Όταν, δέκα μέρες μετά τις εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ μίλησε για ένα κυβερνητικό “άλμα στο παρελθόν”, ορισμένοι -όχι πάντα με κακή πρόθεση- αναρωτήθηκαν αν είναι πολύ νωρίς για μια τόσο σαφή ανάγνωση της νέας πραγματικότητας στη χώρα μας. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει κάνει στο μεταξύ ό,τι καλύτερο θα μπορούσε για να επιβεβαιώσει την αρχική μας εκτίμηση.
Θα ήταν εύκολο να αναφερθώ στις προκλητικές δηλώσεις και στις σπασμωδικές ενέργειες στελεχών της κυβέρνησης που παραπέμπουν σε ένα κράμα κυνισμού, απόστασης από τα προβλήματα του κόσμου της εργασίας και προχειρότητας στην άσκηση πολιτικής. Το χειρότερο όμως είναι ότι ακριβώς αυτά τα στοιχεία διαπερνούν τις κεντρικές πρωτοβουλίες της νέας κυβέρνησης. Μια ανάγνωση του νομοσχεδίου για το επιτελικό κράτος αρκεί για να δει κανείς τι ακριβώς σημαίνει “άλμα στο παρελθόν”. Η θεσμοθέτηση της αναξιοκρατίας, η συγκεντροποίηση εξουσιών, η σαφής πρόσδεση του κράτους σε επιχειρηματικά συμφέροντα και η απαξίωση των δημοσίων αγαθών δεν είναι άγνωστες καταστάσεις στη χώρα μας.
Υπήρξαν οι ιστορικοί πυλώνες του παλιού δικομματισμού και οι κινητήριες δυνάμεις που οδήγησαν στην εποχή της ανασφάλειας και της σκληρής λιτότητας στα χρόνια της κρίσης. Το ανησυχητικό είναι ότι επιστρέφουν σε μια στιγμή που χάρη στη συλλογική προσπάθεια του ελληνικού λαού είχαμε καταφέρει να δημιουργήσουμε τους όρους για μια ριζικά διαφορετική πορεία προς το μέλλον. Η έξοδος από τη μνημονιακή επιτήρηση δεν είναι μόνο μια καθοριστική εξέλιξη στο πεδίο της οικονομίας. Είναι μια συνολική τομή, που αφορά τη δυνατότητα οριστικής χειραφέτησης από το αναποτελεσματικό και κοινωνικά άδικο μοντέλο άσκησης της πολιτικής που είχε καθορίσει τον βηματισμό της χώρας για δεκαετίες. Αυτή τη δυνατότητα ακυρώνει το τοξικό μείγμα οικονομικού νεοφιλελευθερισμού και κοινωνικού συντηρητισμού που εκπροσωπεί η κυβέρνηση, τα επιχειρηματικά συμφέροντα που τη στηρίζουν και οι αναθαρρημένες φωνές του συντηρητικού και αντιδραστικού κατεστημένου. Υπό την έννοια αυτή, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αποδεικνύεται μια σπαταλημένη ευκαιρία για τη χώρα.
Η μεγάλη πρόκληση
Και ακριβώς σε αυτό το σημείο εδράζεται η μεγάλη πρόκληση για τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν αρκεί να επισημαίνουμε κριτικά τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες. Για να είμαι πιο σαφής, η αναγκαία καταγγελία της συντελούμενης παλινόρθωσης των πολιτικών της λιτότητας και του κοινωνικού συντηρητισμού δεν μπορεί να σταματάει εκεί. Ο λόγος είναι απλός. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ένα κόμμα διαμαρτυρίας. Αντίθετα, είναι μια πολιτική και κοινωνική παράταξη με συσσωρευμένη κυβερνητική εμπειρία, η οποία μεταφράζεται στην επίγνωση ότι η χώρα μας έχει τις δυνατότητες, τους ανθρώπους και το σχέδιο για ένα νέο κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό υπόδειγμα. Αυτό το υπόδειγμα οφείλουμε καθημερινά να επεξεργαζόμαστε, να αναδεικνύουμε, να προβάλλουμε και να συγκεκριμενοποιούμε. Αυτός είναι ο ορισμός της προγραμματικής και μαχητικής αντιπολίτευσης που αναλογεί στον ΣΥΡΙΖΑ και έχει ανάγκη η ελληνική κοινωνία. Ας δούμε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα. Παρακολουθούμε, ήδη πριν τις εκλογές, τη συστηματική προσπάθεια απαξίωσης της ΔΕΗ, που σήμερα μεταφράζεται στη ρητή πρόθεση της νέας κυβέρνησης να προχωρήσει με ταχύτατους όρους στην εκποίησή της και στη στρατηγική υπαγωγή του τομέα της ενέργειας στα κυρίαρχα επιχειρηματικά συμφέροντα. Η δική μας απάντηση δεν μπορεί να περιοριστεί στη λεκτική καταγγελία αυτών των σχεδιασμών.
Θα πρέπει να συνδεθεί με την προβολή της δικής μας αντίληψης για τα δημόσια αγαθά, την τακτική μας για την προάσπιση του δημόσιου χαρακτήρα της επιχείρησης και τη στρατηγική μας για το μεγάλο ερώτημα της ενεργειακής αυτονομίας στον 21ο αιώνα, τη διασύνδεσή του με την πρόκληση της κλιματικής αλλαγής, την ενατένιση ενός νέου ενεργειακού χάρτη της χώρας. Το “κάτω τα χέρια από τη ΔΕΗ” -και μιλάω εδώ σχηματικά- πρέπει να συνδεθεί με τις θετικές κατακτήσεις των χρόνων της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Σε πολύ δύσκολες συνθήκες καταφέραμε, και αυτό δεν είναι μικρό πράγμα, να συνδέσουμε τη ΔΕΗ με την επέκταση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και ταυτόχρονα να διασφαλίσουμε τον δημόσιο χαρακτήρα της επιχείρησης προσελκύοντας επωφελείς ξένες επενδύσεις (όπως στον ΑΔΜΗΕ). Την ίδια στιγμή, προχωρήσαμε σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις όπως οι ενεργειακές κοινότητες που υποδεικνύουν το μοντέλο ανάπτυξης που οραματιζόμαστε. Όλα αυτά τροφοδοτούν το αίτημα για “ενεργειακή δημοκρατία” και ένα Δημόσιο “νέου τύπου”, που θα εξυπηρετεί τον συνολικό παραγωγικό και οικολογικό μετασχηματισμό.
Στο έδαφος αυτό, πιστεύω ότι πρέπει να είμαστε έτοιμοι, στα μεγάλα και κρίσιμα νομοσχέδια του επόμενου διαστήματος, να καταθέσουμε τη δική μας ολοκληρωμένη νομοθετική πρόταση – με την τεκμηρίωση, το ιδεολογικό στίγμα, και την κοινωνική έγνοια που θα είχαν οι προτάσεις μας αν ήμασταν κυβέρνηση. Να αποδείξουμε δηλαδή ότι υπάρχει ένα χειροπιαστό σχέδιο, που όχι μόνο αποκρούει τις ιδεοληπτικές πολιτικές της Νέας Δημοκρατίας αλλά, την ίδια στιγμή, περιγράφει μια ριζοσπαστική μετάβαση σε μια Ελλάδα προτεραιότητα της οποίας είναι η κοινωνική δικαιοσύνη και η δημόσια ευημερία.
Ανοιχτοί στον διάλογο
Μία τέτοια μεθοδολογία δράσης δεν περιορίζεται μόνο στην κοινοβουλευτική αντιπαράθεση. Ίσα – Ίσα. Στηρίζεται στην οργανωτική μας ανασυγκρότηση και κυρίως στον ανοιχτό διάλογο του ΣΥΡΙΖΑ με τους χιλιάδες πολίτες που ήδη από την επομένη των εκλογών δηλώνουν ότι θέλουν να συμβάλουν στην προσπάθειά μας. Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να ακούσει αυτή τη φωνή. Να συνομιλήσει με τα δυναμικά εκείνα στρώματα που προσκομίζουν στη συζήτηση τη δική τους εμπειρία και τεχνογνωσία και την απροθυμία τους να δεχτούν μια παλινόρθωση του παλιού πολιτικού κατεστημένου. Δεν έχει σημασία αν συμφωνούμε σε όλα, ούτε αν πολλοί και πολλές παραμένουν κριτικοί για πτυχές της δικής μας κυβερνητικής εμπειρίας. Άλλωστε συχνά αυτή η κριτική εστιάζει σε κάτι ορθό: ότι μπορούσαμε να κάνουμε περισσότερα. Και τώρα είναι η στιγμή που μπορούμε να σκεφτούμε γύρω από αυτό, να διαμορφώσουμε μια αντιπολιτευτική ατζέντα γύρω από το αίτημα μιας κοινωνίας που θα δίνει περισσότερα στους ανθρώπους της, να διαμορφώσουμε το σχέδιο εκείνο της Αριστεράς του 21ου αιώνα που αναλογεί στη μέχρι τώρα προσπάθεια και στις ικανότητές μας για το μέλλον.
Ο Αλέξης Χαρίτσης είναι εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ
Πηγή: Η Αυγή