Macro

Novartis και Δημοκρατία

Οι παράνομες μεθοδολογίες που επιλέγει το μεγάλο κεφάλαιο για να αυξάνει τα ποσοστά κέρδους για τους κατόχους του σε συνάφεια, σε «διαπλοκή» με τους κρατικούς και πολιτικούς αξιωματούχους μάς αφορούν, όχι απλώς από την ταξική σκοπιά της εναντίωσης στη διαφθορά, αλλά και από τη σκοπιά της δημοκρατίας. Η κρίση πολιτικής εκπροσώπησης, φαινόμενο δομικό στις δυτικές κοινωνίες με συνέπεια και την άνοδο της ακροδεξιάς, έχει τις ρίζες της στην αδυναμία εκπλήρωσης μιας σχετικά ασφαλούς και δυνάμει δημιουργικής ζωής όπου οι ευκαιρίες θα μοιράζονται όσο το δυνατόν πιο ισότιμα. Και, την ίδια στιγμή συνέπεια της παραπάνω συνθήκης είναι πως αίρεται η πίστη των πολιτών στα πολιτικά συστήματα των αστικών δημοκρατιών, έτσι όπως μεταδημοκρατικά έχουν εξελιχθεί. Το σκιώδες χρηματοπιστωτικό σύστημα, η offshore οικονομία και η φοροδιαφυγή και φοροαποφυγή που συχνά συνδέονται, τα σύνθετα χρηματοπιστωτικά προϊόντα και η εν γένει χρηματοπιστωτικοποίηση της πραγματικής οικονομίας είναι ο τρόπος του κεφαλαίου σε έναν κόσμο που έχει αλλάξει.

Ο παράνομος κύκλος εργασιών αυτής της οικονομίας έχει αυξηθεί αναλογικά με την υλική εμπέδωση της ηγεμονίας της αγοράς σε κάθε οικονομική έκφραση και ιδιαιτέρως στα δημόσια αγαθά. Ακριβώς σε αυτήν την επέκταση της ιδιωτικής οικονομίας στη σφαίρα των άλλοτε αποκλειστικά δημόσιων αγαθών παράγεταισυχνά η διαφθορά της εποχής μας. Η περίπτωση του φαρμάκου είναι μια σύνθετη ιστορία.

Οι ιδιωτικές εταιρείες ήταν κυρίαρχες από το 19ου αιώνα και τα κράτη προσπαθούσαν να ρυθμίσουν τις τιμές των φαρμάκων. Από τη δεκαετία του 1970 η αγορά αυτή συχνά χαρακτηρίζεται ως μονοπωλιακή, με τη Novartis να κατέχει σε αυτήν σημαντική θέση εδώ και αρκετά χρόνια. Οι αυξημένες ανάγκες των πληθυσμών των δυτικών χωρών για περισσότερα φάρμακα (αύξηση προσδόκιμου ζωής, ανασφάλεια, διαφήμιση κ.α.) οδήγησαν συχνά σε υπερσυνταγογραφήσεις που στοιχίζουν στα δημόσια συστήματα υγείας και τους ασφαλισμένους,αλλά οδηγούν σε υπερκέρδη τις φαρμακευτικές εταιρείες.

Η πίτα αυξανόταν και ο ανταγωνισμός αφορούσε ιλιγγιώδη ποσά. Πολιτικοί αξιωματούχοι καθώς και επαγγελματίες της υγείας δωροδοκήθηκαν στην Ελλάδα και αλλού ώστε να επιτύχουν περισσότερες συνταγογραφήσεις σε υψηλότερες τιμές. Η διαφθορά αυτού του είδους, σε ότι αφορά το φάρμακο, φαίνεται να είναι δομική, διαχρονική και παγκόσμια. Η έκταση της δε, αφορά από την κρίση των οπιοειδών στις ΗΠΑ τα τελευταία δεκαπέντε περίπου χρόνια μέχρι το δικό μας σκάνδαλο που τώρα αποκαλύπτεται, όχι μόνο για το φάρμακο αλλά και για τα νοσοκομειακά υλικά. Η ανάγκη της λογοδοσίας των φερόμενων ως εμπλεκόμενων στην υπόθεση της Novartis και η τιμωρία τους από το δικαστικό σύστημα που είναι αρμόδιο να την αποδώσει καθίσταται ζήτημα δημοκρατίας, ζήτημα αποκατάστασης του περί δικαίου αισθήματος. Μόνο που αντί να καταλήξει σε μια ηθική αναβάπτιση μέρους του πολιτικού συστήματος, είναι πιθανόν ο πολιτικός και επικοινωνιακός χειρισμός της υπόθεσης να πλήξει τους αδύναμους ελληνικούς πολιτικούς θεσμούς και τους επιτελεστές τους είτε δίκαια, είτε άδικα.

Με άλλα λόγια, παρόλο που ο αχός της σκανδαλολογίας είναι ένας εύκολος πολιτικός πειρασμός για να κάνει κανείς «φασαρία», δεν θα έπρεπε να καθησυχάζει όσους καταφεύγουν σε αυτήν ότι θα μείνουν ανεπηρέαστοι. Μεγάλες μερίδες της κοινωνίας είναι απογοητευμένες από την πολιτική τάξη, αν και αναγνωρίζουν διαβαθμίσεις απόδοσης αιτιότητας για την κατάσταση στη χώρα.Και όχι μόνο. Το αφήγημα «όλοι μαζί τα φάγαμε» του ανεκδιήγητου κ. Πάγκαλου ήθελε ακριβώς να ορίσει το μέτρο της συνενοχής της σύνολης κοινωνίας στη χρεοκοπία της Ελλάδας, από την πλευρά του παλιού δικομματισμού.Τα πολλά και κοστοβόρα σκάνδαλα (το καρτέλ των κατασκευαστικών εταιρειών, τα διαδοχικά σκάνδαλα του χρηματοπιστωτικού συστήματος -το χρηματιστήριο της περιόδου Σημίτη, η καλή Αγροτική ως χάρισμα στην Πειραιώς , τα θαλασσοδάνεια σε χρεωκοπημένα ΜΜΕ και κόμματα, οι offshore φοροαποφυγής και φοροδιαφυγής, τα διαχρονικά σκάνδαλα των εξοπλισμών, το σκάνδαλο της Siemens κ.α.) που έχουν ενδεχομένως στοιχίσει όσο έως και τρία μνημόνια, είναι μια απάντηση αν και κατά το ήμισυ ελλιπής.

Τα σκάνδαλα και η διαπλοκή (που δε λείπουν στις υπερανεπτυγμένες χώρες, ίσα ίσα) δεν αποτελούν την πρωταρχική αιτιώδη συνθήκη για τα μνημόνια. Είναι ένας μόνο κρίκος – βαρύς ενδεχομένως – στη διάρθρωση ενός συστήματος που παράγει αδικία, εκμετάλλευση και τελικά την κρίση που είδαμε στην Ελλάδα. Τα μνημόνια υπήρξαν ο ειδικός οικονομικός και πολιτικός τρόπος αυτού του συστήματος στη δική μας περίπτωση, στο δεδομένο χρόνο. Ακόμα όμως και ολοκληρωμένη η πρόταση δεν είναι επαρκής.

Η διαφθορά συνιστά εμπόδιο και όχι πόρο για τη δημοκρατία που τόσο αμφισβητείται από την οικονομική κυριαρχία των συγκεκριμένων ιδιωτικών εταιριών. Η κατάδειξή της είναι ταξικό και πολιτικό καθήκον χωρίς φωνασκίες, αλλά με νηφαλιότητα και μεγάλη μέριμνα για επεξήγηση της έκτασης και του βάθους της. Οι παράνομοι τρόποι με τους οποίους κάνει το κεφάλαιο τις δουλειές του δεν είναι εκτός ανάλυσης ούτε και πετάει τη μπάλα στη κερκίδα. Είναι μια συστηματική και κοπιώδης εργασία που πρέπει να γίνει πολιτικά και επιστημονικά. Χρειάζεται δε, να καταλήξει σε θεσμικές αλλαγές που προκρίνουν και αναζωογονούν τον κοινωνικό έλεγχο ενάντια στον ακραιφνή τεχνοκρατισμό ή την «αποπολιτικοποίηση του κράτους» που επιβάλουν οι νεοφιλελεύθεροι.

Βασίλης Ρόγγας

Πηγή: Η Αυγή