Ανδρέας Μαράτος: Ο Μίκης και ο διεθνισμός της ουτοπίας της ανυπότακτης Ρωμιοσύνης
Η «Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν», σε ποίηση του Ιάκωβου Καμπανέλλη, κρατούμενου στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Αυστρία από το 1943 ώς το 1945, είναι το πρώτο έργο που έγραψε ο Μίκης Θεοδωράκης ειδικά για τη φωνή της Μαρίας Φαραντούρη. Καμπάνες πένθιμες ανοίγουν και δοξαστικές της ανάστασης κλείνουν αυτόν τον ελεγειακό κύκλο. Ηλεκτρική κιθάρα στη θέση του μπουζουκιού, βιολοντσέλο, φλάουτο και τύμπανα. Η αντίστιξη με μια σχεδόν ανάλαφρη μελωδία του Μότσαρτ υπομνηματίζει με τραγική ειρωνεία την τύχη του δραπέτη -«Α, τι θανάσιμη ερημιά στου Μπέρτολτ Μπρεχτ τη χώρα». Σ’ αυτή τη χωρική εφιαλτική συμπύκνωση, το έσχατο όριο της ανθρώπινης ιστορίας, το έργο αντιτάσσει ένα βλέμμα μεταξύ δύο κρατουμένων, ενός άντρα και μιας γυναίκας, που τους χωρίζουν τα συρματοπλέγματα, η ταπείνωση της ύπαρξής τους και ο θάνατος. Ο ποιητής κρατιέται απ’ αυτό το ίσως ονειρικό «σιωπηλό αλληλοκοίταγμα» -«Κορίτσι με τα φοβισμένα μάτια άμα τελειώσει ο πόλεμος μη με ξεχάσεις»- για να αντέξει, να επιβιώσει, να κρατήσει τη μνήμη. Να μιλήσει για τη γύμνια, την εκμηδένιση, τον αριθμό, το κίτρινο αστέρι, τη σκάλα του μαρτυρίου, τον βράχο του εξευτελισμού, τη σιωπηρή συνενοχή των χωρικών, τους θαλάμους αερίων, όλα τα μέρη του θανάτου.
Το «Romancero Gitano» του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα απέδωσε στα ελληνικά ο Οδυσσέας Ελύτης και ο Μίκης το μελοποίησε λίγο πριν από τη δικτατορία. Τα εφτά τραγούδια παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά σε συναυλία στη Ρώμη με τη Μαρία Φαραντούρη.
Υπάρχει μια βαθύτερη συγγένεια του Θεοδωράκη με τον Λόρκα, που εδράζεται όχι μόνο στις ανοιχτές πληγές των δύο λαών από τον φασισμό, αλλά και στη συνειδητή επιλογή και των δύο, σε διαφορετικούς τόπους και χρόνους, να στραφούν στην παράδοσή τους, με τα εργαλεία της κλασικής τους παιδείας και των συγκαιρινών τους αισθητικών αναζητήσεων, δημιουργώντας έργα καινοτόμα βαθιάς και γνήσιας λαϊκότητας. «Σ’ αυτή τη δραματική στιγμή του κόσμου, ο καλλιτέχνης πρέπει να κλαίει και να γελάει με το λαό του…
Ο πόνος του ανθρώπου και η σταθερή αδικία που βασιλεύει στον κόσμο μ’ εμποδίζουν να μεταφέρω το σπίτι μου στ’ άστρα» θα πει ο ποιητής. Ο Θεοδωράκης συνομίλησε με το σχεδόν αρχετυπικό σύμπαν του Λόρκα, που το κατοικούν Τσιγγάνες, ταυρομάχοι, λαθρέμποροι, αντάρτες, αγόρια και κορίτσια, αλλόκοτα φεγγάρια, ζωντανοί άνεμοι, άλογα και ταύροι, αρχαία ποτάμια κι αιωνόβια δέντρα ορίζοντας ένα σύνολο εξαίσιων μελωδιών με ισπανική ατμόσφαιρα, έναν θρηνητικό και δοξαστικό κύκλο έρωτα, αντίστασης και θανάτου. Η Μαρία Φαραντούρη, με τη φωνή της βγαλμένη από τα βάθη των αισθημάτων, της μνήμης και της Ιστορίας, υπηρετεί αυτόφωτα αυτή τη μυστηριακή συνάντηση.
Το «Canto General» του Πάμπλο Νερούδα είναι η Βίβλος της νοτιοαμερικανικής ηπείρου. Ξεκινά από τη γέννηση της γης της, των βουνών και των νερών της, των ζωντανών και των πουλιών της και οικοδομεί ένα σύμπαν με κέντρο τον άνθρωπο, που κοπιάζει, που δύναται, που επιθυμεί, που αγαπά, τον άνθρωπο που αντιστέκεται, που εξεγείρεται, που ονειρεύεται, τον δυναστευόμενο άνθρωπο. Μικρές και μεγάλες ιστορίες ανθρώπων στο καμίνι της ηπείρου. Οι εταιρείες που καρπώνονται ό,τι παράγουν. Οι στυγνοί δικτάτορες. Και οι ελευθερωτές.