«Οποιος φεύγει απ’ το μαντρί τον τρώει ο λύκος» είχε πει κάποτε ο Ευάγγελος Αβέρωφ, για να αποθαρρύνει κάποιες φυγόκεντρες τάσεις που υπήρχαν τότε στη Νέα Δημοκρατία.
Αλλά στην Αριστερά δεν θα μπορούσαμε βέβαια να πάρουμε στα σοβαρά τα λόγια ενός (ακρο)δεξιού πολιτικού που παρομοιάζει το κόμμα με μαντρί και τα μέλη του με πρόβατα. Στην ιστορία του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει όμως το προηγούμενο της πολύ ισχυρής εσωκομματικά Αριστερής Πλατφόρμας, που αφού αποχώρησε και έγινε Λαϊκή Ενότητα (ΛΑΕ) σχεδόν εξαφανίστηκε.
Δεν είναι εύκολη μια απόφαση για ομαδική αποχώρηση ή διάσπαση. Οχι μόνο πρακτικά -πώς οργανώνεται συντεταγμένα-, αλλά και ηθικά: ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη για μια τόσο ριψοκίνδυνη ενέργεια, που αν αποτύχει μπορεί να οδηγήσει σε αποτέλεσμα αντίθετο προς το επιδιωκόμενο; Δηλαδή στην καταβαράθρωση αντί στη διάσωση της Αριστεράς; Επιπλέον τα υλικά διακυβεύματα είναι τεράστια. Πώς εξασφαλίζεις ότι η κρατική χρηματοδότηση, τα γραφεία και τα κτίρια, τα κομματικά μέσα επικοινωνίας, τα σύμβολα δεν θα παραμείνουν όλα στη σημερινή ηγεσία;
Από την άλλη οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι η σημερινή κατάσταση είναι όντως πρωτόγνωρη στην ιστορία της ανανεωτικής ριζοσπαστικής αριστεράς. Ακόμα και η διάσπαση του 1968, που αποτελεί την ιδρυτική πράξη αυτής της τελευταίας, ίσως δεν ήταν τόσο αναπόδραστη. Οσοι πιστεύουν ότι τώρα μπορεί να ανατραπούν οι συσχετισμοί διά μέσου της εσωκομματικής διαπάλης, μάλλον θα έπρεπε να υποστηρίξουν ότι κάτι τέτοιο ήταν εφικτό και τον Φεβρουάριο του 1968.
Το πλήγμα που υπέστη ο ΣΥΡΙΖΑ με την εκλογή Κασσελάκη ήταν τόσο ισχυρό που τίποτε πλέον δεν είναι δεδομένο. Ούτε καν η ειλημμένη απόφαση για έκτακτο συνέδριο τον Νοέμβριο. Ακόμη και αυτό εξαρτάται από το επικοινωνιακό σόου που φαίνεται πως αποτελεί την απόλυτη προτεραιότητα της νέας ηγεσίας. Εν προκειμένω από το αν και πότε θα… πάει φαντάρος ο νέος πρόεδρος.
Και αν κάποτε γίνει το συνέδριο, το πιθανότερο είναι πως θα διεξαχθεί υπό συνθήκες παρόμοιες με την εκλογή του στην προεδρία. Θα καλέσει όσους τον ψήφισαν να διαθέσουν άλλη «μισή ώρα» από τη ζωή τους για να γραφτούν σε μια Οργάνωση Μελών και να ψηφίσουν τους οπαδούς του για συνέδρους. Αν ο νέος πρόεδρος έχει τη μεγάλη πλειοψηφία του συνεδρίου υπέρ του, η ομαδική αποχώρηση τότε θα ισοδυναμεί με έμπρακτη παραδοχή μεγάλης ήττας.
Ας το πάρουμε λοιπόν απόφαση ότι έτσι όπως έχουν τώρα τα πράγματα το παιχνίδι στο επίπεδο των εσωκομματικών δημοκρατικών διαδικασιών έχει ήδη χαθεί. Και τούτο διότι οι τελευταίες ουσιαστικά έχουν πάψει να υπάρχουν. Ηδη από πριν εμφανιστεί ο Κασσελάκης όλα αυτά τα τελευταία χρόνια με τη σταδιακή αλλά ραγδαία επικράτηση του αρχηγισμού, που θεσμοποιήθηκε με τις αποφάσεις του 3ου Συνεδρίου για εκλογή προέδρου και Κεντρικής Επιτροπής «από τη βάση». Ηρθε ο Κασσελάκης και με τη σαρωτική νίκη του αποτελείωσε τα όποια ψήγματα εσωκομματικής δημοκρατίας είχαν απομείνει.
Ακούγεται συνεπώς λίγο παράταιρο να γίνεται επίκληση του εσωκομματικού διαλόγου και των αποφάσεων των συλλογικών οργάνων, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κατάσταση που έχει προκύψει. Οχι ότι δεν πρέπει να δοθούν μάχες και σε αυτό το επίπεδο, αλλά αν μείνουμε σε αυτό, ο πόλεμος πιθανότατα είναι εκ των προτέρων χαμένος.
Ως αριστεροί οφείλουμε να είμαστε ρεαλιστές. Να προσγειωθούμε δηλαδή στην τωρινή πραγματικότητα του ΣΥΡΙΖΑ, όπως αυτή ήταν και είναι δεδομένη μέχρι και τις εκλογές για την προεδρία. Σε προηγούμενο άρθρο μου («Το “κενό” της παραίτησης Τσίπρα» – «Εφ.Συν.», 8.8.2023) είχα αναφερθεί στον «αρχηγισμό των τάσεων», που προϋπήρχε της παραίτησης Τσίπρα αλλά που μετά από αυτήν στην ουσία διαδέχτηκε τον αρχηγισμό του προέδρου ως κυρίαρχη εσωκομματική δομή.
Η επισήμανσή μου προφανώς ήταν επικριτική. Αναφερόμουν στο πώς οι «άτυπες ηγεσίες» των τάσεων διαμοιράζονται την εσωκομματική εξουσία με τρόπο που και πάλι υποκαθιστά τους εσωκομματικούς δημοκρατικούς θεσμούς αντί να τους ενισχύει.
Οταν έγραφα εκείνο το άρθρο, δεν είχε ακόμη εμφανιστεί ο Κασσελάκης ως διεκδικητής της προεδρίας. Τώρα, χωρίς βέβαια να υπερασπίζομαι τον «αρχηγισμό των τάσεων», πιστεύω ωστόσο πως είναι η πραγματικότητα του κόμματος στην οποία πρέπει να στηριχτούμε προκειμένου να διασωθούμε ως Αριστερά. Και μετά βλέπουμε. Οι «άτυπες ηγεσίες» των τάσεων είναι όλα τα πρωτοκλασάτα στελέχη που δεν είχαν ταυτιστεί με τον αρχηγισμό του Τσίπρα. Κάποια από αυτά, όχι όλα αλλά δεν έχει τόση σημασία, επανεκλέχτηκαν και βουλευτές. Πάντως είναι όλα λίγο έως πολύ γνωστά στο ευρύ κοινό. Ας αναλάβουν εκείνα την πρωτοβουλία για συντεταγμένη αποχώρηση.
Ο Κύρκος Δοξιάδης είναι ομότιμος καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών