Συνεντεύξεις

Θεώνη Κουφονικολάκου: Το σκοτεινό φαινόμενο της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και τα κενά του συστήματος

Η Συνήγορος του Παιδιού Θεώνη Κουφονικολάκου αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων και καταδεικνύει τις ουκ ολίγες κρατικές ανεπάρκειες στην αντιμετώπιση του φαινομένου. Εκφράζει την έντονη ανησυχία της γιατί δεν προτιμάται για την κατάθεση θυμάτων το “Σπίτι του Παιδιού”, τονίζει ότι ουσιαστικά στην Ελλάδα δεν υπάρχει μάθημα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στο σχολείο και επισημαίνει ότι η υποστελέχωση των αρμόδιων κρατικών και δημοτικών υπηρεσιών είναι πολύ μεγάλη. Συμπεραίνει, τελικώς, ότι η Ελλάδα δεν είναι μία καλή χώρα για να ζει ένα παιδί.
 
Έχουμε την αίσθηση ότι τα τελευταία χρόνια τα περιστατικά παιδικής κακοποίησης, είτε αυτά λαμβάνουν χώρα σε οικογένειες, τα αυτά λαμβάνουν χώρα σε δομές, αυξάνονται. Είναι η πραγματικότητα αυτή η αίσθηση;
Από τη μία έχουμε το δεδομένο της κλιμάκωσης της ενδοοικογενειακής βίας κατά την περίοδο ισχύος των περιοριστικών μέτρων της πανδημίας. Άρα υπάρχει ένα στοιχείο το οποίο υποδεικνύει όξυνση του φαινομένου κατά το διάστημα εκείνο, αλλά η διαφαινόμενη αύξηση των περιστατικών πρέπει να σκεφτούμε ότι οφείλεται επίσης στην αντίστοιχη αύξηση του αριθμού των καταγγελιών, δηλαδή στην συχνότερη αναγνώριση του φαινομένου λόγω της ευαισθητοποίησης των επαγγελματιών και του κοινού.
 
Ωστόσο η ερώτησή σας φωτίζει ένα μεγάλο κενό διότι θα έπρεπε να έχουμε ένα στατιστικό σύστημα ενιαίας αποτύπωσης του φαινομένου και της εξέλιξης των υποθέσεων στη χώρα μας και δεν το έχουμε. Είναι μεγάλο πρόβλημα το ότι η Ελλάδα δεν έχει ένα τρόπο ενιαίας καταγραφής για όλες τις υπηρεσίες και τους φορείς. Προαναγγέλθηκε ένα τέτοιο σύστημα (εθνικό αρχείο καταγραφής) με το νέο εθνικό σχέδιο δράσης για την προστασία των παιδιών από τη σεξουαλική κακοποίηση και εκμετάλλευση, αλλά δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί. Εμείς έχουμε συστήσει ένα ενιαίο στατιστικό σύστημα, μια βάση καταγραφής όλων των δεδομένων για όλες τις εκφάνσεις της κακοποίησης και την εξέλιξη των υποθέσεων αυτών και όχι μόνο για τη σεξουαλική.
 
Η σεξουαλική κακοποίηση είναι πράγματι ότι πιο σοβαρό και επίπονο μπορεί να συμβεί σ’ ένα παιδί;
Είναι μία βαθιά τραυματική εμπειρία με σημαντικές επιπτώσεις στην εξέλιξη του παιδιού. Γνωρίζουμε ότι συνήθως ο δράστης εργαλειοποιεί την αγάπη και την εμπιστοσύνη του ανηλίκου αλλά και την ενοχή και ντροπή του που οφείλεται και στην ελλιπή ενημέρωση των παιδιών γι’ αυτά τα θέματα
 
Τα ευρωπαϊκά δεδομένα υποδεικνύουν ότι ένα στα 5 παιδιά θα πέσει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης. Ξαναλέω ότι στην Ελλάδα παραμένει σκοτεινός ο αριθμός. Στις καταληκτικές της παρατηρήσεις τον Ιούνιο του 2022 η αρμόδια Επιτροπή του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Παιδιού επεσήμανε ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει συνεκτική στρατηγική για την αντιμετώπιση όλων των εκφάνσεων της βίας σε βάρος των παιδιών, συμπεριλαμβανομένης και της ενδοοικογενειακής βίας και της σωματικής τιμωρίας.
 
Θεωρούμε στο συνήγορο ότι η Ελλάδα έχει μακρύ δρόμο μέχρι την οικοδόμηση ενός αποτελεσματικού συστήματος παιδικής προστασίας σε όλους τους άξονες. Στο σκέλος της αναγνώρισης, ας πούμε, γνωρίζουμε ότι οι κύριοι πυλώνες δεν είναι γείτονες όπως πολλοί νομίζουν αλλά οι δομές προσχολικής αγωγής, τα σχολεία και οι υπηρεσίες υγείας. Δεν εκπαιδεύουμε όμως καθολικά και συστηματικά τους επαγγελματίες ώστε να αντιλαμβάνονται εγκαίρως τις ενδείξεις.
 
Ούτε τα παιδιά εφοδιάζουμε με τις αναγκαίες γνώσεις γιατί δεν έχουμε ένα μάθημα σεξουαλικής αγωγής από μικρή ηλικία. Δηλαδή δεν έχουμε ένα μάθημα ώστε να ενημερώνονται τα παιδιά για το τι είναι παραβίαση, πότε παραβιάζονται τα όρια του σώματος. Να σας πω εδώ ότι πάρα πολλά παιδιά ερμηνεύουν το ανάρμοστο άγγιγμα ως έκφραση οικειότητας.
 
Επίσης τα παιδιά δεν πληροφορούνται με κατάλληλο τρόπο ούτε για τους διαθέσιμους μηχανισμούς αποκατάστασης με τρόπο απλό “αν μου συμβεί αυτό, θα πάω εκεί να ζητήσω βοήθεια”. Αντί για το μάθημα της σεξουαλικής αγωγής, έχουμε -μετά το νόμο 4692/20- μια υποενότητα στα εργαστήρια δεξιοτήτων. Είναι όμως αποσπασματική και ανεπαρκής και με κανέναν τρόπο δεν ανταποκρίνεται στις σύγχρονες προδιαγραφές της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης.
 
Ένας άλλος τρόπος να αντιληφθούμε την κακοποίηση είναι η εκμυστήρευση. Προϋπόθεση είναι να οικοδομηθεί μια σχέση εμπιστοσύνης με τον εκπαιδευτικό που θα επιτρέψει στο παιδί να πει “Κυρία, κύριε, μού συμβαίνει αυτό στο σπίτι”. Παρ’ όλα αυτά όμως τα σχολεία -από την εμπειρία μας, η οποία είναι αρκετά εκτεταμένη- φαίνεται να επενδύουν περισσότερο στη διεκπεραίωση της ύλης και πολύ λιγότερο στην οικοδόμηση μιας σχέσης εμπιστοσύνης με τα παιδιά που θα επέτρεπε την εκμυστήρευση. Με λίγα λόγια, δεν υπάρχει χρόνος και χώρος για συζήτηση και καλλιέργεια σχέσεων.
 
Ακόμη όμως ΄και στο σκέλος της αναφοράς στις αρχές, οι επαγγελματίες και οι εκπαιδευτικοί μας λένε ότι φοβούνται να απευθυνθούν στις αρχές -ακόμη και μετά τη διαπίστωση ή πληροφόρηση της κακοποίησης- διότι αυτό ενδέχεται να τους εκθέσει σε νομικές ενέργειες από πλευράς οικογενειών. Ο Συνήγορος έχει εισηγηθεί εδώ και πολύ καιρό τη θέσπιση του ακαταδίωκτου για τη διατύπωση υπόνοιας κακοποίησης παιδιού, όπως έγινε αντίστοιχα για τους υπεύθυνους προστασίας ανηλίκων στο ν.4837/21, ώστε να λυθεί και αυτό το σοβαρό πρόβλημα.
 
Ως προς τη δικανική εξέταση των παιδιών θυμάτων, τα τελευταία χρόνια υπάρχει ένας νέος θεσμός στην εργαλειοθήκη του κράτους. Είναι το “Σπίτι του παιδιού” όπου τα παιδιά θύματα μπορούν θεωρητικά να καταθέτουν μέσα σ’ ένα φιλικό στα ίδια περιβάλλον, σύμφωνα με τις σύγχρονες προδιαγραφές του μοντέλου barnahus, να αξιολογούνται οι εξειδικευμένες ανάγκες τους και να υποστηρίζονται. O θεσμός όμως δεν υλοποιείται όπως πρέπει. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Τα σπίτια αυτά, επιτρέπουν στο παιδί να μοιραστεί την εμπειρία του, ελαχιστοποιώντας τον κίνδυνο της δευτερογενούς θυματοποίησής του και γι’ αυτό είναι ιδιαιτέρως κρίσιμη η λειτουργία τους.
 
Μετά το πόρισμα του Συνηγόρου το 2020 που επεσήμαινε την καθυστέρηση λειτουργίας των γραφείων αυτών, ξεκίνησε η λειτουργία του «Σπιτιού του Παιδιού» στην Αθήνα το Δεκέμβριο του 2021. Όμως αυτό το μοναδικό “Σπίτι του παιδιού” δεν επιλέγεται πάντα –όπως θα έπρεπε- για τη δικανική εξέταση των ανηλίκων θυμάτων σεξουαλικής βίας. Δεν φαίνεται μάλιστα να επιλέγεται σε πλήθος περιπτώσεων και αυτό είναι κάτι που μας προβληματίζει πολύ. Μας προκαλεί μεγάλη ανησυχία, δεδομένου ότι γνωρίζουμε ότι αυτές οι εγγυήσεις που μπορούν να διασφαλιστούν στο “Σπίτι του παιδιού” δεν υφίστανται στην αντίστοιχη εξέταση από την αστυνομία.
 
Στην περίπτωση της 12χρονης από τον Κολωνό ξέρουμε ότι το παιδί δεν κατέθεσε στο “Σπίτι του Παιδιού” και ότι κατέθεσε περισσότερες από μία φορά κάτι που δεν προβλέπεται. Πώς είναι δυνατόν να έχει συμβεί κάτι τέτοιο;
Επί της αρχής πρέπει να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας, ώστε τα παιδιά θύματα σεξουαλικής κακοποίησης να εξετάζονται άπαξ. Ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας όμως κάνει λόγο για «όσο το δυνατόν περιορισμένο αριθμό συνεντεύξεων» και δεν καθιστά δυστυχώς υποχρεωτική τη χρήση των «σπιτιών του παιδιού» για τη δικανική εξέταση των ανηλίκων θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης.
 
Δεν επαναθυματοποιείται το παιδί με τις συνεχείς καταθέσεις;
Αναμφίβολα. Δεν μπορώ να μιλήσω για συγκεκριμένο παιδί, αλλά μπορώ να σας πω ότι κατ’ αρχήν οποιαδήποτε παραπάνω έκθεση του παιδιού σε αυτές τις διαδικασίες συμβάλλει – στη δευτερογενή θυματοποίηση του, στον επανατραυματισμό του. Οι συνεχείς καταθέσεις και η αποτυχία του συστήματος να ανταποκριθεί στις ανάγκες υποστήριξης του παιδιού, το εγκλωβίζουν στην θυματοποίηση και το εμποδίζουν να οικοδομήσει τη δική του ταυτότητα και να βρει ξανά τη θέση του στη ζωή και στον κόσμο.
 
Και το ίδιο κάνουν βέβαια τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης όταν δημοσιεύουν συνέχεια στοιχεία που οδηγούν στην ταυτοποίηση του παιδιού αλλά και δεδομένα για την κακοποίησή του τα οποία δεν είναι αναγκαία για την ενημέρωση της κοινής γνώμης. Καθιστούν δυσχερή ή αδύνατη την αποκατάσταση του παιδιού, παρά την πρόβλεψη της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού που υπογραμμίζει τη δέσμευση των κρατών στην κατεύθυνση της ανάρρωσης και κοινωνικής επανένταξης του παιδιού θύματος κακοποίησης.
 
Θέλετε να μας πείτε σ’ αυτό το σημείο ποια είναι τα δεδομένα τα οποία πρέπει τα ΜΜΕ να δημοσιεύουν;
Μπορώ να σας πω ποια δεν επιτρέπεται να δημοσιεύουν. Περιγράφονται εξάλλου στο Προεδρικό Διάταγμα 77/2003 και στο νόμο 4779/2021. Δεν επιτρέπονται όλα εκείνα που προκαλούν πόνο και βλάβη στην προσωπικότητα του παιδιού- που ξαναλέω ότι καταβάλλει μια μοναχική τιτάνια προσπάθεια ώστε να αναρρώσει- και σε κάθε περίπτωση, απαγορεύεται η με οποιονδήποτε τρόπο δημοσιοποίηση περιστατικών που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αποκάλυψη της ταυτότητας του ανηλίκου θύματος πράξης που υπάγεται στα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, από την καταγγελία της πράξης έως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης.
 
Όταν όμως περιγράφουμε πώς κακοποιήθηκε το παιδί με σοκαριστικές λεπτομέρειες, τις οποίες αναμεταδίδουμε νυχθημερόν, δεν προκαλούμε πόνο στο ίδιο και τους οικείους του; Όταν στεκόμαστε έξω από το σπίτι του με μικρόφωνο, δεν αποκαλύπτουμε την ταυτότητά του στη γειτονιά και το σχολείο; Όταν έχει κυκλοφορήσει φωτό του στο πλαίσιο του amber alert και μετά σχολιάζουμε ασταμάτητα την τραυματική του εμπειρία, δεν γνωρίζει όλος ο κόσμος για ποιο παιδί μιλάμε; Δεν ναρκοθετούμε έτσι την κοινωνικοποίηση και επανένταξή του;
 
Επίσης δεν επιτρέπεται να διαρρέουν και να δημοσιεύονται οι καταθέσεις των παιδιών λόγω -μεταξύ άλλων- και της αρχής της μυστικότητας της ποινικής προδικασίας. Κάθε διαρροή εκτός από το ότι πλήττει το κύρος της διαδικασίας, αποθαρρύνει παιδιά που θέλουν να μιλήσουν από το να το πράξουν. Κάθε τέτοιο περιστατικό αποτελεί ένα εχθρικό μήνυμα προς τα ίδια · είναι σαν να τους λέμε «μην έχεις εμπιστοσύνη στους ενήλικες, γιατί θα σε προδώσουν».
 
Το προφίλ των παιδιών που έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση έστω και μια φορά στη ζωή τους είναι ένα συγκεκριμένο προφίλ που έχει κάποια συγκεκριμένα ταξικά χαρακτηριστικά ή απλώνεται σε όλο το πλέγμα του κοινωνικού ιστού;
Το έγκλημα της κακοποίησης ενδημεί σε όλες τις κοινωνικές τάξεις ανεξαρτήτως μορφωτικού ή κοινωνικού επιπέδου και πρέπει να αποδομήσουμε τους μύθους οι οποίοι συνδέονται με το κοινωνικοοικονομικό στάτους. Ωστόσο, γνωρίζουμε πως υπάρχει αυξημένος κίνδυνος σε συγκεκριμένους πληθυσμούς παιδιών, όπως είναι τα παιδιά με αναπηρίες. Αυτό μπορεί να συνδέεται με το γεγονός ότι η οικογένεια αντιμετωπίζει περισσότερες προκλήσεις και αυξημένο στρες χωρίς αρκετή καθοδήγηση και πλαισίωση για το τι πρέπει να κάνει. Μπορεί να έχει να κάνει με το ότι είναι πιο ευάλωτα λόγω της περιορισμένης αυτονομίας τους σε ορισμένες περιπτώσεις ή λόγω προσκομμάτων στην επικοινωνία που καθιστούν και πιο δύσκολη την έγκαιρη αναγνώριση του προβλήματος και την αναζήτηση βοήθειας.
 
Τα στοιχεία για την υπόθεση της “Κιβωτού του Κόσμου” πόσο δύσκολο ήταν να τα συλλέξετε;
Η έρευνα είναι μέσα στη γνώση και στην εμπειρία της Αρχής. Απαντώ μόνο επί της αρχής και πάλι δεν απαντάω ως προς τη συγκεκριμένη υπόθεση. Ο Συνήγορος κινείται μεθοδικά και πάρα πολύ προσεκτικά σε όλες τις υποθέσεις τις οποίες διερευνά.
 
Γενικά τα ιδρύματα είναι καλή λύση για τα παιδιά;
Όπως έχουμε ήδη επισημάνει στην ειδική έκθεση του Συνηγόρου του 2020, όλες οι δομές κλειστού τύπου είναι εκ των πραγμάτων κακοποιητικές για τα παιδιά. Δεν είναι πολύς κόσμος που το γνωρίζει αυτό. Γενικά υπάρχει η διαδεδομένη αντίληψη, ότι υπάρχουν ιδρύματα τα οποία αποτελούν ιδανική λύση για ένα για ένα παιδί το οποίο στερείται της οικογενειακής φροντίδας.
 
Από την επιστήμη και τη βιβλιογραφία όμως γνωρίζουμε πια, ότι λόγω της απουσίας προσώπου συναισθηματικής αναφοράς, δηλαδή αυτής της πολύτιμης σχέσης που είναι αναγκαία για την ομαλή ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού, οι ανήλικοι που παραμένουν σε τέτοιες δομές συναντούν μεγάλα εμπόδια τα οποία έχουν αντίκτυπο και στη σωματική και στη διανοητική ανάπτυξη και στις συναισθηματικές και κοινωνικές τους δεξιότητες. Όμως πέρα από αυτό γνωρίζουμε από έρευνες ότι τα παιδιά τα οποία διαμένουν σε τέτοιες δομές έχουν στατιστικά πολύ μεγάλο κίνδυνο να κακοποιηθούν από συνομηλίκους τους.
 
Και γνωρίζουμε παράλληλα ότι η εποπτεία αυτών των δομών δεν είναι επαρκής. Λάβετε υπόψη ότι μέχρι την υπουργική απόφαση 40494/22 του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεωνότι δεν υπήρχαν σαφείς προδιαγραφές λειτουργίας των ιδιωτικών Μονάδων Παιδικής Προστασίας και Φροντίδας, παρότι η εξουσιοδοτική διάταξη υπήρχε ήδη από το 1995, από το νόμο 2345.
 
Σύμφωνα με το νέο πλαίσιο λειτουργίας, οι δομές αυτές οφείλουν να τροφοδοτήσουν τη σχέση του παιδιού με τη βιολογική οικογένεια, η οποία όπως παρατηρούσαμε μέχρι σήμερα, συχνά παρεμποδιζόταν και υπονομευόταν. Επίσης εάν η επανασύνδεση, η οικογενειακή επανένωση δεν είναι δυνατή, οι δομές αυτές οφείλουν να αναζητήσουν εναλλακτικό περιβάλλον οικογενειακού χαρακτήρα για τα παιδιά, δηλαδή τη λύση μέσω της αναδοχής ή της υιοθεσίας, εάν αυτό προκύπτει και επιβάλλεται από την αξιολόγηση του συμφέροντος του παιδιού.
 
Στην υπουργική απόφαση υπάρχει και ρητή αναφορά στο σεβασμό των δικαιωμάτων των παιδιών σε όλους τους άξονες, δηλαδή στα ζητήματα εκπαιδευτικής του ένταξης, ακρόασης της γνώμης του, του ιατρικής φροντίδας, σεβασμού της ιδιωτικότητας και κοινωνικοποίησής του κτλ. Όλα αυτά δεν προβλέποντας ρητά για τις ιδιωτικές δομές.
 
Επιπλέον μια σχεδόν ανυπέρβλητη πρόκληση για τον αποτελεσματικό έλεγχο εποπτεία των δομών αυτών αλλά και για τη διερεύνηση και παρέμβαση σε περιστατικά κακοποίησης και παραμέλησης είναι η υποστελέχωση των αντίστοιχων κοινωνικών υπηρεσιών των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού.
 
Ειδικά ως προς την εποπτεία και υποστήριξη των οικογενειών, αρκεί να σας πω ότι το 2020 η αρμόδια υπηρεσία του Δήμου Αθηναίων μάς απάντησε ότι εβδομήντα με εκατό υποθέσεις απαιτούν παρακολούθηση σε βάθος χρόνου αλλά μπορούσε να παρακολουθήσει το πολύ είκοσι.
 
Ένα άλλο σοβαρότατο ζήτημα είναι ότι λόγω της απουσίας καθηκοντολογίου και πρωτοκόλλων, υπάρχει μεγάλη ανομοιογένεια στους χειρισμούς από κοινωνική υπηρεσία σε κοινωνική υπηρεσία. Οι αποκλίσεις είναι ιδιαίτερα προβληματικές. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να μιλάμε και για ενιαίο σύστημα παιδικής προστασίας στην Ελλάδα.
 
Μιλήσαμε πριν για τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση τα σχολεία. Επιτέλους το ακούμε αλλά μέχρι στιγμής δεν το έχουμε δει. Και επίσης θέλω να μου πείτε γιατί είναι πραγματικά τόσο πολύ σημαντικό αυτό. Υπάρχουν κάποιοι γονείς που αντιδρούν…
Η σεξουαλική αγωγή είναι πολύ σημαντική. Πρώτον, επειδή προσφέρει τις αναγκαίες γνώσεις στο παιδί και την εξοικείωση με το ποια είναι τα όρια του σώματος και πότε παραβιάζονται αυτά. Ποιο άγγιγμα είναι ανάρμοστο και ποιο δεν είναι. Δεύτερος λόγος για τον οποίο καθίσταται απαραίτητη είναι γιατί όπως προκύπτει και από τη δική μας εμπειρία, είναι σημαντική η αποδόμηση των έμφυλων στερεοτύπων στα σχολεία.
 
Δηλαδή όσο μεγαλώνουμε είναι κρίσιμο η σεξουαλική αγωγή να εστιάζει στη συζήτηση και επαναδιαπραγμάτευση των κυρίαρχων αναπαραστάσεων, αλλά και στα ζητήματα συναίνεσης, σχέσεων και σεβασμού. Προκειμένου να προετοιμάσουμε τα παιδιά για μια υπεύθυνη ζωή, όπως προβλέπει και η Διεθνής Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού.
 
Πρέπει να σας πω, ότι τα στερεότυπα για την αρρενωπότητα και τη θηλυκότητα είναι κυρίαρχα στα ελληνικά σχολεία, έχουν ιδιαίτερα αρνητική επίπτωση στα παιδιά και τροφοδοτούν και το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας αργότερα. Έχουν όμως κι άλλες συνέπειες· Τα αγόρια ας πούμε φοβούνται να ζητήσουν βοήθεια γιατί νομίζουν πως «οι άντρες λύνουν μόνοι τους τα προβλήματά τους». Συγχρόνως τα παιδιά διαφορετικής έκφρασης φύλου ή διαφορετικού σεξουαλικού προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου, υποφέρουν από τον εκφοβισμό στην καθημερινότητά τους και υφίστανται αφόρητη πίεση.
 
Ο τρίτος λόγος είναι διότι κατά τη μετάβαση στην εφηβεία, τα παιδιά αντλούν όλες τους τις πληροφορίες από το διαδίκτυο και αυτές είναι επικίνδυνες πληροφορίες για την υγεία και την ασφάλειά τους. Παρότι δεν υπάρχουν συγκεντρωτικά δεδομένα, γνωρίζουμε ότι η Ελλάδα έχει έναν υψηλό αριθμό αμβλώσεων στα ανήλικα κορίτσια και έχουμε την υποχρέωση να τα εφοδιάσουμε με γνώση και να τα προστατεύσουμε.
 
Οι γονείς καμιά φορά φοβούνται ότι η συζήτηση για αυτά τα ζητήματα θα εξοικειώσει πρώιμα τα παιδιά τους με τις σεξουαλικές σχέσεις αλλά συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Η γνώση απομυθοποιεί και συγχρόνως προστατεύει τα παιδιά.
 
Για όλους τους λόγους που ανέφερα και για πολλούς ακόμα, τα παιδιά θα πρέπει να δουλεύουν σε ένα συνεκτικό μάθημα σεξουαλικής αγωγής από μικρή ηλικία μέχρι τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Και βέβαια το μάθημα θα πρέπει να είναι πάντοτε προσαρμοσμένο στο εκάστοτε αναπτυξιακό στάδιο των παιδιών.
 
Όταν λέμε “μικρή ηλικία” για ποια ηλικία μιλάμε;
Στην Ολλανδία το αντίστοιχο μάθημα διδάσκεται από την ηλικία των τεσσάρων, στο Βέλγιο από την ηλικία των έξι. Οπωσδήποτε από την προσχολική θα πρέπει να ξεκινήσει η ενημέρωση για τα όρια.
 
Το ζήτημα του αγγίγματος είναι ζωτικής σημασίας για το λόγο που σας ανέφερα πριν, επειδή πολύ συχνά τα παιδιά αργούν να αντιληφθούν την κακοποίηση ως τέτοια. Είναι με λίγα λόγια σημαντικό να καταλάβουν αμέσως ότι αυτό που τους συμβαίνει είναι κακό και ότι πρέπει να ζητήσουν βοήθεια.
 
Επί του πρακτέου όμως που βρισκόμαστε στην Ελλάδα;
Βρισκόμαστε πάρα πολύ πίσω. Ξαναλέω ότι στην Ελλάδα υπάρχει μόνο μία υποενότητα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στα εργαστήρια δεξιοτήτων. Όμως αυτό δεν είναι ένα συνεκτικό μάθημα σεξουαλικής αγωγής από τάξη σε τάξη. Επιπλέον από την εμπειρία μας πολλοί εκπαιδευτικοί, φοβούμενοι τις αντιδράσεις, παρακάμπτουν συγκεκριμένες ενότητες για να μην μπουν στη δύσκολη θέση να εξηγήσουν στα παιδιά τέτοια θέματα και για να μην συναντήσουν αντιδράσεις εκ μέρους των γονέων και αυτό μας δημιουργεί μεγάλο προβληματισμό.
 
Η αλήθεια είναι ότι ο Συνήγορος του Πολίτη αλλά και Συνήγορος του Παιδιού προσπαθούν να κάνουν τη δουλειά τους κάτω από δύσκολες συνθήκες. Οι πληροφορίες μιλούν για μεγάλη υποστελέχωση. Είναι πράγματι έτσι τα πράγματα;
Θα σας δώσω τα πραγματικά δεδομένα: Ο κύκλος δικαιωμάτων του Παιδιού αυτή τη στιγμή έχει 8 ειδικές επιστήμονες για όλη την Ελλάδα. Κατ’ αρχάς ο Συνήγορος παρεμβαίνει σε υποθέσεις παραβιάσεων. Είτε σε συνέχεια αναφοράς από κάθε ενδιαφερόμενο παιδί ή από οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο έχει αντίληψη παραβίασης δικαιωμάτων του παιδιού, επιλαμβάνεται και περιπτώσεων παραβίασης αυτεπάγγελτα και παρεμβαίνει τόσο στις σχέσεις μεταξύ κράτους και πολίτη όσο και σε ιδιώτες. Επίσης, ο Συνήγορος πραγματοποιεί επιμόρφωσεις εκπαιδευτικών και επαγγελματιών σε όλο το φάσμα των δικαιωμάτων του παιδιού, σε όλη την επικράτεια
 
Επίσης, ο Συνήγορος ακούει προσεκτικά τα παιδιά κάνοντας γνωστά τα δικαιώματα του παιδιού με δράσεις και επισκέψεις στα σχολεία κάθε εβδομάδα. Φέτος για παράδειγμα έχουμε πάει σε πάνω από 70 σχολεία. Επίσης, συγκροτεί κάθε χρόνο ομάδα εφήβων συμβούλων η οποία επικουρεί το Συνήγορο στο έργο του και διατυπώνει συστάσεις σε συγκεκριμένες θεματικές. Ο Συνήγορος πραγματοποιεί αυτοψίες και επιτόπιους ελέγχους σε χώρους όπου διαβιούν παιδιά και σε σωφρονιστικά καταστήματα, σε ιδρύματα και σε κέντρα φιλοξενίας κλπ.
 
Ο Συνήγορος λειτουργεί τηλεφωνικές γραμμές για τα παιδιά και για τους επαγγελματίες. Ενδεικτικά να σας πω ότι τον Μάρτιο είχαμε πάνω από 100 κλήσεις στη συγκεκριμένη γραμμή. Ο Συνήγορος επίσης ασκεί θεσμική πίεση ώστε το νομοθετικό πλαίσιο και η διοικητική πρακτική να προσαρμοστούν στις επιταγές της σύμβασης. Άρα σχολιάζει νόμους, παρεμβαίνει ούτως ώστε να λάβουν χώρα συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις και ούτω καθεξής.
 
Επιπλέον η Αρχή δημοσιεύει εκθέσεις αναφορικά με ποικίλες θεματικές, συγκροτεί και συντονίζει δύο δίκτυα δημοσίων φορέων και ιδιωτικών οργανώσεων. Έχουμε το Δίκτυο για τα παιδιά που μετακινούνται και το Δίκτυο για την Παιδική Προστασία στα οποία συμμετέχουν και μη κυβερνητικές οργανώσεις και δημόσιες υπηρεσίες για να διαμορφώσουν συναντίληψη και να συντονίσουμε τις παρεμβάσεις μας.
 
Παράλληλα, ο Συνήγορος συμμετέχει σε σειρά θεσμικών συλλογικών οργάνων που σχετίζονται με την προστασία και την προαγωγή των δικαιωμάτων του παιδιού, στο Εθνικό Συμβούλιο για την Αναδοχή και Υιοθεσία και στον Εθνικό μηχανισμό για την εκπόνηση και παρακολούθηση του Σχεδίου Δράσης για τα Δικαιώματα του Παιδιού και στην Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής. Προεδρεύει την ίδια ώρα στην Επιτροπή Προστασίας Ανηλίκων για τους ανήλικους καταναλωτές.
 
Και βεβαίως ο Συνήγορος συμμετέχει και στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Συνηγόρων του Παιδιού,στου οποίου την προεδρία είχε εκλεγεί το προηγούμενο διάστημα.Τα καθήκοντα,επομένως, είναι πάρα πολλά και αυτός ήταν κι ένας από τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή του ΟΗΕ ζήτησε ενίσχυση του κύκλου δικαιωμάτων του παιδιού του Συνηγόρου του Πολίτη στις καταληκτικές της παρατηρήσεις.
 
Μάλλον η Ελλάδα δεν είναι από τις καλές χώρες να ζει ένα παιδί, έτσι δεν είναι;
Είναι δύσκολη χώρα για τα παιδιά. Κατ’ αρχάς η Ελλάδα έχει ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό κινδύνου φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού στον πληθυσμό των ανηλίκων- είναι η τέταρτη χειρότερη στην Ε.Ε από αυτήν την άποψη-, ενώ έντονος προβληματισμός υπάρχει και ως προς την ποιότητα και συστηματικότητα των υπηρεσιών που παρέχουμε σε οικογένειες και παιδιά. Παρότι έχουν γίνει αρκετά θετικά βήματα, τα οποία αναγνωρίζουμε, φαίνεται πως έχουμε μακρύ δρόμο μπροστά μας μέχρι να προσεγγίσουμε ένα συγκροτημένο σύστημα παιδικής προστασίας με καλό συντονισμό και επαρκή αντανακλαστικά και μια κοινωνική κουλτούρα η οποία θα σέβεται το παιδί ως υποκείμενο δικαιωμάτων,.
 
Προϋπόθεση για την οικοδόμηση ενός τέτοιου συστήματος είναι ο καλός συντονισμός μεταξύ όλων των υπουργείων, των φορέων κλπ. Γιατί τα δικαιώματα του παιδιού συνολικά, να σας πω κλείνοντας, δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του ενός ή του άλλου υπουργείου. Η υλοποίησή τους απαιτεί μια συναντίληψη και μια γενναία επένδυση -με στρατηγικές, πόρους, δείκτες παρακολούθησης και διαβούλευση με τα ίδια τα παιδιά- η οποία πρέπει να γίνει σε εθνικό επίπεδο και να τους συμπεριλάβει όλους.
 
Η Θεώνη Κουφονικολάκου είναι Αναπληρώτρια Συνήγορος του Πολίτη αρμόδια για θέματα παιδιού (Συνήγορος του Παιδιού)