Macro

Ιφιγένεια Καμτσίδου: «Η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων σημαίνει κατάλυση της αρχής της ισότητας»

Συνέντευξη με την Ιφιγένεια Καμτσίδου, αν. καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου στο ΑΠΘ
 
 
 
Η κυβέρνηση πρόκειται να φέρει το αμέσως επόμενο διάστημα νομοσχέδιο για την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, για το οποίο έχουν καταρχήν διατυπωθεί ενστάσεις όσον αφορά στη συνταγματικότητά του. Ποια η δική σας γνώμη για το ζήτημα;
 
Οι ρυθμίσεις που έχουν διαρρεύσει στον Τύπο, βρίσκονται σε ευθεία αντίθεση με το Σύνταγμα, το οποίο πλαισιώνει την ίδρυση και τη λειτουργία των πανεπιστημίων στο άρθρο 16. Το Σύνταγμα απαγορεύει απολύτως την παροχή πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με τη μορφή εμπορικής ή άλλης οικονομικής δραστηριότητας. Ειδικότερα, προβλέπει ότι η πανεπιστημιακή εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, πλήρως αυτοδιοικούμενα, ενώ ταυτόχρονα απαγορεύει την ίδρυση ανώτατων σχολών από ιδιώτες. Η μέριμνα αυτή του συντακτικού νομοθέτη ανταποκρίνεται στην ανάγκη να προστατευτεί η πανεπιστημιακή εκπαίδευση από τις επιβουλές τόσο της πολιτικής εξουσίας, όσο και της αγοράς. Τούτο επειδή η ακαδημαϊκή διδασκαλία δεν συνίσταται σε μια απλή μετάδοση γνώσεων, αλλά σε μία διαδικασία κριτικής προσέγγισης του γνωστικού αντικειμένου, στην οποία συμμετέχουν διδάσκοντες και διδασκόμενοι και που απολήγει στην παραγωγή και στον διαρκή εκσυγχρονισμό της επιστημονικής γνώσης και εμπειρίας. Η νομική μορφή του πλήρως αυτοδιοικούμενου ν.π.δ.δ. είναι, λοιπόν, ειδική εγγύηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας, που δεν μπορεί να πραγματωθεί με αγοραίους όρους ή υπό το φάσμα της κυβερνητικής κηδεμονίας.
 
Κατά συνέπεια, δεν είναι πιθανό να υπάρξει κάποια προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά του νόμου, αν ψηφιστεί, και να εκπέσει; Υπό αυτή την έννοια, μήπως η στόχευση της κυβέρνησης είναι κυρίως να ανοίξει τη συζήτηση και να προετοιμάσει με αυτόν τον τρόπο το έδαφος για την αναθεώρηση του άρθρου 16; Πού σκοπεύει αυτή η διαχρονική «εμμονή» της ΝΔ για την ιδιωτικοποίηση των πανεπιστημίων;
 
Με την έκδοση εφαρμοστικών πράξεων του νόμου είναι δυνατόν να ασκηθούν ένδικα βοηθήματα ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, ιδίως του ΣτΕ, και στο πλαίσιο αυτών των δικών, θα αμφισβητηθεί η συνταγματικότητα του νέου νόμου. Από τις προτάσεις που έχουν δοθεί μέχρι τώρα στη δημοσιότητα, είναι εμφανές ότι το νέο νομοθέτημα θα βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με το Σύνταγμα: όποιο όνομα και αν αποδοθεί στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, π.χ. παράρτημα αλλοδαπού ΑΕΙ, η νομική μορφή με την οποία αυτά θα ιδρυθούν στη χώρα μας, θα είναι ιδιωτικού δικαίου, δηλαδή η οργάνωση και η λειτουργία τους θα καθορίζονται από την ιδιοκτησία τους και καμιάς μορφής αυτοδιοίκηση δεν θα χωρεί σε αυτά. Οπότε αναμένεται το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της χώρας να κρίνει αυτές τις ρυθμίσεις αντισυνταγματικές.
 
Σε ό,τι αφορά την αναθεώρηση του Συντάγματος, είναι θεμιτό κάθε πολιτική παράταξη να διαμορφώνει προτάσεις σχετικά με την τροποποίηση του καταστατικού χάρτη. Ωστόσο, αυτό γίνεται στο πλαίσιο μιας οργανωμένης διαδικασίας, της αναθεωρητικής, και όχι ευκαιριακά και με επικοινωνιακούς όρους, όπως επιχειρεί η κυβέρνηση. Η ΝΔ εμμένει στην ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, καθώς αυτή θα αποτελέσει μια εξαιρετικά κερδοφόρα δραστηριότητα για όσους σκοπεύουν να δραστηριοποιηθούν επιχειρηματικά σε αυτό το πεδίο. Το εμπόριο των πτυχίων είναι εμπόριο ελπίδας για πλήθος ελληνικών οικογενειών. Επιπλέον, η κυβέρνηση είναι προσηλωμένη στην υποβάθμιση όλων των δημόσιων δομών: Δεν προωθεί απλώς την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και γενικότερα της οικονομίας, αλλά επιδιώκει συστηματικά οι δημόσιες λειτουργίες και σημαντικά δικαιώματα των μελών του κοινωνικού συνόλου να τεθούν υπό τον ανεξέλεγκτο έλεγχο των ισχυρών ιδιωτών. Τούτο συμβαίνει στην υγεία και ευρύτερα στην παιδεία, αλλά ιδίως με την λειτουργία των πανεπιστημίων, που ο δημόσιος χαρακτήρας τους εγγυάται την προστασία των σημαντικότερων αγαθών των μελών του κοινωνικού συνόλου. Ο δημόσιος χαρακτήρας της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, δηλαδή, δεν είναι απλά μια ιδιοτροπία ή μια συγκυριακή επιλογή του συντακτικού νομοθέτη του 1975. Συμπυκνώνει το πρόταγμα εξυπηρέτησης του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος, η πανεπιστημιακή εκπαίδευση και έρευνα να υλοποιούνται σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και όχι της αγοράς.
 
 
Να πούμε λίγο περισσότερα για τα προβλήματα που θα προκαλούσε τυχόν ιδιωτικοποίηση της ανώτατης παιδείας όσον αφορά στην ποιότητα και τη λειτουργία της επιστήμης, αλλά και σε ό,τι αφορά τους ανθρώπους της, διδάσκων και φοιτητικό πληθυσμό;
 
Ο δημόσιος χαρακτήρας των πανεπιστημίων προστατεύει καταρχάς το αντικείμενο επιστήμη. Η εκπαίδευση που παρέχεται στα ΑΕΙ απολήγει στην χορήγηση πτυχίου σε πρόσωπα που αναλαμβάνουν δραστηριότητες που σχετίζονται με τα σημαντικότερα αγαθά των μελών του κοινωνικού συνόλου: την υγεία, την εκπαίδευση, την προσωπική ασφάλεια και ελευθερία, την ιδιοκτησία, την οικογένεια, την προσωπικότητα κτλ. Για τον λόγο αυτό, η τριτοβάθμια εκπαίδευση πρέπει να αναπτύσσεται και να παρέχεται χωρίς εξωτερικούς καταναγκασμούς· οι νέοι και νέες επιστήμονες να εκπαιδεύονται με βάση τα διδάγματα της οικείας επιστήμης και τα πορίσματα της διαρκώς εξελισσόμενης έρευνας και όχι με βάση τις στοχεύσεις της κυβέρνησης, του υπουργού, των οικονομικά ισχυρών κ.ο.κ. Καταρχάς, η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων θα αποκόψει τη μετάδοση γνώσης από την έρευνα, που είτε δεν θα διενεργείται καθόλου γιατί είναι κοστοβόρα, είτε αν διενεργείται, θα γίνεται ενόψει της εξυπηρέτησης των συμφερόντων της ιδιοκτησίας του πανεπιστημίου, και με αυτή την συνθήκη θα υποβαθμιστεί το επίπεδο γνώσεων που θα πιστοποιούν τα πτυχία. Ακόμη, σε ό,τι αφορά την κατάσταση των προσώπων που θα παρέχουν την ιδιωτική τριτοβάθμια εκπαίδευση, ενώ το Σύνταγμα προβλέπει ρητά πως αυτοί πρέπει να είναι δημόσιοι λειτουργοί, να εξοπλίζονται με σημαντικά νομικά εχέγγυα προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας, με την κυβερνητική πρωτοβουλία θα γίνουν ιδιωτικοί υπάλληλοι. Η επαγγελματική κατάστασή τους, δηλαδή, θα εξαρτάται από τις επιλογές της διοίκησης του ιδρύματος, που θα διορίζεται από τον ιδιώτη-ιδιοκτήτη.
 
 
Από την άλλη πλευρά, όσοι υποστηρίζουν την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων στη χώρα, φέρνουν σαν αντεπιχείρημα το παράδειγμα των ξένων πανεπιστημίων μεγάλου αναγνωρισμένου κύρους. Τι απαντάτε σ’ αυτό και τι τελικά συμβαίνει σε αυτά τα πανεπιστήμια;
 
Είναι ένας μύθος πως τα καταξιωμένα μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού, ιδίως των ΗΠΑ, είναι ιδιωτικά πανεπιστήμια. Τα πανεπιστήμια αυτά δεν ανήκουν σε ιδιώτες, αντίθετα είναι οργανωμένα με τη μορφή ιδρύματος, με τη μορφή καταπιστεύματος που είναι ταγμένο στην εξυπηρέτηση του σκοπού της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και η διαχείρισή τους ανήκει σε πρόσωπα που δεσμεύονται να εξυπηρετούν αυτόν τον σκοπό και να προάγουν μια ανεξάρτητη, χωρίς καταναγκασμούς επιστημονική εκπαίδευση, διενεργώντας βέβαια την αναγκαία έρευνα. Με άλλα λόγια, και τα μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού έχουν δημόσιο χαρακτήρα. Άρα, είναι αναληθές ότι ένας ιδιώτης μπορεί να θέσει σε λειτουργία πανεπιστήμιο και να εξασφαλίσει την αποτελεσματική παροχή, σύμφωνα με τα διδάγματα καθεμιάς επιστήμης, ακαδημαϊκής εκπαίδευσης.
 
 
Αν περάσει το νομοσχέδιο, τι επιπτώσεις θα έχει μακροπρόθεσμα για τα δημόσια πανεπιστήμια; Η κυβέρνηση διατείνεται πως θα ωφεληθούν από τον ανταγωνισμό που θα υπάρξει με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, η αντιπολίτευση και η ακαδημαϊκή κοινότητα, αντίθετα, επισημαίνουν πως θα έχει ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση και την περαιτέρω μείωση της χρηματοδότησής τους.
 
Παρότι το Σύνταγμα θεσπίζει την υποχρέωση του κράτους να υποστηρίζει την εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες, η δραματική υποχρηματοδότηση των πανεπιστημίων, αλλά και οι αντιδημοκρατικές, πρωτόγνωρες πανευρωπαϊκά παρεμβάσεις της κυβέρνησης στον τρόπο οργάνωσης και διοίκησής τους, έχουν σωρεύσει δεινά στα δημόσια ΑΕΙ. Αντί, όμως, να αναταχθεί η πορεία απαξίωσής τους, δίνεται η υπόσχεση βελτίωσης της κατάστασής τους μέσα από τον ανταγωνισμό που θα δημιουργήσει η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Ανταγωνισμός ως προς τι, όμως; Πρώτα απ’ όλα ως προς την κατανομή της κρατικής χρηματοδότησης, διότι καθώς το Σύνταγμα δεν διακρίνει, αλλά υποχρεώνει το κράτος να ενισχύει οικονομικά όλες τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα διεκδικήσουν μέρος από την κρατική επιχορήγηση. Αυτό σημαίνει περαιτέρω υποβάθμιση της κρατικής χρηματοδότησης για τα δημόσια πανεπιστήμια και κυρίως ότι με τη λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων, τα δημόσια ιδρύματα θα αναγκαστούν να λειτουργούν κι αυτά με τους όρους της αγοράς. Να αναζητούν, δηλαδή, χρηματοδότηση, προσφέροντας τις ερευνητικές, ιδίως, υπηρεσίες τους προς όφελος ιδιωτών, όπως και να προσφέρουν προγράμματα σπουδών με δίδακτρα, εξέλιξη που θα οδηγήσει στην περαιτέρω ιδιωτικοποίησή τους.
 
 
Παρά τις κινητοποιήσεις της ακαδημαϊκής κοινότητας, ο Α. Γεωργιάδης έκανε λόγο ότι οι αντιδράσεις πια για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια έχουν καμφθεί, ακόμα και στον χώρο της Αριστεράς. Αληθεύει πώς ο δημόσιος χαρακτήρας της ανώτατης εκπαίδευσης και τα πανεπιστήμια έχουν χάσει το κύρος που είχαν κοινωνικά;
 
Αυτό μένει να αποδειχθεί, επειδή τώρα ξεκινάει πάλι αυτή η συζήτηση και αναπτύσσονται δημόσια τα επιχειρήματα για τις συνέπειες λειτουργίας των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Για παράδειγμα, δεν έχει γίνει ακόμα φανερό, ότι η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων σημαίνει κατάλυση της αρχής της ισότητας. Στην Ελλάδα θα υπάρχουν πια δύο κατηγορίες εφήβων που θα διεκδικούν πρόσβαση στην πανεπιστημιακή μόρφωση: Αυτοί που θα προετοιμάζονται για τις απαιτητικές εξετάσεις που καθορίζουν την εισαγωγή στη δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση και αυτοί που κατάγονται από οικονομικά ισχυρές οικογένειες και θα μπορούν να φοιτήσουν σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο χωρίς να έχουν υποστεί οποιαδήποτε δοκιμασία και χωρίς να έχει αξιολογηθεί η ικανότητά τους να παρακολουθήσουν πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Οι τελευταίοι μόνο με την καταβολή διδάκτρων θα ενταχθούν σε μια διαδικασία τόσο κρίσιμη για όλη την κοινωνία. Άλλο ζήτημα που δεν έχει εξηγηθεί ακόμα επαρκώς, αφορά στην υποβάθμιση του επιπέδου των σπουδών, άρα και των πτυχίων που θα χορηγούνται. Πανεπιστήμια στα οποία δεν διενεργείται έρευνα, είναι πανεπιστήμια που δεν παρέχουν επαρκείς επιστημονικές γνώσεις στους φοιτητές και τις φοιτήτριές τους. Δεδομένου μάλιστα ότι η έρευνα, αφενός, κοστίζει σημαντικά, αφετέρου, εξυπηρετεί καταρχήν, θα έλεγα από τη φύση της, γενικότερα συμφέροντα και όχι ιδιωτικά ενδιαφέροντα, δεν πρόκειται να αναπτυχθεί σε αυτές τις ιδιωτικές μονάδες που η κυβέρνηση σκοπεύει να επιτρέψει να λειτουργήσουν ως πανεπιστήμια. Αυτό θα έχει σημαντικές συνέπειες. Τα γνωσιακά εφόδια των γιατρών, των δικηγόρων, των μηχανικών, των δασκάλων και καθηγητών που θα εκπαιδεύουν τα παιδιά της χώρας, είναι πρόβλημα που αφορά άμεσα όλη την κοινωνία και θα γίνει αντιληπτό όταν θα προχωρήσει η συζήτηση.
 
 
Μήπως, όμως, οι διεκδικήσεις για τη δημόσια ανώτατη παιδεία δεν θα έπρεπε να είναι μόνο αμυντικές ως προς την προστασία κεκτημένων δικαιωμάτων, αλλά και προωθητικές για το πώς θα βελτιωθεί παράλληλα αυτό το πεδίο;
 
Είναι αλήθεια ότι δεν έχουμε το πανεπιστήμιο που θέλουμε και που αξίζει η ελληνική κοινωνία. Πρώτα απ’ όλα, σε ό,τι αφορά την πρόσβαση σε αυτό. Χρειάζεται επιτέλους, μετά από μια ατέρμονη σειρά, συχνά άκοπων ή/και ιδεοληπτικών αλλαγών που έχουν γίνει στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, να ανοίξει ένας σοβαρός διάλογος, να προχωρήσουν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, ώστε να διαφοροποιηθεί και ο τρόπος εισαγωγής στο πανεπιστήμιο. Εδώ και δεκαετίες έχουν διατυπωθεί πολύ ενδιαφέρουσες προτάσεις, οι οποίες θα οδηγούσαν τόσο στην αναβάθμιση του λυκείου και του απολυτηρίου του, όσο και στη δυνατότητα των πανεπιστημιακών σχολών να υποδέχονται τους φοιτητές και τις φοιτήτριες που ενδιαφέρονται πραγματικά για το γνωστικό τους αντικείμενο και να τους επιλέγουν με μια πιο ουσιαστική αξιολόγηση απ’ αυτήν που εξασφαλίζουν οι πανελλαδικές εξετάσεις. Γιατί οι πανελλαδικές εξετάσεις εξασφαλίζουν την τυπική ισότητα και αξιοκρατία, δεν εξασφαλίζουν όμως τον σεβασμό της ουσιαστικής ισότητας, υπό την έννοια ότι η επιτυχία σε αυτές προϋποθέτει την παρακολούθηση πολλών ιδιωτικών μαθημάτων, την ανάλωση δηλαδή σημαντικού οικογενειακού κεφαλαίου, εφόσον τέτοιο υπάρχει. Σε καμιά άλλη χώρα του κόσμου δεν λειτουργούν τόσα φροντιστήρια για την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο. Επιπλέον, οι πανελλαδικές εξετάσεις δεν εξασφαλίζουν την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο με βάση τον επιστημονικό προσανατολισμό των υποψηφίων. Η υφιστάμενη διαγωνιστική εξέταση είναι μεν αντικειμενική και αμερόληπτη, δεν επιτρέπει, όμως στους υποψήφιους να φοιτούν στη σχολή που ανταποκρίνεται στις επιθυμίες και στις ικανότητες τους. Πρέπει να αλλάξει, να αναβαθμιστεί το λύκειο και στη συνέχεια να αλλάξει και ο τρόπος πρόσβασης στο πανεπιστήμιο. Ακόμη, είναι επείγουσα ανάγκη να καταργηθεί ο πανεπιστημιοκτόνος νόμος Κεραμέως. Οι εκκεντρικές ρυθμίσεις του έχουν παραλύσει τη διοίκηση των ΑΕΙ, έχουν δυσκολέψει την καθημερινότητα των καθηγητών και των φοιτητών με άχρηστη γραφειοκρατία, ενώ υποβαθμίζουν σταθερά τις ακαδημαϊκές λειτουργίες. Τελευταίο, αλλά όχι έσχατο, πρέπει να ενισχυθεί οικονομικά το δημόσιο πανεπιστήμιο, να του δοθούν οι απολύτως αναγκαίοι πόροι, ώστε να εκπληρώνει την αποστολή του, αλλά και να αποκτήσουν όσοι υπηρετούν σε αυτό αμοιβές ανάλογες με το λειτούργημα που επιτελούν.
 
Τζέλα Αλιπράντη