Συνεντεύξεις

Σε αυτή τη διαπραγμάτευση η σύγκρουση είναι ξεκάθαρα ταξική -Συνέντευξη με την Τασία Χριστοδουλοπούλου, βουλεύτρια

Τη συνέντευξη πήραν η Τζέλα Αλιπράντη και ο Παύλος Κλαυδιανός

Ποια η εκτίμησή σου για τα αποτελέσματα των εκλογών στην Ολλανδία;

Τα αποτελέσματα, βοηθούσης και της κρίσης με την Τουρκία, νομίζω ότι ήταν αναμενόμενα. Όλη η Ευρώπη είχε προσπαθήσει για να υπάρξει ένα θετικό αποτέλεσμα για τις παραδοσιακές, συντηρητικές δυνάμεις της Ολλανδίας, ώστε να μην κυριαρχήσει η ακροδεξιά τόσο στο συμβολικό, όσο και στο πρακτικό πεδίο, για να έχει την εξουσία για τη συγκρότηση κυβέρνησης. Με το αποτέλεσμα πήραν μια ανάσα. Αυτό που τιμωρήθηκε ήταν το κόμμα του Ντάισελμπλουμ, γιατί προσωποποιεί την Ευρώπη και την ακραία πολιτική της, γιατί ήταν από τους πρωταγωνιστές της λιτότητας, αλλά και όλων των κρίσιμων επίδικων της περιόδου. Έτσι, συγκέντρωσε τη δυσαρέσκεια από όλες τις πλευρές. Βέβαια, ήταν καμπανάκι για όλους αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα, γιατί όλοι σημείωσαν πτώση, εκτός της Αριστεράς και του λαοφιλή ηγέτη των Πρασίνων, δείχνοντας ότι ακόμα και μέσα σε μια συντηρητική συγκυρία, στο βαθμό που έχεις ένα πολιτικό σχέδιο και μπορείς να μιλάς τη γλώσσα της κοινωνίας, καταγράφεις σημαντικά αποτελέσματα.

Η συζήτηση για την Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων, κατά τη γνώμη σου τι υποκρύπτει;

Οι πολλαπλές ταχύτητες είναι στην ουσία μια νομιμοποίηση της υπάρχουσας πολιτικής της ΕΕ, γιατί αυτό ισχύει από καιρό. Υπάρχουν δύο ταχύτητες, οι πλούσιοι και οι φτωχοί, ο Βορράς και ο Νότος και, κατά συνέπεια, αυτό θέλουν να αποκαταστήσουν, παρά τα διαφορετικά μηνύματα που στέλνουν οι λαοί.

Η ακραία συντηρητικοποίηση της Ευρώπης

Είναι και μια κίνηση προσέγγισης του ευρωσκεπτιστικού κομματιού των χωρών τους;

Ναι, γιατί παρερμήνευσαν τα μηνύματα που εμφανίστηκαν, κυρίως μετά την προσφυγική κρίση. Τους έκαναν να υιοθετήσουν την ατζέντα της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και να νομίζουν ότι μπορούν να αγκαλιάσουν τον ευρωσκεπτικισμό, σαφώς ακροδεξιού χρώματος και εθνικιστικού πρόσημου. Δεν καταλαβαίνουν ότι οι λαοί είναι πολύ πιο έξυπνοι και διαλέγουν πάντα το γνήσιο και όχι το ιμιτασιόν, και, άρα, η προσπάθειά τους θα ναυαγήσει ή η δημοκρατία θα γίνει οριστικά πρόσχημα. Βέβαια, δεν πιστεύω ότι οι ψηφοφόροι που αυτή τη στιγμή βρίσκουν διέξοδο σε αυτά τα κόμματα, είναι φασίστες ή εθνικιστές. Απλώς, η απουσία ελπίδας από άλλες πολιτικές πλευρές, οδηγεί τον κόσμο να θεωρεί ότι αυτές οι δυνάμεις είναι αντισυστημικές. Η ψήφος σε αυτά τα κόμματα, είναι πολλών χρωμάτων και στοχεύσεων. Πιστεύω, δηλαδή, ότι τιμωρούν και τους πολιτικούς π.χ. που φέρονται με αυτή την αλαζονεία και τον αυταρχισμό προς την Ελλάδα, παρόλο που λένε ότι οι λαοί αυτοί μας θεωρούν τεμπέληδες, αλλά και τους πολιτικούς που καταδικάζουν τους δικούς τους εργαζόμενους σε διαρκή λιτότητα. Παρόλο, λοιπόν, που η Μέρκελ άνοιξε τα σύνορα για τους πρόσφυγες, γνωρίζουν ότι ήταν μια υποκριτική στάση και ότι το τελικό σχέδιο είναι πώς θα φορτώσουν τα βάρη σε μια μικρή χώρα.
Όσον αφορά στο προσφυγικό, βλέπουμε το τελευταίο διάστημα να επηρεάζεται και η ελληνική κυβέρνηση από τη συντηρητικοποίηση της Ευρώπης ως προς την αντιμετώπισή του. Γίνεται λόγος, πχ, για κλειστά κέντρα, μπαίνει η EASO στις δευτεροβάθμιες επιτροπές κ.ά.
Είναι γεγονός πως αυτό το συντηρητικό κλίμα που πνέει στην Ευρώπη, δεν μας αφήνει ανεπηρέαστους. Το μείζον για την κυβέρνηση φαίνεται να είναι μη ναυαγήσει η συμφωνία, και όχι το περιεχόμενό της, το κατά πόσο είναι συμβατή με το διεθνές δίκαιο και τα δικαιώματα των προσφύγων. Στέκεται στο να κερδίσει χρόνο, ώστε να μην έρχονται πρόσφυγες, είτε με παρακίνηση του Ερντογάν, είτε αυθορμήτως. Ως πιο σημαντικό ζήτημα έχει αναδειχθεί η εφαρμογή της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας. Το ίδιο σημαντικό είναι και για τους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Στην Ευρώπη, λένε, δεν εφαρμόστηκε ο κανονισμός του Δουβλίνου ΙΙΙ και η συνθήκη Σένγκεν και για αυτό οι πρόσφυγες διέσχιζαν τα σύνορα και πήγαιναν όπου ήθελαν, και ζητούν τώρα να γίνουν αυτές οι συμφωνίες ακόμα πιο αυστηρές. Αν ξαναεμφανιστούν 1.000.000 πρόσφυγες, καμία Συνθήκη, όσο αυστηρή κι αν είναι, δεν θα τους κρατήσει. Η ίδια η πραγματικότητα έκανε αυτές τις Συνθήκες να καταργηθούν στην πράξη. Δεν είχαν κενά, ή ήταν φιλελεύθερες, ήταν άκρως αυταρχικές και αυτές. Το ανθρώπινο ποτάμι που διέσχισε τις ευρωπαϊκές χώρες, τις κατήργησε, και αυτό μπορεί να συμβεί πάλι. Όλα αυτά τα μέτρα, είναι προληπτικά μέτρα αποτροπής. Η σκλήρυνση της νομοθεσίας είτε στην Ελλάδα, είτε στην Ευρώπη, υπηρετεί την αποτροπή.

Η τακτική της εξουθένωσης

Να περάσουμε στο φλέγον ζήτημα της διαπραγμάτευσης. Ποια η εικόνα που έχεις μέχρι τώρα;

Νομίζω ότι αυτή η διαπραγμάτευση ανέδειξε το σκληρό και αποκρουστικό πρόσωπο των δανειστών. Όχι μόνο γιατί αυτά που ζητάνε είναι εκβιαστικά και άδικα. Αλλά γιατί διαρκώς ανοίγουν ζητήματα που έχουν κλείσει. Κλείνει το φορολογικό, το ανοίγουν στην επόμενη διαπραγμάτευση. Κλείνει το ασφαλιστικό, το ξανανοίγουν κοκ. Αυτό είναι μια μέθοδος εξουθένωσης της αντίθετης επιδίωξης. Μέθοδος πολιτικής, ιδεολογικής, κοινωνικής εξουθένωσης. Γιατί ποτέ δεν μπορείς να αισθάνεσαι, ούτε ως κυβέρνηση, ούτε ως κοινωνία, ότι έκλεισε κάτι, ώστε να εκπονήσεις ένα σχέδιο για το μέλλον. Αν συνεχώς τα όργανα, τα ηγετικά στελέχη, η Βουλή, ασχολούνται με τη διαπραγμάτευση και είμαστε συνεχώς σε άμυνα απέναντι σε όσους επιδιώκουν να μας δεσμεύσουν, δεν υπάρχει χώρος και χρόνος για συγκρότηση πολιτικού σχεδίου. Και αυτό βέβαια είναι μέσα στους σκοπούς τους, για να αποδυναμώσουν συνολικά τις όποιες αντιστάσεις. Γιατί δεν είσαι ποτέ σε ένα σταθερό έδαφος για να αντιμετωπίσεις τα οποιαδήποτε ζητήματα, αφού όλα είναι συνεχώς ανοιχτά και όλα διαρκώς ανοίγουν υπό νέα βάση. Αυτό όμως μπορεί πράγματι να σημαίνει ότι θα είμαστε συνεχώς υπό επιτήρηση, υπό μνημόνια και υπό παράλογες απαιτήσεις; Για εμένα αυτό το ερώτημα είναι το πιο σημαντικό που αναδεικνύει αυτή η τελευταία διαπραγμάτευση.

Αυτή η αλήθεια διαφεύγει πλήρως από την αντιπολίτευση.

Η στάση της δεν είναι μόνο άδικη, αλλά και ανησυχητική, γιατί θυμώνει και κατηγορεί μόνο την κυβέρνηση ότι δεν κλείνει την αξιολόγηση. Παραβλέπουν αυτή την πρωτοφανή στάση των δανειστών, παρότι διεκδικούν να κυβερνήσουν, και λένε ότι ενδιαφέρονται για τη χώρα, ενώ θα έπρεπε να επικεντρωθούν σε αυτό ακριβώς το ζήτημα, που είναι κομβικό για το πώς μπορεί να κυβερνηθεί η χώρα, όταν οι δανειστές αποθρασύνονται συνεχώς και επαναφέρουν τη συζήτηση. Κατά συνέπεια, όταν παίζεται αυτό το θρίλερ της δεύτερης αξιολόγησης, καταλαβαίνετε ότι τα πράγματα γίνονται εξαιρετικά δύσκολα και πολύπλοκα. Στη διαπραγμάτευση υπάρχει η διαπραγματευτική ομάδα από τη μια, και οι δανειστές από την άλλη, που κομίζουν την ισχύ, τις απειλές, από το Grexit και τη ρευστότητα των τραπεζών μέχρι την πτώση της κυβέρνησης. Όταν, λοιπόν, η ανισοτιμία είναι δεδομένη, η διαπραγμάτευση γίνεται εκβιασμός. Δεν θέλω να το δεχθώ ως οριστικό συμπέρασμα. Φοβάμαι όμως ότι είναι έτσι.

Ταξική αναμέτρηση

Ποια η προοπτική της διαπραγμάτευσης λοιπόν;

Πιστεύω πως όσο καθυστερεί, παρότι παράγονται αρνητικά αποτελέσματα στην οικονομία, αποδεικνύεται, πρώτον, ότι η κυβέρνηση αντιστέκεται στους εκβιασμούς, ενώ οι δανειστές διατηρούν άκαμπτη στάση, και δεύτερον ότι με τέτοιους όρους δεν μπορεί και δεν πρέπει να κλείσει η αξιολόγηση. Αν η συμφωνία εξελιχθεί όπως παρουσιάζεται από διαρροές, τότε νομιμοποιείται ο προβληματισμός κατά πόσο ταιριάζει να την κλείσει ένα κόμμα της Αριστεράς.

Και σε αυτά τα σημεία φαίνεται να δίνεται και η μάχη.

Ναι. Νομίζω ότι αυτή η αξιολόγηση παίρνει πιο έντονο χαρακτήρα αναμέτρησης με ταξικά επίδικα. Το 2015 το επίδικο ήταν η δημοκρατία, η λαϊκή κυριαρχία, -είχαμε βγει από εκλογές και απαιτούσαμε να υπολογίσουν τη νέα κυβέρνηση που την ψήφισε ο ελληνικός λαός- και το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα, που ήταν παντοδύναμο και εμείς το αμφισβητούσαμε. Εκεί, λοιπόν, δώσαμε μια μάχη και ηττήθηκε προγραμματικά ο ΣΥΡΙΖΑ, στη συγκεκριμένη καμπή. Τώρα, δυστυχώς, φοβάμαι ότι επιχειρείται να ηττηθεί η κοινωνία. Και να ηττηθεί η κοινωνία δια του ΣΥΡΙΖΑ. Η διαφορά είναι ότι τότε η κοινωνία ήταν παρούσα, ενώ τώρα είναι σε σχετικά αδρανή αναμονή.

Απαραίτητη η κινητοποίηση της κοινωνίας

Γιατί συμβαίνει αυτό; Η αντίθεση του κόσμου στα μέτρα που ζητούνται γιατί δεν εκφράζεται στο δρόμο;

Το πώς έχει καταφέρει η κοινωνία να είναι απούσα σε μια τέτοια επίθεση, που κινδυνεύει να υποθηκεύσει το μέλλον της για πολλά χρόνια, και να οδηγήσει στην απόλυτη αφαίρεση όλων των δικαιωμάτων της, στο εργασιακό, στο ασφαλιστικό, στο φορολογικό, αν τελικά ισχύσουν οι απειλές των δανειστών, σχετίζεται με το ηγεμονικό πολιτικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί. Δημιουργούνται ενοχικά σύνδρομα και για τις κινητοποιήσεις και για τον πολιτικό λόγο ακόμη, μήπως και θεωρηθούν υποστηρικτικά του ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι, βλέπουμε την άπνοια για τα επίδικα της αξιολόγησης. Μέσα σε αυτή τη συγκυρία, λοιπόν, κανείς δεν θέλει να κινητοποιήσει την κοινωνία. Διότι, για παράδειγμα, η αντιπολίτευση σε ποια κατεύθυνση να την κινητοποιήσει; Η ΝΔ είναι καθαρή, λέει «υπογράψτε τώρα για να μην καταστραφεί η χώρα». Η χώρα, όμως, τι είναι; Είναι οι άνθρωποί της, οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, οι ασφαλισμένοι, οι φορολογούμενοι. Αυτοί θα καταστραφούν όταν λες ότι έπρεπε να είχες υπογράψει χθες.

Πώς μπορεί να αλλάξει αυτό το κλίμα;

Τίθεται το ζήτημα τι κάνουμε εμείς. Έχουμε βγει να τα εξηγήσουμε στο λαό; Η αντιπολίτευση δεν θέλει να κινητοποιήσει το λαό. Εμείς θέλουμε; Έχουμε βγει να εξηγήσουμε ότι πρόκειται για μια πρωτοφανή ταξική επίθεση και αναμέτρηση, ότι αυτό που θέλουν είναι να αναδιανεμηθεί, όποιο πλεόνασμα προκύψει, στους ισχυρούς και στους πλούσιους, και ότι η όποια ανάκαμψη της οικονομίας πρέπει να γίνει μέσω της αναδιανομής προς τους ισχυρούς και όχι προς τους κοινωνικά αδύναμους; Αυτό που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ, να έχει θεσπίσει δωρεάν πρόσβαση στην υγεία, κοινωνικό επίδομα αλληλεγγύης, έκτακτο επίδομα σε χαμηλοσυνταξιούχους, χαμηλές εισφορές στους μικρούς επαγγελματίες, σχεδόν μηδενική συμμετοχή στη φορολογία των μικρών εισοδημάτων, ήταν μια συνειδητή επιλογή σε ένα ιδιαίτερα δυσμενές περιβάλλον. Πριν από δυο χρόνια, ακόμα και οι ασφαλισμένοι πλήρωναν πέντε ευρώ για να μπουν στα νοσοκομεία. Τώρα δυόμισι εκατομμύρια ανασφάλιστοι έχουν ίδια δικαιώματα με τους ασφαλισμένους στην υγεία. Αυτή η διαφορά προσέγγισης στο θέμα της υγείας, είναι κάτι πρωτόγνωρο ως μεταρρυθμιστική τομή. Και αυτή τη στιγμή στο αντίπαλο στρατόπεδο συναγωνίζονται για το ποιος θα είναι ο Τραμπ της Ελλάδας, που θα καταργήσει τη δωρεάν πρόσβαση στο σύστημα υγείας! Οι δανειστές θέλουν να δώσουν ελαφρύνσεις, αλλά στους πλούσιους, στις μεγάλες επιχειρήσεις, για να έρθουν δήθεν η ανάκαμψη και οι επενδύσεις. Όταν γίνεται τόσο ταξικά καθαρό αυτό που διαπραγματευόμαστε και δεν υπάρχει κόμμα, κοινωνία, οργάνωση, συνδικάτο που να βγει και να πάρει θέση υπέρ της κυβέρνησης που δίνει τη μάχη, αυτό αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, το πιο σημαντικό ζήτημα για τον σημερινό πολιτικό και κοινωνικό συσχετισμό.

Μπορεί να το οργανώσει αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ, η κυβέρνηση;

Ο χρόνος που κύλησε δεν υπήρξε σύμμαχός μας. Το μονοπώλιο της διαστρεβλωτικής ενημέρωσης που κάνουν τα ΜΜΕ, παράγει θύματα, ακόμη και στο δικό μας στρατόπεδο. Μας μένει συνεχώς να αναρωτιόμαστε αν είμαστε τόσο νεοφιλελεύθεροι και μνημονιακοί, όπως μας κατηγορούν, και είμαστε έτοιμοι να τα υπογράψουμε όλα, τότε γιατί μας κατηγορούν όλοι οι υπόλοιποι, τα ΜΜΕ, η ελληνική ελίτ, οι δανειστές κτλ; Πρέπει λοιπόν, έστω και την ύστατη στιγμή, να βγούμε μπροστά, να κάνουμε τη δική μας ενημέρωση, να πούμε τι συμβαίνει, ώστε να διαφοροποιηθούν οι κοινωνικοί και πολιτικοί συσχετισμοί που θα μας επιτρέψουν, όταν εμφανιστεί τελικά η συμφωνία, να έχουμε μια καθαρή άποψη για το τι πρέπει να κάνουμε.

Δύσκολο πεδίο τα εργασιακά

Ότι η σύγκρουση είναι ταξική, όπως είπες, φαίνεται στα εργασιακά όπου το ΔΝΤ έχει άκαμπτη στάση και οι υπόλοιποι σιωπούν.

Στα εργασιακά θεωρώ πολύ δύσκολο να υποχωρήσουν. Και αυτή η εμμονή να συμμετέχει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα, ακόμα και αν βάλει ένα συμβολικό ποσό, είναι ακριβώς για να τηρούν τα προσχήματα οι Ευρωπαίοι. Θέτουν ως όρο ότι πρέπει να γίνει δεκτό το αφήγημα του ΔΝΤ, διότι, διαφορετικά, δεν θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ότι δεν σέβονται το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Δεν είναι δυνατόν, ακόμα και οι ανταγωνισμοί των μεγάλων, να είναι πάντα σε βάρος μας και ποτέ υπέρ μας, όπως π.χ. στο θέμα του χρέους ή το ύψος των πλεονασμάτων. Πουθενά δεν έχουμε ωφεληθεί από τις μεταξύ τους αντιθέσεις, και αυτό δείχνει πραγματικά ότι είναι ένα καλά στημένο σχέδιο, να περάσει σε αυτή τη χώρα, που έχει δεχθεί τόσα πειράματα, ένα ακόμα, ένα σκληρότερο.

Ο Μοσκοβισί, βέβαια, μίλησε υπέρ των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Είναι στο πνεύμα που προανέφερα. Η Ευρώπη είναι υποχρεωμένη να υπερασπίζεται φαινομενικά το ευρωπαϊκό κεκτημένο, αλλά ίσως συμφωνηθεί να δοθεί αργότερα. Αργότερα, που ίσως ελπίζουν ότι θα υπάρχει άλλη κυβέρνηση, που δεν θα ενδιαφέρεται για τα εργασιακά δικαιώματα και θα είναι πρόθυμη να αποδεχθεί τις ομαδικές απολύσεις, την ανταπεργία και τη διαιώνιση της απουσίας συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Η αντιπολιτευτική στρατηγική

Η αντιπολίτευση που κάνει σήμερα η ΝΔ, μπορεί να απευθυνθεί σε ευρύτερα στρώματα, πέραν των παραδοσιακών της δεξιάς; Ποια η στρατηγική της;

Η στρατηγική της ΝΔ είναι να ζητάει εκλογές, αλλά να τις απεύχεται. Θέλει να κερδίσει χρόνο προκειμένου να κάνει αυτοδύναμη κυβέρνηση, το οποίο αποκλείεται, δεδομένου ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παρά τη δημοσκοπική πτώση, τουλάχιστον μέχρι στιγμής και πριν υπογράψει την οποιαδήποτε συμφωνία, έχει στέρεα κοινωνικά ερείσματα. Εκπροσωπεί κοινωνικές ομάδες, και έχει μεριμνήσει με τα κοινωνικά μέτρα που έχει λάβει, να μην διαταραχθεί αυτή η σχέση. Αυτοί είναι αριθμοί υπολογίσιμοι, πολιτικά και στατιστικά, και δεν είναι καθόλου ρεαλιστική η διαφορά που εμφανίζεται στις δημοσκοπήσεις. Αυτή είναι άλλωστε και η αγωνία τους. Να αποκόψουν τον ΣΥΡΙΖΑ από αυτές τις κοινωνικές εκπροσωπήσεις, και να τον κάνουν ΠΑΣΟΚ. Ένα διαχειριστή, δηλαδή, της κρίσης, όπου μπροστά στο όνομα της ανάκαμψης της οικονομίας ή των πλεονασμάτων και των λοιπών όρων που τίθενται, να ξεχάσει και να εγκαταλείψει αυτά τα κοινωνικά στρώματα, στα οποία είχε επικεντρώσει από την αρχή την προσοχή του.

Τις τελευταίες μέρες τέθηκε το ζήτημα του ηθικού πλεονεκτήματος της Αριστεράς, λόγω μιας σειράς γεγονότων, όπως με τη ΔΕΣΦΑ, το φορολογικό των βουλευτών, τα ΜΑΤ στους πρόσφυγες κ.ά. Πώς το αντιμετωπίζουμε αυτό;

Τελούμε εν γνώσει ότι η εξουσία φθείρει. Όσο και να προσπαθείς, το κράτος έχει αδιαφανείς λειτουργίες και θεσμική μνήμη στη συντήρηση των πραγμάτων. Αυτό το ξέρει ο αντίπαλος, γιατί ακριβώς αυτά εκμεταλλευόταν χρόνια. Γι’ αυτό πρώτο του μέλημα, επειδή ήξερε ότι σε αυτό το ζήτημα υπερέχουμε, ήταν να βάλει ως στόχο το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς, παρουσιάζοντας διάφορα γεγονότα διορισμών, ή ευνοιοκρατίας, προκειμένου να πλήξει αυτό το πλεονέκτημα στα μάτια των ανθρώπων της ανεργίας, ή αυτών που στερούνται βασικών ειδών, για να δείξει ότι τους χωρίζει ένα ταξικό χάος από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Οπότε, ακόμα και αν κάποια μέτρα έλκουν αυτόν τον κόσμο, να μπορέσει, μέσω της δυσφήμισης, να εξασφαλίσει, έστω, την εικόνα ότι όλοι είμαστε ίδιοι, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κόμμα ανακόλουθο, ο Τσίπρας είναι ψεύτης κτλ. Σε αυτό έχει στηθεί όλο το αφήγημά τους για την πολιτική φθορά του ΣΥΡΙΖΑ. Απέναντι σε αυτό προφανώς πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεχτικοί. Υπάρχουν, όντως, θέματα που μας διαφεύγουν λόγω της καταιγιστικής πολιτικής καθημερινότητας. Ταυτόχρονα, όμως, πρέπει να ξέρουν όλοι ότι όλος αυτός ο κόσμος που έχει πλαισιώσει θέσεις, μηχανισμούς κτλ δεν είναι όλος του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να χρεωθούμε συμπεριφορές. Και εδώ τίθεται το ερώτημα: θα έπρεπε να είναι όλοι του ΣΥΡΙΖΑ, που υπάρχει ένα μίνιμουμ επίπεδο εμπιστοσύνης, ή να είναι γενικώς δημοκρατικοί άνθρωποι με προσόντα, ώστε να αποδώσουν στις θέσεις που μπήκαν; Για μια νέα κυβέρνηση που έκανε και τις δύο αυτές επιλογές σε διάφορα πεδία, είναι τώρα ο χρόνος για να κάνει τον απολογισμό, ώστε να ξέρουμε πώς θα πορευτούμε μέχρι το 2019 στη στελέχωση της δημόσιας διοίκησης, των ΔΕΚΟ κτλ.

Πηγή: Η Εποχής