Χρήστος Χατζηιωσήφ

16
04

Χρήστος Χατζηιωσήφ: Σχέδιο Ανάκαμψης – Οι ζητιάνοι δεν διαλέγουν

Στη διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης της περασμένης δεκαετίας, το 2011, η ΕΕ απέδειξε ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει την οικονομική της ισχύ για να παρέμβει και στην εσωτερική πολιτική βοηθώντας στην ανατροπή κοινοβουλευτικών κυβερνήσεων και το σχηματισμό κυβερνήσεων τεχνοκρατών (Παπαδήμος, Μόντι). Με τη γενικότερη αστάθεια στα ισχυρότερα κράτη-μέλη η επανάληψη αυτού του σεναρίου είναι δύσκολη, αλλά πάντως δεν είναι απίθανο να γίνει επίκληση εξωτερικών κινδύνων ή της ανάγκης συναινετικής διαχείρισης του εθνοσωτήριου Σχεδίου Ανάκαμψης για να επιβληθεί ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης που θα στηρίζεται σε διακομματική πλειοψηφία. Με την επιθετική αντιπολίτευση στην αξιωματική αντιπολίτευση και την τακτική της πόλωσης, η κυβέρνηση ακολουθεί μια στρατηγική που στοχεύει να αποκλείσει αυτό το ενδεχόμενο. Από την πλευρά της, η ηγετική ομάδα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με το πρόσχημα της προσέλκυσης ενός φανταστικού κεντρώου χώρου, περιθάλπει μια ετερογενή ομάδα πολιτευόμενων διαφόρων προελεύσεων, οι οποίοι έχουν ελάχιστη εκλογική απήχηση, αλλά σηματοδοτούν σε εξωτερικούς και εσωτερικούς πόλους ισχύος την ετοιμότητα αυτής της ηγεσίας να έρθει σε συμβιβασμούς. Η στρατηγική αυτή εξηγεί τη δυστοκία για την παρουσίαση ενός εναλλακτικού προγράμματος και ενδεχομένως ορισμένες από πρώτη όψη αντιφατικές κινήσεις, όπως η επιψήφιση από την αξιωματική αντιπολίτευση των παραχωρήσεων στο νέο ιδιοκτήτη του Ελληνικού. Στις κινήσεις δημιουργίας εντυπώσεων της κυβέρνησης πρώτα με τη συγκρότηση της επιτροπής Πισσαρίδη και τελευταία με τη δημοσιοποίηση ενός χονδρικού διαγράμματος της ελληνικής πρότασης του Σχεδίου Ανάκαμψης, η αντιπολίτευση απαντά με εύλογη κριτική στις προτάσεις που θα διευρύνουν τις ανισότητες. Η ελληνική και ευρωπαϊκή εμπειρία Γερμανία - SPD, Ιταλία - 5 Αστέρια) έχει όμως δείξει ότι η πρόσκαιρη ανακούφιση των ανισοτήτων και της φτώχειας δεν αρκεί από μόνη της να δημιουργήσει ένα δυναμικό ρεύμα υπέρ της πολιτικής παράταξης που την εφαρμόζει. Από την άλλη, είναι παράδοξο να απαιτεί κανένας ένα εναλλακτικό πρόγραμμα, όταν κανένας δεν έχει δώσει απαντήσεις σε βασικά ζητήματα, όπως ποια είναι η πραγματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, πόσο «ελληνική» είναι αυτή, ποια περιθώρια βελτίωσης ή ριζικής ανανέωσης έχει, κατά πόσον υπάρχουν οι εσωτερικές κοινωνικές προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο και σε θετική απάντηση, αν αυτή είναι εφικτή εντός μιας τελωνειακής και νομισματικής ένωσης, όπως η ΕΕ.
16
10

Ελληνοτουρκικό «πατ» και στο βάθος…

Τη στρατηγική σημασία του άξονα Ελλάδας και Κύπρου, ως αναχώματος για την τουρκική επέκταση και την προστασία των δικών της μετααποικιακών συμφερόντων στην Αφρική και στο Μαγκρέμπ, έχει αναγνωρίσει η Γαλλία. Η στήριξη των δύο χωρών είναι για αυτό μια σταθερή συνιστώσα της γαλλικής εξωτερικής πολιτικής κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Ταυτόχρονα, η γενικότερη εξωτερική πολιτική του προέδρου Μακρόν συνίσταται στην εκμετάλλευση των συνθηκών του χάους για την προώθηση των γαλλικών θέσεων, στις περιοχές από τις οποίες αποχωρεί ο αμερικανικός παράγοντας. Η ριψοκίνδυνη αυτή πολιτική ελπίζεται ότι θα ενισχύσει τη θέση της Γαλλίας μέσα στην ΕΕ έναντι της Γερμανίας και θα αντισταθμίσει τη γαλλική αδυναμία στο πεδίο της οικονομίας. Η προάσπιση των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ αποτελεί όψη αυτής της πολιτικής που έχει ως ατού την ιδιότητα του μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, την ατομική δύναμη κρούσης και τον επαγγελματικό στρατό με εμπειρία σε εξωτερικές επεμβάσεις. Από την άλλη πλευρά, η γαλλική οικονομία δυσκολεύεται να υποστηρίξει την εξωτερική πολιτική, το εσωτερικό κοινωνικό και πολιτικό σκηνικό είναι κατακερματισμένο δίκην αρχιπελάγους, πράγμα που εξηγεί τις αντιφάσεις και τις ακροβασίες της γαλλικής πολιτικής. Μια από τις αντιφάσεις είναι ότι η υπεράσπιση της «ευρωπαϊκής κυριαρχίας» συνοδεύεται στην αντίληψη του Μακρόν από θεσμικές μεταρρυθμίσεις στην ΕΕ, που θα μειώσουν τα δικαιώματα των μικρότερων κρατών - μελών που θέλει να υπερασπιστεί (κατάργηση ομοφωνίας, μείωση αριθμού επιτρόπων). Οι προτάσεις του γάλλου προέδρου δεν έχουν βρει μεγάλη ανταπόκριση στη Γερμανία. Η κυβέρνηση δημόσια σιωπά, οι σχολιαστές στα ΜΜΕ τις αντιμετωπίζουν αφ’ υψηλού και συχνά ειρωνικά και πολύ λίγοι παράγοντες της εξωτερικής πολιτικής, όπως ο πρόεδρος της Συνδιάσκεψης για την Ασφάλεια του Μονάχου Βόλφγκαγκ Ίσιγκερ, τις έχουν υποστηρίξει ανοικτά. Η Γερμανία επίσημα εξακολουθεί να προτιμά την αμερικανική ατομική ομπρέλα και δεν φαίνεται διατεθειμένη να αλλάξει τους κανόνες λειτουργίας στην ΕΕ, οι οποίοι έχουν επιτρέψει την ανάπτυξη της γερμανικής οικονομικής ισχύος και τη μετάφρασή της σε πολιτική επιρροή. Στην αντιμετώπιση της Τουρκίας η ανεκτικότητα απέναντι στον Ερντογάν παρουσιάζεται ότι υπαγορεύεται από την έγνοια να διατηρηθούν οι καλές σχέσεις με την Τουρκία και μετά την πτώση του σημερινού προέδρου. Μέχρι τότε η Γερμανία και η ΕΕ πρέπει με μεγάλη υπομονή να διαχειρίζεται τα καπρίτσια του Ερντογάν και όταν χρειάζεται να του θέτει όρια. Η επιμονή της Κύπρου για κυρώσεις στην Τουρκία θεωρείται παραλογισμός, «εκτός αν υπάρχουν εκεί χρήματα Λευκορώσων αξιωματούχων που βρίσκονται στον κατάλογο όσων θα υποστούν κυρώσεις». Πέρα από τους «απλούς ανθρώπους» στην Τουρκία, η γερμανική πολιτική ενδιαφέρεται για τις γερμανικές εξαγωγές 18 δισ. ευρώ (Ελλάδα 6 δισ.), τις επενδύσεις σε 7.400 επιχειρήσεις (Robert Bosch 8.000 εργαζόμενοι, Bosch Siemens Houshold 7.000, Daimler 6.000, Hugo Boss 4.000, Siemens 3.000 κ.ά.).
01
02

Γιατί οι ευρωεκλογές θα κριθούν στο εσωτερικό κάθε χώρας

Η κοινωνική έκπτωση μεγάλων κοινωνικών στρωμάτων και ο φόβος που διακατέχει άλλα ότι θα έχουν παρόμοια τύχη, βρίσκονται παντού στη βάση της απομάκρυνσης των πολιτών από τα μεγάλα ιστορικά κόμματα. Εντούτοις, ο τρόπος αντίδρασης των πολιτών διαφέρει από χώρα σε χώρα, καθώς φέρει τη σφραγίδα τής ιδιαίτερης πολιτικής τους κουλτούρας. Η επανάκαμψη του εθνικισμού σε πολλές χώρες πήρε αταβιστικά χαρακτηριστικά με την υιοθέτηση τρόπων σκέψης και πράξης που θεωρείτο ότι ανήκαν οριστικά στο παρελθόν.