Πώς θα διαβάσει άραγε ένας αυριανός ιστορικός της εκπαίδευσης το νομοσχέδιο που κατέθεσε πριν λίγες ημέρες η υπουργός Παιδείας; Πώς θα το εντάξει σε μια ευρύτερη συζήτηση για την ιστορία της ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα; Πώς θα το δει μέσα στην ιστορία των 185 χρόνων που συμπληρώνει φέτος το πρώτο πανεπιστήμιο της χώρας μας;
Σε όλη αυτή την μακρά πορεία, το ελληνικό πανεπιστήμιο υπήρξε κατεξοχήν φορέας παραγωγής γνώσης και έρευνας, αλλά παράλληλα χώρος συγκρούσεων, συναινέσεων και διαφωνιών, εφαρμογής στρατηγικών και πολιτικών, πεδίο κοινωνικών προσδοκιών και επενδύσεων. Τα βήματα εκδημοκρατισμού, που πραγματοποιήθηκαν στην ιστορική διαδρομή του, ήταν αργά. Το ελληνικό πανεπιστήμιο, κατ’ εικόνα και ομοίωση των ευρωπαϊκών, υπήρξε για δεκαετίες ένα ίδρυμα αυταρχικό, συγκροτημένο γύρω από τον θεσμό της έδρας με απόλυτη κυριαρχία του τακτικού καθηγητή και με συνεχείς παρεμβάσεις του κράτους στη λειτουργία του. Δεν είναι εύκολες οι αποτιμήσεις, ιδιαίτερα για τα πρόσφατα χρόνια, ωστόσο όσοι και όσες καταδικάζουν συλλήβδην το πανεπιστήμιο της Μεταπολίτευσης συχνά μοιάζει να νοσταλγούν ένα πανεπιστήμιο το οποίο δομήθηκε πάνω στην αόρατη παρουσία χιλιάδων υφηγητών και βοηθών, η καθοριστική συμβολή των οποίων δεν αναγνωρίστηκε παρά μόνο ελάχιστα και κυρίως όταν ανέρχονταν στην ανώτερη βαθμίδα… Ένα πανεπιστήμιο όπου κυριαρχούσε η απόσταση ανάμεσα στον διδάσκοντα και στον φοιτητή, απόσταση βαθιά ιεραρχημένη και ιεραρχική. Ένα πανεπιστήμιο όπου, έως και τη δεκαετία του ’60, η ζωή των φοιτητών και των φοιτητριών μπορούσε να αποτελεί αντικείμενο καθημερινής παρακολούθησης από το Σπουδαστικό της Ασφάλειας. Η δεκαετία του ’60 σηματοδότησε μείζονες αλλαγές (διεύρυνση φοιτητικού πληθυσμού, εκδημοκρατισμός) για τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια που έφτασαν καθυστερημένα λόγω της χούντας, και στην Ελλάδα. Στα καθ’ ημάς, η εμπειρία του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος και ο αγώνας των βοηθών και των επιμελητών στη δεκαετία του ’70 για αναγνώριση υπήρξαν καταλύτες για την αλλαγή των ελληνικών πανεπιστημίων.
O νόμος του 1982
Σε αυτή την κατεύθυνση η ψήφιση του νόμου του 1982 ήταν μια νέα αρχή για το ελληνικό πανεπιστήμιο. Όσες λοιδορίες και κατακραυγές κι αν ακούγονται σήμερα, δεν μπορούν να διαγράψουν τον καταλυτικό ρόλο ενός νόμου που ερχόταν μετά από την εμπειρία της χούντας αλλά και της πρώτης μεταπολιτευτικής καραμανλικής οκταετίας να ανταποκριθεί στα αιτήματα της εποχής και να δώσει μια νέα φυσιογνωμία στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Ήταν ο πρώτος νόμος που έδωσε λόγο και συμμετοχή στους διαφορετικούς παράγοντες της πανεπιστημιακής διαδικασίας: διδάσκοντες, επιστημονικό και διοικητικό προσωπικό, φοιτητικό σώμα.
Πολλοί και πολλές αντέδρασαν, αλλά και αντιδρούν στον νόμο του 1982 κατηγορώντας τον ότι έφερε πολυάριθμα δεινά στη πανεπιστημιακή ζωή, τη διαφθορά των φοιτητών, την κομματοκρατορία, τη διάλυση της ανώτατης εκπαίδευσης. Ας σταθούμε όμως ένα λεπτό και ας σκεφτούμε. Η νομοθεσία του 1982 χάραξε μείζονες τομές που αντέχουν. Ακόμη και σήμερα το Τμήμα παραμένει το πιο σημαντικό ενδοπανεπιστημιακό κύτταρο δημοκρατίας, το επίκεντρο της πανεπιστημιακής ζωής. Ακούω τις φωνές για τις πελατειακές σχέσεις, την εξάρτηση. Ποιος την προκάλεσε; Οι φοιτητικές παρατάξεις μόνες τους; Τα κυρίαρχα πολιτικά κόμματα, τα οποία ξιφουλκούν τώρα κατά του αυτοδιοίκητου του πανεπιστημίου, ήταν εκείνα που σε συνεννόηση με καθηγητές συνέβαλαν καθοριστικά στη διαπλοκή, κανονίζοντας με τις νεολαιίστικες παρατάξεις τους τις διαπραγματεύσεις για τις εκλογές πρυτάνεων ή τη διαχείριση πανεπιστημιακών ζητημάτων. Δεν είναι τόσο κοντή η μνήμη, όσο κάποιοι ευελπιστούν.
Πώς θεραπεύει τα κακώς κείμενα;
Κοιτώ τον νέο νόμο που, όπως δεκάδες προηγούμενοι διατείνεται ότι θέλει να θεραπεύσει τα κακώς κείμενα της ανώτατης εκπαίδευσης. Πώς τα θεραπεύεις, όμως, όταν ουσιαστικά προτείνεις τη διάλυση του δημόσιου πανεπιστήμιου; Γιατί τι άλλο παρά διάλυση του πανεπιστημίου μπορεί να είναι αυτή η πληθώρα διατάξεων και ρητρών που επιχειρούν να ρυθμίσουν τα πάντα, εγκαθιστώντας νέες ιεραρχίες, αποδυναμώνοντας κάθε έννοια δημοκρατικής λειτουργίας. Πώς θωρακίζεις το πανεπιστήμιο από τη «διαφθορά» όταν δημιουργείς διαδικασίες που επιτρέπουν σε ομάδες να έχουν την εξουσία και τη δυνατότητα να οργανώσουν την εκλογή τους, ελέγχοντας, εντέλει, τα περίφημα Συμβούλια; Πώς υπερασπίζεσαι τους ανοιχτούς ορίζοντες ενός πανεπιστημίου που απευθύνεται στην ελληνική κοινωνία όταν επιβάλλεις τα δίδακτρα σε όλα τα μεταπτυχιακά προγράμματα; Πώς εξασφαλίζεις την αξιοκρατική διαδικασία όταν καταργείς τη μονιμότητα των επίκουρων καθηγητών κάνοντας τους ευάλωτους σε κάθε είδους πιέσεις που θα εξασφάλιζαν τη σταδιοδρομία τους;
Από πότε τα κοινά ψηφοδέλτια των φοιτητών συνιστούν προϋποθέσεις δημοκρατικής έκφρασης; Εκτός αν θεωρούμε ότι οι παρατάξεις και τα κόμματα αποτελούν κάτι εξ ορισμού κακό – με όλες τις, διόλου αθώες, συνεπαγωγές που έχει αυτό. Δεν παραγνωρίζω πολλά που έχουμε ζήσει, όπως βιαιοπραγίες εναντίον καθηγητών, τη βία μέσα στα πανεπιστήμια. Αλλά σκέφτηκε κανείς να καταργήσει το δημοκρατικό καθεστώς λόγω της διαφθοράς των πολιτικών στελεχών ή της διαπλοκής με τους επιχειρηματίες; Σκέφτηκε κανείς να καταργήσει την αντιπροσωπευτικότητα του δημοκρατικού συστήματος γιατί εκλέχθηκαν ακροδεξιοί βουλευτές; Σε κάθε περίπτωση, το ζήτημα είναι η θωράκιση και η εξασφάλιση του δημοκρατικού του χαρακτήρα του πανεπιστημίου, η ενίσχυση της ασφάλειας και της λογοδοσίας στο εσωτερικό με όρους που θα σέβονται τους βασικούς κανόνες λειτουργίας του. Και όχι με όρους που ουσιαστικά προτείνουν την απορρύθμισή του.
Ξεθεμελιώνονται βασικές αρχές
Ανήκω σε εκείνους και εκείνες που το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο ευεργέτησε πολλαπλά. Οι σπουδές μας δεν ήταν μόνο καθοριστικές για την επαγγελματική μας πρόοδο ή την κοινωνική καταξίωση, αλλά και γιατί μας επέτρεψε να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι, να μάθουμε να σκεφτόμαστε και να δρούμε. Ο νέος νόμος δεν πλήττει μια κάστα ανθρώπων, αλλά μια ολόκληρη κοινωνία, ξεθεμελιώνει βασικές αρχές που χαρακτήρισαν τη λειτουργία ενός θεσμού που επηρέασε καθοριστικά την λειτουργία της, συνδέθηκε με τον εκδημοκρατισμό και την ευημερία της. Και με αυτή την έννοια, έχει και ένα δίκιο η κ. υπουργός, δεν αφορά όντως μόνο τους/τις πανεπιστημιακούς.
Ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.