Μεταφράσεις

14 Σεπτέμβρη 2001: Το μάθημα της Ιστορίας – Το Αφγανιστάν πάντα νικάει τους εισβολείς του

Ψηλά στο φαράγγι της Καμπούλ, εξακολουθούν να βρίσκουν αρχαίες αγκράφες ζώνης και διαβρωμένες λαβές ξίφους. Δεν μπορείτε πλέον να διαβάσετε τα διακριτικά των βρετανικών συνταγμάτων της παλιάς εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών, αλλά τα κόκαλά τους – και των 16.000 – εξακολουθούν να βρίσκονται κάπου ανάμεσα στο σκούρο χώμα και στους ετοιμόρροπους βράχους των πιο απρόσιτων βουνών στο Αφγανιστάν. Όπως οι Βρετανοί που ήρθαν αργότερα και οι Ρώσοι που επρόκειτο να φτάσουν περισσότερο από έναν αιώνα μετά, η εκστρατεία του στρατηγού William Elphinstone ενδύθηκε με ρητορική και υψιπετείς αρχές και κατέληξε σε καταστροφή. Τζορτζ Μπους Τζούνιορ και NATO, κρατήστε σημειώσεις.

Πράγματι, εάν υπάρχει μία χώρα – το να την χαρακτηρίσουμε έθνος θα ήταν λανθασμένο – που η δύση θα έπρεπε να αποφύγει στρατιωτικά, είναι η γη των φυλών στην οποία ο Οσάμα Μπιν Λάντεν διατηρεί το κρυφό του καταφύγιο. Πριν από κάτι παραπάνω από δύο δεκαετίες, ανακάλυψα πώς είναι να είσαι σε στρατό εισβολής σε εκείνο το πανέμορφο, άγριο, περήφανο οροπέδιο. Με συνέλαβε Ρωσικό Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών κοντά στη σήραγγα Salang, με έστειλαν με ένα Σοβιετικό κονβόι πίσω στην Καμπούλ. Πέσαμε σε ενέδρα και μέσα από τις χιονονιφάδες ήρθαν οι Αφγανοί, κουβαλώντας μαχαίρια. Μια αεροπορική επίθεση και η άφιξη Σοβιετικών Τατζίκων στρατιωτών μας έσωσαν. Αλλά ο ισχυρός Κόκκινος Στρατός ταπεινώθηκε από άνδρες που δεν μπορούσαν να γράψουν τα ονόματά τους και των οποίων η πολιτική ήταν τόσο αλλού που ένας μουτζαχίντ μαχητής αργότερα προσπαθούσε να με πείσει ότι το Λονδίνο είχε καταλειφθεί από ρωσικά στρατεύματα.

Πίσω στα 1839, εμείς οι Βρετανοί ανησυχούσαμε επίσης για τους Ρώσους. Ο στρατηγός Elphinstone οδήγησε έναν στρατό με δύναμη 16.500 της Εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών – μαζί με 38.000 ακολούθους – στο Αφγανιστάν, ανυπομονώντας να βάλει τέλος στο φλερτ του Dost Mohamed με τον Τσάρο, πήρε την Κανταχάρ και μπήκε στην Καμπούλ στις 30 Ιουνίου με την πρώτη ξένη δύναμη που κατέλαβε την πόλη στους μοντέρνους καιρούς. Ο Dost Mohamed – η Βρετανική υπερδύναμη της εποχής ήξερε πώς να αντιμετωπίσει τους απείθαρχους ιθαγενείς – στάλθηκε εξορία στην Ινδία, αλλά οι Αφγανοί δεν ήταν προετοιμασμένοι να τεθούν υπό Βρετανική καθοδήγηση. Το να κρατήσει ένας ξένος στρατός την Καμπούλ είναι τρέλα, θα πρέπει να αντιλήφθηκε ο Elphinstone όταν, την 1η Νοεμβρίου 1840, ένας Βρετανός αξιωματικός, ο Alexander Burnes, έγινε κομμάτια από έναν όχλο στο παζάρι και το κεφάλι του καρφώθηκε σε έναν πάσσαλο. Μια βρετανική μονάδα 300 ατόμων στο πεδίο διέφυγε για να σωθεί πίσω στην Καμπούλ. Και όταν εμφανίστηκε ο γιος του Dost Mohamed, επικεφαλής ενός Αφγανικού στρατού 30.000, ο Elphinstone ήταν καταδικασμένος.

Παζάρεψε την ελευθερία του με αντάλλαγμα ασφαλές πέρασμα πίσω στο Βρετανικό φρούριο στο Τζαλαλαμπάντ, κοντά στα σύνορα με την Ινδία. Ήταν ένας από τους πιο κρύους χειμώνες που έχουν καταγραφεί και με λίγες προμήθειες, ουσιαστικά χωρίς τρόφιμα και με ψεύτικες υποσχέσεις ασφάλειας, οδήγησε τον στρατό του – η γραμμή τους 10 μίλια σε μήκος – έξω στην παγωμένη ερημιά του φαραγγιού της Καμπούλ. Οι ακόλουθοι του στρατοπέδου αφέθηκαν στην άκρη. Τα σύγχρονα αρχεία περιγράφουν Ινδές γυναίκες προσκολλημένες στην αποικιακή δύναμη του Βρετανικού στρατού, γυμνωμένες, πεινασμένες, βιασμένες και μαχαιρωμένες από Αφγανούς, μέλη φυλών, τα πτώματά τους παρατημένα στο χιόνι. Ο Elphinstone είχε εγκαταλείψει προ πολλού την προσπάθεια να τις προστατεύσει. Ωστόσο, κάθε νέα επιδρομή στο χάσμα του φαραγγιού της Καμπούλ – θα έβλεπα τα απομεινάρια ενός Ρωσικού κονβόι σκορπισμένα στον ίδιο δρόμο σχεδόν 140 χρόνια αργότερα – οδηγούσε σε περαιτέρω ενέδρες και σφαγές.

Ο Elphinstone εξασφάλισε την ασφάλεια του εαυτού του, μερικών αξιωματικών και μιας ομάδας Αγγλίδων κυριών. Οι τελευταίοι Βρετανοί φρουροί πετσοκόφτηκαν ψηλά, περικυκλωμένοι από χιλιάδες Αφγανούς, πυροβολώντας μέχρι την τελευταία σφαίρα, ο διοικητής του λόχου πέθανε με τη σημαία της Ένωσης τυλιγμένη στη μέση του. Μέρες αργότερα, ο τελευταίος επιζών από τις σφαγές, καλπάζοντας με το εξαντλημένο άλογό του προς το Τζαλαλαμπάντ, δέχθηκε επίθεση από δύο Αφγανούς καβαλάρηδες. Κρατώντας τους μακριά του, έσπασε το ξίφος του, σε στιλ Χόλιγουντ, σε έναν από τους άντρες. Αλλά με το άλογό του να πεθαίνει από κάτω του, έφτασε στο Βρετανικό οχυρό. Ήταν μέχρι τότε η μεγαλύτερη ήττα των Βρετανικών όπλων στην ιστορία.

Οι Βρετανοί προσκολλήθηκαν στο Αφγανιστάν σαν να ήταν πετράδι του στέμματος. Σύμφωνα με τη Συνθήκη του Γκανταμάκ, ο Amir Yakub Khan θα μπορούσε να κυβερνήσει την Καμπούλ και θα άνοιγε στην πόλη Βρετανική πρεσβεία. Αλλά μέσα σε μήνες, το 1879, το κτίριο βρισκόταν υπό πολιορκία, οι λίγοι ένοικοι της πολεμούσαν – για άλλη μια φορά – μέχρις εσχάτων. Με την πρεσβεία να φλέγεται, η χούφτα Βρετανών μέσα έκανε επανειλημμένες εφόδους στις τάξεις των Αφγανών. «Όταν δέχονταν επίθεση», θα ισχυριζόταν μια μεταγενέστερη βρετανική αφήγηση, «οι Αφγανοί στρατιώτες έτρεχαν σαν πρόβατα μπροστά από έναν λύκο». Αλλά μέσα σε λίγες ώρες, οι Βρετανοί βρέθηκαν να πολεμούν από τη φλεγόμενη στέγη του κτιρίου, πετσοκόπηκαν από σπαθιά, ξεγυμνώθηκαν και τα σώματά τους κάηκαν. Ο Πρόξενος, γεννημένος από Γάλλο πατέρα και Ιρλανδή μητέρα, ήταν ο Ταγματάρχης Σερ Pierre Louis Napoleon Cavagnari, Ιππότης Διοικητής του Τάγματος του Λουτρού, Εταίρος του Τάγματος του Αστέρος της Ινδίας. Ένας Βρετανός δημοσιογράφος με τη Δύναμη Πεδίου της Καμπούλ βρήκε λίγα καμένα οστά στην αυλή του κτιρίου. Περιλάμβαναν, χωρίς αμφιβολία, τα λείψανα του Σερ Pierre.

Κατά ειρωνικό τρόπο, ένας από τους διαδόχους του Elphinstone επισκέφθηκε τον τόπο της σφαγής του 1842 το 1880 όταν άκουσε ότι ο στρατός του -αυτός ήταν ο Δεύτερος Αφγανικός Πόλεμος- είχε δεχθεί επίθεση σε μια απομακρυσμένη ημι-έρημο που ονομάζεται Maiwand, και το 30ο Σύνταγμα Πεζικού της Βομβάης πολεμούσε χιλιάδες ghazi πολεμιστών που έκαναν επιθέσεις αυτοκτονίας στα Βρετανικά κανόνια και στα Αιγυπτιακά αποικιακά στρατεύματα. Άγριοι στις επιθέσεις τους, ανεμίζοντας πράσινες ισλαμικές σημαίες και εντελώς αδιάφοροι για τη ζωή τους – και η λέξη «αυτοκτονία» δεν χρησιμοποιείται χαλαρά εδώ – ρίχνονταν στους Βρετανούς.

Αν θα είχαμε να διεξάγουμε τώρα μια στρατιωτική έρευνα για την καταστροφή που ακολούθησε, στις εύθραυστες, κιτρινισμένες σελίδες της έκθεσης του Κλάδου Πληροφοριών του Ινδικού Βρετανικού Στρατού, μπορούμε να βρούμε ανατριχιαστικά στοιχεία για το τι σήμαινε αυτή. Ο λοχαγός Wainwaring θυμόταν πώς «ολόκληρο το έδαφος στα αριστερά του 30ου Πεζικού Ιθαγενών, και ανάμεσα σ’αυτό και στους Γρεναδιέρους, ήταν καλυμμένο από πλήθη ghazi και σημαιοφόρους. Οι ghazi βρίσκονταν στην πραγματικότητα μέσα στις τάξεις των Γρεναδιέρων, τραβούσαν τους άνδρες και τους έκοβαν με τα σπαθιά τους… » Μια νεαρή Αφγανή – το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι το όνομά της ήταν Malaleh – φοβήθηκε ότι οι πολεμιστές των φυλών θα υποχωρούσαν, έσκισε το πέπλο της και κρατώντας το πάνω από το κεφάλι της ως σημαία επιτέθηκε η ίδια στους Γρεναδιέρους. Έπεσε από Βρετανικές σφαίρες. Οι Βρετανοί όμως τράπηκαν σε φυγή. Συνολικά, έχασαν 1.320 άνδρες, συμπεριλαμβανομένων 21 αξιωματικών, μαζί με 1.000 τουφέκια και τουλάχιστον 600 ξίφη.

Το Μεγάλο Παιχνίδι υποτίθεται ότι αφορούσε τα σύνορα -τη διατήρηση ενός ελεγχόμενου από τους Βρετανούς Αφγανιστάν ανάμεσα στην Ινδική Αυτοκρατορία και στα ρωσικά σύνορα- ήταν όμως μια ιστορία προδοσιών. Αυτοί που πιστεύαμε ότι ήταν με το μέρος μας αποδείχθηκε ότι ήταν εναντίον μας. Μέχρι το 1878, πιστεύαμε ότι ο Amir Sher Ali Khan της Καμπούλ ήταν φίλος μας, έτοιμος να πολεμήσει για τη Βρετανική Αυτοκρατορία – όπως κάποιος ονόματι Οσάμα Μπιν Λάντεν θα πολεμούσε αργότερα τους Ρώσους για λογαριασμό “μας” – αλλά απαγόρευσε τη διάβαση στα Βρετανικά στρατεύματα και ενθάρρυνε τη ληστεία Βρετανών εμπόρων.

Είχε «προσπαθήσει ανοιχτά και επιμελώς … να πυροδοτήσει θρησκευτικό μίσος εναντίον των Άγγλων», είχαμε ανακοινώσει στην κήρυξη του πολέμου στις 21 Νοεμβρίου 1878. Η βοήθεια και υποστήριξη του Amir στη δολοφονία του προσωπικού της Βρετανικής Πρεσβείας ήταν «προδοτικό και δειλό έγκλημα, το οποίο έφερε ανεξίτηλο όνειδος στον Αφγανικό λαό», δήλωνε ο Σερ Frederick Roberts το 1879 όταν, για μια ακόμη φορά οι Βρετανοί είχαν καταλάβει την Καμπούλ. Όσοι ακολούθησαν τον Amir «δεν πρέπει να ξεφύγουν… η επιβαλλόμενη ποινή και … η τιμωρία πρέπει να είναι τέτοια που θα γίνεται αισθητή και θα την θυμούνται… Όλα τα πρόσωπα που καταδικάστηκαν για συμμετοχή [στις δολοφονίες] θα αντιμετωπίζονται όπως τους αξίζει…” Ήταν μια αρχαία, Βικτωριανή προειδοποίηση, ένα φαντασμαγορικό προοίμιο των λέξεων που ακούσαμε από τον Πρόεδρο Μπους – αλλά και τον κ. Μπλερ – τις τελευταίες 48 ώρες.

Οι Ρώσοι θα υπέμεναν τα δικά τους 10 χρόνια στο Γολγοθά ακριβώς έναν αιώνα αργότερα, αν και στην πραγματικότητα ήταν οι Αφγανοί που υπέστησαν μια σχεδόν γενοκτονία από τους Σοβιετικούς. Ο Οσάμα Μπιν Λάντεν, ο οποίος είχε διαφύγει από αρκετές απόπειρες δολοφονίας από Ρώσους πράκτορες, επέζησε. Ίσως ο Βλαντιμίρ Πούτιν, από τον οποίο ζητείται να προσυπογράψει το νέο πόλεμο της Δύσης για «δημοκρατία και ελευθερία» ενάντια στις δυνάμεις του σκότους, να θυμίσει στον κ. Μπους πόσο επώδυνη αποδείχθηκε η στρατιωτική περιπέτεια της Ρωσίας στο Αφγανιστάν. Ίσως όλοι θα μπορούσαμε να επιστρέψουμε στα βιβλία ιστορίας προτού προτείνουμε – και είναι σαφές ότι ονειρεύονται την ιδέα μιας τέτοιας περιπέτειας στην Ουάσινγκτον – να ξανασχοληθούμε με το Μεγάλο Παιχνίδι για άλλη μια φορά.

Robert Fisk

Μετάφραση: Κώστας Ψιούρης

Πηγή: The Independent