να προχωρήσει το νομοσχέδιο για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, το νομοσχέδιο για την αναμόρφωση της ψυχικής υγείας και να συμπεριληφθούν και τα θέματα των εξαρτήσεων. Η σύνδεση των παραπάνω με την κοινωνική προστασία ευρύτερα, που αφορά τα ιδρύματα και τους ανθρώπους που είναι κρυμμένοι πίσω από τους τοίχους. Τους ανθρώπους, δηλαδή, που έχουν περισσότερο ανάγκη, γέροντες, παιδιά με νοητική στέρηση, παιδιά με αυτισμό κλπ. Πρέπει να υπάρξει ένας συντονισμός όλου αυτού του συστήματος, ώστε να επαναθεμελιώσουμε ένα σύστημα ευρύτερης κοινωνικής προστασίας και στήριξης. Σε αυτό απαιτείται η συνεργασία μεταξύ υπουργείου, Κοινωνικής Αλληλεγγύης, και Υγείας. Η κυβέρνηση και το υπουργείο πρέπει να αξιοποιήσει όλες τις δυνατότητες κρατικής χρηματοδότησης, αλλά και όλα τα υπάρχοντα ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά εργαλεία. Δεν είναι εύκολο, αλλά υπάρχει η θέληση. Πρέπει να υπάρξει τώρα και η αποτελεσματικότητα. Το κοινωνικό πεδίο δεν πρέπει να εκχωρηθεί, ούτε στον ιδιωτικό τομέα ούτε στη φιλανθρωπία.

Υγειονομική υποστήριξη των προσφύγων

Το προσφυγικό και η στήριξη των προσφύγων έθεσε επιπλέον προκλήσεις για το αν μπορεί το υπάρχον σύστημα να διαχειριστεί την υγειονομική υποστήριξή τους. Υπάρχει κεντρικός σχεδιασμός και πώς θα προχωρήσει ο εμβολιασμός των παιδιών προσφύγων, που ανακοινώθηκε τις τελευταίες μέρες;

 Υπάρχουν διάφορα θέματα που εξετάζονται και έχουν σχεδιαστεί με τη συνεργασία του υπουργείου, αλλά και άλλων φορέων που συμμετέχουν. Η άμεση αντιμετώπιση ιατρικών και φαρμακευτικών αναγκών συνεχίζει να γίνεται σε χώρους φιλοξενίας, αλλά το υπουργείο είναι υποχρεωμένο να σχεδιάσει και μακροπρόθεσμα, καθώς οι άνθρωποι αυτοί θα μείνουν στη χώρα, αλλά όχι σε καταυλισμούς. Έχει κατατεθεί σχεδιασμός που περιλαμβάνει τη δυνατότητα έκδοσης κάρτας υγείας, με παρακολούθηση της υγείας ενηλίκων και παιδιών και περιγραφή για τι είδους εξετάσεις και φροντίδα χρειάζονται. Η ακριβής καταγραφή των υγειονομικών αναγκών τους, θα συμβάλει στο να περιγραφεί και η δαπάνη που χρειάζεται για αυτές τις υπηρεσίες υγείας, να κοστολογηθούν και να υπάρξουν τα κονδύλια που περιμένουμε να έρθουν από ευρωπαϊκούς φορείς και όχι εκ των ενόντων.
 Ο εμβολιασμός που ξεκίνησε να γίνεται σε προσφυγόπουλα σε κέντρα φιλοξενίας, εντάσσεται στο συνολικό σχεδιασμό και υλοποιείται υπό την αιγίδα του υπουργείου και των Υγειονομικών Περιφερειών. Πρέπει να τονίζουμε ότι, κατά βάση, πρόκειται για έναν υγιή πληθυσμό και θα βοηθήσει στην πρόσβαση των παιδιών στα σχολεία. Το κάθε παιδί θα διαθέτει βιβλιάριο υγείας, που θα καταγράφονται τα εμβόλια του, ώστε να το συνοδεύσει ακόμα και σε περίπτωση εγκατάστασής του σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
 Και, βέβαια, να προσθέσω ότι σε έκτακτα περιστατικά των ευάλωτων ομάδων, των προσφύγων και των μεταναστών, υπάρχει ήδη η δυνατότητα προσβασιμότητας στα νοσοκομεία και στις δημόσιες δομές, όπως ορίζεται στο νόμο για τους ανασφάλιστους και τις ερμηνευτικές εγκυκλίους.

Η Μερόπη Τζούφη είναι παιδίατρος-παιδονευρολόγος, μέλος της ΕΠΕΚΕ Υγείας της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ.