Είναι σαφές πως έχουμε μέχρι στιγμής ανεπαρκή στοιχεία για να τεκμηριώσουμε ποιες ακριβώς ομαδώσεις ανθρώπων με κοινά χαρακτηριστικά και για ποιους συγκεκριμένα λόγους αποφεύγουν ή αρνούνται τον εμβολιασμό. Ωστόσο, μπορούμε να εικάσουμε βάσιμα πως συντρέχουν ομαδώσεις προϋποθέσεων (ανορθολογισμός, free-riders, δομικές και εύλογες) που ευνοούν το φαινόμενο. Σαφώς και μπορούμε να τα πάμε πολύ καλύτερα αλλά αυτό προϋποθέτει κινητοποίηση πόρων αρκετά πέρα από αυτά που έχουν γίνει μέχρι σήμερα και δεν αφορούν μόνο την κυβέρνηση ή την αντιπολίτευση.
Ανορθολογισμός
Οι χάρτες μιας αξιόπιστης πραγματικότητας αυτών που ονομάζονται «ομιλούσες τάξεις», (υγειονομικές, πολιτικές, μορφωτικές, οικονομικές ελίτ) και τα διαμορφωμένα αντανακλαστικά τους αμφισβητούνται παντού εδώ και δεκαετίες. Η άνοδος ενός ανορθολογισμού με πολλαπλές εκδοχές και αφετηρίες είναι συχνά η απάντηση αρκετών, όταν οι επαΐοντες τους λένε τι πρέπει να κάνουν. Οι ψηφιακές εκδοχές τέτοιων αμφισβητήσεων παράγουν αφηγήσεις και ψευδοτεκμηριώσεις, δημιουργούν οργανώσεις, μπετονάρονται μέσω αξιακών οχυρών. Η προσδοκία μιας καλύτερης ζωής που δεν ευοδώνεται, για να μπορέσει έστω να υφίσταται, χρειάζεται τείχη, νέο «όπιο των λαών» και την αίσθηση μιας αντίστροφής μοναδικότητας από αυτή που οι ελίτ βιώνουν. Έτσι, οι (παρα)θρηκευτικές, συνωμοσιολογίκες κουταμάρες σε όλες τις επικοινωνιακές τους εκδοχές φαίνεται να κατισχύουν σε πολλά κοινά, φαντάζουν τρόπος εξόδου από τη ζοφερή πραγματικότητα. Έτσι, η new age επωδός «εγώ δεν βάζω κάτι ξένο στο σώμα μου», ενδεχομένως της σημερινής χίπισσας του Μαθιουδάκη, συναντιέται με τα ζώδια, τις ενέργειες και κάθε λογής παραλογισμούς διάφορων εναλλακτικών. Έτσι, «αυτόνομοι» ανακατεύουν στη σούπα (ψευδο)ελευθεριακές αρλούμπες, καταστολή και εναντιώσεις στις big pharma.
Free riders
O Mancur Olson εισηγήθηκε τον όρο του «λαθρεπιβάτη», εκείνου ο οποίος δηλαδή δεν προβαίνει σε κάποια ενέργεια έτσι ώστε να επωφεληθεί το σύνολο της ομάδας και περιμένει απλώς να δρέψει τους καρπούς του κοινά τιθέμενου στόχου. Στην προκειμένη περίπτωση, ως μεταφορά του σχήματος, στόχος είναι η ανοσία της αγέλης και εδώ έχουμε τρία είδη συμπεριφορών που φαίνεται να έχουν διεισδύσει κοινωνικά. Κάποιοι σκέφτονται πως αν το κάνουν οι περισσότεροι άλλοι, ο στόχος θα επιτευχθεί, όποτε δεν χρειάζεται να σκοτίσουν το μυαλό τους με τέτοιες έγνοιες. Άλλοι συλλογίζονται πως δεν χρειάζεται να θέσουν τον εαυτό τους σε ρίσκο με το εμβόλιο, οπότε θα δουν αν τελικά τα εμβόλια δεν κάνουν κάτι κακό στους συνανθρώπους τους και έπειτα θα αποφασίσουν αν θα το κάνουν. Τέλος, άνθρωποι που νιώθουν (και πιθανότατα είναι) αρκετά ως πολύ υγιείς θεωρούν πως εφόσον οι ίδιοι δεν διατρέχουν κάποιο κίνδυνο ακόμα κι αν νοσήσουν, δεν μπαίνουν στον κόπο της κοινής στοχοθεσίας.
Δομικά
Δεν υπάρχει κάτι από τα παραπάνω που να μην ανταμώνει με τις εντελώς δομικές προϋποθέσεις του φαινομένου. Φυσικά δεν υπάρχουν καθολικές κοινωνικές συρραφές, αλλά πώς θα μπορούσαμε να μην θεματοποιήσουμε τη διαρκή συρρίκνωση της κοινωνικής συνοχής, το αιωνίως λειψό (ειδικά τώρα που είναι τόσο απαραίτητο) κοινωνικό κράτος (π.χ. για εμβολιασμό στο σπίτι); Δεν γίνεται να μην έχουμε πρόβλημα όταν η αξιοπιστία του Τύπου βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά, όταν τα social media παράγουν echo champers, όταν η κρίση εκπροσώπησης μειώνει τη φερεγγυότητα των αντιπροσώπων. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει όταν η εξατομίκευση και οι ναρκισσισμοί απογειώνονται με τον συνακόλουθο μαρασμό της αίσθησης του ιστορικού χρόνου και της κοινωνικής υπευθυνότητας, όταν είναι εμφανής με μια ματιά στο δρόμο η κοινωνική απομόνωση αρκετών γηραιότερων συμπολιτών μας, όταν το σχολείο τελικά δεν διαμορφώνει καθολικά τις προϋποθέσεις πολιτών με όντως κριτική σκέψη; Ζούμε εδώ, που οι εμβολιασμένοι στη βόρεια Αθήνα είναι τριπλάσιοι από εκείνους της Δυτικής. Ζούμε στην «κοινωνία της παρηγοριάς» όπου η αλγοφοβία για το εμβόλιο είναι μεγαλύτερη από εκείνη της ενδεχόμενης νόσησης.
Εύλογα
Η παραγωγή των εμβολίων σε λίγους μόνο μήνες είναι λογικό να δοκιμάζει τις τεχνοφοβικές διαθέσεις διάφορων συμπολιτών μας κι αυτό είναι εύλογο. Παράλληλα, τα επικοινωνιακά παιχνίδια μεταξύ των εταιρειών που παράγουν εμβόλια και η διασπορά ψευδών ειδήσεων και φημών μεταξύ τους για την αποτελεσματικότητά τους επέτειναν το κλίμα καχυποψίας. Οι γυναίκες που θέλουν να κάνουν παιδί δεν θα μπορούσε παρά να είναι δύσπιστες όταν ακούν αυτά που ακούν, ενώ το «ξεστοκάρισμα» του AstraZeneca και έπειτα η απόσυρσή του καθόλου δεν βοήθησε στο απαραίτητο κλίμα εμπιστοσύνης.
Τι θα μπορούσε να γίνει περαιτέρω
Όλα τα κόμματα του κοινοβουλίου (εκτός Ελληνικής Λύσης) είναι υπέρ του εμβολιασμού. Το αυτό και η συντριπτική πλειοψηφία της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και του αντιεξουσιαστικού χώρου. Χρειάζεται να το αποδείξουν ακόμα περισσότερο: αν «ο λαός σώζει το λαό», τότε πρέπει οι φορείς, οι κινήσεις, οι εφημερίδες, τα κοινωνικά ιατρεία, τα στέκια, οι δημοτικές παρατάξεις και τα συνδικάτα του να φωνάξουν πως λένε «ναι στον εμβολιασμό» πάνω από τα άλλα τους, τα τόσο σημαντικά αιτήματα. Η κοινωνική Αριστερά κάπως το οφείλει στον εαυτό της, ως δύναμη ορθολογισμού, να είναι μπροστά σε αυτόν τον αγώνα και παράλληλα να καταδικάσει αντιεμβολιαστικές φαιδρότητες στον χώρο της.
Ωστόσο, ούτε αυτό αρκεί. Πρέπει να καλεστεί, όσο το δυνατόν περισσότερο γίνεται, και η κοινωνική Δεξιά να λάβει μέρος σε αυτόν τον αγώνα. Δήμοι, σωματεία, επιμελητήρια και τόσοι άλλοι αρμοί της κοινωνίας των πολιτών έχουν αναφορά σε μια μη παραθρησκευτική, σώφρονα και δημοκρατική Δεξιά που πρέπει να πάρει θέση γιατί αλλιώς πρέπει να εγκληθεί πως ψαρεύει στα θολά νερά του λαού της εκκλησίας για τα ψηφαλάκια, βάζοντας σε κίνδυνο την υγεία των πολιτών.
Τέλος, αν πιστέψουμε τον Τζον Ντιούι, πως η δημοκρατία πρέπει να βασίζεται στην ανάληψη της ευθύνης από τους κοινούς άνδρες και γυναίκες, για να έχουμε οικουμενική πρόσβαση στα καλά πράγματα της ζωής, τότε στα δικά μας ενσώματα και ψηφιακά κοινωνικά δίκτυα ας προσπαθούμε να πείθουμε τους φίλους, τις γνωστές, τους γείτονες, τις συναδέλφισσες. Η φροντίδα των οικείων μας σε ό,τι αφορά τον εμβολιασμό –που είναι ξεχωριστά πρόσωπα με τις δικές τους αγωνίες– μπορεί να συμβεί με επινοητικότητα, φαντασία, άντε και λίγο αντάρα και να είναι πολύ αποτελεσματική.
Βασίλης Ρόγγας
Πηγή: Η Εποχή