Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά: εάν συνομολογήσουμε –που μάλλον δεν συνομολογούμε- πως η πεμπτουσία της δημοκρατίας είναι οι ίσες ευκαιρίες, η υπέρβαση, δηλαδή, της τυχαιότητας της καταγωγής που καθορίζει τη μοίρα του ανθρώπου, τότε θα πρέπει επίσης να συνομολογήσουμε πως ζούμε σε κοινωνίες βαθιά αντιδημοκρατικές, σχεδόν ολοκληρωτικές.
Εάν, ακολούθως, συνομολογήσουμε πως «το δίκαιο, από τη φύση του, μπορεί να υπάρχει μόνο στην εφαρμογή ίσου μέτρου» (Μαρξ, Κριτική του Προγράμματος της Γκότα), τότε θα πρέπει να συνομολογήσουμε, επίσης, πως ζούμε σε κοινωνίες παντελώς άδικες, αδιόρθωτα χαοτικές.
Επειδή όμως οι άνθρωποι δεν είναι όλοι φτιαγμένοι από τα ίδια υλικά και επειδή διαφέρουν κατά πολύ στο τρόπο που προσεγγίζουν και αναλύουν τον εμπράγματο κόσμο, διαθέτουν δε ο καθείς διαφορετικού τύπου ιδεολογική συγκρότηση, τα ανωτέρω δεν θεωρούνται για όλους αυτονόητα.
Ας πάρουμε για παράδειγμα την πρόσφατη ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, επ’ αφορμή υπουργικών δηλώσεων, στην οποία κόπτεται για την περιφρούρηση της Δημοκρατίας: κατά την άποψη των δικαστών εν γένει, η δημοκρατία απειλείται από τους άλλους «φορείς εξουσίας, εκείνοι όμως τηρούν «απαρέγκλιτα το Σύνταγμα και τους νόμους». Συγκεκριμένοι πολιτικοί, άρα, υπονομεύουν το πολίτευμα, ενώ οι ίδιοι το προστατεύουν και το υπερασπίζονται.
Για την Ένωση Εισαγγελέων, ο δυτικός κόσμος, της ταπεινής μας χώρας συμπεριλαμβανομένης, είναι ένα κόσμος εμπεδωμένα δημοκρατικός, αλλά στα μέτρα τους: ούτε δικαιώματα περικόπτονται ούτε άλλα καταφανώς καταπατούνται, ούτε ολόκληρες πληθυσμιακές ομάδες διαβιούν υπό πρωτοφανή υστέρηση ούτε εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο υπάρχει οπουδήποτε.
Το δίκιο, λοιπόν, επικρατεί παντού: αμερόληπτα, ομοιότροπα, αποϊδεολογικοποιημένα, αντιμετωπίζει η έδρα όποιον έχει απέναντί της. Η Δικαιοσύνη, ας λειτουργεί στα πλαίσια του αστικού κράτους του όψιμου καπιταλισμού, δεν αναγνωρίζει ταξικές διαφορές. Απεναντίας, οι «λειτουργοί» της κινδυνεύουν μοναχά από αστόχαστες, κακόβουλες κριτικές εκείνων που δεν όφειλαν να κρίνουν.
Πόσο όμως αγγελικά πλασμένο μπορεί να είναι το σώμα των δικαστών, αφού τυγχάνει κομμάτι του οργανωμένου κράτους –ενίοτε του επονομαζόμενου «βαθέος»; Η δε πολιτική – ιδεολογική τους συγκρότηση, η οποία καθορίζεται πολύπλευρα όπως και λοιπών ανθρώπινων όντων, προφανώς, επηρεάζει τη δουλειά τους. Και εφόσον το πλαίσιο της δικαιοδοσίας τους ορίζεται από το αστικό, με συγκεκριμένα όρια δημοκρατίας, κράτος, οι δικαστικοί, όσο κι αν το επιθυμούν, αναγκαστικά θα κινηθούν εντός της ταξικής μας κοινωνίας. Και είναι παγκοίνως γνωστό πως οι κανόνες δικαίου, παντού και πάντοτε, είναι έργο των κυρίαρχων τάξεων, άρα ενίοτε εναντίον του λαού και των δικαιωμάτων του.
Είναι πολλά, κατά καιρούς, τα σκάνδαλα στο χώρο της δικαιοσύνης, όπως και της πολιτικής κ.ο.κ. Άλλα ο λαός τα γνώρισε και άλλα όχι. Ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο, που θα ‘λεγε κι ο Νίτσε. Εάν όμως δεν συμφωνήσουμε στα βασικά, για το είδος της δημοκρατίας και της κοινωνίας που έχουμε, που είναι κατά πολύ διαφορετικές από αυτές που θέλουμε και εάν εξακολουθήσει να συντηρείται το πέπλο του ύποπτου ρομαντισμού με το οποίο σκεπάζεται η δικαιοσύνη, άκρη δεν θα βρεθεί.
Η δικαιοσύνη είναι και ταξική και με πρόσημο ιδεολογικό.
Η Ηριάννα, ο Τάσος Θεοφίλου κι άλλοι πολλοί ίσως έχουν πολλά να συμπληρώσουν επ’ αυτού.
Κατέ Καζάντη
Πηγή: left