Συνεντεύξεις

Έφη Αχτσιόγλου: Μπαίνω συνεχώς στη θέση του πολίτη που ακούει τον υπουργό

• Κοινωνικό μέρισμα, εφάπαξ επίδομα των 400 ευρώ για 55.000 νέους, βελτιωμένη ρύθμιση οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταμεία 120 δόσεων. Δίνετε πίσω χρήματα που έχετε ήδη εισπράξει μέσω της φορολόγησης; Εχει ξεκινήσει ένα είδος προεκλογικού αγώνα;

Τίμια σας λέω «όχι». Ο ΕΦΚΑ είχε προϋπολογιστεί με ένα έλλειμμα 750 εκατ. και έκλεισε με πλεόνασμα 300 εκατ., δηλαδή 1 δισ. ευρώ πάνω από τις αρχικές εκτιμήσεις. Το επίδομα στους νέους προέκυψε όταν είδαμε ότι στον ΟΑΕΔ υπάρχει ελάχιστος δημοσιονομικός χώρος, μια υποεκτέλεση στα επιδόματα ανεργίας. Ηταν σημαντικό να προλάβουμε ώστε να μη χαθούν τα χρήματα, γιατί αν έκλεινε ο χρόνος θα εγγραφόταν στο έλλειμμα του ‘18.

Είμαι σε θέση να γνωρίζω ότι η μεγάλη ανατροπή στον προϋπολογισμό, το υπερπλεόνασμα, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον ΕΦΚΑ και μάλιστα από συγκεκριμένο μέρος του, όχι από επιδρομή εισφορών, όπως ισχυρίζεται η αντιπολίτευση, αφού οι ελεύθεροι επαγγελματίες πληρώνουν στην πλειονότητά τους λιγότερα. Τα περισσότερα έσοδα προέκυψαν από τους μισθωτούς, αφού αυξήθηκε η απασχόληση, κι επειδή έγινε σημαντική δουλειά στην εκκαθάριση του μητρώου των συντάξεων που ήταν σε εκκρεμότητα.

• Στο «Κόκκινο», στο δικό σας ραδιόφωνο, οι εργαζόμενοι είναι απλήρωτοι και καλούνται να δεχτούν οριζόντιες περικοπές μισθού και να ξεχάσουν χρωστούμενα. Η κατάσταση αποτυπώνει μια αντίφαση: την ίδια ώρα που ζητάτε την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας στη χώρα, δεν καταφέρνετε να την τηρήσετε σ’ ένα δικό σας μέσο μαζικής ενημέρωσης.

Οπου παραβιάζεται η εργατική νομοθεσία, σε κάθε μέσον επικοινωνίας, οποιασδήποτε πολιτικής άποψης, και δικής μας, δεν γίνονται διακρίσεις. Αντικείμενό μας είναι η εργασία στον ιδιωτικό τομέα κι αυτό, εκ των πραγμάτων, σημαίνει ότι τα περιθώρια είναι εξαιρετικά μετρημένα.

Η περίπτωση του «Κόκκινου» δεν αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση, συγκαταλέγεται στον όγκο όλων αυτών των επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν πρόβλημα – δεν μπορώ να μην το δεχτώ αυτό. Σαφώς δεν πρέπει ο επιχειρηματικός κίνδυνος να επιβαρύνει τον εργαζόμενο.

Η κοινή λογική λέει ότι ο εργαζόμενος όπως δεν μοιράζεται τα κέρδη, έτσι δεν μοιράζεται και τις ζημίες όταν προκύπτουν. Με προβληματίζει η κατάσταση στο «Κόκκινο», έχω την ίδια ανησυχία που θα είχα για οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση. Το υπουργείο Εργασίας είναι υπουργείο πρώτης γραμμής, βρίσκεται σε συνεχή επαφή με τον κόσμο της εργασίας. Δεν θα είχα καμιά σχέση με την πραγματικότητα αν έλεγα ότι η κατάσταση στην αγορά εργασίας είναι καλή.

Οι κρούσεις που δεχόμαστε καθημερινά αφορούν πρωτίστως το φαινόμενο της απλήρωτης εργασίας. Προσπαθούμε να παρέμβουμε θεσμικά, και μέσω του ΣΕΠΕ [Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας]. Παλεύουμε για λύσεις, διευκολύνουμε τον διάλογο, που αρκετές φορές καταλήγει υπέρ των εργαζομένων.

• Είστε μόλις 32 ετών. Εχοντας επενδύσει αρκετά χρόνια σε σπουδές και επαγγελματική κατάρτιση γίνατε υπουργός Εργασίας, μάλιστα η πιο νέα υπουργός σε κυβερνητικό σχήμα. Εναρμονίζεται ο ρόλος με το γεγονός ότι δεν έχετε αποκτήσει σχέση μ’ αυτό που λέμε καθαυτό εργασία, πέραν της πολιτικής σταδιοδρομίας των τριών τελευταίων χρόνων;

Δεν θα σας μιλήσω για την εμπειρία της δικηγορίας, ούτε για τη δουλειά στο Ευρωκοινοβούλιο. Να μου επιτραπεί όμως να πω κάτι που πιστεύω βαθιά. Θεωρώ ρατσιστική την αντίληψη που θέλει τους νέους που κάνουν επιστημονική έρευνα στην Ελλάδα μη εργαζόμενους. Είναι δύσκολη εργασία, κοπιαστική, πολύ μοναχική, γιατί την ίδια ώρα που ξημεροβραδιάζεσαι στις βιβλιοθήκες, οι συνάδελφοί σου δικηγορούν και εξελίσσονται, βγάζουν χρήματα.

Κι εσύ, έχοντας μια υποτροφία 400 ευρώ –στην καλύτερη περίπτωση–, κι ένα ενθαρρυντικό χτύπημα των γονιών στην πλάτη, αγωνίζεσαι για κάτι που θεωρείς αναγκαίο. Την ίδια στιγμή που λέω αυτό, συμφωνώ απολύτως με εκείνον που, δουλεύοντας μέρα νύχτα ντιλίβερι και ανασφάλιστος, θα με θεωρούσε προνομιούχα. Αλλά βρίσκω επίσης σωστό να υποστηρίξω ότι όποιος στις σημερινές συνθήκες κάνει σοβαρή έρευνα, δεν αράζει, είναι κι αυτός εργαζόμενος.

• Στις δηλώσεις σας παρατηρεί κανείς μια ιδιαίτερα προσεκτική τοποθέτηση και διατύπωση: «Υπάρχει σχετική αισιοδοξία», «διαμορφώνουμε τις προϋποθέσεις ώστε η ανάπτυξη να μην είναι αυτή που ήταν και που μας οδήγησε στην κρίση»…

Υπάρχει αυτοσυγκράτηση. Και πώς να μην προσέχω τι θα πω; Τι να πανηγυρίσεις; Ακόμα κι όταν βλέπουμε τους δείκτες της ανεργίας να πέφτουν, δαγκώνομαι να μη δείξω τη μικρή χαρά που νιώθω εκείνη τη στιγμή. Μου είναι πολύ οικεία η εικόνα του συνομηλίκου μου με τρία πτυχία, που δουλεύει όλη μέρα για 450 ευρώ, να βλέπει στην τηλεόραση τον υπουργό Εργασίας να κάνει αμέριμνος δηλώσεις.

Αυτή είναι η δική μου εικόνα, μόλις χθες, ν’ ακούω υπουργούς και πολιτικούς, να «φορτώνω», να σκέφτομαι: «τι μας λέει τώρα;». Αυτή η νωπή μνήμη είναι αρκετή για να με φρενάρει. Υπάρχει συνεχώς μέσα μου ένα φίλτρο που, είτε το πιστεύετε είτε όχι, λειτουργεί ανασχετικά σε συναισθηματικές εκδηλώσεις. Ενα «χαλινάρι» προσωπικό που δεν συνδέεται καθόλου με την αγωνία για το πολιτικό προφίλ μου –μήπως βγω χαζοχαρούμενη ή πολιτικά ορθή, ή άσχημη ή όμορφη–, αλλά με την αγωνία τού τι θα σκεφτεί ο πολίτης που με ακούει. Από την άλλη, όταν σε μια σκληρή διαπραγμάτευση κερδίζεις κάτι και μέσα σου λες «είναι σημαντικό αυτό», ξέρεις ότι υπάρχει ο κίνδυνος να βγεις να πεις τίποτα μεγαλοστομίες του τύπου «μεγάλη νίκη των δημοκρατικών δυνάμεων»…

Θέλω να πω ότι προσπαθώ να διατηρώ ξεκάθαρη στο μυαλό μου την απόσταση από την όποια ικανοποίηση δημιουργείται αν καταφέρουμε κάτι, έστω μικρό, μέχρι την αφόρητη πίεση που βιώνει ο πολίτης, κι όταν ακούει χαρούμενες εξαγγελίες φυσικά δικαιούται να πει: «Τι μας λες, κυρία μου; Αντιλαμβάνεσαι πώς ζούμε;».

• Κάποιοι ερμηνεύουν την ψυχραιμία σας ως στοχοπροσήλωση στη χάραξη πολιτικής καριέρας με κάθε τρόπο.

Οι συνεργάτες μου δεν μου αναφέρουν τίποτα απ’ όλα αυτά που λέτε, κι εγώ δεν παρακολουθώ καθόλου τηλεόραση πια. Δεν ξέρω αν με παίζουν, πώς με παίζουν, θέλω να μη με ενδιαφέρει. Οταν ανέλαβα το υπουργείο υπήρξε δημοσίευμα πολύ αγριότερο αυτών που περιγράφετε γύρω από την εικόνα μου. Τέτοιες αθλιότητες είναι αδύνατον να μην επηρεάσουν τον οποιονδήποτε. Την πρώτη φορά που είδα τέτοιο δημοσίευμα μπλόκαρα. Μετά από δύο ώρες αναρωτήθηκα ψύχραιμα: «Σ’ έβαλαν εδώ για να καταρρέεις και να μην μπορείς να δουλέψεις;

Αν δεν μπορείς να το αντέξεις πρέπει να φύγεις και να έρθει άλλος στη θέση σου που αντέχει». Κινήθηκα με όρους πρακτικούς. Δεν με γκούγκλαρα, δεν έψαξα να μάθω τι γράφουν για μένα. Ζήτησα από τη διευθύντρια του γραφείου στην αποδελτίωση του Τύπου που έρχεται κάθε πρωί να εξαιρούνται όλα τα σεξιστικού τύπου δημοσιεύματα, όχι των πολιτικών επιθέσεων.

Αυτό λειτούργησε. Τον πρώτο καιρό, πράγματι, αφαιρούνταν πολλά στην αποδελτίωση, μετά μειώθηκαν. Προσπαθώ να περιφρουρηθώ, γιατί αν υποκύψεις στην παγίδα τού να μάθεις, είναι ανθρώπινο να επιθυμήσεις ν’ αλλάξεις, να γίνεις τάχα πιο καλός, πιο αρεστός, πιο ωραίος κ.λπ.

• Στη Βουλή έχετε εισπράξει σεξιστική συμπεριφορά; Υποτιμηθήκατε ως νέος άνθρωπος, ως γυναίκα;

Δεν μπορώ να φανταστώ τον σκιώδη υπουργό Οικονομικών της Ν.Δ. να μην είναι παρών όταν μιλάει στο Κοινοβούλιο ο Ευκλείδης Τσακαλώτος. Οταν όμως μιλάω εγώ, ο κύριος Βρούτσης συχνά επιλέγει να απουσιάζει.

Αυτό αποτελεί δείγμα υποτίμησης όχι μόνο του υπουργείου, αλλά και της προσωπικότητας. Αλλά κι όταν είναι παρών, συνηθίζει τις προκλητικές και προσωπικές επιθέσεις. Δεν τον ακολουθώ. Περνάμε πολλές ώρες στο Κοινοβούλιο σε κλίμα τεταμένο, με αλληλοκατηγορίες που σε «φουντώνουν». Κάποιοι δίνουν κανονικά θεατρική παράσταση, πατούν το on της έναρξης και το off της λήξης.

• Πώς αντιδράτε;

Φέρνω ξανά στο μυαλό μου τον συνομήλικό μου άνεργο που τυχαίνει να παρακολουθεί. Και δεν θέλω να με δει να ωρύομαι, να απαντώ προσωπικά στον άλλον, με τρόπο που σε εκείνον θα είναι ακατανόητος. Σκέφτομαι ότι μιλάω στον πολίτη και αντιστέκομαι στον ανθρώπινο εκνευρισμό, στην προσωπική απάντηση. Δεν έχω πει ποτέ στη Βουλή «λέτε ψέματα», αλλά «αυτό είναι ανακριβές», και αποδεικνύω γιατί.

Ξέρω ότι υπάρχει κόσμος που έχει αρνητική γνώμη για μένα. Ισως επειδή η κοινωνία μας δεν δέχεται εύκολα μια γυναίκα –και μάλιστα νέα– σε τέτοιες θέσεις. Και ξέρετε τα ίδια ΜΜΕ που έκαναν τη σεξιστική επίθεση εις βάρος μου, την ίδια εποχή εκθείαζαν ένα κορίτσι 27 χρόνων που έγινε υπουργός στη Σουηδία… Κοιτάζοντας προς τον προοδευτικό Βορρά έλεγαν «μπράβο», εδώ το αντίστοιχο το στηλίτευαν.

• Θα αλλάξει ποτέ αυτή η νοοτροπία;

Συνδέεται άμεσα με το ζήτημα αν ο νόμος πρέπει να τραβάει πιο μπροστά σε μεταρρυθμίσεις σε σχέση με την κοινωνία, δηλαδή να προβαίνει σε αλλαγές προοδευτικές, παρ’ όλο που ο κόσμος δεν είναι έτοιμος να τις δεχτεί ή να περιμένει πρώτα την κοινωνία να ωριμάσει για να τις προωθήσει. Νομίζω ότι η πρώτη αντίληψη μπορεί να δώσει αποτελέσματα.

Εχουμε το παράδειγμα της ταυτότητας φύλου και τον διάλογο που άνοιξε σχετικά. Οσο για το προσωπικό επίπεδο, πιστεύω πως οι γυναίκες κάνουν ένα λάθος στην περίπτωση σεξιστικών επιθέσεων: θυματοποιούνται. Ομως δεν είναι θύματα. Τη στιγμή που θα δεχτούν τον ρόλο του θύματος, έχουν καταπιεί την επίθεση, την έχουν νομιμοποιήσει.

• Τι φοβάστε περισσότερο;

Με αγχώνει η άγνοια. Δεν μου αρέσει αυτό που λένε «δώσε μια πολιτική απάντηση»· το θεωρώ μεγάλη μπούρδα. Θέλω να ξέρω τι λέω, να έχει περιεχόμενο, γνώση. Το μεγαλύτερό μου άγχος είναι όποιος με ακούει μη σκεφτεί ότι δεν αναγνωρίζω την κρισιμότητα της ζωής του, είτε είναι μισθωτός είτε συνταξιούχος.

Και ομολογώ ότι για τους συνταξιούχους το ενοχικό αίσθημα είναι μεγαλύτερο. Γιατί στους νέους, ακόμα και στους ανέργους, υπάρχει μια προοπτική. Λες «θα το παλέψεις, υπάρχει χρόνος, τα πράγματα θα βελτιωθούν».

Οι συνταξιούχοι όμως ό,τι είχαν να προσφέρουν το έδωσαν και τώρα λίγο-πολύ είναι αφημένοι πάνω μας. Το κράτος περιμένουν για να λάβουν τη σύνταξή τους. Κι όταν ξέρεις ότι η συντριπτική πλειονότητα των συντάξεων είναι πολύ χαμηλή, ότι από αυτά τα χρήματα εξαρτάται πια ο άλλος, είναι πολύ σκληρό. Και γίνεται δυσκολότερο γιατί σ’ αυτό το πεδίο, των συντάξεων, ρίχνει βάρος το ΔΝΤ με τις δικές του αγκυλώσεις.

• Θα μας βρουν κι άλλα μέτρα προϊόντος του χρόνου;

Θεωρώ πως όχι. Είμαι επιφυλακτική έχοντας την εμπειρία της δεύτερης αξιολόγησης. Μέχρι στιγμής τα πράγματα δείχνουν ότι οι επόμενοι μήνες θα κυλήσουν μ’ ένα ορισμένο σχέδιο που το βλέπουμε καθαρά μπροστά μας. Τώρα ολοκληρώνεται η τρίτη αξιολόγηση, την άνοιξη θα κάνουμε την τελευταία και μετά θα συζητήσουμε τους όρους της εξόδου από το πρόγραμμα μέχρι τον Αύγουστο. Οι δανειστές, κυρίως οι Ευρωπαίοι, λένε ότι θα έχουμε μια ομαλή έξοδο από το πρόγραμμα. Νομίζω πως είμαστε κοντά στην καθαρή έξοδο.

• Προσεγμένο, ψυχρό στιλ, αγέλαστο ύφος, ένα ενδυματολογικά στερεότυπο και κάπως παράταιρο με την ηλικία σας: ταγέρ, γόβες. Είναι «κοστούμι» εργασίας, σαν να φοράτε… γραβάτα; Είστε ο εαυτός σας μ’ αυτό το ντύσιμο;

Είναι στολή εργασίας. Πιστεύω ότι δεν είναι ντύσιμο που θα κεντρίσει κάποιου είδους συζήτηση. Ξέρω ότι το σύστημα εύκολα μπορεί να σε εντάξει εκεί όπου θα ταυτοποιηθείς με την τρέχουσα αντίληψη που επικρατεί για τις γυναίκες πολιτικούς.

• Τους φίλους σας τούς βλέπετε;

Δεν είμαι από την Αθήνα, ήρθα το 2015, οπότε το περιβάλλον άλλαξε αμέσως. Οι φίλοι μου από τη Θεσσαλονίκη τώρα παντρεύονται, κάνουν οικογένειες. Οι στενοί μου φίλοι έφυγαν στη διάσπαση του ’15, δυστυχώς δεν έχουμε επαφή.

• Πώς πιστεύετε ότι σας βλέπουν;

Δεν νομίζω ότι με μισούν. Εγώ τους αγαπώ και κατανοώ απόλυτα τη στάση τους.

• Εκείνοι κατανοούν την τωρινή δική σας;

Δεν ξέρω.

• Εσείς γιατί μείνατε;

Οσοι δεν έζησαν το πώς το παλέψαμε τον πρώτο καιρό, δεν μπορούν να έχουν ακριβή γνώση της ακραία διλημματικής κατάστασης. Οσοι βίωσαν από κοντά τα γεγονότα, είδαν ότι δεν γινόταν να φτάσουμε μακρύτερα. Υπήρχε ο κίνδυνος να βρεθούμε σε δημοσιονομική ασφυξία.

Δεν νομίζω ότι ο λαός ήθελε αυτή τη λύση. Μπορεί κανείς να σκεφτεί πολλά πάνω σ’ αυτό. Ολα είναι ανοιχτά στην πολιτική να συζητιούνται και να συγκρούονται τα αντίπαλα σχέδια. Βρίσκω τις εκλογές του Σεπτεμβρίου μια εξαιρετικά τίμια κίνηση απέναντι στον λαό. Του είπες: «Το πάλεψα, ξέρω πως αυτό που έχω να υλοποιήσω είναι άλλο απ’ αυτό με το οποίο εκλέχτηκα τοΝ Γενάρη του ’15». Και παίρνεις την εντολή να προσπαθήσεις κι όσο χώρο κερδίζεις, ό,τι ρωγμές δημιουργείς, να αξιοποιούνται υπέρ του λαού.

• Στις δύσκολες στιγμές των διαπραγματεύσεων δεν βιώσατε το αδιέξοδο, την ήττα, την απογοήτευση;

Εντονα, μάλιστα, στη δεύτερη αξιολόγηση. Τότε το ΔΝΤ επέμενε ότι δεν πιάνουμε τους στόχους για το ’19 και το ’20 και ήθελε πρόσθετα μέτρα. Οι Ευρωπαίοι πάλι, ενώ πίστευαν ότι πιάνουμε τους στόχους, ήθελαν και το ΔΝΤ στο τραπέζι.

Και το Ταμείο δήλωνε «δεν με ενδιαφέρουν οι στόχοι που θέτει η Ευρώπη, αλλά αν μας θέλετε σε πρόγραμμα μαζί τους, με τους δικούς τους στόχους, θα πάρετε τα μέτρα». Ενα παιχνίδι στο οποίο ολοφάνερα είσαι ο αδύναμος κρίκος.

• Μπορείτε να μου περιγράψετε λίγο τη «σκηνή» της αντιπαράθεσης;

Κατ’ αρχάς προσπαθείς να σπάσεις τη «συνθήκη». Αν δεν το καταφέρεις, οφείλεις γρήγορα να προσαρμοστείς για να κερδίσεις ό,τι περισσότερο είναι δυνατό. Αξιοποιείς το επιχείρημα ότι το ΔΝΤ πέφτει συνεχώς έξω στις εκτιμήσεις του. Λες «θα πάρω ίσου ύψους και καλά μέτρα».

Αυτό ήταν πάλεμα. Να αποδεχθείς τη συνθήκη που δεν σπάει, και να προσπαθήσεις να βελτιώσεις την κατάσταση μέσα σ’ ένα δύσκολο πλαίσιο. Πρέπει πολύ γρήγορα να συμφιλιωθείς με τη συνθήκη, με όσα δεν μπορείς να ορίσεις, ώστε να προλάβεις να αντιπροτείνεις κερδίζοντας ό,τι μπορεί να κερδηθεί.

Η διαφορά σημειώθηκε στο πώς πήγε η διαπραγμάτευση στην τρίτη αξιολόγηση. Κλείσαμε χωρίς μεγάλα εμπόδια, χωρίς τρελές απαιτήσεις. Καταφέραμε να κερδίσουμε κάποια πράγματα που έχουν αξία για τον κόσμο. Το καλοκαίρι γράφαμε τον νόμο για την απλήρωτη, αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία και είχαμε την αγωνία ότι δεν θα μας αφήσουν. Το παλέψαμε, πέρασε. Κι ούτε που αναφέρθηκε στα μέσα ενημέρωσης.

Δεν με νοιάζει, αρκεί που αυτές οι ρυθμίσεις θα βοηθήσουν τους εργαζόμενους. Ξέρω ότι οι αποφάσεις κρίνονται επί του αντικειμένου, όταν διαμορφώνεις εισφορές, συντάξεις, νόμους για τα εργασιακά. Και με ενοχλεί όταν μέσα στον ζόφο μια καλή είδηση δεν παίζεται ή παίζεται αρνητικά στα μέσα.

• Πιστεύετε ότι ο κόσμος έχει περιθώρια να νοιαστεί για την κούραση των κυβερνώντων; Οτι είναι σε θέση ή έχει σημασία να γνωρίζει πόσο εσείς το παλεύετε;

Δεν νομίζω ότι θα άλλαζε κάτι στη ζωή των ανθρώπων αν ήξεραν πόσο το παλεύουμε. Οταν μπαίνω στη θέση του παιδιού που μας βλέπει απέξω, αυτού που έκανε βάρδια στο διπλανό καφέ 12 με 7 το πρωί ή του ντιλίβερι που δεν έχει ούτε κράνος, δεν τολμώ να έχω καμιά απάντηση.

Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε απέναντι σ’ αυτή την αίσθηση του πολίτη για τον ρόλο των διοικούντων, είναι να δουλεύουμε πολύ, είτε αυτό αφορά τις συναντήσεις με τα σωματεία και κυρίως με τους εργαζόμενους, πρακτικά θέματα που απαιτούν λύσεις με τους νομικούς μας, είτε αφορά τη συγγραφή διατάξεων, τις αιτιολογικές εκθέσεις για τους νόμους, την ανάλυση γραμμή γραμμή του προϋπολογισμού, τη διαπραγμάτευση, τις τεκμηριώσεις. Η δουλειά πια είναι διπλάσια, σαν να υπάρχουν δύο γραφεία υπουργού ταυτόχρονα – εκείνο που ασχολείται με τα τρέχοντα κι εκείνο που ασχολείται με τη διαπραγμάτευση.

Γιατί δεν μπήκε ποτέ ένα μεγάλο πρόστιμο σε τράπεζα;

• Πριν από δύο χρόνια κατεβαίνατε στους δρόμους, τώρα βλέπετε και ακούτε τις πορείες να περνούν στη Σταδίου από το παράθυρο του 8ου ορόφου, κλεισμένη στο υπουργείο Εργασίας.

Ναι, ακούω στα αυτιά μου τα ίδια συνθήματα, αυτά που ξέρω. Γνωρίζω όμως τώρα πως κάνουμε ό,τι είναι δυνατό για τους ανθρώπους του μόχθου.

• Μήπως όμως και οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν έκαναν το ίδιο, τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχόταν ότι θα σχίσει τα μνημόνια;

Σίγουρα διαφέρει το να βιώνεις τη δυσκολία, να συγκρούεσαι άμεσα με τους όρους που τίθενται από το 2010. Κανένας υπουργός δεν θέλει να πάρει αντιλαϊκά μέτρα.

• Ούτε και οι προηγούμενοι είχαν λόγο να θέλουν να πάρουν αντιλαϊκά μέτρα…

Προφανώς η κατάσταση κατανοήθηκε περισσότερο τώρα. Αλλά μη μου πείτε ότι δεν καταγράφεται η διαφορά υπέρ των εργαζομένων στα πολιτικά σχέδια των κομμάτων;

Κι αυτό αποτυπώνεται πολύ καλά στην περίπτωση του ΣΕΠΕ. Δεν ήθελαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις ένα ΣΕΠΕ που θα συγκρούεται με τις τράπεζες. Γιατί δεν μπήκε ποτέ ένα μεγάλο πρόστιμο σε τράπεζα; Ηταν καλοί οι τραπεζίτες και έγιναν κακοί εργοδότες με εμένα υπουργό;

Παρότι εφαρμόζουμε Μνημόνιο, προτεραιότητά μας είναι ο κόσμος της εργασίας κι αυτό μας διαχωρίζει σαφώς από τους προηγούμενους.

Τη συνέντευξη πήρε η Έφη Μαρίνου

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών