Macro

Ελληνικός φιλελευθερισμός: το χρονικό ενός διαρκούς κοινωνικού αδιεξόδου

Ο 20ός αιώνας μαζί με τα υψηλά επιτεύγματά του γνώρισε και πρωτοφανή ιστορικά διχασμό που έγινε αιτία να χυθεί πολύ αίμα και πολύ μελάνι. Γέννησε, έθρεψε και στο τέλος έγινε θύμα μιας βαθιάς διαίρεσης του αναπτυγμένου κόσμου σε Δύση και Ανατολή, σε φιλελεύθερα πολιτικά συστήματα στηριγμένα στην ιδιωτική πρωτοβουλία και πολιτικά συστήματα που τον έλεγχο της οργάνωσης και ρύθμισης της κοινωνίας κατέχει το Κράτος.

Στα εκατό και πλέον αυτά χρόνια και έχοντας την ισχυρή παρακαταθήκη των αστικών επαναστάσεων του 18ου και 19ου αιώνα, η πολυπόθητη έννοια της Ελευθερίας και των Δικαιωμάτων που πηγάζουν από αυτή, ταυτίστηκε με τις αξίες της Γαλλικής Επανάστασης, της Δημοκρατίας, και αργότερα της Νεωτερικότητας.

Καθώς το τρίπτυχο «Ελευθερία, Ισότητα, Αλληλεγγύη» βοηθούσε το ένα μετά το άλλο το νεωτερικά κράτη να συγκροτήσουν τα ετερογενή έθνη τους και τα ενέτασσε σε ένα κοινό τρόπο ζωής, κοινές αξίες και κοινούς στόχους, ταυτόχρονα έδινε και την πολιτική κατεύθυνση της αδιαμφισβήτητης στήριξης της Δημοκρατίας ως το μοναδικό πολίτευμα που κατοχύρωνε την ελευθερία, αφήνοντας στην άκρη την έννοια της Ισότητας. Κατά συνέπεια, η μεγάλη πλάνη των δημοκρατικών καθεστώτων ξεκίνησε από την παραδοχή ότι η Δημοκρατία από μόνη της είναι εχέγγυο της Ισότητας και της Αλληλεγγύης.

Αυτό που κατοχύρωναν τα αστικά δυτικά κράτη χωρίς δυσκολία ήταν η επιβεβαίωση ότι το Κράτος θα απέχει από οποιοδήποτε περιορισμό ή προσπάθεια να εμποδίσει την Ελευθερία των μελών των κοινωνιών. Αντίθετα, ο στόχος της Ισότητας ερχόταν σαν ευχή, σαν ένα γενικό και αόριστο δέον που θα επιτευχθεί μόνος του χωρίς παρεμβάσεις, χωρίς περιορισμούς στη δράση της κοινωνίας, μέσα από μία μαγική αυτορρύθμιση. Έχοντας μόλις καταπολεμήσει τον εχθρό της μοναρχίας, της βασιλείας και της φεουδαρχίας, αναγνώριζε ως ύψιστη ανάγκη την κατοχύρωση της Ελευθερίας, της ελευθερίας της έκφρασης, της ιδιοκτησίας και της δράσης. Κάπως έτσι στήθηκαν οι αστικές δημοκρατίες της Δύσης με επίκεντρο την πανίσχυρη τότε Μ. Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής που έτσι και αλλιώς αποτελούσαν τους πρωτοπόρους της βιομηχανικής επανάστασης.

 

Η γέννηση του Κοινωνικού Κράτους

Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και το αιματηρό πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, τα Κράτη και οι κοινωνίες βρέθηκαν μπροστά σε νέα δεδομένα. Οι συνθήκες των δύο παγκόσμιων πόλεμων, η απώλεια της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ανέδειξε σαν απόλυτη ανάγκη την προστασία της ανθρώπινης ζωής. Αυτή η προστασία ήταν εμφανές ότι δεν θα μπορούσε να κατοχυρωθεί μόνο με τη Δημοκρατία και την Ελευθερία αλλά και με μία διαφορετική δράση και ρόλο των Κρατών έτσι ώστε να υποχρεωθούν να μετατρέψουν την τυπική Ισότητα σε ουσιαστική, τουλάχιστον μέχρι το βαθμό προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Κάτω από το βάρος αυτής της πολύ σημαντικής δέσμευσης υπέγραψαν τη συνθήκη της Παγκόσμιας Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων το 1948 από το νεοσύστατο Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών αλλάζοντας έτσι τη ρότα της ιστορικής πορείας της κρατικής κυριαρχίας και των πολιτικών της.

Κάπου ανάμεσα στο 1950 και στο 1975, την «ένδοξη τριακονταετία» που μας λένε οι Γάλλοι, η ανθρωπότητα φοράει τα καλά της και δημιουργεί την ισχυρότερη προστασία της ζωής που γνώρισε η ανθρώπινη ιστορία κατασκευάζοντας το Κοινωνικό Κράτος και το ευεργετήματά του. Εργαλεία αυτού του φιλολαϊκού δημοκρατικού κράτους αναδεικνύονται τα κοινωνικά δικαιώματα καθώς μέσα από αυτά το Κράτος νομιμοποιείται να δράσει, να αναδιανέμει το εισόδημα, να αμβλύνει τις κοινωνικές ανισότητες, να περιορίσει την κοινωνική αδικία, να επέμβει στις κοινωνικές τάξεις, να εξασφαλίσει διαγενεακή ανοδική κοινωνική κινητικότητα, να επεξεργαστεί την κοινωνική αλληλεγγύη με όρους συνοχής, να δουλέψει και να διεκδικήσει κοινωνική ειρήνη, τέλος να μετατοπίσει λιγότερο ή περισσότερο τις αξίες της απόλυτης ελευθερίας προς το σεβασμό της ελευθερίας του άλλου, καθώς οι ελευθερίες δεν είναι απεριόριστες για όλους ούτε διαθέσιμες να διεκδικηθούν από όλους με τους ίδιους όρους.

Στην καρδιά αυτής της δύσκολης διαπραγμάτευσης για ένα διαφορετικό κοινωνικό συμβόλαιο υπέρ του Ανθρώπου, με το Α κεφαλαίο, κατοχυρώθηκαν σαν θεμελιώδη δικαιώματα, το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση, στην δημόσια υγεία, στη δημόσια εκπαίδευση. Δημοκρατία χωρίς αυτά τα κατοχυρωμένα κοινωνικά δικαιώματα δεν μπόρεσε να υπάρξει στη Δυτική Ευρώπη παρόλο που εφαρμόστηκε πολύ διαφοροποιημένο από χώρα σε χώρα.

 

Κρίση του κοινωνικού κράτους, άνοδος του εθελοντισμού

Αδιαμφισβήτητα, η κρίση του φορντικού κεϊνσιανού κράτους μετά την πετρελαϊκή κρίση 1973-75, αναδεικνύει την εθελοντική δράση σε σημαντική παράμετρο αναπλήρωσης των ελλείψεων του Κοινωνικού Κράτους. Ο εθελοντισμός από καταβολών του σχετίζεται με την Εκκλησία, έχουν χαρακτηριστικά θρησκευτικής προέλευσης θέτοντας στο επίκεντρο την χριστιανική ηθική κατά το «αγαπάτε αλλήλους».

Ο Εθελοντισμός έχει κοινά στοιχεία με τη Φιλανθρωπία, καθώς και οι δύο έννοιες αναφέρονται στη βοήθεια και την προσφορά τους το συνάνθρωπο, τους ο εθελοντισμός είναι ευρύτερος και ενεργοποιεί το άτομο ώστε να παραχθεί αλληλεγγύη ενώ η φιλανθρωπία στηρίζεται πάνω στην εκπλήρωση τους συναισθηματικής κατάστασης του οίκτου. Η ανάδειξη τους εθελοντικής δράσης συνδυάζεται με την κριτική́ στα αποπροσωποποιημένα γραφειοκρατικά συστήματα παροχής κοινωνικών υπηρεσιών του κράτους πρόνοιας με κύρια εστίαση στο τομέα τους υγείας και τους κοινωνικής βοήθειας όπου το άτομο μετατρέπεται σε πελάτη και καταναλωτή υπηρεσιών και προϊόντων. Ιστορικά, ο εθελοντισμός εμφανίζεται ως προσπάθεια ιδεολογικής ενσωμάτωσης τους εργατικής τάξης και των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων στο αστικό-καπιταλιστικό σύστημα όπου το κράτος έχει αποτύχει. Ιδιαίτερα από τη δεκαετία του ’90 κατά την περίοδο του εκσυγχρονισμού παρατηρείται μία συστηματική συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους μέσα από τη μετακίνηση των δραστηριοτήτων του δημοσίου στον ιδιωτικό τομέα με κυρίαρχο στόχο τη μείωση του λειτουργικού κόστους των κρατικών υπηρεσιών.

Η συρρίκνωση αυτή συνεχίζεται από τότε μέχρι σήμερα αδιάλειπτα, με έμφαση στην τελευταία δεκαετία, όπου παρατηρείται μία ακραία φιλελευθεροποίηση όλων των ευρωπαϊκών κοινωνικών συστημάτων ακόμα και των πιο γενναιόδωρων τους αυτών που δομήθηκαν πάνω στη σοσιαλδημοκρατία με κυρίαρχο παράδειγμα των σκανδιναβικών χωρών ή ακόμα και των πιο στιβαρών τους αυτών που δομήθηκαν στην Κεντρική Ευρώπη με κυρίαρχο παράδειγμα των κορπορατιστικών χωρών Γερμανίας και τους Γαλλίας.

 

Η ελληνική πραγματικότητα

Η ελληνική περίπτωση καθώς κινείται στον περιθώριο αυτών των μεταβολών και των τάσεων πάσχει σοβαρά τόσο από την ανάπτυξη του αποτελεσματικού κοινωνικού μοντέλου όσο και από την ανάπτυξη του εθελοντικού-φιλανθρωπικού μοντέλου παρεμβάσεων. Το γιγάντιο βάρος της ρύθμισης της κοινωνικής φροντίδας έπεφτε και πέφτει παραδοσιακά στην οικογένεια και το ευρύτερο συγγενικό υποστηρικτικό περιβάλλον με αποτέλεσμα να είναι εμφανή τα όρια και οι σοβαρές ελλείψεις στη λειτουργία τους.

Ωστόσο, η χρηματοπιστωτική κρίση που γρήγορα μετατράπηκε σε κοινωνική, από το 2009 και έπειτα, ανέδειξε ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα στη θεραπεία των κοινωνικών προβλημάτων. Τη δουλειά του κοινωνικού Κράτους (σοσιαλιστικό μοντέλο) ή του εθελοντισμού (φιλελεύθερο μοντέλο) δεν μπορούσε να την κάνει πλέον η οικογένεια για προφανείς λόγους. Η υψηλή ανεργία, οι περικοπές των μισθών με παράλληλες περικοπές των συντάξεων οδήγησαν την ελληνική οικογένεια σε αδιέξοδο και απόγνωση. Είναι προφανές ότι η περικομμένη σύνταξη τους γιαγιάς δεν μπόρεσε να καλύψει τους ανάγκες τριών γενιών καθώς οι δύο πιο επόμενες γενιές δεν έχουν πλέον πρόσβαση στην αγορά εργασίας ή σε κάθε περίπτωση σε πλήρη απασχόληση.

Ακόμη πιο τραγική καταγράφεται η κατάσταση στον τομέα των κύριων δημόσιων θεσμών, υγεία και εκπαίδευση, οι οποίοι μέσα στην πανδημία καταρρέουν εκ των πραγμάτων λειτουργεί σωρευτικά τους δυσκολίες αντιμετώπισης των κοινωνικών προβλημάτων. Είναι σαφές ότι ούτε ο αποσπασματικός ανοργάνωτος εθελοντισμός ή ότι βαφτίζεται ως τέτοιο αλλά ούτε και το ακυρωμένο στην πράξη κοινωνικό κράτος μπορεί να αποδώσει καρπούς επί δεξιάς διακυβέρνησης.

Καθώς η Ελλάδα δεν διαθέτει εκείνες τους δικλείδες ασφαλείας που διαθέτουν τόσο τα κορπορατιστικά καθεστώτα τους ευρωπαϊκής Δύσης όσο και τα φιλελεύθερα καθεστώτα των Ηνωμένων Πολιτειών και της Βρετανίας, οδηγείται σε μία καταστροφική ανομία με κύριο θύμα την ίδια την κοινωνία και τους πολίτες της. Η χώρα των τουριστικών παράδεισων που το ΑΕΠ της μέσα στην πανδημία γίνεται μία τρύπα στον παγκόσμιο χάρτη, αυτοακυρώνεται καθώς δεν διαθέτει κανένα ενεργό εργαλείο να αντιμετωπίσει ουσιαστικά το τρίπτυχο πανδημία – βαθιά οικονομική κρίση – κρίση δημόσιων θεσμών.

Έτσι, το μόνο που φαίνεται μέχρι τώρα να έχει ενεργοποιήσει είναι ο εντυπωσιασμός μέσω των ΜΜΕ που ασφαλώς άθελά τους μετατρέπονται στο δεκανίκι των σωρευτικών τριπλών κρίσεων σαν ο μοναδικός μηχανισμός κατασκευής τους εικόνας τους κοινωνίας και όχι φυσικά της πραγματικής αντιμετώπισης των κοινωνικών προβλημάτων. Εύλογα, αναρωτιέται σήμερα ο καθένας «πως θα θεραπεύσει επιτέλους αυτή η κοινωνία τις πληγές της», «πως θα αναγεννηθεί από τα συντρίμμια της;», «πότε θα σκεφτεί το κράτος τους ανθρώπους πριν από τα συμφέροντα»;

Η Δέσποινα Παπαδοπούλου είναι καθηγήτρια στο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου

Πηγή: Η Εποχή