Συνέντευξη στον Ανδρέα Πετρόπουλο
* Πριν συναντηθούμε, είδα τυχαία σε έναν τοίχο το σύνθημα “400 ευρώ μισθός είναι τρομοκρατία” και το πρώτο ερώτημα που μου έρχεται είναι: Τον Μάη του 1886 τα εργατικά συνδικάτα στο Σικάγο ξεσηκώθηκαν διεκδικώντας οκτάωρο και ανθρώπινες συνθήκες εργασίας και σήμερα, τον Μάιο του 2017, στην Ευρώπη και κυρίως στις αδύναμες οικονομικά χώρες οι εργαζόμενοι ζουν μια επιστροφή στο παρελθόν, σε άθλιες συνθήκες εργασίας και γενικότερα διαβίωσης. Πώς έγινε αυτό το πισωγύρισμα;
Πράγματι είμαστε μάρτυρες σε ένα ιστορικό πισωγύρισμα. Τις τελευταίες δεκαετίες διαμορφώνονται δυσμενείς όροι, ιδιαίτερα για τον κόσμο της μισθωτής εργασίας. Ιδιαίτερα για τους νέους ανθρώπους η ανεργία και το χαμηλό επίπεδο των μισθών είναι το διαβατήριο για την ανασφάλειά τους. Όμως θα πρέπει να επισημάνουμε ότι κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων αιώνων(19ος - 20ός) η εργασία, από «δημιουργική δραστηριότητα του ανθρώπου», μεταλλάσσεται σε «απλή επαγγελματική δραστηριότητα». Η μετάλλαξη αυτή σημαίνει τον περιορισμό και τη συρρίκνωση των θεσμών και των πολιτικών κοινωνικής προστασίας, υγείας, ρυθμίσεων στην αγορά εργασίας. Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής συντελούνται η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, η ευελιξία της εργασίας, η μείωση των εισοδημάτων, η αύξηση της ανεργίας και των ανισοτήτων καθώς και η αποδιάρθρωση του κράτους πρόνοιας.
Λαθεμένη η νεοφιλελεύθερη αντίληψη ότι η απορρύθμιση βοηθά την ανταγωνιστικότητα
* Αυτό που περιγράφετε συντελείται ήδη και σε προηγμένες οικονομικά χώρες της Ευρώπης, όπως η Γαλλία και η Ιταλία. Θυμάμαι πριν από δυο χρόνια τις απόπειρες αρχικά του Μόντι και στη συνέχεια του Ρέντζι στην Ιταλία, αλλά και του Εμ. Μακρόν στη Γαλλία να αλλάξουν συθέμελα τον εργασιακό χάρτη.
Η υλοποίηση των πολιτικών αυτών παρουσιάζει μια διαρκή διαδοχικότητα τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, με κάποια διαλείμματα που προκαλούνται λόγω των κοινωνικών αντιδράσεων. Χωρίς όμως αυτές οι πολιτικές να αποκλίνουν από τη στρατηγική τους στόχευση. Αυτό συνέβη στις πολιτικές εργασιακής απορρύθμισης που εφαρμόστηκαν στην Ιταλία, τη Γαλλία, την Ελλάδα και τη Μ. Βρετανία. Εδώ πρέπει να πούμε ότι ειδικότερα στην Ελλάδα την επταετία των Μνημονίων σημειώθηκαν τουλάχιστον δεκαπέντε απορρυθμιστικές παρεμβάσεις στις εργασιακές σχέσεις, καθώς και σε όλο το πλέγμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσων εργασίας. Κεντρικός στόχος αυτής της στρατηγικής, σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη άποψη, που αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος λανθασμένη, είναι η βελτίωση του επιπέδου ανταγωνιστικότητας στα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπρόσθετα υποστηρίζεται ότι με αυτή τη στρατηγική θα επιτευχθεί η αναβάθμιση της ευρωπαϊκής οικονομίας στον παγκοσμιοποιημένο καταμερισμό εργασίας.
Ο Μακρόν θέλει συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους
* Το εντυπωσιακό είναι, στην περίπτωση του Μακρόν, ότι η ατζέντα του είναι, σε αρκετά σημεία, ίσως σε πιο ριζοσπαστική κατεύθυνση -αν μου επιτρέπεις- και από αυτά που προτείνει το ΔΝΤ. Δηλαδή πιο ελεύθερες απολύσεις, μικρότερες αποζημιώσεις, ανοιχτά καταστήματα τις Κυριακές, πλήρης απελευθέρωση επαγγελμάτων.
Και δεν είναι μόνα αυτά, θα πρόσθετα κι άλλα, όπως η κυριαρχία των επιχειρησιακών συμβάσεων εργασίας έναντι των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, η επαναδιαπραγμάτευση του υπάρχοντος 35ωρου εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας, η μείωση των δημοσίων δαπανών κατά 50 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 15 δισ. ευρώ από την Υγεία, κατά την προσεχή πενταετία. Επιπλέον προτείνει τη μετεξέλιξη της Γαλλίας σε μία χώρα που θα λειτουργεί όπως μία επιχείρηση start-up, υποστηρίζοντας ότι η «επανάσταση» στη Γαλλία θα γίνει με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις start-up έφεραν την επανάσταση στην οικονομία. Όμως, όπως αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος, η πρόταση οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής του Εμ. Μακρόν για την ανασυγκρότηση της γαλλικής οικονομίας είναι λανθασμένη καθώς ουσιαστικά συμπυκνώνεται στη μείωση του μισθολογικού και μη μισθολογικού κόστους εργασίας. Επομένως η στρατηγική του είναι η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και των εισοδημάτων της εργασίας.
* Θυμάμαι σε μια παλαιότερη συζήτησή μας πως είχες πει ότι ο Τόμσεν, περιγράφοντας ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο, ιεραρχούσε ως απαραίτητες προϋποθέσεις τις αλλαγές στα εργασιακά, την συμπίεση των μισθών και τις περικοπές στις συντάξεις και την πρόνοια.
Πράγματι, στην πρόσφατη (22-23.4.2017) εαρινή σύνοδο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ο Π. Τόμσεν στην εισήγησή του υποστήριξε, μεταξύ των άλλων, ότι η μείωση των συντάξεων στην Ελλάδα, η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας και των εργασιακών σχέσεων αποτελούν συστατικά στοιχεία του αναπτυξιακού μείγματος πολιτικής. Αυτές ακριβώς οι επιλογές, που αποτελούν την ατζέντα και άλλων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, συνιστούν σήμερα το γόνιμο έδαφος του ρατσισμού, του προστατευτισμού, του οικονομικού και κοινωνικού διχασμού καθώς και της ξενοφοβίας στην Ευρώπη. Όμως, η απάντηση στην κρίση του μοντέλου της παγκοσμιοποίησης, του νεοφιλελευθερισμού και των συνεπειών τους δεν είναι ο προστατευτισμός και ο ρατσισμός. Αντίθετα, η λύση είναι η διεθνοποίηση (ισότιμες σχέσεις των χωρών), ο σχεδιασμός της ανάπτυξης και των επενδύσεων (δημόσιων και ιδιωτικών) σε ευρωπαϊκό, εθνικό, περιφερειακό, τοπικό επίπεδο, η αναπτυξιακή και παραγωγική προσήλωση του τραπεζικού συστήματος, η ρύθμιση της εργασίας, η διεύρυνση των κοινωνικών δικαιωμάτων, η επέκταση και η ποιοτική αναβάθμιση του κοινωνικού κράτους και των κοινωνικών δαπανών με την ουσιαστική, διαφανή και δημοκρατική αποκατάσταση των εισοδηματικών και φορολογικών ανισοτήτων.
Οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης δεν μειώνουν την ανεργία, την αποκρύπτουν
* Να γυρίσουμε λίγο στα δικά μας. Πριν από την κρίση το αίτημα ήταν οι μισθοί να έχουν κατώφλι τα 751 ευρώ. Σήμερα μέσω της περιστασιακής απασχόλησης (εκ περιτροπής εργασία) έχουμε μισθούς των 150, των 200 και των 250 ευρώ. Πέρα από την επιβίωση των ίδιων των ανθρώπων, μπορεί να υπάρξει θετικό αντίκρισμα στην οικονομία, όπως ισχυρίζεται η κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη άποψη;
Η απασχολησιμότητα, η ευελιξία των μορφών απασχόλησης και της αγοράς εργασίας γενικότερα απέκτησαν σημαντική θέση από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 στις ασκούμενες πολιτικές απασχόλησης στην Ελλάδα και στα άλλα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να συμβάλουν στη βελτίωση του επιπέδου ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, στη μείωση της ανεργίας και ιδιαίτερα της ανεργίας των νέων της χώρας μας. Αντίθετα από τους ισχυρισμούς της νεοφιλελεύθερης άποψης, η απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και η γενικευμένη ευελιξία των μορφών απασχόλησης, όπως προκύπτει από την έρευνα, δεν συμβάλλουν στη μείωση της ανεργίας και στη δημιουργία σταθερών και αμειβόμενων νέων θέσεων εργασίας στο πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, αλλά στην απόκρυψη του υψηλού, στην πραγματικότητα, επιπέδου της ανεργίας. Έτσι, παρατηρείται η ταυτόχρονη συρρίκνωση του ΑΕΠ με τη δημιουργία περισσότερων αλλά ευέλικτων και χαμηλά αμειβόμενων θέσεων απασχόλησης. Για παράδειγμα στην Ελλάδα σήμερα το 57,34% των νέων θέσεων εργασίας καταγράφεται με δηλωμένο εβδομαδιαίο ωράριο κάτω των 20 ωρών (μερική και εκ περιτροπής απασχόληση) και από αυτούς το 48,4% έχουν μηνιαίες μεικτές αποδοχές κάτω των 500 ευρώ, με αποτέλεσμα να προκύπτει έλλειμμα στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης της τάξεως των 2,6 δισ. ευρώ κατά μέσο όρο τον χρόνο.
* Με την απάντησή σας ουσιαστικά αποκαλύπτετε ότι η ευελιξία, μέσω των ελλειμμάτων που δημιουργεί στην κοινωνική ασφάλιση, αποτελεί τον πολιορκητικό κριό μείωσης των συντάξεων.
Εκτός από την ευελιξία των μορφών απασχόλησης, πολιορκητικό κριό μείωσης των συντάξεων αποτελούν επίσης η ανεργία και η μείωση των μισθών. Επομένως θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι η όποια απορρυθμιστική παρέμβαση στον τομέα της εργασίας έχει πολλαπλασιαστικά αρνητικά αποτελέσματα στη βιωσιμότητα της κοινωνικής ασφάλισης και στην απειλή συνεχών μειώσεων των συντάξεων.
Πρώτο βήμα για επιστροφή στην«κανονικότητα»
* Βρισκόμαστε μάλλον κοντά στο κλείσιμο άλλης μιας αξιολόγησης και, αν υπάρχει ένα καλό νέο, είναι ότι φαίνεται να έχουν αποκρουστεί οι ακραίες θέσεις του ΔΝΤ για τις απολύσεις και το λοκ άουτ. Θεωρείς ότι, αν επανέλθουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις από τα μέσα του 2018, είναι αυτό ένα βήμα επιστροφής σε μια “κανονικότητα”;
Η επιστροφή των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας από 1.9.2018, σε συνδυασμό με την εφαρμογή των αρχών της επεκτασιμότητας και της ευνοϊκής ρύθμισης κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις (κήρυξη απεργίας όχι από την πλειοψηφία των μελών, μη εφαρμογή του λοκ άουτ, συστηματικοί έλεγχοι εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας κ.λπ.) θα αποτελέσει ένα πρώτο βήμα προς την «κανονικότητα». Παράλληλα όμως απαιτείται επαγρύπνηση και δράση των κοινωνικών δυνάμεων στην χώρα μας, προκειμένου, στο πλαίσιο, ιδιαίτερα, των πολλαπλών ταχυτήτων στην Ευρώπη, να υλοποιείται πλήρως και να μην υπονομεύεται η εφαρμογή του ευρωπαϊκού κοινωνικού κεκτημένου.
Πηγή: Η Αυγή