ΣΥΡΙΖΑ

Κώστας Σταμάτης: Τι κόμμα θέλει να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ; Δέκα απλές θέσεις

Στο αμέσως επόμενο διάστημα, ο βηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ επιταχύνεται, ενώ συγχρόνως τα συλλογικά όργανά του καλούνται να επιδείξουν σύνεση, συντροφικότητα και θετική αύρα, που ένα αριστερό κόμμα ενεργών μελών οφείλει να εκπέμπει. Ωστόσο, ύστερα από μια οδυνηρή πολιτική ήττα, θα ήταν αυτοχειριασμός, εάν δεν ενεργοποιηθεί η συλλογική σοφία του κόμματος γύρω από τα αίτια που προκάλεσαν το πολύ δυσάρεστο τελικό εκλογικό αποτέλεσμα της 25ης Ιουνίου. Τι στο καλό έφταιξε τελικά; Το χειρότερο απ’ όλα θα ήταν να συνεχίσουμε να πορευόμαστε ανυποψίαστοι πάνω στην ίδια πεπατημένη, με την ίδια κεκτημένη επανάπαυση. Κάτι τέτοιο προοιωνίζεται μια καθοδική πορεία, πιθανότατα δίχως δυνατότητα αναστροφής.
 
Ας ξεκινήσουμε από κάποια βασικά, προκειμένου να αντιληφθούμε τι σημαίνει σήμερα κόμμα της Αριστεράς, πόσο μάλλον αν αυτοχαρακτηρίζεται ως «ριζοσπαστικό» στον ίδιο τον τίτλο του. Προτείνω, λοιπόν, τις ακόλουθες δέκα απλές θέσεις, για να βάλουμε σε μια τάξη τις σκέψεις μας.
 
 
Ι. Παγκοσμιοποιημένος ξέφρενος καπιταλισμός, πολιτικός αυταρχισμός
 
 
1) Οι αιτίες μιας εκλογικής ήττας σε κόμμα που νοιάζεται να αναστοχαστεί στα σοβαρά τον εαυτό του είναι κατά βάση είτε εξωγενείς είτε εγγενείς, μολονότι αυτές διαμεσολαβούνται οπωσδήποτε με ποικίλους τρόπους.
 
 
2) Οι εξωγενείς αιτίες ανάγονται στο ευρύτερο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό στερέωμα, εγχώριο και παγκόσμιο. Πρόκειται για μακρές αιτιώδεις συνάφειες και τάσεις εξέλιξης, που είναι βαθύτερες, δομικού χαρακτήρα και υπόγεια επιδραστικές.
 
Μια τέτοια παράμετρος σχετίζεται ιδίως με τη συντελούμενη καθίδρυση στη χώρα μας, αλλά και σε άλλες χώρες, στην Ευρώπη κι αλλού, ενός κατ’ ουσία μη δημοκρατικού και μη φιλελεύθερου (illiberal) καθεστώτος. Παρόμοιο καθεστώς προσχηματικά διατηρεί τους τύπους της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και το αντίστοιχο Σύνταγμα. Ουσιαστικά, όμως, απεργάζεται καθημερινά την υπονόμευσή της, καταπατώντας την ίδια τη δημοκρατική αρχή, το κράτος δικαίου, το κοινωνικό κράτος, τα ατομικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα των πολιτών.
 
 
3) Γιατί άραγε συντελείται τούτο; Η απάντηση ανάγεται στην ανεξέλεγκτη φύση του σύγχρονου, τεχνολογικά αναπτυγμένου καπιταλισμού σε παγκόσμια κλίμακα. Σε πολύ αδρές γραμμές, η εντροπία του τελευταίου τον ωθεί πέρα από τις αρχές του δημοκρατικού και κοινωνικού κράτους δικαίου, που οικοδομήθηκε στην περίοδο 1945-1975. Εκδηλώνεται με τέτοια άγρια ένταση, ώστε απειλείται πλέον η ίδια η επιβίωση του ανθρώπινου γένους. Προκαλεί ερεβώδη υπερθέρμανση στην υδρόγειο και ραγδαία εξάντληση των φυσικών όρων για ομαλή αναπαραγωγή του έμβιου κόσμου εν όλω, άρα και της ίδιας της ανθρωπότητας.
 
Το πρώτιστο πολιτικό συμπέρασμα, που συνάγεται κάτω από αυτές τις ιστορικά πρωτοφανείς κι εκρηκτικές συνθήκες, είναι η κατεπείγουσα αναγκαιότητα να κηρυχθεί η υφήλιος σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, για να αποτραπεί το τέλος του ανθρώπινου πολιτισμού (βλ. π.χ. τοποθετήσεις του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ και πολύ πρόσφατα του Αντιπροέδρου της Κομισιόν).
 
Στοιχειώδης πολιτική ορθολογικότητα υποδεικνύει την αναγκαιότητα να αναληφθεί ριζοσπαστικός μεταρρυθμισμός μεγάλης πνοής και παγκόσμιας εμβέλειας, ώστε να μπει φρένο στο αφηνιασμένο τρένο, που τρέχει προς τον γκρεμό. Το λογικά επόμενο πολιτικό συμπέρασμα είναι ότι πολιτικά άτολμες, στρογγυλεμένες ή «κεντρώες» λύσεις είναι παντελώς ανήμπορες να αναμετρηθούν με το κολοσσιαίο μέγεθος των προβλημάτων.
 
 
4) Πώς όμως σχετίζεται η ξέφρενη αυτή δυναμική με τα πολιτικά συστήματα των επιμέρους χωρών; Η διεθνοποιημένη άρχουσα αστική τάξη, προκειμένου να εμπεδώσει μια γενική απορρύθμιση στην παραγωγή, κυκλοφορία και κερδοφορία του κεφαλαίου, ευνοεί με άκρα φορτικότητα το σχηματισμό κυβερνήσεων που τάσσονται αναφανδόν υπέρ αυτής της διεθνοποιημένης οικονομικής ολιγαρχίας.
 
Αφενός ελέγχει ασφυκτικά τα μέσα για μαζικό επηρεασμό, προπαγάνδα, παραπληροφόρηση, απόκρυψη πολιτικά ανεπιθύμητων ειδήσεων και για λυσσώδη αντιπαράθεση σε κόμματα «αποκλίνοντα» από τον «κανόνα» της. Αφετέρου υποδαυλίζει πολιτικό αυταρχισμό εκ μέρους των κυβερνήσεων για πειθαναγκασμό των υποτελών κοινωνικών τάξεων, για άσκηση ωμής βίας κατά της κοινωνικής διαμαρτυρίας, συστηματική παρακολούθηση πολιτών κ.λπ.
 
 
5) Η Ελλάδα ακολούθησε τον ίδιο «μονόδρομο», υπό το βάρος της παταγώδους πτώχευσής της, εξαιτίας της πολιτικής κυβερνήσεων Δεξιάς ή ΠΑΣΟΚ. Το ιδιάζον όμως της διακυβέρνησης Μητσοτάκη είναι διπλό:
 
α) Τίποτε δεν θεωρείται από αυτήν ως a priori άθικτο από την ακόρεστη βουλιμία του μεγάλου κεφαλαίου.
 
β) Συγχρόνως αναπτύσσεται μια παραλλαγή «βαλκανική». Η αδίστακτη εκποίηση δημόσιας περιουσίας, δημόσιων αγαθών και δημόσιου χρήματος κατευθύνεται όχι μόνο σε πολυεθνικές επιχειρήσεις. Αλλά διακλαδίζεται αναίσχυντα και με πελατειακές εκδουλεύσεις για πλιάτσικο μεγάλης κλίμακας, αποκλειστικά υπέρ ημετέρων (crony capitalism). Αποζητά να στήσει έτσι ένα ανθεκτικό καθεστωτικό πλέγμα σχέσεων, που θα εγγυάται ότι κάθε τυχόν αριστερή «σκανδαλιά» του εκλογικού σώματος προσεχώς, ακόμη κι εάν καταστεί δυνατή, θα είναι μια σύντομη παρένθεση.
 
 
ΙΙ. Τι σημαίνει σήμερα κόμμα ριζοσπαστικής Αριστεράς;
 
 
6) Ερχόμαστε τώρα στο ζόρικο, αυτοκριτικό ερώτημα. Ποιο είναι κατά βάση το εγγενές αίτιο της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ; Φρονώ ότι έχει να κάνει κυρίως με μια σιωπηρή πολιτική και στρατηγική αλλοίωση της ταυτότητάς του. Χονδρικά, από το 2019 και δώθε, η ταυτότητα του κόμματος έχει θολώσει διττά:
 
α) Ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να έχει μετακινηθεί από τη σαφή διαιρετική τομή «Δεξιά/Αριστερά» σε μια μάλλον ακαθόριστη διάκριση «Συντήρηση/Πρόοδος». Ως βασικοί όροι αναφοράς αναδεικνύονται τώρα το λεγόμενο «Κέντρο» και η –επιστημονικά δυσπροσδιόριστη– «μεσαία τάξη». Αυτό όμως που παραβλέπεται από μερίδα του στελεχικού δυναμικού του κόμματος είναι ότι ο «κεντρώος» πολιτικός χώρος ούτε ακατοίκητος είναι ούτε βουβός εν Ελλάδι. Εκπροσωπείται σταθερά από υπαρκτό προ πολλού κεντροαριστερό κόμμα, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, οργανικά ενταγμένο στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα. Ένα κόμμα με ρίζες, που δεν τα πήγε άσχημα στην πρόσφατη διπλή εκλογική αναμέτρηση.
 
β) Συγχρόνως με την παραπάνω κρίσιμη ιδεολογική μετατόπιση, σημειώθηκε διολίσθηση του κόμματος προς αρχηγικού τύπου διεύθυνσή του από την ηγεσία. Στο βαθμό που ο Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς κύλισε προς ό,τι παλαιότερα έχει συμβολίσει πολυσυλλεκτικά στην ελληνική πολιτική σκηνή το ΠΑΣΟΚ, εμφάνισε ταυτόχρονα μια αντίστοιχη μετάλλαξη με χαρακτηριστικά αρχηγικής ηγεσίας.
 
Η παραγωγή πολιτικής εκ των κάτω αδρανοποιήθηκε, η συλλογικότητα στη συζήτηση και τη λήψη αποφάσεων απομειώθηκε. Στις οργανώσεις μελών πέρασε η παθητική νοοτροπία ότι για τα μεγάλα –ενίοτε και μικρότερα– ζητήματα επιλογών αρμόδιο είναι de facto το στενό περιβάλλον της ηγεσίας.
 
Π.χ. μερικές φορές επιβλήθηκαν εκ των άνω υποψήφιοι/ες για τα ψηφοδέλτια, ενίοτε άσχετοι/ες με την Αριστερά, σε οποιαδήποτε απόχρωσή της. Χωρίς καμία προσυνεννόηση με τις τοπικές οργανώσεις ή, ακόμη χειρότερα, παρά τη θέλησή τους. Τέτοια πρόσωπα, όμως, όπως η εμπειρία καταδεικνύει, είναι επιρρεπή σε εκ του προχείρου δημόσιες τοποθετήσεις, οι οποίες παρεκκλίνουν από σταθερές προγραμματικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Με επίπτωση ότι θολώνει ακόμη περισσότερο η πολιτική του ταυτότητα στην κοινή γνώμη.
 
 
7) Ποιον λόγο ύπαρξης έχει ένα αριστερό κόμμα, διακριτό βεβαίως από τη βασικά συμβιβασμένη ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, γενικώς ενσωματωμένη στη νεοφιλελεύθερη συναίνεση; Η Αριστερά ορίζεται χονδρικά από την αξιολογικά δεσμευμένη αντίθεση στην ογκώδη κοινωνική αδικία –που παράγεται δομικά σε κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής–, καθώς και στη διενεργούμενη στο πλαίσιό του καταστροφή του γήινου οικοσυστήματος.
 
Στρατηγικός λόγος ύπαρξης ενός αριστερού κόμματος στον ορίζοντα του 21ου αιώνα, επί ποινή ακύρωσής του, δεν μπορεί να είναι άλλος από την ξεκάθαρη λήψη θέσης γύρω από το κοινωνικό ζήτημα και την οικολογική διακινδύνευση του πλανήτη. Με απώτερη προοπτική την κοινωνική χειραφέτηση ανδρών και γυναικών σε δημοκρατικό σοσιαλισμό, με την ενεργό συγκατάθεση των πολιτών και με σεβασμό σε όσους, αντιπάλους ή μη, δεν συμμερίζονται αυτόν τον οραματικό στόχο.
 
 
8) Ειδικότερα, κόμμα της σύγχρονης Αριστεράς οφείλει να έχει κρυστάλλινη δέσμευση αρχής απέναντι στην εκμετάλλευση που στον σύγχρονο, αποχαλινωμένο καπιταλισμό υφίστανται οι δυνάμεις της μισθωτής (σταθερής, επισφαλούς ή πρόσκαιρης) εργασίας συνολικά. Στις αναπτυγμένες χώρες του ΟΟΣΑ αυτές ανέρχονται περίπου στο 90% του ενεργού πληθυσμού (συμπεριλαμβανομένων των ανέργων).
 
Στην Ελλάδα στις δυνάμεις της μισθωτής εργασίας, στον ιδιωτικό τομέα και στο Δημόσιο, ανήκει περίπου το 70% του ενεργού πληθυσμού. Δίπλα σε αυτές, ωστόσο, συγκαταλέγονται κοινωνικά και οι απόμαχοι του ενεργού βίου (συνταξιούχοι), όπως επίσης οι ανήμποροι για εργασία.
 
Παράλληλα, στις μυλόπετρες της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης του καπιταλισμού συμπιέζονται και ευρείες μερίδες ελεύθερων επαγγελματιών, αγροτών και ανθρώπων που βιοπορίζονται από μικρομεσαία και συχνά επισφαλή επιχειρηματικότητα. Και αυτοί/ές επίσης συνθλίβονται από την ασύλληπτη συγκέντρωση (υποφορολογούμενου μάλιστα) πλούτου στην κορυφή της κοινωνικής ιεραρχίας, ενώ ταυτόχρονα εξαπλώνεται γοργά η φτώχεια στα χαμηλότερα επίπεδα της πυραμίδας των σύγχρονων ταξικών κοινωνιών.
 
Μιλάμε για τη συντριπτική πλειονότητα του κοινωνικού σώματος. Ως προς αυτήν στοιχειοθετείται ένα γενικό συμφέρον, αν μη τι άλλο, για δραστική κοινωνική προστασία, με γενναία αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου. Ιδού, λοιπόν, σε ποιο κοινωνικά προσδιορισμένο ακροατήριο οφείλει να απευθύνεται ο ΣΥΡΙΖΑ. Απεναντίας, είναι απελπιστικά φτωχή μια γενικόλογη θέση, ότι «είμαστε με τους πολλούς και το δίκιο», όταν αυτή εκφέρεται χωρίς κανέναν ακριβέστερο, δηλαδή πολιτικά δεσμευτικό κοινωνικό προσδιορισμό.
 
 
9) Κόμμα της Αριστεράς με τα παραπάνω γνωρίσματα είναι αδύνατον να μην έχει στον ορίζοντα της σκέψης και δράσης του τη δυνατότητα να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες μαζί με γειτνιάζοντα κόμματα, με βάση μια έντιμη προγραμματική συμφωνία διακυβέρνησης.
 
Βεβαίως θα πρόκειται για πρόγραμμα προσαρμοσμένο σε ένα μεσοπρόθεσμο στόχο τετραετίας, προς αντιμετώπιση άμεσων ζητημάτων χρέους, δημόσιου και ιδιωτικού, ακραίων μορφών οικονομικής ανισότητας και λοιπά. Εντούτοις, ακόμη και τότε, η συμμετοχή αριστερού κόμματος σε τέτοιο πολιτικό εγχείρημα θα τροφοδοτείται πάντως από τις αξιακές δεσμεύσεις της Αριστεράς. Έτσι ώστε η μετακίνηση των ορίων του εφικτού να έλκεται από το οραματικά ευκταίο.
 
 
10) Τουναντίον, η ιδέα να καταταχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ στις γραμμές της (κατ’ όνομα) μόνον αποκαλούμενης Σοσιαλιστικής Διεθνούς και αντίστοιχα στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα σηματοδοτεί προοπτικά την πλήρη αναίρεση του Συνασπισμού της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε κάτι προδήλως αλλιώτικο, αλλά και θνησιγενές, όπως η ιστορική γνώση αποκαλύπτει. Συνεπάγεται τη μετάπτωση κόμματος της Αριστεράς σε κάτι αντίστοιχο με το χυλώδες «Δημοκρατικό κόμμα» της Ιταλίας, μέχρι πρακτικού αφανισμού του. Εξ ίσου διδακτικό παράδειγμα προσφέρει δυστυχώς η πολιτική εξαέρωση του άλλοτε κραταιού Σοσιαλιστικού κόμματος της Γαλλίας.
 
 
Με πειθώ και με επίγνωση
 
 
Κοντολογίς, αυτό που απαιτείται δεν είναι να απαρνηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ ό,τι υποδηλώνει ο επάξιος τίτλος του, προκειμένου τάχα να γίνει «κεντρώος». Αλλά είναι ακριβώς το αντίθετο. Το πολιτικό Κέντρο να ξεφύγει επιτέλους από την εμμονική καθήλωση στα «ναι-μεν-αλλά» του, ώστε εκείνο να γίνει όντως προοδευτικό.
 
Στο χέρι μας είναι να ανατάξουμε, στον χώρο που υπαρξιακά μας ανήκει, τις συντεταγμένες του κόμματος της ανανεωτικής Αριστεράς, ώστε να προτείνουμε με πειθώ μια σωστική εναλλακτική προοπτική εξουσίας στην ασθμαίνουσα κοινωνία. Με συντεταγμένο και περιεσκεμμένο τρόπο, με επαρκή επίγνωση του τι πάνω-κάτω διακυβεύεται στη χώρα μας και σ’ ολόκληρη την οικουμένη, στον υφιστάμενο καπιταλιστικό κόσμο.
 
Ο Κώστας Σταμάτης είναι ομότιμος καθηγητής φιλοσοφίας δικαίου στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ