Συνεντεύξεις

Δημήτρης Σκλάβος: Δεν υπάρχει πλέον καμιά κουλτούρα αποδοχής και σεβασμού του διαφορετικού

Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Σκλάβος συνομιλεί με τον Κωνσταντίνο Μανίκας, με αφορμή τη νέα του παράσταση “Πολύ μακριά”.

Αρχίζουν οι παραστάσεις του έργου “Πολύ μακριά”. Τι να περιμένουν να παρακολουθήσουν οι θεατές;
Στην Αθήνα, εδώ και μια δεκαπενταετία τουλάχιστον, παίζονται, πολλές σημαντικές παραστάσεις,- φυσικά και πιο πριν παίζονταν αλλά πλήθυναν-, το κοινό έχει δει εξαιρετικές δουλειές, οι απαιτήσεις του, εύλογα, έχουν αυξηθεί, το αισθητικό του κριτήριο έχει καλλιεργηθεί, υπάρχει μια δίψα για «καλό» θέατρο, μια δίψα που οι συνθήκες της πανδημίας την έκαναν μεγαλύτερη. Πρώτα πρώτα, λοιπόν, ελπίζουμε ότι κάπως καταφέρνουμε να ανταποκριθούμε με μερικές στάλες σκληρής δουλειάς σε αυτήν τη δίψα. Επιλέξαμε ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο, πολύ επίκαιρο, πολύ σημερινό, παρότι φαίνεται εκ πρώτης όψεως να διαδραματίζεται σε ένα μελλοντικό χρόνο και επιχειρούμε μια παράσταση ανήσυχη για τα όσα συμβαίνουν γύρω μας αλλά και μια παράσταση που αντιλαμβάνεται ότι τα φώτα της σκηνής είναι αυστηρά, δείχνουν όλες τις λεπτομέρειες και πρέπει να τις φροντίσουμε, τις γωνίες και τις καμπύλες.
Ποια είναι η σκηνοθετική και η υποκριτική μάτια πάνω σε ένα κείμενο που πραγματεύεται ένα κρίσιμο θέμα όπως η βία;
Η βία έχει δύο γενικές αιτίες: τις οικονομικές ανισότητες και την πολλαπλή κοινωνική καταπίεση. Θελήσαμε να το αναδείξουμε αυτό. Παράλληλα όμως υπάρχει μια άκριτη αποδοχή της, μια σχεδόν λαγνεία της βίας- δείτε πως παρουσιάζεται η βία στις μεγάλες κινηματογραφικές ταινίες που χαρακτηρίζονται ως «περιπέτειες» ή τη βία στα βίντεο-γκέιμς. Πριν 30 χρόνια συζητούσαμε αν έπρεπε να αγοράζουμε ψεύτικα όπλα στα παιδιά και τώρα εντελώς φυσιολογικά τα αφήνουμε έκθετα σε δεκάδες σκηνές φόνων και ξυλοδαρμών, σε μηνιαία βάση. Ταυτόχρονα, χάρη και στα σόσιαλ μίντια και στην ανωνυμία και την απόσταση που επιτρέπουν έχουμε μια φοβερή έκρηξη της ρητορικής μίσους. Δεν υπάρχει πλέον καμιά κουλτούρα αποδοχής και σεβασμού του διαφορετικού- μιλάω πάντα για την πλειοψηφία. Έτσι όμως οδηγούμαστε στο «όλοι εναντίον όλων» και αυτή είναι μια βασική αγωνία του κειμένου της Churchill
Οι σημερινές συνθήκες της πανδημίας και τα πάρα πολλά συμβάντα κακοποίησης κάνουν πιο επίκαιρο από πότε το έργο;
Η πανδημία διαλύει ακόμη περισσότερο τον κοινωνικό ιστό και εντείνει τα φαινόμενα που ανέφερα. Υπάρχουν πλευρές της βίας, π.χ. η ενδοοικογενειακή κακοποίηση για τις οποίες η πανδημία λειτουργεί πολύ επιβαρυντικά. Ταυτόχρονα αυξάνουν ακόμα περισσότερο οι ανισότητες. Σε γενικές γραμμές, οι αδύναμοι της κοινωνίας υφίστανται τις υγειονομικές και οικονομικές συνέπειες της πανδημίας πολύ περισσότερο από τους προνομιούχους. Αυτό βαθαίνει το χάσμα, αυξάνει το μίσος και το φόβο, λειτουργεί ως θερμοκήπιο για ακόμα πιο ακραίες συμπεριφορές. Δεν είναι τυχαίο πως, ιστορικά, σε κάθε κατάσταση κρίσης καταγράφεται συντηρηκοποίηση της κοινωνίας, με ότι αυτό συνεπάγεται.
Οφείλει ο καλλιτέχνης να εκφράζει άποψη για τα γεγονότα ή μόνο να τα περιγράφει και να τα παρουσιάζει;
Κάθε γεγονός είναι πολυπαραγοντικό. Δεν υπάρχει μια αιτία και ένα αποτέλεσμα, παρά μόνο στα μαθηματικά. Στην πραγματικότητα, πολλές αιτίες σε συνδυασμό παράγουν σειρά από αποτελέσματα. Όταν λοιπόν ανεβάζεις ένα έργο στο θέατρο, όπως και στις άλλες τέχνες, αναγκαστικά παρουσιάζεις ένα μέρος μόνο της αλήθειας γιατί όλη η αλήθεια δεν είναι δυνατόν να χωρέσει. Συνεπώς πάντα επιλέγει ο καλλιτέχνης και πάντα εκφέρει άποψη ακόμα και όταν αρνιέται, αφελώς, ότι το κάνει. Το μυστικό νομίζω είναι να γνωρίζεις ότι εκφέρεις άποψη αλλά και να αφήνεις χώρο στο θεατή να διαμορφώσει τη δική του στάση, τις δικές του μετασκέψεις σε ότι παρακολούθησε, να μην έχεις δηλαδή την απαίτηση να επιβάλλεις την άποψη σου.
Ζούμε σε μια εποχή που οι άνθρωποι είναι ψηφιακά πιο κοντά από ποτέ και συναισθηματικά πιο μακριά από ποτέ;
Αναμφίβολα και είναι κάτι που προσωπικά με τρομάζει. Το θέατρο προσφέρει τη δυνατότητα της ανθρώπινης επαφής και της συναισθηματικής εγγύτητας και για αυτό, στις ευνοϊκές του εκδοχές, μπορεί να αποτελέσει ένα δυνατό αντίβαρο κατ’ αρχάς σε όσους συμπράττουν στη δημιουργία μιας παράστασης. Στους θεατές, ίσως δεν προσφέρει παρά σπάνια την κάθαρση, αλλά μπορεί να προσφέρει την παρηγόρια, την αίσθηση ότι δεν είσαι μόνος και μόνη και αυτό είναι πολύτιμο.
Τελικά ο μεγαλύτερος εχθρός είναι οι άλλοι ή ο ίδιος μας ο εαυτός;
Οι άλλοι δεν διαφέρουν πολύ από εμάς. Πρέπει λοιπόν να τους φερόμαστε με ανοχή αφού τόσο μας μοιάζουν και με την ίδια αυστηρότητα που θέλουμε εκείνοι να επιδεικνύουν για τα δικά μας λάθη. Η συμβουλή «μην κάνεις στους άλλους ότι δεν θέλεις να κάνουν σε σένα» είναι πολύ σοφή. Μιας και το ρωτάτε πάντως, και με τον εαυτό μας είναι ανάγκη να προσπαθούμε να τα βρούμε περισσότερο. Είναι ο μόνος που έχουμε στα δύσκολα και στα εύκολα, καλό είναι να τον φροντίζουμε, να ψάχνουμε την ισορροπία του, να μην είναι ούτε το αποκλειστικό μας ενδιαφέρον ούτε μονίμως κάτω από τις προσταγές του «πρέπει να..». Δύσκολος ακροβατισμός βέβαια
Πιστεύετε στη μοίρα ή στην τύχη;
Στην τύχη με την έννοια ότι δεν είναι όλα προδιαγεγραμμένα, μοιραία, έχω τη δυνατότητα να παρέμβω, έστω έχω τη δυνατότητα να προσπαθήσω να παρέμβω. Αν μπεις στο ποτάμι σίγουρα θα βραχείς αλλά αν θα πνιγείς από το ρεύμα, αν θα φτάσεις στην άλλη όχθη ή αν θα γυρίσεις πίσω ας ελπίσουμε ότι μπορούμε να το επιλέξουμε σε κάποιο βαθμό. Ας ελπίσουμε, δεν έχει υπογραφεί κάποιο συμβόλαιο
Χρειαζόμαστε περισσότερο ρομαντισμό ή ρεαλισμό στις ζωές μας;
Είναι απολύτως ρεαλιστικό να είσαι ρομαντικός, μπορώ να σας αναφέρω χιλιάδες παραδείγματα
Πηγή: culturepoint