ΣΥΡΙΖΑ

Ένας από μας

Η μνήμη, λένε, είναι βάλσαμο και βάσανο.

Δεν μπορώ να ξεχάσω το τηλεφώνημά του τα ξημερώματα της πρώτης Κυριακής των εκλογών του ’12. Μόλις είχαμε γυρίσει από την ταβέρνα, που είχε ακολουθήσει την τελευταία αφισοκόλληση, και μας απέμεναν λίγες ώρες ύπνου μέχρι το ξημέρωμα της μεγάλης μέρας που θα ξεκινούσε κατά τις έξι και ούτε ξέραμε πότε θα τελείωνε.

“Με πήραν φίλοι μου δημοσιογράφοι, που έχουν άκρες σε δύο υπουργικά γραφεία. Είναι όλοι στις μαύρες πλερέζες. Το ΠΑΣΟΚ είναι στην τρίτη θέση και εμείς στη δεύτερη. Οι τελευταίες μετρήσεις μάς δίνουν αξιωματική αντιπολίτευση!” είπε και κατάλαβα πως ήταν βουρκωμένος. Ευχηθήκαμε ο ένας στον άλλον να είναι όλα αυτά αληθινά και κλείσαμε.

Την άλλη μέρα το πρωί ξύπνησα πιο νωρίς από την ώρα που είχα ρυθμίσει το ξυπνητήρι και άνοιξα τον υπολογιστή. “Leftist Tsipras 16%”, έγραφε ο «Guardian».

“Σου τά ‘λεγα και δεν με πίστευες”, ήταν τα λόγια του στο εκλογικό κέντρο, όταν μαζευτήκαμε ξημερώματα της Δευτέρας για να παραδώσουμε τα αποτελέσματα. Έλαμπε!

Και όπως το είχαμε συνήθειο, εδώ και χρόνια, συναντιόμασταν σε όλες τις διαδηλώσεις, συγκεντρώσεις, συνεδριάσεις, συλλαλητήρια, εισπνέαμε τα χημικά μας και μετά συνεχίζαμε με κρασοκατανύξεις στο καφενείο της γειτονιάς.

Πάντα πρωτοπόρος στις κομματικές δουλειές, ανέλαβε και τον συντονισμό της οργάνωσης της γειτονιάς του. Τον παρακολουθούσα να κατεβαίνει στη συνέλευση της ΟΜ, με γραμμένη εισήγηση, που προηγούμενα είχε μοιράσει ηλεκτρονικά σε όλους και σε όλες, να επιμένει να λειτουργεί -παρά τις μεγάλες δυσκολίες- η δημοτική παράταξη, να ετοιμάζει τα ψηφοδέλτια για την ένωση γονέων, να ρίχνει γέφυρες επικοινωνίας στους εθνικοτοπικούς συλλόγους της γειτονιάς του, να ανοίγει δίαυλο συζήτησης για τα τοπικά προβλήματα με τον εκλεγμένο δήμαρχο, να μιλά στην γειτονιά του για τον ΣΥΡΙΖΑ, να υπερασπίζεται τις θέσεις της Αριστεράς.

Η κορυφαία στιγμή του και στιγμή μας ήταν βέβαια στο δημοψήφισμα του ’15.

Τον θυμάμαι στην Όθωνος, μόλις τέλειωσε η ομιλία του Αλέξη, να με πλησιάζει γεμάτος συγκίνηση και έξαρση και να μου λέει: “Είμαστε τυχεροί που ζήσαμε αυτό το μεγαλείο!”.

Και την άλλη μέρα στο προαύλιο του σχολείου, που ήταν εκλογικός αντιπρόσωπος, να στήνει έναν πονεμένο καυγά με του παλιούς συντρόφους του από το ΚΚΕ για το μοίρασμα των άκυρων ψηφοδελτίων τους, που θα αδυνάτιζαν το τελικό αποτέλεσμα.

Το βράδυ του αποτελέσματος πετούσε: “ 62% ΟΧΙ! To περίμενες, ρε σύντροφε;”.

Ήταν η τελευταία φορά που τον είδα τόσο ευτυχισμένο. Ο Γολγοθάς του και ο Γολγοθάς της Αριστεράς μόλις θα ξεκινούσε. Ο επώδυνος συμβιβασμός για τους ανθρώπους της γειτονιάς του ήταν ακόμα πιο επώδυνος για τον ίδιο. Κάτι σαν πένθος, αφού αυτοί που σήκωναν στην πλάτη τους το βαρύ φορτίο των δυσβάστακτων μέτρων ήταν άνθρωποι δικοί του. Γείτονες, φίλοι, συγγενείς.

Εκείνος συνέχισε να στηρίζει το κόμμα και την κυβέρνηση. Να μιλά για τις επιτυχίες στην υγεία, να τονίζει τις θετικές εξελίξεις στην παιδεία, να μιλά για την αξία του ανθρωπισμού και να συμμετέχει στην αλληλεγγύη, να χαίρεται για την ανταπόκριση των νησιωτικών περιοχών στα πρώτα μαζικά μεταναστευτικά ρεύματα που προσέγγιζαν τη χώρα μας.

Όμως, τον έβλεπα, και στη συνέλευση της Ο.Μ. και στη συνεδρίαση της Νομαρχιακής του, να ασκεί κριτική κάθε φορά -και δεν ήταν λίγες- που η κυβέρνηση και κάποιος υπουργός δεν ακολουθούσε τη γραμμή του κόμματος. “Και να ξέρεις, εγώ καταλαβαίνω, όταν κάνουμε πίσω μπροστά στις πιέσεις της τρόικας. Αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι όταν μπορούμε να περάσουμε τη θέση της Αριστεράς και κάνει ο καθένας του κεφαλιού του”.

Πικραινόταν όταν στο προσφυγικό δεν τα καταφέρναμε όπως θα θέλαμε. Τον τρόμαζαν οι ιδιωτικοποιήσεις. Δεν άντεχε να βλέπει τα μορφωμένα παιδιά να εγκαταλείπουν την Ελλάδα. Ανησυχούσε με την καθυστέρηση στην εξέλιξης της δίκης της Χρυσής Αυγής. Δεν ήταν ικανοποιημένος με τον ρυθμό που έπεφτε η ανεργία. Αγωνιούσε για το μέλλον των συντάξεων και το ύψος του αφορολόγητου. Προβληματιζόταν με τα ανοίγματα στους νεόκοπους φίλους της Αριστεράς. Πονούσε από τις άγριες επιθέσεις των μέχρι χθες δικών μας. Ανησυχούσε με την περιορισμένη συμμετοχή των συντρόφων στις συνελεύσεις.

Ένα βράδυ κουτσοπίναμε και ήταν βαρύς. Στο σχετικό ερώτημα μου εξομολογήθηκε πως ένας παιδικός του φίλος του είχε κόψει την καλημέρα επειδή στήριζε τον ΣΥΡΙΖΑ. “Θα το ξεπεράσω. Εδώ αντιμετωπίσαμε τόσα και τόσα… Άλλωστε, κάποια στιγμή, ακόμα και αυτοί που τώρα μας χλευάζουν, θα καταλάβουν. Δεν γίνεται αλλιώς!”.

Πάντως, παρά τις ποικίλες απογοητεύσεις, εκείνος ήταν εκεί. Παρών σε όλα και παντού. Και στη συνέλευση και στη Νομαρχιακή. Και πάντα, παρά την κριτική του, να κλείνει την ομιλία του με μια χαρακτηριστική επωδό: “Να παλέψουμε και να βρούμε χρόνο για να ξεδιπλώσουμε έστω και για μερικούς μήνες το δικό μας πρόγραμμα. Να ανακουφίσουμε τον κόσμο τον βασανισμένο”.

Πάλευε να παρακολουθήσει, να διαβάσει, να καταλάβει τα οικονομικά, τα διεθνή, τα τραπεζικά, τα ζόρια με τους πλειστηριασμούς, τις δυσκολίες στην ενέργεια, στις Σκουριές, στο «Μακεδονικό».

Η εξέλιξη σε αυτό το τελευταίο ήταν μια πρώτη αχτίδα ελπίδας που έκανε πιο ζωντανή και την άλλη, εκείνη με τους οικονομικούς δείκτες που ανέλυαν τα στελέχη της κυβέρνησης, στην τηλεόραση, στις συνεντεύξεις και στα άρθρα τους και ο φίλος μου να παλεύει να τα πιάσει όλα για να πάει στο καφενείο και στο σόι και να τους δείξει πώς κερδίζει τις μάχες η Αριστερά.

Και όλοι περίμεναν τη λήξη των προγραμμάτων επιτήρησης. Κι αυτός μαζί.

Και η μεγάλη μέρα ήρθε. Και μαζί της ήρθαν οι πρώτες δηλώσεις για χαλάρωση, δηλαδή για μια πρώτη ανάσα των πονεμένων συμπατριωτών μας. Και νά, εμφανίζεται ο φίλος δυο μέρες μετά στα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ με ένα χαμόγελο ίσαμε τα αυτιά. Αλλά δεν τού ‘πε κανένας ένα μπράβο για ό,τι έκανε μέχρι τότε. Εκείνος ούτε που το πήρε είδηση. Άλλωστε ό,τι έκανε δεν το έκανε για το μπράβο. Για τους φτωχούς και τους αδύναμους το έκανε. Όμως, πίσω από το τεράστιο χαμόγελο του εγώ διέκρινα μια αδιόρατη θλίψη. Και γι’ αυτό του είπα: “Καλά τα κατάφεραν οι υπουργοί μας, ρε σύντροφε, αλλά κι εμείς εδώ στη βάση αντέξαμε και στηρίξαμε το κόμμα. Έτσι δεν είναι;”.

“Έτσι ακριβώς, σύντροφε. Έτσι και με το παραπάνω!” είπε και νόμισα πως εκείνη η αδιόρατη θλίψη που κρυβόταν πίσω απ’ το πλατύ του χαμόγελο, για μια στιγμή μονάχα, αχνόσβησε.

Ο Γιώργος Μπουγελέκας είναι εκπαιδευτικός, μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ

Πηγή: Η Αυγή