Macro

Η ανάκτηση της πολιτικής

ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ: Για μια συλλογική αναστοχαστική υπέρβαση
 
 
Η έκβαση των εσωκομματικών εκλογών στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έρχεται μετά από μια συντριπτική εκλογική ήττα και μέσα σε μια ζοφερή κοινωνικοπολιτική συγκυρία: ακραία όξυνση των ανισοτήτων, υφαρπαγή δημόσιων αγαθών και εγκατάλειψη δημόσιων υποδομών, άνοδος της ακροδεξιάς και συγκρότηση της ελληνικής alt-right, βάναυση κλιμάκωση ρατσιστικών και νεοφασιστικών εκδηλώσεων, μεταναστευτική πολιτική στα χέρια ένοπλων ακροδεξιών πολιτοφυλακών, παράνομες επαναπροωθήσεις, αποδυνάμωση των όποιων δημοκρατικών θεσμικών αντίβαρων, παρακρατικές υποκλοπές, στοχοποίηση των κοινωνικών δικαιωμάτων και όσων τα υπερασπίζονται – ολόκληρη η ελληνική κοινωνία υποκείμενη σε έναν ολοκληρωτικό νεοφιλελευθερισμό και σε μια καθημερινότητα αυταρχισμού.
 
Μέσα σ’ αυτόν τον ορυμαγδό, η κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και η στροφή που σηματοδοτεί επιφέρει ένα πολιτικό και κοινωνικό κενό εκπροσώπησης. Αυτή η κρίση δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Έχει καταβολές, συμφραζόμενα, συνθήκες που την επέτρεψαν και την εξέθρεψαν. Είναι απόρροια συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών, όπως η συστηματική αποποίηση της αυτοκριτικής και του αναστοχασμού για τις ήττες, η υποβάθμιση των συλλογικών δημοκρατικών διαδικασιών, ο τακτικισμός αντί της παραγωγής πολιτικής, οι καταστατικές στρεβλώσεις, η πολιτικά ρηχή και άνευ όρων διεύρυνση προς το «κέντρο», η επικράτηση του αρχηγισμού και ο πάση θυσία κυβερνητισμός αντί της πολιτικής, πολιτισμικής και ιδεολογικής δουλειάς στην κοινωνία.
 
Η εκλογή του νέου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ πραγματοποιήθηκε μέσα σ’ ένα κλίμα αυριανιστικής βαναυσότητας που παρήγαγαν, υποδαύλισαν ή ανέχτηκαν συγκεκριμένες εσωκομματικές ομάδες.
 
 
Η νεοσυντηρητική άλωση ως θέαμα
 
 
Εκτός από το «νέο» του νεο-συντηρητισμού, δεν υπάρχει τίποτε νέο σ’ αυτό το κυνικό συνονθύλευμα τσαμπουκά, εθνοπατριωτισμού και lifestyle, που περιστοιχίζει τον πρόεδρο και υποστηρίζει με φανατισμό την εκκαθάριση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Δεν υπάρχει τίποτε νέο στην αντιθεσμική εγκατάσταση «ημέτερων» σε ηγετικές θέσεις. Δεν υπάρχει τίποτε νέο στην αυταρχική αλαζονεία και την απαξίωση της συλλογικής λογοδοσίας. Δεν υπάρχει τίποτε νέο στη μετατροπή των μελών σε απλώς ψηφοφόρους, οπαδούς του «λαοπρόβλητου» αρχηγού. Δεν υπάρχει τίποτε νέο σε αποφάσεις δια βοής, χωρίς επιχειρήματα, χωρίς διαδικασίες, χωρίς κριτική και αυτοκριτική, εντέλει χωρίς τον κάματο της σκέψης. Και δεν υπάρχει τίποτε νέο στο «κάνετε στην άκρη» που αναγγέλλει την κατάργηση της εσωκομματικής δημοκρατίας και τον έλεγχο των εσωκομματικών συσχετισμών με απεχθές λεξιλόγιο («παρασιτοκτόνα», «εκκαθαρίσεις», κτλ.).
 
Αντίθετα, πρόκειται για συμπτώματα που έρχονται από το βαθύ παρελθόν του παλαιοκομματισμού και αναπαράγουν την ήδη καλλιεργημένη λογική της ανάθεσης στον ηγέτη-σωτήρα-influencer να «νικήσει τον Μητσοτάκη», αφού εκεί (πρέπει να) εξαντλείται ο ορίζοντας της πολιτικής προσδοκίας. Αυτή η νεοσυντηρητική λογική εκδηλώνεται με την επένδυση στον εθνοπατριωτικό λόγο και τη δημαγωγική εμμονή στην «αδιαμεσολάβητη» επαφή του ηγέτη με τον λαό «του».
 
Η πολυδιαφημιζόμενη συνταγή της κεντρώας στροφής –σε συντονισμό δήθεν με τη διαφαινόμενη δεξιόστροφη μετατόπιση της κοινωνίας– δεν είναι μόνο αναποτελεσματική, όπως έχουν δείξει τόσες ήττες μετασχηματισμένων πρώην αριστερών κομμάτων. Είναι και άμεσα επικίνδυνη γιατί εγκαταλείπει τα λαϊκά στρώματα στη νεοφιλελεύθερη και την ακροδεξιά αγριότητα. Στο όνομα αυτής της στροφής καλλιεργήθηκαν οι συνθήκες που επέτρεψαν την «επιθετική εξαγορά» του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, σαν να ήταν πρόσφορη για επένδυση ποδοσφαιρική ομάδα. Και βέβαια αυτό δεν είναι άσχετο από την ηχώ των ταξικών συγκρούσεων στο εσωτερικό του κόμματος. Η μιντιακή εικόνα της πραγματικότητας και η αφαίρεση των περιεχομένων από τον πολιτικό λόγο και την πολιτική πρακτική συνιστούν νίκη της αστικής ιδεολογίας μέσα σ’ έναν αριστερό χώρο.
 
 
Η ευθύνη της κριτικής
 
 
Η κριτική σ’ αυτήν την ιδεολογικοπολιτική στροφή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν ασκείται στο όνομα της προσκόλλησης και περιχαράκωσης σε μια «καθαρή ταυτότητα», όπως διαστρεβλωτικά και βολικά παρουσιάζεται από κάποιες πλευρές. Η δημοκρατικά θεσπισμένη ευρυχωρία και πολυφωνία είναι κεκτημένο της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς. Το νέο σκηνικό ηγεσίας δεν είναι «αντισυστημικός» αντίλογος στην «παράδοση». Και η κριτική αυτού του σκηνικού δεν είναι κάλεσμα για επιστροφή στις «ρίζες»: είναι κριτική απέναντι στη διολίσθηση προς μια αυταρχική, μεταδημοκρατική κατεύθυνση και κάλεσμα για συλλογική προγραμματική αντίσταση και αναστοχαστική υπέρβαση.
 
Άλλο, λοιπόν, η κριτική κατανόηση του παρόντος και άλλο η άκριτη προσχώρηση στην συντηρητική κοινοτοπία που αυτοπροβάλλεται ως «καινοτομία». Άλλο οι συγκλίσεις και οι προοδευτικές συμμαχίες που είναι απαραίτητες, αναπόφευκτες και επιθυμητές για την αναχαίτιση του νεοσυντηρητισμού και την προώθηση δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων προς όφελος των υπεξούσιων τάξεων και ομάδων, και άλλο η άνευ όρων προσχώρηση στο σχέδιο και στην ατζέντα του αντιπάλου που επιταχύνει τις διαδικασίες για την ιδεολογική ήττα της Αριστεράς και την αποδυνάμωση των κοινωνικών συμμαχιών της.
 
Αυτό που διαδραματίζεται, όμως, δεν είναι μόνο μια πολιτική στροφή, αλλά μια ολίσθηση στην αναξιοπιστία, την ανεπάρκεια και τον καιροσκοπισμό. Οι αναφορές σε «καθαρά χέρια», «ανθρωπιά» και «Κρητίκαρους» δεν συνιστούν αριστερό λόγο -δεν συνιστούν καν πολιτικό λόγο. Και αυτή είναι η πολιτικά επικίνδυνη τροπή της μεταπολιτικής: όταν νομιμοποιεί δημόσιες δηλώσεις όπως αυτές για την «μεταφορά» της προσωπικότητας των γονέων στα παιδιά – κατά προτίμηση αγόρια.
 
Η επιχειρούμενη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σε μια «αυτοδημιούργητη» και απολίτικη «πατριωτική παράταξη» πραγματοποιείται στο έδαφος μιας συστηματικής απο-ιδεολογικοποίησης του κόμματος. Η ιδεολογική κενότητα (προκειμένου να προσελκύσει ασαφή εκλογικά ακροατήρια) δεν είναι όμως ουδέτερη, αφού στηρίζει την επιβεβαίωση των υφιστάμενων πολιτικών και κοινωνικών σχέσεων εξουσίας.
 
Όπως είναι απωθητική η προσωποπαγής, αρχηγοκεντρική αμετροέπεια, έτσι θα ήταν προβληματική η εξάντληση της κριτικής στο πρόσωπο του νέου προέδρου αντί για τις κοινωνικές, πολιτικές και ιδεολογικές συνθήκες που οδήγησαν στη σημερινή κατάληξη. Και ας διατυπώσουμε, στο σημείο αυτό, το αυτονόητο: καμιά ανοχή στις ομοφοβικές φωνές απ’ όπου κι αν προέρχονται! Ας το γνωρίζουν καλά όσοι ξαναβγάζουν από τη ναφθαλίνη τη ρητορική μίσους περί «ελαττωματικών ιδεών» της Αριστεράς. Άλλο αδιαπραγμάτευτο μέτωπο στην ομοφοβία, και άλλο κριτικός αναστοχασμός για το κόστος της ομοεθνικιστικής, αστικής και οικογενειοκρατικής «ορατότητας» στη χειραφετητική δυναμική των ΛΟΑΤΚΙ+ πολιτικών.
 
 
Και τώρα τι;
 
 
Καλούμαστε σήμερα επειγόντως να κατανοήσουμε σε βάθος πώς βρήκε εσωκομματικό έδαφος η μεταδημοκρατική κενότητα: το σχέδιο μιας ανερμάτιστης στροφής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, η αντικατάσταση συλλογικών διαδικασιών με απατηλά επικοινωνιακά κλισέ, η συρρίκνωση της πολιτικής, η υπεροψία των αξιωματούχων και η αποδοχή της. Για να μπορέσουμε να αναχαιτίσουμε και να ανατρέψουμε αυτή την πορεία.
 
Καλούμαστε όμως –κι αυτό είναι ίσως ακόμη πιο σημαντικό– να αφουγκραστούμε την (αν)ήσυχη παραίτηση που εκτυλίσσεται αυτή τη στιγμή στη βάση αλλά και στις παρυφές του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Σιωπηρές ή χαμηλόφωνες αποχωρήσεις, αποστασιοποιήσεις, μούδιασμα, βαθιά απογοήτευση: σηματοδοτούν ένα ρεύμα στην κοινωνική βάση του κόμματος που αναζητεί τρόπους να επιστρέψει στην πολιτική και να ανακάμψει από τη μελαγχολία της ήττας, μετατρέποντάς την σε συλλογική επιθυμία για ευρύχωρες ανα-συνθέσεις με σαφές μεν στίγμα αλλά χωρίς ναρκισσιστικούς σεχταρισμούς.
 
Αυτή είναι η ώρα των αναστοχαστικών συλλογικών διαδικασιών για μια Αριστερά που συνθέτει την προοπτική του σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία με μια καθημερινή, μετασχηματιστική παρέμβαση, διεκδίκηση και εναλλακτική πρόταση για κοινωνική δικαιοσύνη, για δημόσια και κοινά αγαθά, για τη άμεση βελτίωση των συνθηκών ζωής των πιο ευάλωτων. Αυτή η Αριστερά είναι «κυβερνώσα» δυνάμει των κοινωνικών συμμαχιών της, αλλά δεν εξαντλεί τη δυναμική της στον διαχειριστικό κυβερνητισμό. Γίνεται σημείο αναφοράς και έμπνευσης των κοινωνικά ασθενέστερων. Αγωνίζεται στα κινήματα και στους θεσμούς. Είναι διεθνιστική, διαθεματική, φεμινιστική και οικολογική. Διατυπώνει βαθιά κριτική στην υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, με σχέδιο και πρόγραμμα για μια εναλλακτική, χειραφετητική κοινωνική και πολιτική οργάνωση.
 
Για να μετατραπεί αυτός ο αναστοχασμός σε παραγωγή πολιτικής ενάντια στους νεοσυντηρητισμούς της εποχής μας, είναι επιτακτική η ανάγκη να αναχαιτιστούν άμεσα οι τάσεις αποστράτευσης από τους κοινωνικούς αγώνες και να ενεργοποιηθούν συλλογικές διαδικασίες ανασυγκρότησης της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς.
 
 
Αθηνά Αθανασίου – Γεράσιμος Κουζέλης