Οπότε;
Το αν θα επιβιώσει η δημοκρατία, αυτό θα εξαρτηθεί από το πόσο το θέλουν οι ίδιοι οι λαοί. Οι λαοί και τα αυθόρμητα κινήματα οδήγησαν στην «αραβική άνοιξη», στη δημιουργία των Podemos, στην άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, στο «Occupy WallStreet»…
Για πρώτη φορά, η δημοκρατική επιβίωση δεν κρίνεται από τις λεπτομέρειες, αλλά από τα βασικά: θα συνεχίσουν οι πολίτες να μάχονται για το δικαίωμά τους να καθορίζουν οι ίδιοι τις ζωές τους, δημοκρατικά, ή θα αφεθούν να τους κυβερνούν τράπεζες, πλουτοκράτες, τεχνοκράτες, ολιγάρχες, δικτάτορες ή θρησκευτικοί φονταμενταλιστές κάθε είδους (συμπεριλαμβανομένων και των Αμερικανών χριστιανών).
Η δημοκρατία δεν είναι κάτι ούτε κάτι δεδομένο ούτε κάτι σταθερό, ακόμη και στις καλύτερες στιγμές της. Εχει πάντα εχθρούς μέσα της και απέναντί της και πάντα θα βάλλεται. Οι αγωνιστές υπέρ της θα πρέπει να έχουν τη μεγάλη, άφθαρτη εικόνα και όχι να εγκλωβίζονται στο βραχυπρόθεσμο και συνήθως θολό μέλλον.
Με συμφωνίες όπως η ΤΤΙP, οι πολίτες πλέον δεν θα ζητούν τον λόγο από τις κυβερνήσεις τους, αλλά από εταιρείες, που μάλιστα θα αντιμετωπίζονται νομικά ως «φυσικά πρόσωπα», με δικαιώματα, ακόμα και θρησκεία.
Εμείς οι της Αριστεράς στην Αμερική έχουμε ένα αστείο μεταξύ μας: ότι τη μέρα που οι εταιρείες θα μπορούν ως «φυσικά πρόσωπα» να καταδικαστούν σε θανατική ποινή, τότε ναι, θα πιστέψουμε πράγματι πως είναι «φυσικές οντότητες».
Πράγματι, το ανώτατο δικαστήριο στις ΗΠΑ τούς έχει επιτρέψει να έχουν δικαιώματα ανθρώπινα, όπως ελευθερία λόγου (για να αποφεύγουν τους ελέγχους χρηματοδότησης της όποιας καμπάνιας), ελευθερία συνείδησης και δικαίωμα στην ανεξιθρησκία (για να μπορούν να μη λαμβάνουν υπόψη τους τα ίσα δικαιώματα των σεξουαλικών μειονοτήτων, στις οποίες μπορεί ν’ ανήκουν εργαζόμενοί τους, και για να μην παρέχουν ασφαλιστική μέριμνα για αντισύλληψη και έκτρωση), καθώς και την ελευθερία των συναθροίσεων (για να μπορούν να αποφύγουν την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία).
Από την άλλη, όλοι αυτοί οι «ανθρωπόμορφοι» πλέον κολοσσοί δεν μπορούν να σταλούν στην αγχόνη για δολοφονία – αυτό στην Αμερική το φυλάμε ως «δικαίωμα» μόνο για τον πραγματικό «homo sapiens»… Ε, όλα αυτά τα ωραία θέλουν τώρα να ισχύουν και στην Ευρώπη, μέσω της ΤΤΙP.
Πάντως, για να μιλήσουμε εντελώς σοβαρά, μόνον οι λαοί μπορούν να επαναδιεκδικήσουν η δημοκρατία να έχει αναφορές στους ίδιους και όχι σε στελέχη κολοσσών ή επιχειρήσεις. Πολύ απλά θα πω πως αν δεν υπήρχε το κίνημα «Οccupy» τότε δεν θα μπορούσε να υπάρχει ο Μπέρνι Σάντερς.
Αν όλα αυτά είναι αλήθεια, γιατί ο κόσμος φοβάται να διεκδικήσει την αλλαγή;
Ο νεοφιλελευθερισμός έχει κυριαρχήσει για πολλούς λόγους. Κατ’ αρχάς, «έδρασε» στο όνομα της ιδιωτικής ελευθερίας, πράγμα το οποίο αγκάλιασε ακόμη και το πρεκαριάτο.
Δεύτερον, έχει δημιουργήσει τέτοιους οριζόντιους κοινωνικοπολιτικούς και οικονομικούς κανόνες που είναι πολύ δύσκολο να δεις έξω από αυτούς. Επιπλέον, παρά την κρίση που δέχεται και την καταστροφή που επιβάλλει, ο νεοφιλελευθερισμός έχει τους μηχανισμούς να δυσφημεί αποτελεσματικά κάθε εναλλακτική και να προβάλλεται ως η μόνη δυνατή λύση και πραγματικότητα.
Εχει πάρει έναν απλό κανόνα -το ότι κάθε τι πρέπει να διέπεται από τους νόμους της αγοράς και οι αγορές πρέπει να κυριαρχούν- και έχει θέσει αυτή την αρχή πάνω σε κάθε επίπεδο και πράξη ύπαρξης.
Πριν από δεκαέξι χρόνια είχατε γράψει για την «αριστερή μελαγχολία», κάτι που είναι έκδηλο πλέον στην Ελλάδα.
Είχα υιοθετήσει τον όρο από τον Βάλτερ Μπένγιαμιν. Είχα μιλήσει για την εσωτερική απογοήτευση του αριστερού, που παρ’ όλους τους ιστορικούς αγώνες, έχει χάσει πλέον το σθένος και τον στόχο του.
Αν μπορούμε να πούμε και σήμερα κάτι, στο οποίο θα συμφωνούσε και ο Μαξ Βέμπερ, είναι το εξής: Σε κάθε ιστορική συγκυρία, η Αριστερά πρέπει να αγωνίζεται για το καλύτερο δυνατό, με βάση τον ανθρωπισμό, το όραμα και τη ρεαλιστική πραγματικότητα.
Και πρέπει καθημερινά να μοχθεί εναντίον της απογοήτευσης και της μελαγχολίας, του φανατισμού ή της στείρας αντιδραστικότητας. Αυτό μπορεί να ακούγεται ως «υψηλή απαίτηση», αλλά είναι ο μόνος δρόμος για έναν καλύτερο κόσμο από τον σημερινό.
Η Γουέντι Μπράουν είναι καθηγήτρια Πολιτικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών