Η καθήλωση των αμοιβών στη χώρα μας και οι επιπτώσεις που αυτή είχε για εκατοντάδες χιλιάδες μισθωτούς αποτυπώνεται σε όλες τις στατιστικές και τις έρευνες σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Μεταξύ 2010 - 2019 σημειώθηκε μεγάλη απόκλιση στις συνολικές αποδοχές του μέσου εργαζομένου στην Ελλάδα σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Η απόκλιση αυτή ενισχύθηκε το 2020, αφού ο μέσος μισθός στην Ελλάδα συρρικνώθηκε κατά 2,5%, όταν στην Ευρωζώνη μειώθηκε κατά 1% και στην Ε.Ε. κατά 0,6%. Όσον αφορά την αγοραστική δύναμη του μέσου μισθού, η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος - μέλος της Ε.Ε. στο οποίο παρατηρείται απώλεια σε σχέση με το 2010, η οποία εντάθηκε το 2020 λόγω της πανδημικής κρίσης.
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ (Πίνακας 1), παρά το γεγονός ότι οι συνέπειες της πανδημικής κρίσης ήταν οριζόντιες, 17 κράτη - μέλη της Ε.Ε. αύξησαν τον κατώτατο μισθό από την 1.1.2021, τρία κράτη - μέλη τον διατήρησαν σταθερό στο ύψος του 2020, ενώ μόνο στην Ελλάδα ο κατώτατος μισθός παρέμεινε στο ύψος του 2019.
Επίσης, από τις 17 χώρες που αύξησαν τον κατώτατο μισθό το 2021, οι 14 τον είχαν αυξήσει και το 2020 σε σχέση με το 2019. Παράλληλα, ανάμεσα στις χώρες που διατηρήσαν την 1η Ιανουαρίου του 2021 τον κατώτατο μισθό σταθερό σε σχέση με την 1η Ιανουαρίου του 2020, η Εσθονία και η Ισπανία είχαν ήδη αυξήσει τον ωριαίο κατώτατο μισθό σε σχέση με το 2019 κατά 8,15% και 5,55%. Για το 2021, υψηλότερη ήταν η αύξηση του ωριαίου κατώτατου μισθού στη Λετονία (16,3%) και χαμηλότερη στη Γαλλία και τη Μάλτα (1%).