Macro

Βασίλης Ρόγγας: Η Νεοδεξιά θα καταρρεύσει με πάταγο αν…

Τρεις ήταν οι κύριες θεματικές στις οποίες επένδυσε η Ν.Δ. προεκλογικά: ανακούφιση από την υπερφορολόγηση, νόμος και τάξη, επενδύσεις. Ως τώρα απολαμβάνει σχεδόν καθολική μιντιακή προστασία, ιδιαίτερα αν συγκριθεί με την προηγούμενη κυβέρνηση, και σχετικά υψηλή κοινωνική αποδοχή. Προσπαθεί κυρίως σε αυτά τα τρία θέματα να κινηθεί με όρους που θα την ευνοήσουν επικοινωνιακά, αλλά καθίσταται ολοένα και περισσότερο σαφές πως ούτε πολιτικά ούτε οικονομικά μπορεί να καταφέρει αυτά που υποσχέθηκε. Αν προστεθούν και η διαχείριση των εκτάκτων καταστάσεων που προκύπτουν, δηλαδή το προσφυγικό και τα ελληνοτουρκικά, τότε το ισοζύγιο καθίσταται αρνητικό.

Σε σχέση με το μετριασμό της υπερφορολόγησης, φαίνεται πως η εξίσωση δεν βγαίνει. Οι όποιες μειώσεις σε εισφορές κοινωνικής ασφάλισης ή οι φοροελαφρύνσεις είτε αντισταθμίζονται πλήρως από τις αυξήσεις στις νέες ασφαλιστικές κατηγορίες για μη μισθωτούς ή είναι ποσοτικά αδιάφορες για τους υπόλοιπους. Αυτό το ποσοτικό στοιχείο θα τείνει να γίνει πολιτικό, δηλαδή ποιοτικό, μιας και η κοινωνική πλειοψηφία συν τω χρόνω θα καταλάβει την απάτη στην τσέπη της. Και στο μέτωπο των συνταξιούχων, που πλειοψηφικά στήριξαν την παρούσα κυβέρνηση, οι αυξήσεις είτε είναι ελάχιστες είτε αφορούν μελλοντικούς συνταξιούχους είτε αφορούν συνταξιούχους ρετιρέ.

Ο «νόμος και η τάξη» έχει πιο τραγελαφικά αποτελέσματα. Ο κ. Χρυσοχοΐδης μπήκε όντως σε περίπου 20 καταλήψεις. Έστειλε και ένα ραβασάκι στις καταλήψεις που έληγε αρχές Δεκέμβρη που έλεγε πως, αν δεν αποχωρήσουν οικειοθελώς, θα τους το επιβάλλει. Έκτοτε όμως δεν τα κατάφερε να συνεχίσει με τα αποτελέσματα της πρώτης περιόδου. Και τούτο γιατί κατάλαβε φυσικά πως η δράση του θα φέρνει αντίδραση που θα του κοστίζει πολλαπλάσια πολιτικά, εκτός του ότι φαντάζει και επιχειρησιακά αδύνατο να κλείσει όλες τις καταλήψεις. Βεβαίως, οι περισσότεροι πολίτες κατανοούν πως η ασφάλεια δεν μπορεί να προέλθει από μια επικοινωνιακή και κατασταλτική πρόνοια μόνο για τα Εξάρχεια, μιας και βιώνουν τις επιπτώσεις διαχρονικών εστιών ανομίας εκτός αυτής της περιοχής.

Στον τομέα τον επενδύσεων έχουμε ένα περισσότερο φιλόδοξο σχεδιασμό από την κυβέρνηση. Εδώ η τρέχουσα ατζέντα δεν μας πληροφορεί σωστά. Έτσι, το «πρόβλημα» δεν είναι η μη εκκίνηση του Ελληνικού ή η φυγή της Τέσλα, αλλά επενδύσεις σε τομείς που μεσοπρόθεσμα -το αργότερο- θα πλήξουν την πλειοψηφία των πολιτών. Εξηγούμαι. Οι επερχόμενες επενδύσεις αφορούν κυρίως το realestate και το ασφαλιστικό.

Στον πρώτο τομέα, είναι γνωστά από τη δεκαετία του ’50 τα αποτελέσματα που μακροπρόθεσμα φέρνει η σχεδόν μανιακή επενδυτική μονοκαλλιέργεια σε κατασκευές και realestate,καθιστώντας επισφαλή την ελληνική καπιταλιστική ανάπτυξη. Κι από την άλλη, τα περίπου 200.000 δεσμευμένα ακίνητα για βραχυχρόνια μίσθωση, η διείσδυση ξένων επενδυτών στον τομέα, η μη προστασία της πρώτης κατοικίας από το Μάη, επιφέρουν ήδη αύξηση ενοικίων και αύξηση των αντικειμενικών αξιών. Σε σχέση με το ασφαλιστικό, η μερική του κεφαλαιοποίηση αφενός θα δημιουργήσει τρύπες δισεκατομμυρίων στον ΕΦΚΑ, που από κάπου πρέπει να αναπληρωθούν, αφετέρου θα σημαίνει το τέλος της διαγενεακής αλληλεγγύης και την εγκατάλειψη της αναδιανεμητικής αρχής.

Πέραν της τριπλής ατζέντας όμως, η κυβέρνηση αντιμετωπίζει κι άλλα θέματα με τα οποία δε θα ξεμπλέξει χωρίς πολιτικό κόστος. Η αυξανόμενη ένταση με την Τουρκία έχει επιλεγεί να αντιμετωπιστεί μέσω παραχωρήσεων στους συμμάχους χωρίς ανταλλάγματα -πάγια τακτική της Δεξιάς, συνήθως με ολέθρια αποτελέσματα. Κι από την άλλη, η απάνθρωπη αντιμετώπιση του προσφυγικού ζητήματος, αντί να εμπεδώνει στις συνειδήσεις των συντηρητικών την αυστηρή στάση της κυβέρνησης «ενάντια στον κίνδυνο», μετατοπίζει ψηφοφόρους και πολιτευτές της παράταξης ακόμα πιο ακροδεξιά.

Τούτων δοθέντων, η περίοδος χάριτος σιγά σιγά τελειώνει χωρίς απαραιτήτως αυτό να σημαίνει πως ευνοείται ο άλλος πόλος του κομματικού συστήματος. Κι αυτό γιατί η παράδοση της κυβέρνησης δε θα γίνει χωρίς πρώτα να δοθεί λυσσαλέα μάχη, χωρίς να επινοηθούν τακτικισμοί που θα ανατρέψουν τη φαινομενικά αναπόφευκτη έκβαση. Η Ν.Δ. του 40% στην κυβέρνηση με όλους τους ολιγάρχες μαζί της δε θα είναι εύκολο να ηττηθεί, ιδιαίτερα αν προϊόντος του χρόνου η ιδεολογική της ηγεμονία εμπεδωθεί περαιτέρω σε ευρύτερα ακροατήρια: ακροδεξιός λόγος στα κοινωνικά ζητήματα, μη αμφισβήτηση των νεοφιλελεύθερων πρακτικών στην οικονομία, θεσμικός και κομματικός αυταρχισμός για δημιουργία «αποτελεσματικού» κράτους.

Για να υπάρξει κυβερνητική αλλαγή υπέρ της πλειοψηφίας των πολιτών, τότε αυτή αναγκαστικά περνά από τη ριζοσπαστικοποίηση του λόγου και της πρακτικής της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Στα αφηγήματα και τα πεπραγμένα της alt-right, που «γέρνουν το μπαστούνι» προς την ακροδεξία και το νεοφιλελευθερισμό, η αποτελεσματική, νικηφόρα απάντηση αντλεί έμπνευση από την εντελώς αντίθετη στρατηγικά αφήγηση. Τα «κοινά», ως οικονομικό επέκεινα του καπιταλισμού, η προάσπιση και ενδυνάμωση της δημοκρατίας και η διεύρυνσή της με θεσμούς άμεσης δημοκρατίας, η ανάπτυξη του κοινωνικού κράτους, η επανανοηματοδότηση του δημοσίου χώρου ως χώρου των πολιτών, καθώς και πολλές άλλες σύγχρονες επεξεργασίες της συγκαιρινής Αριστεράς, είναι ένα επαρκέστατο οπλοστάσιο για το πρώτο στάδιο της άμυνας και το δεύτερο στάδιο της επίθεσης. Κινηματική ανάπτυξη και έπειτα προοδευτική διακυβέρνηση χωρίς αριστερή ηγεμονία «στους αρμούς της κοινωνίας» δεν μπορεί να υπάρξει. Το έργο αυτό πρέπει να έχει, φυσικά, μέριμνες για θεωρητικές επεξεργασίες, επικοινωνιακή και τεχνοκρατική επάρκεια. Είναι, δηλαδή, ιδιαίτερα κοπιώδες και απαιτεί τη διαρκή εγρήγορση του φορέα που θα το επιχειρήσει.

 

Ο Βασίλης Ρόγγας Υπ. Διδάκτορας Κοινωνιολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης

Πηγή: Η Αυγή