Macro

Βασίλης Ρόγγας: Άστεγες Γενιές

Οι δυο νεαρότερες γενιές στη χώρα μας, οι millennials και η genz, πλήττονται τόσο πολύ από τις αυξήσεις στα ενοίκια που πλέον μπορούμε να κάνουμε λόγο για αλλαγή του διαχρονικού μοντέλου ασφαλούς οικονομικής αναπαραγωγής μας μέσω της ιδιοκατοίκησης.
Δηλαδή, το γεγονός πως οι ελληνικές οικογένειες έκαναν το σκατό τους παξιμάδι για να αγοράσουν ένα σπίτι και, τελικά, συνήθως το κατάφερναν είναι ο τρόπος με τον οποίο επέλεγαν να επενδύουν τα «περισσευούμενα» χρήματά τους. Η επιβιωτική αυτή στρατηγική μαζί με την άλλη, της επένδυσης στην ανώτατη παιδεία των παιδιών, που μέχρι πρόσφατα προσέφερε κοινωνική κινητικότητα κι υψηλότερους μισθούς, ήταν ο τρόπος της διαγενεακής, ενδοοικογενειακής αλληλεγγύης με σκοπό να αποδράσουν οι κατώτερες τάξεις από τα βάσανα της υλικής υστέρησης.
Φαίνεται πως η στέγαση σταματάει να είναι μέρος της λύσης και γίνεται μέρος του προβλήματος. Μιας και δε μπορούμε να κληρονομήσουμε σπίτια γιατί δεν υπάρχουν, εφόσον θα είμαστε η γενιά που δε θα μπορέσει και ποτέ να αποκτήσει, τότε νοικιάζουμε. Και εκεί γίνεται σφαγή.
50% αύξηση στα ενοίκια την τελευταία τετραετία. Χιλιάδες κόσμος δε βγαίνει πέρα, κόβει έξοδα απαραίτητα ακόμα και για την υγεία του, μετακομίζει ξανά στο παιδικό δωμάτιο στα 40 του, συγκατοικεί αναγκαστικά με άλλους μαζί με τη γκρίνια που φέρνει όλο αυτό, ζει χωρίς θέρμανση, αφήνει απλήρωτους λογαριασμούς, δανείζεται και φεσώνει φίλους και συγγενείς, τρέχει σα το Βέγγο να βγει κανά φράγκο και πάλι δε φτάνει.
40% των μισθών μας τα δίνουμε για τα πάγια έξοδα του σπιτιού αλλά επί της ουσίας είναι ακόμα περισσότερα. Καμία αναπαραγωγή – οικονομική, εργασιακή, οικογενειακή, σεξουαλική- δε μπορεί να είναι καλή όταν τα φράγκα τελειώνουν στις 15 μέρες του μήνα, όταν νιώθεις διαρκώς την πίεση του «να μη χαλάσω άλλα σήμερα για να έχω και αύριο». Αυτά συγκροτούν θυμωμένους, πιεσμένους ψυχικά ανθρώπους που ενώ τα νιάτα τους, τους υπενθυμίζουν τη ζωή, η ζωή τους, τους υπενθυμίζει μόνο ματαιότητα.
Από παντού ακούς ιστορίες «οικονομικής καινοτομίας» μιας και όλα αυτά κάνουν παρέα εδώ και μήνες με τις αυξήσεις στα πάντα: «σήμερα δε χάλασα καθόλου λεφτά, αν το κάνεις τρεις φορές τη βδομάδα μαζεύεις κανά φράγκο», «δεν παίρνω το αμάξι στη δουλειά πάω με τα πόδια», «τρώω πλέον πιο φθηνά μωρέ γιατί είναι και πιο υγιεινά», «θα πάμε εξωτερικό του χρόνου το κλείσαμε», «έχω πάρει μια φοβερή μάλλινη κουβέρτα, δε χρειάζεται καλοριφέρ». Στο μεταξύ τα ταπεράκια πάνε κι έρχονται από τις μανάδες, λες και οφείλουν στα 60-70-80 να μαγειρεύουν, πατεράδες χώνουν 50εύρω στην τσέπη λες και είσαι μικρό παιδάκι αλλά το δέχεσαι γιατί δεν έχεις φράγκο κι άλλες τέτοιες βαναυσότητες.
Καμία κοινωνία δε μπορεί να πάει μπροστά έτσι. Εγκαθίσταται αυτό το πνιγηρό συναίσθημα της αδικίας που αργά κι υπόγεια παροξύνεται σε θλίψη και ματαίωση. Οι παραιτημένενοι νέοι και νέες είναι η πιο παρατημένη νέα γενιά από την πολιτεία, παρόλο που είναι η πιο προσοντούχα. Αν ο Μητσοτάκης θεωρεί πως έχουμε «καταπληκτική ποιότητα ζωής» επειδή ο ίδιος πάει τριήμερο κάθε ΣΚ και νομίζει ότι το κάνουμε όλοι και όλες, χρειάζεται να του εντυπώσουμε πως και πρέπει και θα τον πάρει ο διάολος.

Βασίλης Ρόγγας

Ανάρτησή του στο Facebook