Macro

Θόδωρος Παρασκευόπουλος: Για την ιδεολογία της Αριστεράς

Μέσα σε μία δεκαετία χρειάστηκε διεθνώς δύο φορές ισχυρή κρατική παρέμβαση για να αποσοβηθεί οικονομική κατάρρευση. Την πρώτη φορά (2008-2010) μπροστά σε ενδογενή οικονομική κρίση, τη δεύτερη (τώρα) μπροστά σε κρίση από εξωγενή επίδραση, δηλαδή την πανδημία του Covid 19. Φαίνεται σαν όλα τα νεοφιλελεύθερα μυθεύματα να καταρρέουν, αφού «η αγορά» αποδείχτηκε ανίκανη να ρυθμίσει την οικονομική εξέλιξη, η δημοσιονομική λιτότητα και η αυστηρή νομισματική πολιτική αποδείχτηκαν ανίκανες να εξασφαλίσουν οικονομική σταθερότητα και, σήμερα, την ασφάλεια υγείας των πολιτών. Ακόμα περισσότερο: η διεθνοποίηση του κεφαλαίου με τη ρυθμιστική εξουσία των μεγάλων χρηματοπιστωτικών συγκροτημάτων και τις διεθνείς αλυσίδες παραγωγής και εφοδιασμού υποχωρεί. Ό,τι και αν προσάψει κανείς στον Τραμπ, η επιδίωξή του να επαναπατριστούν τα αμερικανικά κεφάλαια ήταν ίσως άγαρμπη και κραυγαλέα, αλλά δεν ήταν πολύ παραπάνω από εκείνο που επιδιώκουν όλα τα μεγάλα κράτη, με εξαίρεση την Κίνα όπου όμως η εξαγωγή και η είσοδος κεφαλαίων ρυθμίζονται από το κράτος.

Καλά τα λες μέχρις εδώ, θα μου πείτε, αλλά την κλιματική αλλαγή την παραλείπεις. Η κλιματική αλλαγή – κλιματική καταστροφή θα ήταν το ακριβέστερο – είναι ο μπαμπούλας που τα σκιάζει όλα, πλην όμως είναι υπαρκτός μπαμπούλας: είναι το εμπόδιο για την παραδοσιακή πρακτική του κεφαλαίου να βγαίνει από τις κρίσεις, να επιταχύνει την οικονομική μεγέθυνση και να ικανοποιεί αξιώσεις των υπεξούσιων τάξεων με χρήση όλο και περισσότερων φυσικών πόρων. Για την υπέρβαση του εμποδίου θα χρειαστεί να ανακαλύψει το κεφάλαιο (οι επιχειρήσεις και τα κράτη) διαφορετικούς δρόμους και τρόπους κερδοφορίας, που ακόμα δεν διαφαίνονται.

 

Μήπως καταρρέει ο καπιταλισμός;

 

Αν αυτά ακούγονται σαν πρελούδιο κατάρρευσης του καπιταλισμού, είναι το λάθος πρελούδιο σε λάθος όπερα. Είναι όντως πλήγματα στην αξιοπιστία όσων αφηγούνταν τα αστικά πολιτικά κόμματα και οι κρατικοί διανοούμενοι, δηλαδή στην κυριαρχία της αστικής ιδεολογίας× σε κατάρρευση όμως δεν οδηγούν. Είναι λάθος να θεωρήσουμε, όπως γίνεται συχνά, ότι η ιδεολογία της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας» και της ατομικής ευθύνης, της βλαπτικής επίδρασης κρατικών παρεμβάσεων, της ελεύθερης κίνησης εμπορευμάτων και κεφαλαίων είναι άκαμπτη και κινδυνεύει με κάθε παρέκκλιση από την ορθοδοξία. Όποτε χρειάζεται, όλα αυτά μπαίνουν στην άκρη (με κάποιες αντιστάσεις από δογματικούς νεοφιλελεύθερους που πίστεψαν όσα έλεγαν χτες) και η ελευθερία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας αναστέλλεται, οι απαγορεύσεις της κρατικής παρέμβασης ξεχνιούνται, τα ανοιχτά σύνορα κλείνουν, δίχως αυτό να είναι πλήγμα κατά του καπιταλιστικού συστήματος, το αντίθετο μάλιστα.

Εκείνο το τμήμα της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας που παραμένει άκαμπτο είναι η μείωση του εργατικού κόστους, δηλαδή των μισθών και των εισφορών για συντάξεις και υγειονομική περίθαλψη, μείωση που οδηγεί σε μείωση των συντάξεων και του επιπέδου δημόσιων υπηρεσιών υγείας, αλλά και η μείωση της εργασιακής ασφάλειας, κι αυτά πολύ περισσότερο, αφού ο άλλος πόρος παραγωγής πλούτου, η φύση, στη μορφή της γης ως χώρου και του ορυκτού της αποθέματος εξαντλείται.

Σήμερα, που αυξάνονται οι δημόσιες δαπάνες χωρίς να αυξάνεται η φορολογία των μεγάλων εισοδημάτων και χωρίς να συζητιέται καν η φορολόγηση του συσσωρευμένου μεγάλου πλούτου, καλούνται ή θα κληθούν οι φτωχότεροι, προπάντων οι τάξεις που ζουν από τη δουλειά τους, να πληρώσουν αυτές τις δαπάνες με τους φόρους τους ή με τον περιορισμό του κοινωνικού κράτους. Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει με τις δαπάνες για το περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή: οι μεγάλοι ολετήρες, εκείνοι που κέρδισαν τρισεκατομμύρια από την καταστροφή του περιβάλλοντος της ζωής των ανθρώπων (αυτό καταστρέφεται και όχι η φύση, δηλαδή ο κόσμος, που, όπως λέει ο σκοτεινός Ηράκλειτος, «ην, εστί και έσται πυρ αείζωον») επιδοτούνται με πόρους από τους φτωχότερους (βλέπεις, και τα δανεικά με φόρους αποπληρώνονται) για να βγάλουν πάλι τρισεκατομμύρια από την «πράσινη ανάπτυξη»

.

Η καπιταλιστική ιδιοκτησία

 

Άκαμπτη παραμένει η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία επίσης στο ζήτημα της ιδιωτικής ιδιοκτησίας. Η πρόταση του Αλέξη Τσίπρα για το καθεστώς της ευρεσιτεχνίας στα εμβόλια του κορονοϊού θίγει μερικώς το ζήτημα της ιδιοκτησίας. Ωστόσο, πίσω από όλη την απαράδεκτη κατάσταση με τα εμβόλια κρύβεται το ζήτημα της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας εν γένει. Ας σκεφτούμε την κατάσταση σε ένα υποθετικό καθεστώς δημόσιας ιδιοκτησίας της ευρωπαϊκής φαρμακοβιομηχανίας ή έστω σημαντικού μέρους της, που θα μπορούσε να συντονίσει το σύνολο του παραγωγικού δυναμικού, ώστε να επιταχυνθεί η παραγωγή εμβολίων και να εξορθολογιστεί η διανομή τους στην Ευρώπη και στις φτωχές χώρες του πλανήτη.

Ας εξετάσουμε και το επιχείρημα που προβλήθηκε ότι αν, λέει, αφαιρεθούν τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας, η φαρμακοβιομηχανία θα πάψει να αναπτύσσει εμβόλια. Είναι το επιχείρημα του ληστή: Τα λεφτά σου ή τη ζωή σου!

Αυτά βέβαια δεν σημαίνουν ότι ο Τσίπρας έπρεπε να προτείνει την απαλλοτρίωση της φαρμακοβιομηχανίας. Ένα τέτοιο αίτημα θα παρέβλεπε τα διαφορετικά επίπεδα της πολιτικής, μετατρέποντας μια πρόταση άμεσης εφαρμογής σε γενική προπαγάνδα και θα εξαφάνιζε τη δυνατότητα ευρείας συναίνεσης και λαϊκής υποστήριξης. Καλά έκανε λοιπόν ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά χωρίς την αμφισβήτηση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, η πρόταση με τη σαφήνεια που διατυπώθηκε δεν θα ήταν εύκολη.

Η πολιτική σε αυτό το επίπεδο των άμεσων προτάσεων (ή των άμεσων μέτρων όποτε η Αριστερά είναι στην κυβέρνηση) παράγει ιδεολογία.

Είναι εύκολο, όταν μάλιστα αυτός ο τρόπος άσκησης πολιτικής έχει αποτελέσματα, να επικρατήσει η αποσπασματικότητα έναντι του προγραμματικού σχεδίου, να γαντζωθεί στον νου των αριστερών η έγνοια για την καθημερινότητα (που είναι η μεταρρύθμιση, έλεγε η Ρόζα Λούξεμπουργκ) και να απωθήσει την έγνοια για τον προγραμματικό σκοπό, δηλαδή την ανατροπή του καπιταλισμού. Για να μείνουμε στο παράδειγμα των εμβολίων και των ευρεσιτεχνιών: όσο σωστή είναι η συγκέντρωση στο – δύσκολα – εφικτό, δηλαδή την απαλλοτρίωση των ευρεσιτεχνιών, άλλο τόσο λάθος θα ήταν η παραίτηση από τη γνώση πως το μεγάλο εμπόδιο για την αποτελεσματική φροντίδα της υγείας των ανθρώπων είναι η ιδιωτική ιδιοκτησία στο φάρμακο. Πώς, τώρα, η Αριστερά μπορεί να λύσει την αντίφαση, αυτό είναι η τέχνη της αριστερής πολιτικής.

Η κοινοκτημοσύνη των μέσων παραγωγής, δηλαδή η κατάργηση της καπιταλιστικής ιδιωτικής ιδιοκτησίας, ως συγκροτησιακό στοιχείο της ιδεολογίας της Αριστεράς είναι αυτό που αναφέρει ο Μπαλτάς στα «Πρόσωπα του Κομμουνισμού» ως μόνιμο συνοδό των εκμεταλλευτικών κοινωνιών, ως επιθυμία και ευχή των καταπιεσμένων ανθρώπων. Στη σύγχρονη κοινωνία η κοινωνική διεύθυνση τομέων της παραγωγής εμφανίζεται, με τη μορφή της κρατικής διεύθυνσης ως πραγματικότητα ή ως ανάγκη, κάθε φορά που ο καπιταλισμός αποτυγχάνει: σε οικονομικές ή χρηματοπιστωτικές κρίσεις, σε πολέμους, σήμερα στην υγειονομική κρίση, στην κλιματική κρίση. Αυτή η εμφάνιση διαψεύδει κάθε φορά τους ισχυρισμούς για το τέλος της Ιστορίας. Επίσης, όμως, ανοίγει παράθυρα για την παρέμβαση των λαϊκών μαζών, τον εκδημοκρατισμό, τον κοινωνικό έλεγχο.

Η παραίτηση τμημάτων της Αριστεράς από τον σκοπό της κοινοκτημοσύνης έχει να κάνει βέβαια με την ήττα του ιστορικού κομμουνισμού. Αν όμως η Αριστερά παραιτηθεί από τον σκοπό της υπέρβασης του καπιταλισμού, παραιτείται από την απελευθερωτική και χειραφετητική της υπόσχεση, δηλαδή αναιρεί τον εαυτό της. Στο κάτω-κάτω ακόμα και αν έχουν δίκιο όσοι μιλούν για την αποτυχία του ιστορικού κομμουνισμού, αυτό το δίκιο δεν δικαιολογεί τον καπιταλισμό!

 

Η ταξική σκοπιά

 

Η πανδημία, ο εμβολιασμός, η φροντίδα της υγείας των ανθρώπων είναι ταξικά ζητήματα. Ο ιός δεν κοιτάζει μεν την κοινωνική θέση του θύματός του, η φροντίδα της υγείας όμως την κοιτάζει. Τα δισεκατομμύρια άνθρωποι που κινδυνεύουν να μην εμβολιαστούν ή να μη βρουν θέση νοσηλείας είναι οι φτωχοί του πλανήτη. Ο ιός οργιάζει στα εργοστάσια, στις αποθήκες, στις κάθε λογής παραγωγικές διαδικασίες που απαιτούν μαζική φυσική παρουσία εργαζόμενων ανθρώπων. Για την πρόληψη απαιτούνται μέτρα που κοστίζουν και μειώνουν το κέρδος, κι εδώ, στη λογική της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, της εκμετάλλευσης και του καπιταλιστικού κέρδους, βρίσκεται ο κόμπος.

Η ταξική σκοπιά συγκροτεί την Αριστερά, αυτή είναι η ιδεολογία της και όταν αυτή μαραθεί, τα αριστερά κόμματα μπαίνουν στο περιθώριο. Η πορεία της γαλλικής, της γερμανικής, της αυστριακής σοσιαλδημοκρατίας μαρτυρεί του λόγου το αληθές. Η ιδεολογία που βλέπει την εργατική τάξη ως «οικουμενική τάξη», τάξη δηλαδή της οποίας τα συμφέροντα είναι τα συμφέροντα της κοινωνίας όπως γράφει ο Τσακαλώτος, είναι η ταξική σκοπιά. Η ταξική σκοπιά δεν είναι τελεολογική, όπως δείχνει να την εννοεί και να την επικρίνει ο Γιατζόγλου, δεν αναφέρεται, όπως νομίζουν πολλοί/ες, σε έναν απώτερο προορισμό της εργατικής τάξης, αλλά στην καθημερινότητα. Εάν δεν αναφέρεται στην καθημερινότητα, τότε η Αριστερά εκπίπτει σε θρησκεία. Τρία παραδείγματα προς εικονογράφηση του ισχυρισμού: Η πρόσφατη οικονομική κρίση του 2008 δεν οφειλόταν σε κερδοσκοπία του κεφαλαίου – αυτή υπάρχει πάντα –, οφειλόταν στην ανέχεια των λαϊκών τάξεων που δεν επέτρεπε σε δανειολήπτες στις ΗΠΑ να ξεπληρώσουν τα, κυρίως στεγαστικά, δάνειά τους (πίσω από κάθε αληθινή οικονομική κρίση βρίσκεται η φτώχεια, έγραφε ο Μαρξ). Δεύτερο παράδειγμα: αντίθετα με την επιδίωξη της ελληνικής κυβέρνησης σήμερα να μειώσει τον αριθμό των φοιτητών στα ΑΕΙ, κράτη που με συστήματα στοχευμένων υποτροφιών και ίδρυση πολλών Πανεπιστημίων ενίσχυσαν (κυρίως στις δεκαετίες του 60 και του 70 του περασμένου αιώνα) τη μαζική πρόσβαση παιδιών από τις λαϊκές τάξεις στα Πανεπιστήμια είχαν εντυπωσιακή αύξηση της παραγωγικότητας και της ευημερίας. Τρίτο παράδειγμα και πάλι η πανδημία: τα δημόσια συστήματα Υγείας είναι η άμυνα των εργατικών και λαϊκών τάξεων απέναντι στην αρρώστια. Αυτά τα δημόσια συστήματα που συκοφαντήθηκαν και λοιδορήθηκαν κατά παραγγελίαν των αετονύχηδων της Υγείας είναι σήμερα η ασπίδα ολόκληρης της κοινωνίας απέναντι στην πανδημία.

Η ανάπτυξη ταξικής πολιτικής απαιτεί μια διαφορετική έννοια της εργατικής τάξης (των τάξεων της μισθωτής εργασίας είναι ορθότερο) από την αφηρημένη αναλυτική έννοια της μαρξικής θεωρίας της αξίας-υπεραξίας, η οποία αρκεί για την παρουσίαση της ειδικά καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Απαιτεί επίσης από τα κόμματα της Αριστεράς μια πολύ πιο συγκεκριμένη εξέταση των κοινωνικών τάξεων που θέλουν να εκπροσωπούν, των συχνά συγκρουόμενων συμφερόντων και επιδιώξεών τους και των δυνατοτήτων συγκερασμού των αντιθέσεών τους.

 

Δημοκρατία και ελευθερία

 

Το επαναστατικό κίνημα στις καπιταλιστικές χώρες βρέθηκε, κυρίως μετά τον πόλεμο, εγκλωβισμένο σε μια αντίφαση: υπερασπιζόταν τα πρώτα μη καπιταλιστικά κράτη που ωστόσο εξελίσσονταν σε ανελεύθερα και αντιδημοκρατικά καθεστώτα και, από την άλλη, αγωνιζόταν για περισσότερη και ουσιαστικότερη δημοκρατία. Η ιστορική αυτή αντίφαση, μαζί με την ολωσδιόλου σωστή κριτική της αστικής δημοκρατίας, παρήγε περιφρόνηση της δημοκρατίας, η οποία δημοκρατία ωστόσο για την Αριστερά είναι όρος ύπαρξης. Η λύση αυτής της αντίφασης είναι ίσως η σπουδαιότερη προσφορά του ευρωκομμουνισμού. Σήμερα, η δημοκρατία παντού σε όλες τις πτυχές και τους αρμούς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής –ο ορισμός του σοσιαλισμού από την Ρόζα Λούξεμπουργκ– είναι όπλο εναντίον του καπιταλισμού, ο οποίος χρειάζεται τη δημοκρατία αλλά δεν την αντέχει.

Σε αυτό το πλαίσιο, τα ζητήματα του φύλου και της σεξουαλικότητας, είναι κατά τη γνώμη μου ζητήματα που κληρονόμησαν οι αστικές κοινωνίες μας από το παρελθόν και εμφανίζονται βέβαια με σύγχρονη μορφή. Σε αυτές τις πλευρές της απελευθέρωσης του ανθρώπου, ο καπιταλισμός δεν πέτυχε, προσπαθεί ωστόσο – βλέπεις όλες οι πατροπαράδοτες εξαρτήσεις και ανελευθερίες είναι ξένες προς τη λογική του: είναι οι πεθαμένοι που τον τραβούν από το ποδάρι. Για την Αριστερά, όμως, η υπέρβαση, από τώρα κιόλας, αυτών των ανελευθεριών είναι ζήτημα ζωής και θανάτου: ελεύθερη κοινωνία χωρίς ελεύθερους ανθρώπους δεν γίνεται!

 

Χωρίς ιδεολογία γίνεται;

 

Ο ισχυρισμός, που παραθέτει ο Τσακαλώτος από τον Λούκατς, ότι ο καπιταλισμός δεν χρειάστηκε ιδεολογία για να επικρατήσει είναι λάθος. Χρειάστηκε ιδεολογία, επειδή ο καπιταλισμός δεν είναι απλώς «τρόπος παραγωγής» αλλά σύστημα εξουσίας. Η ιδεολογία αυτή αναπτύχθηκε στις ταξικές συγκρούσεις εμπόρων, τεχνιτών, βιοτεχνών με τους αριστοκράτες γαιοκτήμονες και συνέχισε να αναπτύσσεται στις ταξικές συγκρούσεις καπιταλιστών-εργατών, μικροκαπιταλιστών και μεγάλων καπιταλιστών κοκ. Δημιουργήθηκαν οργανώσεις, προπλάσματα κομμάτων και κόμματα, αξιώσεις έγιναν αξίες που αντικατέστησαν άλλες αξίες, αναπτύχθηκαν φιλοσοφικά συστήματα – δες, ας πούμε, τη διαμάχη ουνιβερσαλιστών-νομιναλιστών στον ύστερο Μεσαίωνα –, μέχρι την ιδεολογία του Διαφωτισμού μετά και του νεοφιλελευθερισμού σήμερα.

Η ιδεολογία, λοιπόν, με το νόημα που χρησιμοποιεί την έννοια ο Τσακαλώτος, είναι συστατικό στοιχείο κάθε πολιτικής κίνησης, κάθε κινήματος, κάθε προσπάθειας κοινωνικής αλλαγής ή συντήρησης προς οποιαδήποτε κατεύθυνση. Η διαφορά της ιδεολογίας του εργατικού κινήματος από τις αστικές ιδεολογίες είναι η προσπάθεια το ιδεολογικό πλαίσιο να έχει επιστημονική θεμελίωση. Αυτή είναι η μεγάλη τομή που έγινε στα μέσα του 19ου αιώνα με τη «Διακήρυξη του Κομμουνιστικού Κόμματος», το Κομμουνιστικό Μανιφέστο: Ούτε επίκληση «προαιώνιων αξιών», ούτε θρησκεία, ούτε «φύση του ανθρώπου», ούτε ανθρωπισμός, ούτε «εθνικά ιδεώδη», ούτε όμως στρέβλωση της επιστήμης σε απολογητικό εργαλείο (όπως κάνει π.χ. η έκθεση Πισσαρίδη), παρά αυστηρή επιστημονική έρευνα. Χωρίς ιδεολογία οποιοδήποτε κίνημα ή κόμμα καταλήγει σαν το «Ποτάμι» που χάθηκε: «Να μαζευτούμε οι καλύτεροι και να λύσουμε τα προβλήματα!» Αλλά κι αυτό ιδεολογική πλατφόρμα είναι.

Κι εγώ, μαζί με τον Γιατζόγλου, δεν συμφωνώ ότι μπορεί να υπάρξει ένας «λιγότερο τοξικός» καπιταλισμός ως ιδιαίτερη φάση ή στάδιο της κοινωνικής εξέλιξης. Αν υπήρξε, στις μεταπολεμικές αναπτυγμένες κοινωνίες, αυτό οφειλόταν σε πολύ ιδιαίτερες περιστάσεις, προπάντων σε δύο εμπειρίες των λαών: στην εμπειρία της Οκτωβριανής Επανάστασης και στην εμπειρία του φασισμού, της τοξικότερης μορφής αστικής εξουσίας, και στην ήττα του. Ήταν μια κατάσταση εξαίρεσης. Ωστόσο η «καθημερινή δουλειά» της αριστερής μεταρρύθμισης μπορεί να αμβλύνει την τοξικότητα, έστω παροδικά, κι αυτό αξίζει τον κόπο και ανοίγει δρόμους..

Τέλος, είναι ο σοσιαλισμός ενδεχόμενο ή βεβαιότητα; Και η επιτυχής έκβαση της απεργίας είναι ενδεχόμενο, όπως και η επιτυχής υπεράσπιση ενός άλσους ή ενός ρέματος. «Δεν υπάρχει», γράφει ο Κλάους Ντέρε, «γραμμική λογική ανοδικής εξέλιξης, […] ούτε υπάρχει αυτοματισμός που οδηγεί στις επιθυμητές διεξόδους από τις κρίσεις.»

Ο τρόπος που ο Τσακαλώτος αναφέρεται στην ενδεχομενικότητα ιστορικών εξελίξεων μπορεί να παρερμηνευτεί όντως, όπως παρατηρεί ο Γιαντζόγλου, σε τυχαιότητα, χωρίς φυσικά ο Τσακαλώτος να το εννοεί έτσι. Βεβαιότητα δεν υπάρχει και εγγύηση είναι μόνο η ιδεολογία και η δράση της Αριστεράς.

Θόδωρος Παρασκευόπουλος

Πηγή: Η Εποχή