Μετά το διπλό σοκ της επικράτησης του Brexit στο Βρετανικό δημοψήφισμα και της νίκης του Ντόναλντ Τραμπ στις Αμερικανικές προεδρικές εκλογές, οι έννοιες των ψευδών ειδήσεων και της μετα-αλήθειας αποκτούν ολοένα και κεντρικότερη θέση στη δημόσια σφαίρα. Επιπλέον, στο πλαίσιο ενός κυρίαρχου αντιλαϊκιστικού λόγου, οι ψευδείς ειδήσεις και η μετα-αλήθεια συνδέονται με τον λαϊκισμό και παρουσιάζονται ως δυο εγγενώς παθολογικά και αλληλοτροφοδοτούμενα φαινόμενα.
Ο λόγος αυτός κάνει συχνά χρήση είτε παθολογικών αναφορών, μιλώντας για την ασθένεια ή τον ιό του λαϊκισμού, είτε παίρνει τη μορφή μιας τερατολογίας. Χαρακτηριστικό είναι το άρθρο του Hugo Rifkind, βασικού αρθρογράφου των Times, που υποστήριξε ότι ο λαϊκισμός και τα fake news είναι ένα «δικέφαλο τέρας». Η μεταφορά με τον ιό χρησιμοποιείται και στη συζήτηση για τα fake news με αναφορές στον αναγκαίο εμβολιασμό της κοινής γνώμης. Ενδεικτικά, η τελευταία τάση για την κατανόηση της διάδοσης των fake news βασίζεται στη χρήση των επιδημιολογικών μοντέλων για τη μετάδοση μολυσματικών ασθενειών.
Μέσα στο 2017, το παραπάνω ρηματικό σχήμα και η πολεμική χρήση του έκανε έντονη την παρουσία του και στην ελληνική πολιτική σκηνή. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα βρίσκουμε στον λόγο του Κυριάκου Μητσοτάκη:
«Όμως, η συστηματική διαστρέβλωση μιας σειράς εννοιών – τα λεγόμενα post truth politics – εισήχθησαν στην Ελλάδα, πριν καταστούν – ως έννοια – μέρος του παγκόσμιου λεξιλογίου. Ήμασταν μπροστά σε αυτόν τον κύκλο. Τελειοποιήσαμε τη γλώσσα του λαϊκισμού. Εμείς, ως Νέα Δημοκρατία, επιλέξαμε εδώ και ένα χρόνο να χρησιμοποιήσουμε τον όρο “Συμφωνία Αλήθειας”. Το πράξαμε ακριβώς επειδή θέλαμε με την έννοια της αλήθειας να καταδείξουμε το πώς αντιλαμβανόμαστε τον πολιτικό λόγο απέναντι στον λαϊκισμό».
Τέτοια παραδείγματα πολιτικού λόγου φέρνουν στο προσκήνιο το ζήτημα της αλήθειας και του ορθολογισμού στην αντιπαράθεση πολιτικών λόγων στη δημόσια σφαίρα. Το δίπολο αλήθεια-ψέμα γίνεται ταυτόσημο με το δίπολο εκσυγχρονισμός-λαϊκισμός που διατρέχει τη μεταπολιτευτική Ελλάδα.
Αν, όμως, απομακρυνθούμε από το επίπεδο μιας πληροφορίας που θα μπορούσε με σχετική ευκολία να κριθεί αν είναι ψευδής ή αληθής, η συζήτηση γύρω από το λαϊκισμό και την πολιτική της μετα-αλήθειας και των ψευδών ειδήσεων από τη μια και τον ορθολογισμό, την αλήθεια και την πολιτική που είναι βασισμένη στα γεγονότα και τις γνώσεις των ειδικών από την άλλη δημιουργεί μια σειρά από προβληματισμούς για την ίδια τη φύση της πολιτικής.
Στον κυρίαρχο πολιτικό και δημοσιογραφικό λόγο σκιαγραφείται μια εικόνα όπου κυνικοί λαϊκιστές πολιτικοί, δημαγωγοί που με δόλια μέσα, με fake news, με επίκληση στο συναίσθημα και τα κατώτερα ένστικτα και όχι στη λογική, εξαπατούν τους πολίτες των χαμηλότερων κυρίως κοινωνικών στρωμάτων με χαμηλή ή καμιά τυπική μόρφωση. Αντιστοίχως, οι ψηφοφόροι παρουσιάζονται ως αμόρφωτοι, επιρρεπείς στο trash, θύματα του εθισμού τους στο γλυκό δηλητήριο του λαϊκισμού.
Σε ένα προκλητικό δοκίμιο στο Los Angeles Review of Books o Emmett Rensin πραγματεύεται το πώς οι ασυμμετρίες γνώσης έχουν αναχθεί τα τελευταία χρόνια σε βάση της πολιτικής σύγκρουσης. Εκεί ισχυρίζεται ότι η πιο σημαντική εξέλιξη των τελευταίων χρόνων είναι ότι ο αμερικανικός φιλελευθερισμός δεν αντιλαμβάνεται πια την πολιτική ως ιδεολογική σύγκρουση, αλλά ως μάχη ενάντια στους «ηλίθιους» που αρνούνται να αναγνωρίσουν το μονοπώλιο του φιλελευθερισμού στον εμπειρικό λόγο, στα γεγονότα, στη λογική.
Το κρίσιμο ζήτημα, το βαθύτερο πολιτικό πρόβλημα πίσω από την μετατροπή της πολιτικής αντιπαράθεσης σε μια συζήτηση γύρω από την αλήθεια είναι ότι αυτή μπορεί να οδηγήσει σε μια επίθεση στην ίδια την ουσία της πολιτικής.
Όταν η δική σου πολιτική πρόταση είναι η πολιτική της αλήθειας και η αντίθετη πρόταση είναι φθηνός λαϊκισμός ο στόχος δεν είναι παρά η «μονοδρόμηση» της πολιτικής. Δεν έχουμε πια μια αντιπαράθεση ανάμεσα σε διαφορετικές πολιτικές εναλλακτικές, αλλά στην αλήθεια και το ψέμα. Η αλήθεια υπαγορεύει μια και μόνο πολιτική, την ορθολογική, την υπεύθυνη, την μεταρρυθμιστική πολιτική που θα κάνει επιτέλους τη χώρα μας κανονική ευρωπαϊκή χώρα.
Εν τέλει, δεν οδηγούμαστε μόνο στον εξοβελισμό του λαϊκισμού από την πολιτική αντιπαράθεση και τη δημόσια σφαίρα, αλλά στον εξοβελισμό της ίδιας της πολιτικής νοούμενης ως πάλης ανάμεσα σε εναλλακτικές προτάσεις.
Έτσι, φτάνουμε στον θρίαμβο της μεταπολιτικής συναίνεσης στο κέντρο, για την οποία έχει επανειλημμένως γράψει η Σαντάλ Μουφ, στην επικράτηση του τεχνοκρατισμού των αρίστων, των υπεύθυνων, των ορθολογιστών που κομίζουν τη μόνη αλήθεια και τη μόνη πολιτική που ανταποκρίνεται σε αυτήν την αλήθεια. Η μετα-πολιτική συνθήκη αρνείται την ουσιωδώς πολιτική στιγμή της λήψης αποφάσεων, τη στιγμή που διαφορετικά εναλλακτικά σχέδια συγκρούονται. Η σύγκρουση μεταξύ ριζικά διαφορετικών πολιτικών μετατρέπεται σε σύγκρουση των ορθολογικών, τεχνοκρατικών αποφάσεων και των παράλογων, συναισθηματικών, λαϊκιστικών στάσεων.
Ενώ βασικό επιχείρημα των αντιλαϊκιστών είναι ο αντιπλουραλισμός του λαϊκισμού, ο ίδιος ο αντιλαϊκισμός μπορεί να καταλήξει σε μετα-πολιτικό κίνδυνο για τη δημοκρατία μέσω του περιορισμού της δημόσιας σφαίρας.
Ο Μισέλ Φουκώ υποστήριξε ότι κάθε κοινωνία έχει το δικό της καθεστώς αλήθειας που καθορίζει τον τύπο των λόγων που γίνονται αποδεκτοί ως αληθείς και πως η μάχη για την αλήθεια ή γύρω από την αλήθεια δεν είναι μια μάχη στο όνομα ή εκ μέρους της αλήθειας, αλλά είναι μια μάχη για τον οικονομικό και πολιτικό ρόλο που η «ιδιότητα» της αλήθειας μπορεί να διαδραματίσει.
Με βάση τα παραπάνω, θα μπορούσαμε ίσως να ισχυριστούμε ότι κίνδυνος δεν συνίσταται μόνο στην πλάνη του λαϊκισμού, αλλά και στην αξίωση της μοναδικής αλήθειας του αντιλαϊκισμού.
Ο Αντώνης Γαλανόπουλος είναι υποψήφιος διδάκτορας του Τμήματος Πολιτικών Επιστημώνμετα στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Πηγή: Η Αυγή