«Το φως της δημοσιότητας συσκοτίζει τα πάντα»: η ρήση του Χάιντεγκερ ταιριάζει πλέον γάντι στον εμπράγματο κόσμο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Εφημερίδες, τηλεόραση, ακόμα και ραδιόφωνο, εξέπεσαν, καιρό τώρα, σε μηχανισμούς οι οποίοι αντί να προωθούν τη διάχυση της πληροφορίας, σκεπάζουν με το έρεβος της αναλήθειας τη δημόσια σφαίρα, όπως ακριβώς προστάζουν οι απανταχού ελίτ : με τη διαρκή παραγωγή ψευδογεγονότων, στήνεται μια γιγαντιαία επιχείρηση αλλοτρίωσης των συνειδήσεων. Η αναυθεντικότητα, η διακίνηση της λασπουριάς στόχο έχει –τι άλλο;- τον κοινωνικό έλεγχο.
Δημοσιογράφοι, εργάτες δηλαδή του Τύπου, κατέληξαν να θεωρούνται όχι οι χειρώνακτες της διάνοιας, όπως πάλαι ποτέ, αλλά εκείνοι που το πάθος τους για χρήμα και εξουσία τους οδήγησε στη συνταύτιση με τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Η επιβολή της σύγχρονης βαρβαρότητας πέρασε από τα χέρια τους. Και, όπως ο ναζισμός ξεκίνησε ως όργανο της μεγαλοαστικής τάξης και των Πρώσων αξιωματικών, αλλά κατέληξε να χρησιμοποιήσει ο ίδιος τους αξιωματικούς ως όργανά του, έτσι κι εδώ: ο μεν Τύπος χρησιμοποιήθηκε από τους πολιτικούς του κεφαλαίου αλλά εν τέλει οι άνθρωποι του Τύπου, εκβιάζοντας και απειλώντας, με ό,τι στοιχεία διέθεταν ή κατασκεύαζαν, χρησιμοποίησαν την πολιτική. Εν τελεί και επί της ουσίας, ασκούσαν διακυβέρνηση, παρέα.
Η εφημερίδα του πασίγνωστου κομιστή, με τις εκπομπές στην τηλεόραση, που επιβραβεύεται για τη δράση του με τη στήριξη της μεγαλοαστικής τάξης και φλερτάρει ευθαρσώς με τους φασίστες της Χρυσής Αυγής, το ανεκδιήγητο «Πρώτο Θέμα», που επέβαλε στην ελληνική πραγματικότητα μια αδιανόητη υποκουλτούρα, αποτελεί τυπικό δείγμα των παραπάνω. Χρόνια στον αφρό της κυκλοφορίας, επενδύοντας στα ταπεινότερα ανθρώπινα ένστικτα, έγινε προϊόν ευπώλητο και διακινεί, με το αζημίωτο, εκείνο που θέλουν τα αφεντικά. Όσοι κατά διαστήματα δεν συμμορφώνονται, μπορούν να γίνουν τροφή για τα λιοντάρια, όχι προς τέρψη του κοινού, αλλά γιατί έτσι θα γίνει η «δουλειά» των από πάνω. Και τώρα που το παρεάκι των ελίτ του χρήματος και του υποκόσμου των κονδυλοφόρων υποπτεύεται πως τελειώνει η μπογιά του, αγρίεψε. Και χρησιμοποιεί τα συνηθισμένα για να αντεπιτεθεί.
Τι κι αν, λοιπόν, στην μικρή, πολύ μικρή Ελλάδα, όλοι γνωρίζουν τι επακριβώς ποιεί και η δεξιά αλλά και η αριστερά; Σημασία έχει να ξαναγυρίσουμε στους πρότερους καιρούς, να ξανακάνουν κουμάντο οι «δικοί μας». Σ΄ όποιον, λοιπόν, από τους άλλους κι αν ρίξεις τόνους εμετού, σήμερα στη Γεροβασίλη, αύριο σ’ άλλον, από την αποφορά, όλο και κάτι θα μείνει στη μνήμη του λαού.
Επιπλέον, αυτή η «γλοιώδης κοινωνική ομάδα», -έτσι χαρακτήριζε ο Φρειδερίκος Νίτσε τους δημοσιογράφους- αυτή η μικρή αλλά βαθιά παρεμβατική, αντιδραστική και φασίζουσα ομάδα, αμαυρώνει με καμώματά της το σύνολο του κόσμου των ΜΜΕ. Των εργατών της τέχνης της δημοσιογραφίας, που, αντιστεκόμενοι, προσπαθούν ακόμα για την αυθεντική ενημέρωση.
Κι αν το τρομαχτικό τσίρκο της διαπλοκής, σιγά σιγά, διαλύεται, ο αγώνας για την επόμενη μέρα αποτελεί υπόθεση όλων των εμπλεκομένων. Και των συνδικάτων του Τύπου –φυσικά.
Κατέ Καζάντη
Πηγή: Left.gr