ποίηση

17
06

«Σε βρίσκει η ποίηση»

Το εξεταστικό μας σύστημα («εκπαιδευτικό» δεν το λες) ρωτάει δεκαεπτάχρονα παιδιά ποιο ρόλο έχει η ποίηση στην προσωπική τους ζωή. Μα τεράστιο! Πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς, όταν έχουν βαπτιστεί εξ απαλών ονύχων στα νάματα της πνευματικής δημιουργίας; Απ’ όταν, δηλαδή, το σύστημα φρόντισε ιδίως με την «εκπαιδευτική μεταρρύθμιση Διαμαντοπούλου» (τη γνωστή ως «μεταρρύθμιση της φωτοτυπίας»), να αντικαταστήσει τα ποιήματα του Ελύτη και του Καβάφη στα αναγνωστικά του δημοτικού με συνταγές μαγειρικής. «Ο ποιητικός λόγος δεν είναι ο καθημερινός λόγος», εξηγούσαν οι διάφοροι απολογητές του διαμαντοπούλειου μεταρρυθμιστικού πραγματισμού. «Είναι αντιπαραγωγικό να διδάσκεται η γλώσσα από τέτοια κείμενα. Τα παιδιά χρειάζονται καθημερινά κείμενα, με το λόγο στις διάφορες καθημερινές του μορφές». Και πρότειναν μία γλώσσα χρηστική, τη γλώσσα της ταμπέλας, της παραγγελίας, των μικρών αγγελιών και των οδηγιών. Διότι καλή κι άγια είναι η γλώσσα του συναισθήματος και της ποιητικής αφαίρεσης, αλλά πυξίδα ζωής είναι οι καθαρές κουβέντες. «Θέλουμε λογοτεχνία; Ναι, αλλά στο πλαίσιο ενός εξειδικευμένου μαθήματος, ενός περιχαρακωμένου αντικειμένου», εξηγούσαν, κι έτσι η ποίηση σιγά-σιγά βγήκε έξω από την καθημερινότητα της σχολικής τάξης και των βιβλίων, τιμωρία μόνη της. Αρκούσε η ποιητική της διαφήμισης, για ν’ ασκείται άνευ διδασκάλου η αντίληψη των παιδιών στην πλαστική των νοημάτων. Τι κι αν διαμαρτυρήθηκαν κάτι γνωστοί αριστεροί, αρθρογράφοι περιθωριακών ιστοσελίδων τύπου e-lesxi, ότι η γλώσσα διαμορφώνει το πνεύμα και την ψυχή του παιδιού κι ότι, αν μένουμε στις συνταγές, θα γίνουμε όχι παχύσαρκοι, αλλά παχύδερμοι; Δεν τους πέρασε. Ορισμένοι κιόλας διαμαρτυρήθηκαν έμπρακτα, διδάσκοντας ποίηση εκτός αναλυτικού προγράμματος, ασκώντας, λέει, το δικαίωμά τους να εμπλουτίζουν την ύλη, διότι ως επιστήμονες, λέει, δεν είναι εκτελεστικά όργανα. Αλλά δεν θα έρθει η ώρα της αξιολόγησης; Ποιος σας το ‘δωσε ρε ιδεοληπτικοί το δικαίωμα να διδάσκετε ό,τι ποίημα σας κατεβαίνει; Το υπουργείο το ρωτήσατε; Εμένα που πληρώνω φόρους, με ρωτήσατε; Τα ποιήματα αυτά ποιος τα ενέκρινε; Ήρθε, όμως, η αποκατάσταση. Αφού πέρασε μια ολόκληρη γενιά μαθητών, μαθαίνοντας εντελώς στο ξώφαλτσο ότι υπάρχουν κάτι τύποι, που τις δικές τους συνταγές τις λένε ποιήματα κι ότι για κάποιο ακατανόητο λόγο αυτά έχουν κύρος, ήρθε η ώρα να ρωτήσουμε τους μαθητές πριν ξεσκολίσουν, «ποιος είναι ο ρόλος της Ποίησης στην προσωπική σας ζωή;» (το «Π» κεφαλαίο παρακαλώ). Θέμα ευκολάκι προς βιωματική εμπέδωση, στο πλαίσιο κιόλας της ανάγνωσης του εξεταζόμενου ποιήματος του Τίτου Πατρίκιου, οπότε η ποίηση βρήκε τον εξεταζόμενο στο φτερό.