Macro

Κύρκος Δοξιάδης: Αρχηγισμός, η παιδική αρρώστια του ΣΥΡΙΖΑ

Ο όρος «πασοκοποίηση» είναι κάτι σαν τον όρο «νεοφιλελευθερισμός» – πολλοί την θέλουν αλλά οι περισσότεροι εξ αυτών αποφεύγουν να χρησιμοποιούν τον όρο. Εκτός του ότι είναι και κακόηχος νεολογισμός, η αποφυγή ίσως οφείλεται και στο ότι είναι γνωστό πως στο εξωτερικό τουλάχιστον ο όρος «pasokification» (υπάρχει και ως λήμμα στην αγγλική Wikipedia) έχει ένα πασιφανώς αρνητικό πρόσημο: σηματοδοτεί τη ραγδαία –εκλογική και όχι μόνο- παρακμή των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων που παρασύρθηκαν από νεοφιλελεύθερες πολιτικές.

Αν όμως κοιτάξει κανείς την –όποια– επιχειρηματολογία πολλών σχολιογράφων από τον χώρο της πολιτικής, της δημοσιογραφίας ή ευρύτερα της διανόησης, είναι σαφές ότι αυτό ακριβώς θέλουν: τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα της Κεντροαριστεράς που θα αντικαταστήσει το χρεοκοπημένο και ανύπαρκτο πλέον ΠΑΣΟΚ.

Οσο και αν αυτό δεν αρέσει, «πασοκοποίηση» είναι ο όρος – δεν υπάρχει καλύτερος. Και επί της ουσίας, όσο και αν διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι δεν επιθυμούν τη νεοφιλελευθεροποίηση του ΣΥΡΙΖΑ, οι υπέρμαχοι της μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ σε νέο ΠΑΣΟΚ αυτό επιδιώκουν. Στη σημερινή εποχή, η ειδοποιός διαφορά της ριζοσπαστικής Αριστεράς από την όποια «Κεντροαριστερά» ή «σοσιαλδημοκρατία» δεν είναι παρά η σταθερή, έμπρακτη και ταυτόχρονα ρεαλιστική εναντίωση στον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό. Αριστερές μεταρρυθμίσεις σημαίνει πρώτα και κύρια αντι-νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις.

Το κύριο επιχείρημα που χρησιμοποιείται υπέρ της πασοκοποίησης όμως δεν είναι βέβαια η ανερυθρίαστη έκφραση κάποιας άποψης ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να «βάλει νερό στο αντι-νεοφιλελεύθερο κρασί του», αλλά ούτε και η πολλαχώς και πολλαχόθεν αμφισβητούμενη από θεσμικής και ουσιαστικής πλευράς εισχώρηση διά μέσου της «Προοδευτικής Συμμαχίας» αρκετών προσώπων που μέχρι πολύ πρόσφατα διετέλεσαν στελέχη του ΠΑΣΟΚ.

Είναι κάτι που υπόρρητα -αλλά και ρητά ενίοτε- θεωρείται ως κοινό χαρακτηριστικό του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ στην «ένδοξή» του περίοδο: ότι τόσο ο μεν όσο και το δε είναι και ήταν αρχηγικά κόμματα.

Η έννοια του «αρχηγικού κόμματος» ή του «αρχηγισμού», όπως ισχύει και με την έννοια της «πασοκοποίησης», ποτέ δεν αναφέρεται ρητά βέβαια. Ο «αρχηγισμός» πάντοτε φέρει αρνητικό πρόσημο, κανείς δεν τάσσεται ευθαρσώς υπέρ αυτού.

Το επιχείρημα που εκφέρεται είναι πως τόσο στο ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου όσο και στον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα είχαμε και έχουμε να κάνουμε με εξαιρετικά χαρισματικές ηγετικές προσωπικότητες. Προσωπικότητες των οποίων το «εκτόπισμα» είναι τόσο μεγάλο ώστε να «εκτοπίζει» και την πολιτική σπουδαιότητα του κόμματος του οποίου ηγούνται. Οπως παλιά οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ ψήφιζαν τον «Αντρέα», έτσι και τώρα ο κόσμος δεν ψηφίζει το κόμμα «ΣΥΡΙΖΑ» αλλά τον «Τσίπρα».

Το πρόβλημα είναι πως τούτη την άποψη δεν συμμερίζονται μόνον οι καθεστωτικοί κύκλοι και οι αντι-ΣΥΡΙΖΑ «φίλοι» του ΣΥΡΙΖΑ. Ενυπάρχει και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Διάβασα πρόσφατα σχόλιο σε αριστερή εφημερίδα όπου εκφραζόταν η πεποίθηση πως δεν αναγνωρίζεται επαρκώς η σημασία του Αλέξη Τσίπρα από φόβο μήπως κατηγορηθούμε για αρχηγισμό.

Πιστεύω πως περίπου το αντίθετο ισχύει. Ενώ η ενδοκομματική κριτική συχνά είναι δριμύτατη και εκφράζεται απολύτως ελεύθερα, υπάρχει ένα άρρητο «ταμπού» όσον αφορά την οποιαδήποτε κριτική στον πρόεδρο του κόμματος.

Δεν με απασχολεί τόσο ότι αυτή η κατάσταση αμβλύνει σοβαρά τη δημοκρατική επαγρύπνηση στις εσωκομματικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων, όσο ότι στηρίζεται σε μια πλήρως αντι-αριστερή σύλληψη της πολιτικής πραγματικότητας, που με τη σειρά της οδηγεί σε λανθασμένες έως ολέθριες πολιτικές επιλογές.

Για να ξαναπιάσουμε τη σύγκριση με το ΠΑΣΟΚ: o αρχηγισμός του ΠΑΣΟΚ αφ’ ενός οφειλόταν στο ότι εκείνο το κόμμα ήταν προσωπικό δημιούργημα του Ανδρέα Παπανδρέου (που δεν ισχύει βέβαια με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Α. Τσίπρα), αφ’ ετέρου όμως μπόρεσε να ανθήσει αλλά και να εξασφαλίσει την ισχυρή παρουσία του κόμματος και μετά την ασθένεια και τον θάνατο του δημιουργού του επειδή, μαζί με τον ακραίο ιδεολογικό οπορτουνισμό που τον συνόδευε, στο οργανωτικό επίπεδο, κατάφερε να συναρθρωθεί επιτυχώς με τον κυρίαρχο τρόπο πολιτικής εκπροσώπησης των αστικών κομμάτων στην Ελλάδα – ήτοι με το πελατειακό σύστημα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ θα «ενηλικιωθεί» όταν συνειδητοποιήσει στην πολιτική του πρακτική όχι ότι ο Τσίπρας δεν είναι το βασικό του ατού, διότι προς το παρόν είναι, αλλά ότι αυτή ακριβώς η κατάσταση είναι μια σοβαρή ανεπάρκεια που πρέπει να ξεπεραστεί. Κατά συνέπεια, η απεύθυνση προς τον κόσμο δεν μπορεί να είναι η περαιτέρω καλλιέργεια του αρχηγισμού, αλλά η υπέρβασή του κατά τρόπο αριστερό –που σημαίνει μεταξύ άλλων μια μη πελατειακή σύνδεση της συλλογικότητας του κόμματος με τις λαϊκές μάζες.

Ο Κύρκος Δοξιάδης είναι καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών