Η επερχόμενη επισιτιστική κρίση
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η υπάρχουσα παραγωγή τροφίμων μπορεί να θρέψει με τροφή 2.700 θερμίδων ημερησίως, 12 δισ. ανθρώπους. Δεν θα έπρεπε να πεινάει κανείς, δεδομένου ότι είμαστε προς το παρόν περίπου 7 δισ. Όμως 40 εκατ. πεθαίνουν από πείνα κάθε χρόνο και κάπου 850 εκατ. υποφέρουν από υποσιτισμό, εκ των οποίων το 34% (Αφρικανοί) ζουν με κάτω από 300 θερμίδες την ημέρα. Το πρόβλημα, βεβαίως, δεν είναι της παραγωγής, που θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε, αλλά της διανομής της τροφής και του εισοδήματος (φτώχεια) και άρα κοινωνικοπολιτικό και παίρνει διαφορετική μορφή, ανάλογα με τη χώρα και την περιοχή.
Με μια δικαιότερη κατανομή των θρεπτικών πόρων της Γης μπορούμε να εξασφαλίσουμε τη διατροφή όλης της ανθρωπότητας και ταυτόχρονα να έχει υγιεινότερο τρόπο ζωής. Με μια ζωοεκτροφή, ούτε εκτατική ούτε σταυλισμένη, αλλά στα πλαίσια ολοκληρωμένων αγροκτημάτων5, όπου τα ζώα παίζουν συμπληρωματικό ρόλο και ανακυκλώνουν την οργανική ύλη, ενώ τα ζωϊκά προϊόντα συμπληρώνουν επίσης τη διατροφή. Δεν θα πρόκειται οπωσδήποτε για χορτοφαγία, αλλά για οικολογική–υγιεινή διατροφή. Χρειάζεται, όμως, αλλαγή του καταναλωτικού και διατροφικού μοντέλου στη Δύση, με περιορισμό της υπερκατανάλωσης κρέατος και ευρεία ενημέρωση του κόσμου ότι η ζωοεκτροφή συμβάλλει σημαντικά στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, καθώς και στην κακή υγεία. Χρειάζεται γενικότερα να απορρίψουμε το καπιταλιστικό αναπτυξιακό μοντέλο παραγωγής, συσσώρευσης και κατανάλωσης. Να απορρίψουμε το μοντέλο της χημικής βιομηχανοποιημένης γεωργίας. Να επιλέξουμε το μοντέλο της αγροτικής οικο–γεωργίας, που είναι λύση και για την κλιματική αλλαγή6. Να επιλέξουμε την κατεύθυνση μιας αγροδιατροφικής οικονομίας των αναγκών και όχι των επιθυμιών, των μικρών αποστάσεων και της εγγύτητας μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης, της δίκαιης διανομής των τροφίμων –με αποφυγή των μεσαζόντων– μέσω δικτύων παραγωγο–καταναλωτών και τοπικών αυτοδιαχειριζόμενων αγορών. Γενικά μέσα από κοινοτικές, αμεσοδημοκρατικές δομές, που θα συντονίζονται μέσω διασύνδεσης και ομοσπονδιοποίησης, να γίνει στροφή στη γεωργία που θα στοχεύει στην όλο και μεγαλύτερη αυτοδυναμία της αλυσίδας: αγρότης – κοινότητα – περιοχή – επικράτεια. Για τους αγρότες σημαίνει ότι θα παράγουν πρώτα για τις ανάγκες τις δικές τους (τουλάχιστον να παράγουν ένα μέρος της τροφής τους) και στη συνέχεια να παράγουν για τις ανάγκες της περιοχής τους και της χώρας. Από ανάγκη πρέπει να εφαρμόσουν αυτό που λέγεται «πολυλειτουργικότητα». Η δραστηριότητά τους να έχει πολλές πλευρές: οικονομική, κοινωνική, περιβαλλοντική. Η δουλειά τους θα έχει και κάποια πλευρά μη άμεσα κερδοφόρα, όπως π.χ. για την αποκατάσταση της ισορροπίας στην περιοχή. Θα παράγουν, θα μεταποιούν οι ίδιοι το προϊόν τους και θα το διακινούν, δημιουργώντας θέσεις εργασίας. Θα προστατεύουν το περιβάλλον, θα αποκτούν σχέσεις με την τοπική κοινωνία και θα γίνονται παράγοντες ζωής της κοινότητας, προωθώντας την κοινοτίστικη αντίληψη και βοηθώντας να κρατηθεί ζωντανή η περιοχή τους και γενικότερα η κοινωνία της υπαίθρου.
Η μικρής κλίμακας οικογενειακή γεωργία είναι εντάσεως εργασίας (άρα δημιουργεί πολύ περισσότερες θέσεις εργασίας από την μηχανοποιημένη γεωργία) και απαιτεί λίγα καύσιμα, αυτή θα συνεισφέρει σε μεγάλο βαθμό και στην «ψύξη» της γης.