Τάκης Μαστρογιαννόπουλος

16
06

Τάκης Μαστρογιαννόπουλος: Η πολιτική του «κατευνασμού» ενισχύει την (ευρωπαϊκή) άκρα δεξιά

Ο συμβιβασμός του ΣΥΡΙΖΑ στα 2015, ο οποίος χωρίς να αποτελεί συστατικό μέρος ενός στρατηγικού σχεδιασμού προκάλεσε ρήξη στη συνέχεια της ριζοσπαστικής του πολιτικής, δεν αποτελεί στοιχείο το οποίο να αναιρεί το αναμφισβήτητο γεγονός ότι όταν η αριστερά ακολουθεί μια ριζοσπαστική γραμμή επιβραβεύεται από την κοινωνία, και ιδιαίτερα από το πιο ριζοσπαστικό της τμήμα, τη νεολαία. Είναι φανερό ότι τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη, είναι η αριστερά αυτή που υιοθετώντας μια αριστερή ριζοσπαστική πολιτική, μπορεί να αποτελέσει φραγμό σε όλες τις εκδοχές της νεοφιλελεύθερης και «λαϊκής» δεξιάς, στη βάση ενός προγράμματος μεγάλων κοινωνικών και πολιτικών μεταρρυθμίσεων και ρήξεων· ενός προγράμματος μετάβασης το οποίο στους ιστορικούς στόχους του κινήματος θα ενσωματώνει την οικολογική διάσταση, τα κινήματα των δικαιωμάτων, του αντιρατσισμού, του αντιφασισμού, του φεμινισμού, του φύλου, τα κινήματα της πόλης, της προστασίας του κλίματος κ.λπ. Η συγκρότηση ενός ισχυρού και μαζικού μετώπου πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων είναι σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, αναγκαία. Η αριστερά δεν χρειάζεται να μετατραπεί σε μια άνευρη κεντροαριστερά. Δεν χρειάζεται να μετασχηματιστεί. Δεν χρειάζεται να αλλάξει το πρόσωπο της. Δεν χρειάζεται να πυροβολεί τα πόδια της. Μπορεί όμως να συνεργαστεί, με όρους και προϋποθέσεις, τόσο μεταξύ της –η αριστερά παραμένει πολιτικά διασπασμένη για το μεγαλύτερο μέρος της ιστορικής της διαδρομής– όσο και με άλλες πολιτικές δυνάμεις, καθώς και με τα ζωντανά κινήματα. Σε ποιες δυνάμεις πρέπει, λοιπόν, να απευθυνθεί για συνεργασία και κοινή δράση η αριστερά τόσο η ευρωπαϊκή όσο και ελληνική; Στα σοσιαλιστικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, σε αυτά βέβαια που είναι διατεθειμένα να γυρίσουν στο δικό τους παρελθόν. Με τμήματα της σοσιαλδημοκρατίας εκεί που οι ηγετικές της ομάδες της εμμένουν στους «μεγάλους συνασπισμούς». Με τα κόμματα της πολιτικής οικολογίας, τα οποία αμφισβητούν τον κυβερνητισμό με τα κατεστημένα αστικά κόμματα. Με τμήματα των πράσινων κομμάτων, εκεί που η ηγεσία τους οδηγείται σε κυβερνήσεις συνασπισμού κατά το γερμανικό πρότυπο. Και βέβαια με τις οργανώσεις της ριζοσπαστικής αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ, για παράδειγμα, έχει επ’ αυτού μια μεγάλη εμπειρία, από την περίοδο του φόρουμ διαλόγου, μέχρι και από την ίδια τη συγκρότηση του. Τέλος, με τα ποικιλόμορφα αγωνιστικά κινήματα. Πώς, όμως, μια αριστερή κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει σε εθνικό επίπεδο τις αφόρητες πιέσεις, τις απειλές και τους ωμούς εκβιασμούς των πολιτικών και οικονομικών δυνάμεων που κυριαρχούν τις τελευταίες δεκαετίες στην Ευρώπη; Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πικρή εμπειρία. Οι κυρίαρχες δυνάμεις γνωρίζουν ότι με τις απειλές και τους εκβιασμούς, οικονομικούς και πολιτικούς, αποδυναμώνουν τις αριστερές κυβερνήσεις. Κάθε αποτυχία της αριστερής διακυβέρνησης ενισχύει τελικά όχι μόνο τη δεξιά, αλλά και την ακροδεξιά. Η επιστροφή της ΝΔ στη διακυβέρνηση της χώρας και η μεγάλη νίκη της δεξιάς στις περιφερειακές εκλογές στην Μαδρίτη φανερώνουν την αποτελεσματικότητα αυτής της τακτικής. Η αμφισβήτηση της σημερινής δομής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των πολιτικών της υπάρχει τόσο από την πλευρά της ακροδεξιάς όσο και της αριστεράς. Η άκρα δεξιά προτείνει σε εθνικό επίπεδο την αποχώρηση ή στην καλύτερη περίπτωση την αποδυνάμωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την ενίσχυση του εθνικού κράτους. Το σχέδιο αυτό έχει μεγάλη δόση ρεαλισμού, με την έννοια ότι προσφέρει διέξοδο σε όσους είναι απογοητευμένοι και δεν βλέπουν το μέλλον τους στη σημερινή ενωμένη Ευρώπη. Οι εκλογές που οδήγησαν στο Brexit το αποδεικνύουν. (...) Σύμφωνα με τον Χ. Μπίρμπαουμ «Είναι ζωτικής σημασίας να σχεδιάσουμε το δρόμο για ισχυρές μελλοντικές δράσεις, και να συνεχίσουμε να συζητούμε τρόπους για να ασκήσουμε πίεση στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα». Οι πιέσεις στα θεσμικά όργανα έχουν αποδειχθεί, όπως κάλλιστα μπορούν να μας διαβεβαιώσουν πολλά κυβερνητικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, κατά κανόνα ατελέσφορες. Σε τι συνίστανται όμως οι ισχυρές δράσεις; Ποιες ισχυρές δράσεις πρέπει να ακολουθήσει μια αριστερή κυβέρνηση σε εθνικό επίπεδο για να μην υποχωρήσει στις αναμενόμενες πιέσεις, για να εφαρμόσει εν τέλει το πρόγραμμα της;  Από δω πρέπει να αρχίσει, ή μάλλον να συνεχιστεί, η συζήτηση και ο διάλογος για το αν έχει μέλλον η σημερινή ενωμένη Ευρώπη, για το ποια Ευρώπη θέλουμε, για το αν υπάρχουν δυνατότητες για αλλαγές, οικονομικές, πολιτικές και θεσμικές, σε ευρωπαϊκό επίπεδο κ.λπ. Σε κάθε περίπτωση, ο προβληματισμός για το μέλλον, για τα ζητήματα στρατηγικής και τακτικής της ελληνικής και ευρωπαϊκής αριστεράς, βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη. Η συζήτηση, εκ των πραγμάτων, θα ανοίξει και πάλι.
17
02

Τάκης Μαστρογιαννόπουλος: Από τις λενινιστικές Θερμοπύλες μέχρι την πύλη των κινεζικών βασανιστηρίων

Το κόμμα που περιγράφει η Μ. Ζορμπά, δεν είναι το κόμμα της περιόδου του ψυχρού πολέμου, είναι το κόμμα της σταλινικής διαστρέβλωσης και παραμόρφωσης. Ένας τύπου κόμματος το οποίο οι κομμουνιστές της ανανέωσης, και δεν ήταν ευτυχώς οι μόνοι, απέρριψαν και τυπικά στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Πιστεύει ειλικρινά η Μ. Ζορμπά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα τέτοιο κόμμα; Εγώ, αν ήμουν στην θέση της και το πίστευα, θα έφευγα χιλιόμετρα μακριά. Ένα τέτοιο κόμμα δεν μεταλλάσσεται. Καμιά νέα «γραμματική των μελών» δεν πρόκειται να το μετασχηματίσει, όσα στελέχη του ΠΑΣΟΚ και αν προσχωρήσουν στην ηγεσία του. Θα μείνει με την «αρχαία σκουριά» του μέχρι τελικής εξαφάνισης, όπως απέδειξε και το άδοξο τέλος πολλών κομμάτων τόσο της κομμουνιστικής όσο και της σοσιαλιστικής αριστεράς, με πιο πρόσφατο παράδειγμα το αλήστου μνήμης ΠΑΣΟΚ. Ποιες είναι οι διαζευκτικές λύσεις που αναφέρει τελικά στο άρθρο της η Μ. Ζορμπά; «Χρειάζονται εναλλακτικές επιλογές συμμετοχής» εκτιμά «Χρειάζονται δίκτυα διαλόγου, προβληματισμού και θεματικών ενδιαφερόντων που θα συνδέουν με ευρύτερες με ευρύτερες κοινωνικές συναρμογές. Τα τοτέμ των συνωμοσιών, των πατερναλιστικών κοινότοπων αναλύσεων, των μικρών και μεγαλύτερων τιμαρίων, του βερμπαλιστικού ριζοσπαστισμού, του παραγοντισμού, της πρωτοκαθεδρίας και του συντεχνιασμού δεν είναι παραγωγικά και μετατρέπουν τις ωραιότερες ιδέες σε χλωμές ιδεοληψίες εσωτερικής κατανάλωσης χωρίς κοινωνικό αντίκρισμα» Εδώ η Μ. Ζορμπά παραβιάζει ανοιχτές θύρες. Οι «εναλλακτικές επιλογές συμμετοχής», έγιναν πράξη, και μάλιστα πολλά χρόνια, πριν όταν συγκροτήθηκε ο Χώρος Διαλόγου και Κοινής Δράσης, όταν οι δυνάμεις που τον αποτελούσαν συμμετείχαν ενεργά στο Φόρουμ, στις ευρωπορείες και σε πολλές κινηματικές μορφές δράσης, με αποκορύφωμα τη μάχη των πλατειών, όταν οι συζητήσεις και οι ανταλλαγές απόψεων και θέσεων για θέματα στρατηγικής και τακτικής  ήταν στην ημερήσια διάταξη. Μέσα από αυτές τις διαδικασίες προέκυψε και ο ΣΥΡΙΖΑ την ίδια ακριβώς περίοδο που η Μ. Ζορμπά ήταν Διευθύντρια του πολιτικού γραφείου του πρωθυπουργού Κ. Σημίτη! Τα υπόλοιπα, οι βερμπαλισμοί, οι παραγοντισμοί, οι συντεχνιασμοί, οι πατερναλισμοί, τα τιμάρια και οι χλωμές ιδεοληψίες μπορεί κατά περιόδους να χαρακτηρίζουν διάφορα κόμματα και οργανώσεις της αριστεράς, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες, όμως, κατά κύριο λόγο  αντιπροσωπεύουν τον χώρο από τον οποίο ήλθε και η ίδια, δηλαδή το ΠΑΣΟΚ, ιδιαίτερα αυτό  του Κ. Σημίτη. Ωστόσο, σε ένα πράγμα έχει δίκιο η Μ. Ζορμπά. Στο ότι πρέπει να γίνει ένας απολογισμός του ενάμιση χρόνου. Τι απέδωσε, αν απέδωσε, η διεύρυνση και κυρίως ο μετασχηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ, τόσο πολιτικά όσο και οργανωτικά. Κείμενα και άρθρα, όπως αυτά του Μπάμπη Γεωργούλα, του Μιχάλη Σπουρδαλάκη, του Κύρκου Δοξιάδη και πολλών άλλων, δίνουν την ευκαιρία για ένα σοβαρό, εν όψει και του συνεδρίου, διάλογο, όχι μόνο με το περιεχόμενο τους –κυρίως βέβαια γι’ αυτό- αλλά και για το ύφος που πρέπει να χαρακτηρίζει τον εσωτερικό διάλογο σε ένα κόμμα που θέλει να παραμείνει στο χώρο της αριστεράς. Να μου επιτρέψει να πω για ένα διάλογο μακριά από Κινέζους βασανιστές.
27
11

Μια απάντηση σε ορισμένους φίλους

Η θέση για κυβέρνηση συνασπισμού, στην οποία εκδοχή της, δεν είναι απλά λανθασμένη είναι κάτι χειρότερο: είναι ηττοπαθής. Για τον απλό λόγο, ότι αντί να ανοίγει το δρόμο για μια αριστερή διέξοδο στη σημερινή κρίση, εκτρέφει τις αυταπάτες ότι «εθνικές λύσεις», μπορούν να δώσουν λύσεις στα μεγάλα προβλήματα της εποχής μας – και η πανδημία είναι ένα τεράστιο πρόβλημα που αφορά τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων. Η λύση, για μια ακόμα φορά, δεν βρίσκεται στις συμφωνίες και στους συμβιβασμούς, έστω και πρόσκαιρους, με τη δεξιά, αλλά στην αριστερή εναλλακτική προοπτική. Η αριστερά, και ιδιαίτερα ο ΣΥΡΙΖΑ ως η μεγαλύτερη συνιστώσα της, δεν χρειάζεται ούτε την πολιτική των οικουμενικών κυβερνήσεων αλλά ούτε και την πολιτική του «σκληρού ροκ», στο οποίο είχε θητεύσει την περίοδο του ΠΑΣΟΚ ο Κ. Λαλιώτης και της οποίας θιασώτης στις μέρες μας είναι ο Π. Πολάκης. Ο ΣΥΡΙΖΑ, κατά την ταπεινή μου άποψη, πρέπει να επιστρέψει στον ίδιο, στον παλιό, καλό εαυτό του. Στην πολιτική της περιόδου κατά την οποία εκτοξεύθηκε από το 3 και το 4% στο 36,34% στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015. Τότε που δεν ήταν «ένα άθροισμα φραξιών», όπως απαξιωτικά γράφεται, αλλά αποτελούσε το υπόδειγμα και την ελπίδα της ευρωπαϊκής αριστεράς.  Σε κάθε περίπτωση αυτό που απαιτούν οι σημερινοί καιροί είναι μια προγραμματική αντεπίθεση η οποία θα αποβλέπει σε βαθιές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις και μετασχηματισμούς. Ένα προγραμματικό πλαίσιο, ένα εναλλακτικό σχέδιο που θα δώσει και πάλι ελπίδα, στους εργαζόμενους, τη νεολαία και στα πλατιά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας.
24
08

Η ομάδα των «φειδωλών» και η επιθανάτια αγωνία της «Γερμανικής» Ευρώπης

Είναι φανερό ότι η Ευρώπη ολόκληρη μπαίνει σε μια νέα περίοδο ακόμα πιο σκληρών οικονομικών αλλά και πολιτικών αντιμεταρρυθμίσεων. Η σημερινή πολιτική που οδηγεί στην εξαθλίωση της κοινωνίας γεννιέται όχι από τις ιδιαιτερότητες των ηγετών των αστικών κομμάτων και του συστήματος εξουσίας αλλά από τη βαθιά κρίση του καπιταλιστικού συστήματος. Η υγειονομική κρίση επιτείνει και επιταχύνει τις διαδικασίες και το μέγεθος της κρίσης, υπονομεύει το παραδοσιακό πολιτικό σύστημα, ενισχύει την άκρα δεξιά και οδηγεί σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Οι κυρίαρχες οικονομικά και πολιτικά δυνάμεις, οι αστικές ελίτ, δείχνουν να μην ανησυχούν από την άνοδο της ακροδεξιάς η οποία αμφισβητεί το μεταπολεμικό ευρωπαϊκό status όπως αυτό αποκρυσταλλώθηκε και στη συγκρότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ευελπιστούν ότι τελικά θα ελέγξουν την ακροδεξιά. Κάνουν το ίδιο λάθος που έκαναν στον μεσοπόλεμο. Εκτιμούσαν, εντελώς λανθασμένα, ότι σε μια κάποια στιγμή, αφού θα ξεμπέρδευαν με το εργατικό κίνημα και την αριστερά, σοσιαλιστική και κομμουνιστική, θα έλεγχαν τα καθεστώτα του Μουσολίνι και του Χίτλερ. Η ιστορία τους διέψευσε με τα γνωστά τραγικά αποτελέσματα. Η Μέρκελ και ο Σόλτς, με την πλήρη υποστήριξη τόσο των συντηρητικών και σοσιαλδημοκρατικών όσο και των «κοκκινο-πράσινων» κομμάτων του στρατοπέδου των «φειδωλών», οδηγούν το σκάφος της Ευρώπης, ακριβώς όπως ο καπετάνιος του Τιτανικού, στα παγόβουνα μιας κρίσης ο οποία, ενισχύοντας τις φυγόκεντρες τάσεις, λειτουργεί σε βάθος χρόνου διαλυτικά για την σημερινή μορφή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την βαρέως ασθενούσα και όχι μόνον λόγω της πανδημίας, «γερμανική» Ευρώπη.
19
08

Μήπως πρόκειται για το ΠΑΣΟΚ του 6%;

Η αντίληψη ότι η παράταξη εκφράζει στο οργανωτικό πεδίο το άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ προς τους προερχόμενους από διαφορετικές πολιτικές και ιδεολογικές κατευθύνσεις -κυρίως τους προερχόμενους από τον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας- είναι διπλά λανθασμένος. Οι εμπειρίες της εγχώριας σοσιαλδημοκρατίας σε ζητήματα εσωκομματικής δημοκρατίας είναι ιδιαίτερα τραυματικές. Η ίδρυση και η εμφάνιση  του ΠΑΣΟΚ ως «κίνημα» και όχι ως κόμμα- υποτίθεται διαφοροποίηση του από τις υπαρκτές σταλινικές παραδόσεις του κομμουνιστικού κινήματος- δεν εμπόδισε τον σχηματισμό από την αρχή αυτού, του κατ’ όνομα κινήματος, ως ένα ιδιαίτερα προεδροκεντρικό κόμμα -ο προεδρικός βοναπαρτισμός του Α. Παπανδρέου είχε πάρει πρωτοφανείς διαστάσεις- με αδύναμα κεντρικά όργανα, με συνεχείς διαγραφές, με πλήρη ανυπαρξία ουσιαστικής εσωτερικής δημοκρατικής ζωής και με τελική κατάληξη τον οριστικό πολιτικό και οργανωτικό εκφυλισμό του και την εξαφάνιση του από τον πολιτικό χάρτη της χώρας. Αυτοί που αποχώρησαν, κυρίως τα απλά μέλη, άφησαν το ΠΑΣΟΚ πίσω τους. Δεν θέλουν να το ξαναβρούν μπροστά τους. Δεν γνωρίζω αν ο καινοφανής χαρακτηρισμός «κόμμα εν κινήσει» αντιπροσωπεύει τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ, αλλά εάν ισχύει τότε το τρένο του κόμματος τρέχει, και μάλιστα με τρελή ταχύτητα, προς το παρελθόν για να συναντήσει τόσο το αλήστου μνήμης ΠΑΣΟΚ όσο, και πράγμα χειρότερο, την πλήρως εκφυλισμένη ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία.
  • 1
  • 2