Η Δημοκρατική Ομοσπονδία της Βόρειας Συρίας άρχισε συζητήσεις -οι οποίες σύντομα διακόπηκαν- με το καθεστώς της Δαμασκού ώστε να αναγνωριστεί και επίσημα η εκ των πραγμάτων αυτονομία της. Η Ομοσπονδία, η οποία έχει χάσει το Αφρίν, εξακολουθεί να απειλείται από τον τουρκικό στρατό και από την οργάνωση του Ισλαμικού Κράτους. Στο εσωτερικό, οι εντάσεις μεταξύ αραβικών και κουρδικών πληθυσμών κατευνάζονται, χωρίς ωστόσο και να έχει εξαλειφθεί η αμοιβαία καχυποψία.
Η Αΐν Ίσα, μια γεμάτη σκόνη κωμόπολη που βρίσκεται μεταξύ των συριακών πόλεων του Κομπάνι και της Ράκα, είναι η νέα διοικητική πρωτεύουσα της Δημοκρατικής Ομοσπονδίας της Βόρειας Συρίας, η οποία αποκαλείται και Ροζάβα.1 Μας υποδέχεται η Ιλχάμ Αχμέντ. Κούρδισσα με καταγωγή από το Αφρίν, είναι πρόεδρος του εκτελεστικού κλάδου του Συριακού Δημοκρατικού Συμβουλίου (SDC), του πολιτικού σκέλους των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF) που ελέγχουν ολόκληρο το βορειοανατολικό τμήμα της χώρας. Αρχίζει αμέσως να μας αναλύει το σχέδιο αυτονομίας που προωθεί η κουρδοαραβική συμμαχία: «Απαιτούμε από την αυριανή Συρία να περιλαμβάνει αυτόνομες ζώνες. Επιθυμούμε ένα νέο σύνταγμα, που θα αναφέρει ρητά την αποκέντρωση». Τον Ιούλιο του 2018 είχε ηγηθεί μιας αντιπροσωπείας του SDC που είχε μεταβεί στη Δαμασκό για τις πρώτες συνομιλίες με το καθεστώς του Μπασάρ Αλ Άσαντ.
Είχε ήδη πραγματοποιηθεί μια επίσημη συνάντηση στην Τάμπκα, όπου ένα υδροηλεκτρικό φράγμα στον Ευφράτη χρήζει σημαντικών επισκευών. Μονάχα η συριακή κυβέρνηση είναι σε θέση να εξασφαλίσει τεχνικούς και ανταλλακτικά για να αλλαχθούν οι ελαττωματικές βάνες. Όσο κι αν είναι εφικτή μια τεχνική συνεργασία μεταξύ SDC και Δαμασκού, η πολιτική συνεννόηση φαντάζει αυτή τη στιγμή απίθανη. «Ακούγοντας τις δηλώσεις του καθεστώτος, συνειδητοποιήσαμε ότι οι συνομιλίες για εκείνο αποτελούσαν ζήτημα τακτικής. Δεν καταβάλλει σοβαρές προσπάθειες για να τις προωθήσει» συνεχίζει η Αχμέντ. Όσο για την απουσία της από τη συνάντηση της συριακής αντιπολίτευσης που έχει εγκατασταθεί στην Κωνσταντινούπολη, τη δικαιολογεί ως εξής: «Εμείς είμαστε η πραγματική αντιπολίτευση. Οι περισσότερες ένοπλες ομάδες στη Συρία αποτελούνται από εξτρεμιστές και υποστηρίζονται από την Τουρκία. Για μας η προσπάθεια να καταλήξουμε σε μια συμφωνία με αυτές τις τζιχαντιστικές και ακραίες ομάδες θα ισοδυναμούσε με αυτοκτονία».
Οι διαπραγματευτές του SDC μετέβησαν στη Δαμασκό χωρίς να θέσουν εκ των προτέρων όρους. Ο Χικμέτ Χαμπίμπ, Άραβας από την Καμεσλιγιέ, αναπληρωτής της Αχμέντ, εξηγεί: «Δεν χρησιμοποιούμε μεγαλόστομα συνθήματα του τύπου ‘Θέλουμε την πτώση του Άσαντ‘. Δεν είναι αυτό το βασικό ζήτημα. Εκείνο που έχει σημασία είναι η τροποποίηση του συντάγματος και η αλλαγή των θεμελίων του πολιτικού συστήματος της Συρίας. Υπάρχει τεράστιο δημοκρατικό έλλειμμα. Οι αποφάσεις λαμβάνονται στη Δαμασκό και ολόκληρο το σύστημα εξαρτάται από μερικές οικογένειες που κυβερνούν τη χώρα». Από την πλευρά του, ο Άσαντ εφαρμόζει την τακτική «μια στο καρφί και μια στο πέταλο». Ορκίστηκε πολλές φορές ότι θα ανακαταλάβει κάθε σπιθαμή του εδάφους της Συρίας, κατηγορώντας τον Δεκέμβριο του 2017 τους Κούρδους ως προδότες. Ωστόσο, στις αρχές Μαΐου του 2018, σε μια τηλεοπτική του δήλωση, ανακοίνωσε ότι η πόρτα ήταν ανοιχτή για έναρξη διαλόγου με τις SDF, ενώ παράλληλα έσπευσε να χαρακτηρίσει τους θεσμούς που έχουν αναπτυχθεί στη βόρεια και την ανατολική Συρία «προσωρινές δομές». Στα τέλη του χρόνου, οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Δαμασκού και SDC πάγωσαν περιμένοντας να ξεκαθαρίσει η κατάσταση στο Ιντλίμπ, μια πόλη που το καθεστώς σκοπεύει αργά ή γρήγορα να ανακαταλάβει από τους τζιχαντιστές.
Μετά την ανακατάκτηση του Κομπάνι το 2015 από τις Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG) και τις Μονάδες Προστασίας των Γυναικών (YPJ), με τη βοήθεια του Κόμματος των Εργαζομένων του Κουρδιστάν (ΡΚΚ), οι Κούρδοι επέλεξαν να μην ανακηρύξουν την ανεξαρτησία του Κουρδιστάν, αλλά να εγκαθιδρύσουν μια δημοκρατική ομοσπονδία εμπνευσμένη από τον ελευθεριακό κοινοτισμό (ή κομμουναλισμό),2 χωρίς να αμφισβητήσουν την υπάρχουσα χάραξη των συνόρων. Εκείνη την εποχή, οι κοινότητες των Αράβων, των Τουρκμένων και άλλων εθνοτήτων αντιμετώπιζαν με μεγάλη καχυποψία τους Κούρδους. Φοβούνταν ότι εκείνοι που νίκησαν το Ισλαμικό Κράτος (ISIS) θα ξεσπούσαν πάνω τους για να εκδικηθούν την κακομεταχείριση που είχαν υποστεί οι Κούρδοι από τις συριακές αρχές. «Οι Κούρδοι υπέφεραν πολύ από την πολιτική αφομοίωσης που εφάρμοσε το μπααθικό καθεστώς» υπενθυμίζει ο Χαμπίμπ. «Μόλις οι SDF απελευθέρωσαν τις ζώνες που κατείχε o ISIS, καταβάλαμε μεγάλες προσπάθειες για να αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη, δημιουργώντας επιτροπές συμφιλίωσης και συμβούλια στα οποία εκπροσωπούνταν όλος ο κόσμος. Σήμερα μπορούμε να πούμε ότι το 60% των μελών των SDF προέρχονται από τις αραβικές φυλές». Σύμφωνα με τις συχνότερες εκτιμήσεις, οι SDF αριθμούν 40.000 μαχητές και μαχήτριες.
Μέχρι το 2017, η Ροζάβα αποτελούνταν από τρία καντόνια όπου πλειοψηφούσαν οι Κούρδοι: Αφρίν, Κομπάνι, Σεζίρε. Μετά την κατάληψη της Ράκα τον Οκτώβριο του 2017 και την απώλεια του Αφρίν τον Μάρτιο του 2018, ο πληθυσμός της αυτόνομης ομοσπονδίας αποτελείται από λιγότερους Κούρδους και περισσότερους Άραβες, με αποτέλεσμα να αποκτά ιδιαίτερη σημασία η οικοδόμηση μιας στέρεας συμμαχίας ανάμεσα στους δύο λαούς. Η παράξενη ατμόσφαιρα της Καμεσλιγιέ, της πρωτεύουσας του καντονιού Σεζίρε, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της πολυπλοκότητας της κατάστασης, καθώς συνοικίες ολόκληρες της πόλης εξακολουθούν να ελέγχονται από το καθεστώς. Ο συριακός χριστιανικός πληθυσμός είναι διαιρεμένος: άλλοι υποστηρίζουν τη Δαμασκό και άλλοι συμμετέχουν στο πρόγραμμα της αυτόνομης κυβέρνησης. Η Ελίζαμπεθ Γκαβριγιέ, μέλος της αυτόνομης κυβέρνησης για τη συριακή χριστιανική κοινότητα, όπως και της ομάδας διαπραγμάτευσης, μας υποδέχεται στον χώρο μιας τοπικής συνεργατικής οργάνωσης. Αναφέρεται στο ζήτημα του διαμοιρασμού των οικονομικών πόρων, και ιδίως του πετρελαίου, καθώς οι περισσότερες πετρελαιοπηγές βρίσκονται υπό τον έλεγχο της αυτόνομης κυβέρνησης. «Η Συρία είναι μια πλούσια χώρα. Στις επόμενες διαπραγματεύσεις θα πρέπει να ασχοληθούμε με το ζήτημα της κατανομής των εσόδων. Προτείναμε στη Δαμασκό να δημιουργήσουμε διμερείς επιτροπές για τις δημόσιες υπηρεσίες, την Υγεία και την οικονομία».
Η αυτόνομη κυβέρνηση οφείλει επίσης να βρει τρόπους να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες που συναντά στο θέμα της εκπαίδευσης. Μία από τις προτεραιότητές της ήταν η εφαρμογή ενός τρίγλωσσου σχολικού προγράμματος (σε αραβική, κουρδική και συριακή γλώσσα), με νέο παιδαγωγικό περιεχόμενο για τα μη επιστημονικά μαθήματα. Όπως εξηγεί ο εκπαιδευτικός Μουσίμ Νέμπο, «στα επιστημονικά μαθήματα δεν έχουμε πρόβλημα με το σχολικό πρόγραμμα του καθεστώτος. Πρόκειται για μαθήματα που είναι τα ίδια σε παγκόσμιο επίπεδο. Αντίθετα, έχουμε πολλά προβλήματα με μαθήματα όπως η Ιστορία, η Κοινωνιολογία ή η Γεωγραφία. Οι μη αραβικές κοινότητες απουσιάζουν από αυτά».
Στα τέλη Αυγούστου του 2018, μερικές δεκάδες Σύροι διαδήλωσαν στην Καμεσλιγιέ για να καταγγείλουν την εισαγωγή του νέου σχολικού προγράμματος φωνάζοντας συνθήματα που υμνούσαν τον Άσαντ. Τα παράπονά τους επικεντρώνονταν σε δύο ζητήματα: κατηγορούσαν την αυτόνομη κυβέρνηση ότι είχε κλείσει τάξεις Συριακής Γλώσσας στη δημόσια εκπαίδευση και διαμαρτύρονταν επειδή τα πτυχία που χορηγούνται από τα σχολεία της αυτόνομης κυβέρνησης δεν αναγνωρίζονται ούτε από τη Δαμασκό ούτε από το εξωτερικό. Οι αρχές επικαλέστηκαν το γεγονός ότι η πλειονότητα των συριακής καταγωγής παιδιών φοιτούν στον ιδιωτικό τομέα, γεγονός που εξηγεί το κλείσιμο των τάξεων στη δημόσια εκπαίδευση. Ορισμένα ιδιωτικά σχολεία που ελέγχονται από την Εκκλησία έκλεισαν προσωρινά επειδή αρνήθηκαν να εφαρμόσουν το νέο σχολικό πρόγραμμα. Τελικά επιτεύχθηκε μια συμφωνία: το νέο πρόγραμμα εφαρμόζεται μόνο στις δύο πρώτες τάξεις του Δημοτικού. Στις υπόλοιπες τάξεις των ιδιωτικών σχολείων διατηρείται το πρόγραμμα της Δαμασκού, έτσι ώστε να είναι εγγυημένη η αναγνώριση του πτυχίου.
Στο Κομπάνι παρευρεθήκαμε σε μια συνέλευση κοινότητας όπου οι κάτοικοι μιας συνοικίας ρυθμίζουν τα πλέον επείγοντα από τα καθημερινά τους ζητήματα. Μια κάτοικος, η Χεβί Ζόρα, καταγγέλλει την υποκρισία ορισμένων που δεν διστάζουν να στείλουν τα παιδιά τους σε σχολεία εκτός της Ροζάβα: «Γιατί ορισμένοι πλούσιοι, ακόμα και μέλη της αυτόνομης κυβέρνησης, γράφουν τα παιδιά τους σε αραβικά σχολεία της Λαττάκειας, του Χαλεπίου ή της Δαμασκού, ενώ τα υπόλοιπα παιδιά σπουδάζουν εδώ στα κουρδικά;». Μία εβδομάδα αργότερα, ένα διάταγμα θέσπισε κυρώσεις για όποιον δημόσιο υπάλληλο της αυτόνομης κυβέρνησης στέλνει το παιδί του στα σχολεία του καθεστώτος.
Ωστόσο, απ’ ό,τι φαίνεται, η συνεννόηση ανάμεσα στις κοινότητες βελτιώνεται και οι θεσμοί λειτουργούν. Στην Καμεσλιγιέ, ο συμπρόεδρος του νομοθετικού συμβουλίου Χακέμ Χάλο εξηγεί: «Εδώ, στο καντόνι του Σεζίρε, το κράτος δεν πραγματοποιούσε καμία αναδιανομή. Το συγκεντρωτικό σύστημά του δεν έλαβε ποτέ υπόψη τις υπόλοιπες εθνοτικές ή θρησκευτικές κοινότητες. Σήμερα, το συριακό καθεστώς νομίζει ότι μπορεί να επιστρέψει στην κατάσταση που επικρατούσε πριν από την επανάσταση του 2011, πλέον όμως πολλοί Άραβες συμμετέχουν στο σύστημα της αυτόνομης διακυβέρνησης. Συμμετέχουν στα συμβούλια πολιτών της Ράκα, της Τάμπκα, του Μανμπίζ, του Ντέιρ Εζ Ζορ. Συνειδητοποιούν ότι μπορούν να ασχοληθούν πολύ καλύτερα με τις υποθέσεις της κοινότητάς τους σε σχέση με το παρελθόν».
Στο Τελ Αμπιγιάντ, μικρή πόλη κοντά στα τουρκικά σύνορα, η ένταση είναι αισθητή. Ο ISIS, ο οποίος εκδιώχθηκε από τις δυνάμεις των SDF το 2015 μετά από σκληρές μάχες, διέθετε κοινωνική βάση. Οι παρεμβάσεις της Τουρκίας και των συμμάχων της είναι διαρκείς. Σε όλα αυτά προστίθεται το βάρος ενός οδυνηρού παρελθόντος, καθώς η πόλη βρίσκεται σε μια περιοχή όπου τη δεκαετία του 1960 το μπααθικό καθεστώς είχε εγκαταστήσει αραβικούς πληθυσμούς και είχε εκδιώξει τους Κούρδους από τη γη τους. Όπως εξηγεί ο Ρασάντ Κούρντο, του οποίου η οικογενειακή περιουσία είχε διαρπαγεί, οι Κούρδοι προσπαθούν να μην φανούν εκδικητικοί: «Όταν οι SDF απελευθέρωσαν το Τελ Αμπιγιάντ από την κατοχή του Ισλαμικού Κράτους, δεν διώξαμε κανέναν. Δεν πήραμε πίσω τη γη που μας είχαν αρπάξει οι Άραβες πριν από πενήντα χρόνια. Θα περιμένουμε μια πολιτική λύση».
Ρωτήσαμε έναν Κούρδο, ιδιοκτήτη συνεργείου, ο οποίος αντιμετωπίζει την κατάσταση με σκεπτικισμό: «Ακόμα κι αν οικοδομούσαμε έναν παράδεισο, οι Άραβες δεν θα μας εμπιστεύονταν. Θεωρούν ότι οι Κούρδοι θέλουν να τους υποτάξουν. Κι εμείς φοβόμαστε ότι η Τουρκία θα κάνει εδώ τα ίδια που έκανε στο Αφρίν».
Αφρίν… Κάθε φορά που προφέρουμε τη λέξη, οι συνομιλητές μας δακρύζουν. Η τουρκική κατοχή του καντονιού αυτού, όπου πλειοψηφούν οι Κούρδοι, βιώθηκε ως ένα εξαιρετικά οδυνηρό πλήγμα. Τον Ιανουάριο του 2018, μετά από σειρά διαπραγματεύσεων και ανταλλαγμάτων, η Ρωσία επέτρεψε στην Τουρκία να εισβάλει στην περιοχή. Ο συνασπισμός στον οποίο ηγούνται οι ΗΠΑ έκανε τα στραβά μάτια και έτσι οι ίδιες ακριβώς κουρδικές δυνάμεις που είχαν διώξει τον ISIS από το Κομπάνι και τη Ράκα και είχαν σώσει τους Γιεζίντι από τους ισλαμιστές στο Σιντζάρ σφαγιάστηκαν εν μέσω αδιαφορίας εκ μέρους της «διεθνούς κοινότητας».
Αποδεικνύεται αδύνατον να μεταβούμε στο Αφρίν. Σταματάμε στο Μανμπίζ, στη δυτικότερη πόλη της αυτόνομης ομοσπονδίας. Αυτή η πόλη, προστατευόμενη από τον διεθνή συνασπισμό και υπερασπιζόμενη από τις δυνάμεις του τοπικού στρατιωτικού συμβουλίου, αποτελεί υπόδειγμα συνύπαρξης διαφορετικών κοινοτήτων. Συλλέγουμε πολλές μαρτυρίες για τις βιαιότητες που υπέστησαν οι Κούρδοι μετά την πτώση του Αφρίν. Σε μια έκθεση της Human Rights Watch, δημοσιευμένη τον Ιούνιο του 2018, καταγγέλλεται ότι «ένοπλες ομάδες του Ελεύθερου Συριακού Στρατού, υποστηριζόμενες από την Άγκυρα, λεηλάτησαν, κατέστρεψαν ή έκλεψαν τα αγαθά Κούρδων πολιτών στο καντόνι του Αφρίν. Εγκατέστησαν δικούς τους μαχητές και τις οικογένειές τους σε σπίτια Κούρδων χωρίς να τους αποζημιώσουν».3 Έκτοτε, η οργάνωση εξακολουθεί να περιμένει άδεια από τις τουρκικές αρχές για να συνεχίσει την επιτόπια έρευνά της.
Η Συρία είναι σήμερα ένα μπερδεμένο κουβάρι αντιφατικών συμμαχιών. Οι Κούρδοι του Αφρίν, στα δυτικά του Ευφράτη, προστατεύονταν από τους Ρώσους, που τους εγκατέλειψαν στη μοίρα τους. Οι Κούρδοι στα ανατολικά του Ευφράτη και στο Μανμπίζ προστατεύονται σήμερα από τον συνασπισμό στον οποίο ηγούνται οι ΗΠΑ και η Γαλλία. Μέχρι πότε όμως; Στην ίδια την περιοχή, οι κάτοικοι θεωρούν απολύτως αναγκαία την παροχή διεθνούς αεροπορικής προστασίας, χωρίς την οποία ο τουρκικός ή ο συριακός στρατός δεν θα δυσκολευτούν διόλου να συντρίψουν την ευάλωτη Δημοκρατική Ομοσπονδία. Με ποιο τίμημα όμως; Προκειμένου να λάβουμε μια απάντηση, είμαστε αναγκασμένοι να συναντήσουμε το ΡΚΚ, «κόκκινο πανί» για την Τουρκία και, σύμφωνα με ορισμένους παρατηρητές, «κυρίαρχο του κουρδικού παιχνιδιού στη Συρία».
Με ένα καραβάκι περνάμε τον Τίγρη, το σύνορο Συρίας και Ιράκ, και διασχίζουμε το βόρειο Ιράκ μέχρι το Καντίλ, την οροσειρά όπου έχουν βρει καταφύγιο οι δυνάμεις του ΡΚΚ. Εκεί συναντάμε τον Ρίζα Αλτούν. Είναι η πρώτη φορά που υψηλόβαθμο στέλεχος του ΡΚΚ μιλάει σε δημοσιογράφους μετά τη στοχευμένη δολοφονία, τον Αύγουστο του 2018, του Μαμ Ζέκι, ενός Γιεζίντι διοικητή του ΡΚΚ, από τουρκικό πύραυλο. Καθ’ όλη τη διάρκεια της συνομιλίας μας, πάνω από τα κεφάλια μας πλανάται ο βόμβος ενός -αόρατου στα μάτια μας- τηλεκατευθυνόμενου αεροσκάφους. Κάτω από τη φυλλωσιά των δέντρων, ο Αλτούν παραμένει ατάραχος: «Σήμερα υπάρχουν αντιφάσεις παντού. Αρχικά, οι Αμερικανοί δεν είχαν τη στρατηγική πρόθεση να υποστηρίξουν τις SDF. Οι Κούρδοι γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ένα ιμπεριαλιστικό κράτος. Ωστόσο, είμαστε υποχρεωμένοι να διατηρούμε μαζί τους αυτήν την παράδοξη σχέση, καθώς διακυβεύεται η επιβίωσή μας». Να προσθέσουμε ότι η πρόσφατη επικήρυξη της ηγεσίας του ΡΚΚ από την Ουάσιγκτον αποδεικνύει πόσο εύθραυστη είναι αυτή η συμμαχία. Τα παιχνίδια εξουσίας και οι αντιπαραθέσεις μεταξύ υπερδυνάμεων έχουν αγγίξει το αποκορύφωμά τους στο έδαφος της Συρίας…
1 Βλ. «Une utopie au cœur du chaos syrien», «Le Monde diplomatique», Σεπτέμβριος 2017.
2 Σχετικά με τον εμπνευστή του κουρδικού κομμουναλισμού, βλ. Benjamin Fernandez, «Murray Bookchin, écologie ou barbarie», «Le Monde diplomatique», Ιούλιος 2016.
3 «Syria: Turkey-backed groups seizing property», Human Rights Watch, 14 Ιουνίου 2018, www.hrw.org
Η Mireille Court είναι καθηγήτρια Αγγλικών, μέλος της συντονιστικής επιτροπής της οργάνωσης Solidarité Kurdistan, και ο Chris den Hond είναι δημοσιογράφος. Συντονιστές, μαζί με τον Stephen Bouquin, του «La Commune de Rozava. L’alternative kurde à l’Etat-nation», εκδ. Critica-Syllepse, Βρυξέλλες-Παρίσι, 2017.
Επιμέλεια: Βασίλης Παπακριβόπουλος
Πηγή: Η Αυγή από Le Monde Diplomatique