Πώς προσεγγίζει η κυβέρνηση το σκηνικό του εμπορικού πολέμου; Είναι πιθανό να αξιοποιηθεί για αυστηροποίηση της πολιτικής της;
Ο εμπορικός πόλεμος είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη είναι οι πιέσεις προς τις ευρωπαϊκές χώρες να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες. Και τα δύο μπορούν να οδηγήσουν σε σύσφιξη της δημοσιονομικής πολιτικής, ειδικά στη στήριξη των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων αλλά και τη στήριξη του κοινωνικού κράτους, της δημόσιας υγείας κλπ. Δεν θα είναι, εξάλλου, η πρώτη φορά που μια ενδεχόμενη ύφεση θα αντιμετωπιστεί από την κυβέρνηση μέσω της περιστολής κοινωνικών δαπανών. Ειδικά αν λάβουμε υπόψη ότι δηλωμένος στόχος είναι και η διατήρηση των υψηλών (και αυξανόμενων) αμυντικών δαπανών και η διασφάλιση της δημοσιονομικής σταθερότητας, ενώ ταυτόχρονα απορρίπτεται κάθε συζήτηση για αύξηση των εσόδων.
Ως προς τις επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία οι αναλυτές αναφέρονται στις άμεσες και έμμεσες. Εσύ πώς το αξιολογείς;
Δεδομένου ότι οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ αποτελούν περίπου το 5% των συνολικών εξαγωγών της Ελλάδας, στο σύνολο της οικονομίας οι άμεσες επιπτώσεις θα είναι μάλλον περιορισμένες. Ενδεχομένως, αν η ΕΕ απαντήσει στους δασμούς των ΗΠΑ με αντίστοιχη επιβολή δασμών στις εισαγωγές της, να έχουμε κάποια αύξηση του πληθωρισμού, αλλά και πάλι με δεδομένο το χαμηλό ύψος εισαγωγών στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ (περίπου 2,6% των συνολικών εισαγωγών), η επίδραση θα είναι περιορισμένη. Πιο σημαντικές θα είναι οι έμμεσες επιπτώσεις. Ο εμπορικός πόλεμος που φαίνεται να ξεκινάει θα έχει τεράστιες συνέπειες για την ευρωπαϊκή οικονομία αφού περίπου 20,6% των εξαγωγών της (περίπου 530 δισ. ευρώ) κατευθύνονται προς τις ΗΠΑ. Η αναμενόμενη μείωση της ζήτησης, ως αποτέλεσμα των δασμών, έχει οδηγήσει στην προς τα κάτω αναθεώρηση των προβλέψεων για την ανάπτυξη τόσο της ευρωζώνης όσο και της παγκόσμιας οικονομίας και στην αναζωπύρωση των φόβων για πληθωρισμό. Το αποτέλεσμα μιας ενδεχόμενης ύφεσης –ιδιαίτερα στην Ευρώπη– θα έχει τεράστιες συνέπειες για την Ελλάδα, αφού προς τα εκεί κατευθύνεται ένα πολύ μεγάλο κομμάτι των εξαγωγών μας, αλλά και από εκεί εξαρτάται ένα μεγάλο μέρος του εισοδήματος από τον τουρισμό. Αν οι ευρωπαίοι πολίτες γίνουν φτωχότεροι, αυτό θα έχει σημαντικές αρνητικές συνέπειες και για την ελληνική οικονομία.
Τέλος, στην συζήτηση περί επιπτώσεων δεν πρέπει να αγνοούμε και τη ζημιά που προκαλείται από το κλίμα έντονης αβεβαιότητας για τις άμεσες και μεσοπρόθεσμες εξελίξεις στο οικονομικό επίπεδο, που οποία οδηγεί, μεταξύ άλλων, σε αναστολή επενδυτικών αποφάσεων, σε ακύρωση παραγγελιών, σε μείωση της παραγωγής, υπονομεύοντας τις μακροχρόνιες αναπτυξιακές προοπτικές τόσο της Ευρώπης αλλά και της Ελλάδας.
Σε ποιους τομείς θεωρείς ότι οι επιπτώσεις θα είναι πιο δραστικές;
Αναφορικά με τις άμεσες συνέπειες στις εξαγωγές μας προς τις ΗΠΑ, ο μεγαλύτερος όγκος – και συνεπώς και οι δραστηριότητες που θα δεχθούν το μεγαλύτερο πλήγμα – αφορά πετρελαιοειδή, φρούτα και λαχανικά, αλουμίνιο. Ως προς τις έμμεσες συνέπειες είναι πιο δύσκολο να εκτιμηθούν δεδομένου ότι εξαρτάται από την έκταση των δασμών που θα επιβληθούν διεθνώς, το μέγεθος της ενδεχόμενης ύφεσης, πως αυτή θα επηρεάσει κάθε χώρα ξεχωριστά, και ποιο είναι το ύψος και η δομή των εμπορικών συναλλαγών μας με αυτές. Εάν για παράδειγμα χώρες όπως η Ιταλία και η Γερμανία που αθροιστικά δέχονται to 20% των εξαγωγών δεχθούν ισχυρό πλήγμα, αντίστοιχα μεγάλο θα είναι το πλήγμα και για την Ελλάδα στα προϊόντα που εξάγονται προς αυτές τις χώρες. Συνολικά όμως η πολυπλοκότητα των εφοδιαστικών αλυσίδων, οι ταλαντεύσεις της αμερικανικής ηγεσίας και η γενικευμένη αναταραχή στο παγκόσμιο εμπόριο που βλέπουμε το τελευταίο διάστημα κάνουν δυσχερή κάθε ασφαλή πρόβλεψη.
Ποια θα ήταν μια πολιτική που να προστατεύει την οικονομία αλλά και τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα;
Για τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, η προστασία μπορεί να έλθει κυρίως από την ύπαρξη ενός ισχυρού κοινωνικού κράτους που από τη μια πλευρά θα διασφαλίζει σημαντικές υπηρεσίες προς τους πολίτες δωρεάν (π.χ. υγεία, παιδεία) και ταυτόχρονα θα παρέχει ενίσχυση του εισοδήματος για τις κοινωνικές ομάδες που θα πληγούν από την ύφεση και την ενδεχόμενη αναζωπύρωση του πληθωρισμού. Για το σύνολο της οικονομίας χρειάζονται παρεμβάσεις που θα στηρίξουν άμεσα τις επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν τις επερχόμενες οικονομικές δυσχέρειες και μεσοπρόθεσμα θα διευκολύνουν επιχειρήσεις με μείωση των πωλήσεών τους να αναζητήσουν νέες αγορές, αλλά και να γίνουν πιο ανταγωνιστικές στην αμερικανική –και όχι μόνο- αγορά. Όλα τα παραπάνω όμως χρειάζονται ένα κράτος που έχει σχέδιο για τον περιορισμό της ύφεσης καθώς και τα εργαλεία και τους πόρους για να το υλοποιήσει. Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια σε τέτοια ζητήματα το κράτος έχει μόνο τον ρόλο του παρατηρητή, ενώ οι πόροι του –και σε χρήμα αλλά και σε ανθρώπινο δυναμικό– συνεχώς μειώνονται. Χρειάζεται λοιπόν και μια ριζική αναθεώρηση του ρόλου του κράτους.
Παύλος Κλαυδιανός