Το 1991, η Eve Kosofsky Sedgwick, μορφή της πανεπιστημιακής κίνησης που εντέλει ονομάστηκε Σπουδές Φύλου, δημοσίευσε ένα άρθρο που έμεινε έκτοτε κλασικό στη σχετική βιβλιογραφία. Τίτλος του, το προκλητικό «How to Bring your Kids Up Gay» [«Πώς να μεγαλώσετε τα παιδιά σας ως γκέι» ή καλύτερα (συνυπολογίζοντας το λεκτικό παίγνιο) «Πώς να κάνετε τα παιδιά σας καλούς ομοφυλόφιλους»].
Προκλητικό; Αλήθεια; Αυτό είναι και το θέμα της Κοσόφσκι: πόσο μια τέτοια φράση ηχεί προκλητική, ακριβώς γιατί ένα ολόκληρο σύστημα «αναγνώρισης», κοινωνικής συγκρότησης και φροντίδας, όχι μόνο δεν την επιτρέπει ως πιθανότητα, αλλά την προϋποθέτει, αντίθετα, ως αδιανόητη· ακόμα και όταν μιλάει για υποστήριξη της διαφοράς και για δικαιώματα.
Προφανώς: είναι εκατοντάδες τα εγχειρίδια λαϊκής ψυχολογίας, τα μαθήματα, τα νομοθετικά πλαίσια, που σου λένε πώς να μεγαλώσεις το παιδί σου ως «έμφυλα» κανονικό και ετεροφυλόφιλο και που, όσο κι αν βάζουν και καμιά παρένθεση γι’ άλλα ενδεχόμενα, προγραμματικά επαναλαμβάνουν τι είναι το ορθό και ποιο θα είναι και το ευτυχέστερο (στρέιτ) αποτέλεσμα.
Αν το καλοσκεφτεί κανείς, υπό αυτές τις συνθήκες, κάθε παιδί που καταφέρνει να μεγαλώσει και να υιοθετήσει μια μη κανονιστική έκφραση φύλου και σεξουαλικότητας ως ενήλικας έχει νικήσει σε αγώνα πολύ δύσκολο. Κάθε παιδί που γίνεται γκέι, που γίνεται bi, που γίνεται τρανς, είναι ουσιαστικά μια μορφή ηρωική, μια άσκηση επιβίωσης ενάντια σε ένα πολύ επίσημο και πολύ βροντερό σύστημα που κατεξοχήν απευχόταν την ύπαρξή του, όταν δεν απεργαζόταν (σε έναν χώρο τεράστιο, εκτεινόμενο από την τουαλέτα του σχολείου ώς το γραφείο του γιατρού) την προγραφή ή/και καταστροφή του.
Αυτά η Κοσόφσκι στην Αμερική του 1991, οργισμένη η ίδια και σε πένθος, γιατί ήταν βλέπεις και εποχή ομοφοβίας και ηθικού πανικού, εποχή τραγική, εποχή HIV. Και το να έχεις δει τους φίλους σου να πεθαίνουν για χρόνια χωρίς φάρμακα, δεν μπορεί, σε κάνει κάποια στιγμή να σκεφτείς πόσο η ίδια αυτή κοινωνία που τώρα τους κηδεύει, εξαρχής φαντασιωνόταν κάποια μέλη της ως απευκταίο ατύχημα, αν όχι και ως νεκρούς.
Πόσο «στο παρελθόν» είναι πια όλα αυτά; Το σκεφτόμουν τις τελευταίες μέρες, ακούγοντας τη συζήτηση για τη νομοθετική ρύθμιση του υπουργείου Εργασίας περί αναδοχής από ζευγάρια με σύμφωνο συμβίωσης. Ολες αυτές τις φωνές που (σωστά) επέμεναν ότι μια τέτοια ρύθμιση ουσιαστικά ανοίγει τον δρόμο για την επισημοποίηση της παιδοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια και (χυδαία) επαναλάμβαναν ότι «δεν είναι έτοιμη η κοινωνία».
Ναι, η κοινωνία που αν πιει κι ένα ποτηράκι παραπάνω βροντοφωνάζει «απ’ το να δω το παιδί μου στα τέσσερα, καλύτερα να το δω να το πηγαίνουν τέσσερις», αυτή, όντως, δεν είναι καθόλου έτοιμη να τα δει αυτά τα παιδιά της να γίνονται και γονείς.
Πρόκειται, βεβαίως, για το ίδιο κομμάτι κοινωνίας που αποδέχεται σιωπηρά το bullying και την έμφυλη βία, που προτιμά οι χειρότερες πράξεις καταπίεσης και απόκρυψης να μένουν «εντός οικογενείας» και που, ας μη γελιόμαστε, όταν παραστεί ανάγκη τα χρησιμοποιεί όλα τούτα ως προεργασία για να αναπτύξει και τον εργαλειακό της ρατσισμό. Γιατί αποδεικνύεται εύχρηστη προπαίδεια η ομοφοβία και ο σεξισμός όταν θέλει να βρει έδαφος ν’ αναπτυχθεί αυτή η νέου τύπου, facebook friendly και διάχυτη, εθνορατσίλα.
Οποιος, λοιπόν, κλείνει πονηρά το μάτι στην κοινωνία που «δεν είναι έτοιμη», αυτό το κομμάτι της σιγοντάρει και σ’ αυτές τις πράξεις του συμμετέχει. Τώρα για τους υπόλοιπους. Οσους στρίβουν διά του δικαιωματικού «Τι να κάνουμε; Μας το επιβάλλει η Ευρώπη».
Ή, ακόμα, τους μεγαλόψυχους που σπεύδουν να υπογραμμίσουν ότι «δεν μιλάμε βέβαια για πλήρη δικαιώματα στην υιοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια», ώστε να ηρεμήσουν τα πλήθη, ή εκείνους που ρίχνουν κι ένα γενικόλογο «οι επιστήμονες δεν έχουν καταλήξει», για να θολώσουν τα νερά. Για όλους αυτούς αρκούν προς το παρόν δυο τρία σημεία, και αν είναι επανερχόμαστε (αξίζει, άλλωστε, σε μερικά πράγματα να επαναλαμβανόμαστε).
- Α. Οι επιστήμονες: έχουν μιλήσει. Συνήθως τα τελευταία χρόνια, όταν θέλουμε μια πρώτη παραπομπή, κοιτάμε την εξελισσόμενη δουλειά π.χ. των Biblarz και Stacey (που καταγράφουν διαρκώς και τη σχετική βιβλιογραφία). Το βασικό, και γενικό, συμπέρασμα: η ομογονεϊκότητα δεν αποβαίνει εις βάρος των παιδιών.
- Β. Η πραγματικότητα: μας έχει ήδη ξεπεράσει. Χιλιάδες παιδιά και στην Ελλάδα έχουν μεγαλώσει και μεγαλώνουν με έναν ή δυο γονείς ομοφυλόφιλους, εντός ομογονεϊκών οικογενειών, υιοθετημένα από τις/τους συντρόφους ενός γονέα τους, ή σε καθεστώτα ανεπίσημης (μα τόσο ευδόκιμης) αναδοχής από ομοφυλόφιλες και ομοφυλόφιλους που παίζουν ρόλο στην ανάπτυξή τους. Το μόνο που κάνουν οι επίσημες συζητήσεις που επιμένουν μικρόνοα «ίσως δεν είναι σωστή η υιοθεσία από ομοφυλόφιλους», είναι να υπονομεύουν τη ζωή όλων αυτών των παιδιών, να καθιστούν την καθημερινότητά τους δύσκολη και ανοιχτή σε επιθέσεις, να θυμίζουν πόσο επισήμως η κοινωνία βρέθηκε ενάντια στη ζωή και των γονιών τους και τη δική τους.
- Γ. Τα μη ετεροφυλόφιλα παιδιά: σε πείσμα όλων, υπάρχουν. Είναι πολύ δύσκολο να περιγράψεις την επίδραση που έχουν, όχι μόνο οι επίσημες ομοφοβίες, αλλά και τα ρητορικά σουξουμούξου, σε όλα αυτά τα μικρά παιδιά που αισθάνονται διαφορετικά και που ακόμα και την πιο μικρή τέτοια αναφορά τη νοιώθουν ένα χτύπημα πάνω τους. Με συγκινεί, με εμπνέει, με καθοδηγεί η αντίσταση και η επιβίωσή τους. Κι αν θέλει κανείς να είναι κοινωνικά σοβαρός, αυτό το συναίσθημα πρέπει να μοιραστεί.
Ο Δημήτρης Παπανικολάου είναι αναπληρωτής καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών