Συνεντεύξεις

Mariana Mazzucato: Οι οικονομικές συνταγές του λαϊκισμού τιμωρούν τους αδύναμους

* Καθηγήτρια Ματζουκάτο, τι κινδύνους διατρέχει η Ιταλία εφόσον ο Σαλβίνι εκλεγεί πρωθυπουργός;

Με πρωθυπουργό τον Σαλβίνι, στην Ιταλία θα αυξηθούν οι ανισότητες, θα μειωθεί η βιώσιμη αναπτυξη και η χώρα θα γίνει δέσμια της ρατσιστικής μισαλλοδοξίας.

 

* Γιατί περισσότερη ανισότητα;

Όλα τα μέτρα που προτείνονται από τη Λέγκα είναι εκτός τόπου και χρόνου, είναι οπισθοδρομικά: flat tax (οριζόντια φορολογία), μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, φοροαπαλλαγές είναι μέτρα που ευνοούν τους προνομιούχους και τιμωρούν τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα. Ακόμα και οι πρωτοβουλίες για την προστασία των μικρών επιχειρήσεων είναι σε λάθος κατεύθυνση: θα έπρεπε να στηριχθεί η ανάπτυξή τους. Ο Σαλβίνι διακατέχεται από μια λαϊκίστικη οικονομική φιλοσοφία, η οποία παράγει συναίνεση μόνο σε κάποια κοινωνικά στρώματα, χωρίς μακροπρόθεσμη στρατηγική.

 

* Και γιατί θα επηρεάσει αρνητικά τη βιώσιμη ανάπτυξη;

Ο Σαλβίνι ήταν πάντα αντίθετος στην περιβαλλοντολογική πολιτική. Από αυτή την άποψη τα Πέντε Αστέρια, στην αρχή τουλάχιστον, επιχείρησαν έστω και αναποτελεσματικά.

 

* Υπάρχει και ο ευρωσκεπτικισμός του Σαλβίνι και η απειλή του να εγκαταλείψει το ευρώ.

Δεν θα είχε κανένα νόημα. Η ανάπτυξη στην Ιταλία, για να μπορέσει να ανταγωνιστεί την Κίνα και τις ΗΠΑ, είναι συνδεδεμένη μόνο με την παραμονή στην Ε.Ε. Από μόνη της έχει ένα αμελητέο βάρος. Οι καταστροφικές επιπτώσεις του Brexit για τη Μεγάλη Βρετανία πρέπει να γίνουν σημείο αναφοράς και μάθημα.

 

* Ποια κατεύθυνση πρέπει να υιοθετηθεί ενόψει των πιθανών πρόωρων εκλογών για το ξεπέρασμα της κρίσης;

Μια βραχύβια τεχνική κυβέρνηση ή άλλη μια κυβέρνηση πανεπιστημιακών δεν θα ήταν καθόλου εποικοδομητικές στην επίλυση των προβλημάτων της Ιταλίας, ενώ θα συνέβαλαν στη διόγκωση του μίσους προς τις επονομαζόμενες ελίτ τροφοδοτώντας τον λαϊκισμό.

 

* Τότε τι πρέπει να γίνει;

Πρέπει να γίνει κατανοητό από τη χώρα ότι ο Σαλβίνι, όπως και ο Τραμπ, εμφανίζονται ως φορείς του νέου, ενώ στην πραγματικότητα εκπροσωπούν το παλιό. Το εκλογικό πρόγραμμα πρέπει να επικεντρωθεί στις καθημερινές ανάγκες του κόσμου, οι πολίτες πρέπει να εμπλακούν στην επιλογή των κυβερνητικών προτεραιοτήτων ενεργοποιώντας νέες μορφές δημοκρατίας. Διαφορετικά τα άτομα θα αισθάνονται αποκλεισμένα τόσο στο οικονομικό πεδίο όσο και σε εκείνο της δημοκρατικής συμμετοχής.

 

* Τα Πέντε Αστέρια δοκίμασαν να αλλάξουν την πολιτική.

Ναι, αλλά με έναν ελιτίστικο τρόπο, όπως προκύπτει και από την Piattaforma Rousseau (σ.τ.μ.: κοινωνική διαδικτυακή πλατφόρμα του Κ5Α). Στην πράξη μια ομάδα αποφασίζει και οι υπόλοιποι υπακούουν. Στο παρελθόν στην Ιταλία η πολιτική είχε έναν δημοκρατικό τρόπο λειτουργίας: η πρακτική των λαϊκών συναθροίσεων στις πλατείες και κομμάτων όπως το PCI (Κομμουνιστικό Κόμμα) με τις τοπικές οργανώσεις και τα σπίτια του λαού. Πρέπει να επιστρέψουμε στο παρελθόν με νέους τρόπους.

 

* Με ποιο συγκεκριμένο πρόγραμμα;

Μια πράσινη αντίληψη για την επανατοποθέτηση της καινοτομίας και των επενδύσεων, εμπλέκοντας το κράτος και τη βιομηχανία, τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, βάζοντας τέλος στην παρασιτική σχέση πολιτικής και επιχειρηματικότητας.

 

* Ο Μπέπε Σάλα, ο δήμαρχος του Μιλάνου, κινείται προς αυτή την κατεύθυνση…

Ναι. Και ο Τζινγκαρέτι, όταν ήταν περιφερειάρχης στο Λάτσιο, με είχε συμβουλευτεί στο παρελθόν γύρω από αυτά τα θέματα, μου είχε φανεί ότι είχε κατά νου μια παρόμοια αντίληψη.

 

* Η ιταλική οικονομία δεν καταγράφει ανάπτυξη. Γιατί;

Επί της ουσίας η ιταλική οικονομία δεν καταγράφει ανάπτυξη εδώ και είκοσι χρόνια. Δεν πρόκειται μόνο για ιταλικό πρόβλημα: η οικονομία στο παρελθόν αναπτυσσόταν σταθερά, παρ’ όλα αυτά, η ποιότητα της εργασίας παραμένει εξαιρετική, όπως και η εκπαίδευση. Το πρόβλημα έγκειται στην απουσία καινοτόμων επενδύσεων τόσο από τον ιδιωτικό όσο από τον δημόσιο τομέα.

 

* Θα επαρκούσαν (για τη βελτίωση του κλίματος) η προώθηση των μεταρρυθμίσεων, η μείωση της γραφειοκρατίας και η επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης;

Η μείωση της γραφειοκρατίας και η επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης είναι απαραίτητες. Είναι λανθασμένο να αποδίδουμε όλα τα κακά στο κράτος σαν να ήταν ο σάκος του μποξ της ιταλικής κρίσης. Υπήρξε μια περίοδος όπου οι κρατικές επιχειρήσεις, Iri, Finmeccanica, Telecom, λειτουργούσαν καλά. Όσοι εστιάζουν τη λύση στις ιδιωτικοποιήσεις και στην απελευθέρωση της αγοράς δεν γνωρίζουν σε βάθος την ιστορία της Ιταλίας.

 

* Ναι, αλλά για μεγάλο χρονικό διάστημα κύρια χαρακτηριστικά του δημόσιου τομέα ήταν η διαφθορά και η κακοδιοίκηση.

Ένας δημόσιος τομέας μη πολιτικοποιημένος θα ήταν η λύση, ένας τομέας στου οποίου τις επιχειρήσεις η πολιτική δεν θα έβαζε χέρι. Δεν πρέπει να γενικεύουμε: το δημόσιο είναι καλό, ο ιδιωτικός τομέας είναι κακός ή το αντίστροφο. Η Ιταλία χρειάζεται και τα δύο. Το ζήτημα είναι να αποφεύγονται οι κακώς καμωμένες ιδιωτικοποιήσεις.

 

* Δηλαδή; Ένα παράδειγμα;

Θα ξεκινήσω με ό,τι συνέβη στην Αγγλία: οι ιδιωτικοποιήσεις που έγιναν τη δεκαετία του ’80 από τη Μάργκαρετ Θάτσερ, σιδηρόδρομοι, ταχυδρομικές υπηρεσίες, ύδρευση, είχαν ως αποτέλεσμα χειρότερες και ακριβότερες υπηρεσίες. Ας έρθουμε τώρα στην Ιταλία, την κατάρρευση της γέφυρας Μοράντι στη Γένοβα: είναι προφανές ότι είναι λάθος να εκχωρούνται υποδομές ζωτικής σημασίας σε ιδιώτες χωρίς αυστηρούς όρους που θα επιβάλλουν μια διαχείριση που θα διασφαλίζει το δημόσιο συμφέρον.

 

* Ποιο θα ήταν το πρώτο πράγμα που θα κάνατε εάν αναλαμβάνατε το υπουργείο Οικονομικών;

Την ενσωμάτωση στο υπουργείο Οικονομίας υπουργείων όπως το Βιομηχανίας, Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης. Με αυτό τον τρόπο το υπουργείο Οικονομίας θα είχε περισσότερη ισχύ και ταυτόχρονα λιγότερη ισχύ. Με αυτό τον τρόπο θα ασκούσε με περισσότερη υπευθυνότητα τη δημοσιονομική πολιτική.

 

* Και στη συνέχεια;

Ένα μεγάλο πλάνο για τη βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Συμφωνώ με την Γκρέτα Θάνμπεργκ: η κλιματική αλλαγή αποτελεί την απόλυτη προτεραιότητα. Ταυτόχρονα, μπορεί να γίνει μια μεγάλη ευκαιρία για την οικονομική ανάπτυξη.

Συνέντευξη με τον Ενρίκο Φραντσεστίνι στην Repubblica

Μετάφραση από τα Ιταλικά: Μαρία Γαβαλά

Πηγή: Η Αυγή