ΣΥΡΙΖΑ

Γιώργος Μπουγελέκας: Εμείς και η Προοδευτική Συμμαχία

Αμέσως μετά την κατάρρευση της δικτατορίας δημιουργήθηκε στα πιο πλατιά στρώματα του ελληνικού λαού η έντονη βούληση και απαίτηση, η οποία σε κάποιες περιπτώσεις απέκτησε κινηματικά χαρακτηριστικά, να ανατρέψει τη βασιλεία, στη συνέχεια να υπερασπιστεί το δημοκρατικό καθεστώς από τα εναπομείναντα χουντικά σταγονίδια στον στρατό, στα σώματα ασφαλείας και στον κρατικό μηχανισμό και μετά τις εκλογές του 1977 να ανατρέψει τη Δεξιά και να φέρει την αλλαγή στη διακυβέρνηση της χώρας.

Τότε εμφανίστηκε να έχει απήχηση σε αυτά τα λαϊκά στρώματα η έννοια του προοδευτικού πολίτη, του προοδευτικού δημοτικού συνδυασμού, του προοδευτικού συνδικαλιστικού ψηφοδελτίου, της προοδευτικής συνεργασίας, ακόμα και του προοδευτικού έργου τέχνης.

Η αίγλη τού εν λόγω επιθετικού προσδιορισμού διατηρήθηκε αμείωτη, παρά τις αντιδράσεις μεμονωμένων διανοουμένων της εποχής, μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’80, όταν ξέσπασε το σκάνδαλο Κοσκωτά και άρχισε να φαίνεται καθαρά πως κάποιοι πολιτικοί φορείς και πολιτικά πρόσωπα χρησιμοποίησαν τον όρο για να εξαπατήσουν τον λαό και να προσποριστούν προσωπικά υλικά οφέλη μέσω της ανακήρυξής τους σε προοδευτικούς πολίτες και πολιτικούς. Έκτοτε ο όρος έφθινε συνεχώς και, παρά την αναφορά στον τίτλο της πρώτης ουσιαστικής και αποτελεσματικής προσπάθειας ενότητας της Αριστεράς μετά τη διάσπαση του ’68, που ήταν ο Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου, σχετικά σύντομα και μετά από απαίτηση του τότε προέδρου του ΣΥΝ -και, να σημειωθεί, παλαιού προέδρου της ΕΔΗΝ- η λέξη “Πρόοδος” απαλείφθηκε από τον τίτλο του Κόμματος, που μετατράπηκε σε Συνασπισμό της Αριστεράς, των Κινημάτων και της Οικολογίας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, από τις εκλογές του 2012 και μετά, είχε φανεί πως είναι εκείνη η πολιτική δύναμη που θα μπορούσε να αντισταθεί αποτελεσματικά στις πιέσεις της τρόικας και του ΔΝΤ και να κρατήσει την κοινωνία όρθια μέχρι την οριστική της έξοδο από τα Μνημόνια, ενώ ταυτόχρονα ευαγγελιζόταν ότι για το μέλλον το άνοιγμα του δρόμου για έναν σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία δεν θα ανήκε στη σφαίρα της φαντασίας, αλλά ότι ήταν ένας στόχος που θα μπορούσε να γίνει ρεαλιστικός.

Με αυτόν τον πολιτικό εξοπλισμό ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε αξιωματική αντιπολίτευση και το 2015 κυβέρνηση. Αξίζει να αναλογιστούμε και τα πρόσωπα που τότε πλαισίωσαν τα ψηφοδέλτια του κόμματος. Άνθρωποι απλοί, άγνωστοι στο μιντιακό κατεστημένο, άνθρωποι της διπλανής πόρτας, όπως άλλωστε ήταν και ο ηγέτης του. Δεν είχε τότε ανάγκη ο ΣΥΡΙΖΑ τα μεγάλα ονόματα της πολιτικής. Είχε τους αγωνιστές του, τις αρχές και της αξίες της Αριστεράς.

Και μετά τον δραματικό συμβιβασμό του Ιουλίου του 2015, το κόμμα με αυτούς τους ίδιους -και, για να είμαστε ακριβείς, λιγότερους- ανθρώπους κατάφερε να ξανακερδίσει τη λαϊκή εμπιστοσύνη και υποσχέθηκε να κάνει πράξη τις υποσχέσεις του.

Και ενώ η κυβέρνηση της Αριστεράς προχωρούσε στον δύσβατο δρόμο της, με εμπόδια, με υπονόμευση από μεγάλο κομμάτι του κρατικού μηχανισμού, με την πέμπτη φάλαγγα να υπονομεύει τις εξοντωτικές διαπραγματεύσεις με τους “θεσμούς”, με τα ΜΜΕ να ξεπερνούν κάθε όριο ψευτιάς και διαστρέβλωσης, αλλά και με μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές επιτυχίες που ανακούφιζαν την κοινωνία, το 2018 επανεμφανίστηκε στην κομματική γλώσσα ο όρος “Προοδευτική Συμμαχία”, με περιεχόμενο τη σύμπραξη του κόμματος με παράγοντες του παλαιού πολιτικού συστήματος, οι οποίοι, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις, δεν μπορούσαν να πείσουν ότι δεν έχουν από καιρό κλείσει την πολιτική τους διαδρομή και ότι είχαν κάτι περισσότερο να δώσουν στον ΣΥΡΙΖΑ από εκείνα που ο ίδιος είχε κερδίσει χωρίς συμμάχους. Και εννοώ ότι τα πλατιά λαϊκά στρώματα είχαν εγκαταλείψει από καιρό το ΠΑΣΟΚ και -χωρίς τα στελέχη της “Προοδευτικής Συμμαχίας” να τους είναι ορατά ως σύμμαχοι του ΣΥΡΙΖΑ- είχαν ήδη αγκαλιάσει την Αριστερά. Αξίζει εδώ να μην ξεχάσουμε και τις αντιδράσεις που προκάλεσε αυτό το προσκλητήριο ακόμα και σε συντρόφους μας με σοσιαλιστική καταγωγή που είχαν προσεγγίσει το κόμμα μας πολύ πριν αυτό γίνει κυβέρνηση.

Για κάποιους, μάλιστα, υψηλόβαθμους κομματικούς αξιωματούχους, η πολιτική αυτή σύμπραξη οφείλει να αποκτήσει στρατηγικό χαρακτήρα και γι’ αυτόν τον λόγο αισθάνθηκαν την ανάγκη να αρθρογραφήσουν εξηγώντας ότι ο κομματικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να είναι η αφομοίωσή του από την “Προοδευτική Συμμαχία”, σε μια μακρά πορεία ζυμώσεων και μετασχηματισμών, όπως χαρακτηριστικά τόνιζαν.

Όμως τα πάντα κρίνονται εκ του αποτελέσματος

Η “Προοδευτική Συμμαχία” ως όχημα νίκης των δυνάμεων της Αριστεράς δεν έφερε τα αναμενόμενα κέρδη. Και για να είμαστε δίκαιοι, δεν ήταν ο μοναδικός λόγος της εκλογικής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές και της απώλειας της κυβερνητικής εξουσίας στη συνέχεια. Το φαινόμενο είναι προφανώς πολυπαραγοντικό. Όμως, η συγκεκριμένη τακτική δεν απέδωσε τα αναμενόμενα ούτε στις εθνικές εκλογές.

Ας παρατηρήσουμε τα ποσοστά του ΚΙΝ.ΑΛΛ. τον Σεπτέμβριο του 2015 και εκείνα του Ιουλίου 2019. Το εν λόγω κόμμα ενισχύθηκε σε ποσοστό 2%, παρά την πλημμυρίδα στελεχών του που κατέκλυσαν τα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ. Να θυμίσω μάλιστα ότι στα ψηφοδέλτια των εθνικών εκλογών συμπεριελήφθησαν ακόμα και στελέχη αντιπαραθετικών των δικών μας αυτοδιοικητικών ψηφοδελτίων, τα οποία, ενώ είχαν δηλώσει δημόσια την ένταξή τους στην Προοδευτική Συμμαχία, εξελέγησαν στα δημοτικά συμβούλια ασκώντας σκληρή αντιπολίτευση σε δημάρχους που υποστήριζε ο ΣΥΡΙΖΑ και είχαν αποδεδειγμένα πλούσιο έργο.

Να μην αφήσουμε επίσης απαρατήρητη και την εμφάνιση του ΜεΡΑ 25, ενός επίσης αριστερού κόμματος, που κατάφερε να εισέλθει στη Βουλή, διαψεύδοντας εκείνους και εκείνες που δήλωναν ότι το σχεδόν 3% που πέτυχε στις ευρωπαϊκές εκλογές ήταν ψήφος διαμαρτυρίας προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τίποτα άλλο, αφού αύξησε το ποσοστό του στις εθνικές εκλογές.

Κατά συνέπεια, με αυτήν την τακτική της μονόπλευρης διεύρυνσης προς τη σοσιαλδημοκρατία καταφέραμε τελικά να έχουμε αμφίπλευρες απώλειες.

Ένας διακηρυγμένος και ρεαλιστικός στόχος που θα μπορούσε να φέρει τη νίκη στον ΣΥΡΙΖΑ ήταν η ενεργοποίηση των ψηφοφόρων του στις εκλογές του 2015. Οι δημοσκοπήσεις, που τελικώς διαπιστώσαμε πως ήταν ορθές, είχαν εντοπίσει πως ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν το πλησιέστερο κόμμα στις προτιμήσεις της μεγάλης πλειοψηφίας των αναποφάσιστων ψηφοφόρων, οι οποίοι τοποθετούσαν τον εαυτό τους στα αριστερά του πολιτικού φάσματος και επιπλέον ανήκουν σε μεγάλο βαθμό στη νεανική ηλικία, η οποία αγνοεί παντελώς τα προηγηθέντα περί της σημασίας του απολύτως ξεπερασμένου όρου “προοδευτικός/η/ο”. Η υπερψήφιση του ΣΥΡΙΖΑ από ένα σημαντικό μέρος των νέων που έλαβαν τελικά μέρος στις εκλογές δεν καλύπτει την τεράστια απόσταση που χωρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ από τη νέα γενιά.

Η ενδεχόμενη απόπειρα μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ από κόμμα της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς σε κόμμα της Κεντροαριστεράς θα δημιουργήσει ένα πελώριο κενό στην πολιτική ζωή της χώρας, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο σε άλλες δυνάμεις να το καταλάβουν.

Και σε αυτό το σημείο προκύπτει το ερώτημα: Πώς θα ήταν δυνατόν να προσελκύσεις και να κινητοποιήσεις αριστερούς και νέους στην πλειοψηφία τους ανθρώπους που βρίσκονται στην αδράνεια και στην αναποφασιστικότητα προσφέροντάς τους τη δυνατότητα να επιλέξουν από τα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ στελέχη που προέρχονται από τη Σοσιαλδημοκρατία και το Κέντρο και έχουν υποστεί αρκετά από αυτά τη φθορά της εξουσίας;

Κατά τον γράφοντα, η ενδεδειγμένη τακτική για την ανατροπή του εκλογικού αποτελέσματος της 7ης Ιουλίου 2019 και την επιστροφή της Αριστεράς στην κυβέρνηση είναι η επιστροφή στον ριζοσπαστισμό, στις αρχές και τις αξίες της Αριστεράς, και η εμπιστοσύνη στις αστείρευτες λαϊκές δυνάμεις που, ιδιαίτερα μετά τις εκλογές, πλησιάζουν αυθόρμητα το κόμμα μας, συμπληρώνουν αιτήσεις εγγραφής, δηλώνουν τη διαθεσιμότητά τους να αγωνιστούν για τη νίκη του λαού με ανιδιοτέλεια και καθαρότητα. Αυτοί είναι οι αυθεντικοί σύμμαχοι του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα είναι δοκιμασμένοι στα δύσκολα.

 

Ο Γιώργος Μπουγελέκας, είναι εκπαιδευτικός, συγγραφέας και μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ

Πηγή: Η Αυγή