Macro

Δημήτρης Χριστόπουλος: Πώς μπορεί η επιστολική ψήφος να εμβαθύνει και όχι να φαλκιδεύει τη δημοκρατία;

Για να μπορέσει να συζητηθεί με υπευθυνότητα η επιστολική ψήφος για τους Έλληνες του εξωτερικού, χρειάζεται μια διασφάλιση.
 
Ετεροδημότες εντός ….
 
Προσπαθούσα προ μηνών να εξηγήσω σε έναν φίλο από το εξωτερικό τι είναι οι «ετεροδημότες». Δύσκολο. Δύσκολο, διότι πρόκειται για ελληνική επινόηση. Δεν είναι δόκιμη έννοια διεθνώς.
 
Εδώ όμως όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχουν συμπολίτες μας που δεν ψηφίζουν στον τόπο κατοικίας τους αλλά στο χωριό τους, στο χωριό των γονιών ή των συζύγων τους. Παλαιόθεν. Μάλιστα, έχουμε και περαιτέρω νομική κατοχύρωση αυτής της σχέσης, με τη σύσταση εκλογικών κέντρων των Μεσσηνίων ή των Αρτινών π.χ. στην Αθήνα.
 
Ωστόσο, η ύπαρξη ενός μεγάλου αριθμού πολιτών που δεν ψηφίζει εκεί που κατοικεί δεν είναι δόκιμη πρακτική. Το ορθό είναι οι άνθρωποι να ψηφίζουν εκεί που κατοικούν. Αυτό συμβαίνει στις περισσότερες χώρες του κόσμου, όχι όμως στην Ελλάδα όπου, για λόγους ιστορικούς, η ιδιότητα του πολίτη εξισώνεται με την ιδιότητα του δημότη. Πολίτης δηλαδή είναι ο άνθρωπος που είναι γραμμένος σε δημοτολόγιο δήμου στον οποίο και ψηφίζει. Μόνη δυνατότητα να ψηφίσει κάποιος αλλού είναι η μεταδημότευση.
 
Ψηφίστηκε επί της αρχής με ευρεία πλειοψηφία νομοσχέδιο με το οποίο θεσμοποιείται η επιστολική ψήφος, η δυνατότητα δηλαδή όλων των πολιτών να ψηφίζουν από το σπίτι τους, είτε ζούνε στην Ελλάδα είτε όχι. Η ρύθμιση προτείνεται ως μέτρο «εμβάθυνσης» της δημοκρατίας. Είναι όμως;
 
Φοβάμαι πως όχι. Αν θέλουμε να εκσυγχρονίσουμε την εκλογική διαδικασία με την εισαγωγή της επιστολικής ψήφου, ακολουθώντας το παράδειγμα και άλλων χωρών, τότε πρέπει πρώτα κάτι να κάνουμε με τον βραχνά της ετεροδημότευσης. Πρέπει δηλαδή καταρχάς να κινηθούμε στην εντελώς αντίθετη κατεύθυνση, να περιορίσουμε δηλαδή κάπως αυτή την παθογένεια και όχι να την παροξύνουμε, διευκολύνοντάς την.
 
Όσο δεν συσχετίζεται διαμονή και ψήφος, τόσο θα οδηγούμαστε σε μια κατάσταση όπου η επιστολική ψήφος δεν θα παρέχεται ως διευκόλυνση για πολίτη που όντως δεν μπορεί να πάει να ψηφίσει στο εκλογικό τμήμα την ημέρα των εκλογών –όπως π.χ. ένας εποχικά εργαζόμενος–, αλλά θα παρέχεται ως ίσου κύρους υποκατάστατο μόνιμης και πάγιας χρήσης χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Και μάλιστα μιας χρήσης, που, αντί να περιορίζει την παθογένεια της ετεροδημότευσης, την επιβραβεύει.
 
Το φαινόμενο έτσι θα εκτροχιαστεί. Θα ψηφίζουμε επιστολικά από την Αθήνα για τον Έβρο, την Ήπειρο, τα νησιά και ούτω καθεξής.
 
Επιπροσθέτως, πόσο ασφαλές όμως είναι αυτό; Η κυβέρνηση εγγυάται υποτίθεται τη μυστικότητα της ψήφου αλλά πόσο πραγματικά είναι εφικτό χωρίς το παραβάν; Δεν είναι τυχαίο που οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας που έχει μακρά πείρα σε εκλογές, ακολουθούν παγίως την παραδοσιακή μέθοδο.
 
Από τις πιο δημιουργικές και ευχάριστες στιγμές που έχω βιώσει ως δικαστικός αντιπρόσωπος στα εκλογικά τμήματα είναι όταν έρχονται γέροι άνθρωποι με σταυρωμένα ψηφοδέλτια στην τσέπη από τους νεότερους και μας ζητάνε να ψηφίσουν διαφορετικό από αυτό που τους υπέδειξαν στο σπίτι.
 
Για το λόγο αυτόν, η ψήφος είναι κατεξοχήν μια δια ζώσης διαδικασία. Και έτσι πρέπει να παραμείνει. Σε μια χώρα με μακρά παράδοση σε τέτοιες πρακτικές, οι διασφαλίσεις της επιστολικής ψήφου που προτείνονται από το Υπουργείο δεν είναι διόλου αρκετές.
 
Προκειμένου λοιπόν να συζητηθεί η επιστολική ψήφος στην Ελλάδα πρέπει πρώτα απαραιτήτως να ευθυγραμμιστεί ο τόπος διαμονής με το εκλογικό δικαίωμα. Η επιστολική ψήφος δηλαδή να αποτελέσει κατ’εξαίρεση δυνατότητα για εκείνον που ψηφίζει εκεί όπου κατοικεί, αλλά τη δεδομένη στιγμή των εκλογών, για συγκεκριμένους λόγους δεν μπορεί να πάει στο εκλογικό τμήμα. Δεν μπορεί να είναι υποκατάστατο του ταξιδιού στην «ιδιαίτερη πατρίδα».
 
Υπάρχουν ασφαλή τεκμήρια διαμονής στον τόπο που ψηφίζει κανείς: η Εφορία στην οποία υπάγεται, κατεξοχήν. Αν δεν επιχειρηθεί η ευθυγράμμιση διαμονής και ψήφου, η εισαγωγή αυτού του μέτρου θα αποτελέσει εστία αναπαραγωγής και διόγκωσης οικείων παθογενειών, και όχι εκσυγχρονισμός, όπως επαγγέλλεται η κυβέρνηση.
… και εκτός επικράτειας
 
Τα παραπάνω είναι μείζον για τις εθνικές – και εννοείται για τις τοπικές – εκλογές. Για τις ευρω-εκλογές και τα δημοψηφίσματα που αφορά το παρόν νομοσχέδιο, διαδικασίες στις οποίες η επικράτεια είναι μια εκλογική περιφέρεια, το σοβαρό πρόβλημα βρίσκεται αλλού: στην άνευ όρων συμμετοχή των αποδήμων συμπολιτών μας.
 
Σε αυτούς κλείνει η κυβέρνηση το μάτι με την προτεινόμενη ρύθμιση και σε αυτούς επίσης κλείνουν το μάτι τα κόμματα της αντιπολίτευσης που ψηφίζουν τη ρύθμιση, δηλαδή ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ. Πολύ αγοραίο όμως.
 
Να θυμίσω ότι με νόμο του καλοκαιριού του 2023, καταργήθηκαν οι περιορισμοί που είχαν αρχικά θεσμοθετηθεί για την πολιτική συμμετοχή από το εξωτερικό. Οι περιορισμοί αυτοί ήταν όντως προβληματικοί και χρειάζονταν αλλαγές. Όχι όμως πλήρη κατάργηση.
 
Η πρόσθετη υιοθέτηση της επιστολικής ψήφου σημαίνει ότι οι Έλληνες απόδημοι δεν θα χρειάζονται να πηγαίνουν στα μακρινά τους προξενεία αλλά θα ψηφίζουν από το σπίτι τους. Έτσι, συγκροτείται για πρώτη φορά ένα σώμα «ετεροδημοτών ανά την υφήλιο» χωρίς κάποιο εχέγγυο περαιτέρω σχέσης με τη χώρα. Για όποιον όμως γνωρίζει πώς η ελληνική ιθαγένεια αναπαράγεται εσαεί ανεξαρτήτως διαμονής στην Ελλάδα και χωρίς την εγγύηση ύπαρξης κάποιου βιοτικού δεσμού με την πατρίδα, αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα.
 
Για τον λόγο αυτόν, η υπάρχουσα νομοθεσία περί ψήφου στο εξωτερικό σε συνδυασμό με την επιστολική ψήφο και τον Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας ως έχει, είναι δυστυχώς ένα εκρηκτικό μείγμα που δεν «εμβαθύνει», όπως θέλει το Υπουργείο Εσωτερικών, αλλά φαλκιδεύει τη δημοκρατία μας.
 
Για να μπορέσει λοιπόν να συζητηθεί με υπευθυνότητα η επιστολική ψήφος για τους Έλληνες του εξωτερικού χρειάζεται μια διασφάλιση. Είτε ακουμπάμε το δίκαιο του αίματος στον Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας περιορίζοντας την αυτόματη κτήση της ιθαγένειας με τη γέννηση στο εξωτερικό μετά από δύο γενιές πχ. είτε βρίσκουμε άλλους περιορισμούς στους δικαιούχους επιστολικής ψήφου στο εξωτερικό, όπως λόγου χάρη, να επιτρέψουμε την επιστολική ψήφο για τους απόδημους που γεννήθηκαν στην Ελλάδα και μόνο γι’αυτούς. Αυτό θα μπορούσε να είναι συζητήσιμο.
 
Αν πάντως αφήσουμε την επιστολική ψήφο χωρίς κανένα περιορισμό στους Έλληνες της οικουμένης, τότε διασαλεύουμε την φύση του δημοκρατικού πολιτεύματος της επικράτειας. Αυτό εδράζεται σε μια απλή αρχή: τους νόμους να αποφασίζουν αυτοί που τους υφίστανται. Είναι κακό τους νόμους να τους υφίστανται άνθρωποι που δεν αποφασίζουν. Για τον λόγο αυτόν, είναι ζωτικός ο αγώνας να αποκτήσουν ελληνική ιθαγένεια οι μετανάστες που έχουν μεταφέρει το βιός τους εδώ.
 
Είναι κακό όμως και το ανάποδο: να αποφασίζουν τους νόμους, άνθρωποι που δεν τους υφίστανται. Αυτό πάει να γίνει στην Ελλάδα.

Δημήτρης Χριστόπουλος