Macro

Sarah O’Connor: Επειδή ζούμε περισσότερο, δεν θα έπρεπε να δουλεύουμε και περισσότερο

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το 1917, ο βασιλιάς Γεώργιος έστειλε 24 τηλεγραφήματα για να συγχαρεί τους πολίτες που γιόρταζαν τα εκατοστά γενέθλιά τους. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980 οι παραλήπτες αντίστοιχων τηλεγραφημάτων είχαν γίνει 3.000. Και το 2019 ήταν περισσότεροι από 13.000.

Οι στατιστικές αρέσκονται να αναδεικνύουν τις τεράστιες βελτιώσεις στο προσδόκιμο ζωής στη διάρκεια του περασμένου αιώνα. Είναι στατιστικές που επικαλούνται συχνά οι κυβερνήσεις προκειμένου να δικαιολογήσουν αποφάσεις για την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης. Η Βρετανία, για παράδειγμα, έχει συνδέσει το όριο συνταξιοδότησης με τη μακροζωία στη βάση της αρχής ότι οι άνθρωποι θα έπρεπε να περιμένουν να περάσουν περίπου το ένα τρίτο της ζωής τους ως συνταξιούχοι.

Τι συμβαίνει όμως αν το προσδόκιμο ζωής δεν ανεβαίνει για όλους; Στοιχεία από την Αγγλία, που προηγούνται της πανδημίας, δείχνουν μια καινούργια ανησυχητική εξέλιξη. Τη στιγμή που το προσδόκιμο ζωής συνεχίζει να αυξάνεται σε πλούσιες και φτωχές συνοικίες εύπορων πόλεων, όπως το Λονδίνο, έχει αρχίσει να υποχωρεί μετά το 2010 στις πιο στερημένες περιοχές φτωχών επαρχιών, όπως οι βορειοανατολικές περιοχές της Βρετανίας. Αυτό εγείρει ερωτήματα για το πόσο δίκαια είναι τελικά η αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης για όλους.

Υπάρχουν επίσης ανησυχίες για το κατά πόσο οι φτωχότεροι εργαζόμενοι θα είναι φυσικά ικανοί να εργάζονται για περισσότερο διάστημα. Με βάση τους σημερινούς σχεδιασμούς, το όριο συνταξιοδότησης θα ανέβει από τα 66 στα 67 ανάμεσα στο 2026 και το 2028. Τα στοιχεία όμως που δόθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα στη δημοσιότητα δείχνουν ότι οι άνδρες και οι γυναίκες των πιο στερημένων περιοχών της Αγγλίας μπορούν να περιμένουν να ζήσουν 52,3 και 51,4 χρόνια σε «καλή» υγεία αντιστοίχως, σε σύγκριση με τα 70,7 και 71,2 χρόνια αντιστοίχως για όσους ζουν σε λιγότερο στερημένες περιοχές.

Οι δουλειές με χαμηλή αμοιβή που κυριαρχούν στις στερημένες περιοχές είναι συχνά οι λιγότερο κατάλληλες για ηλικιωμένους με κακή ή επισφαλή υγεία. Είναι λάθος να συμπεραίνουμε ότι η αποβιομηχανοποίηση στον αναπτυγμένο κόσμο έσβησε τις βαριές δουλειές. Ορισμένοι χώροι εργασίας του 21ου αιώνα, όπως οι αποθήκες επιχειρήσεων του ηλεκτρονικού εμπορίου, καταπονούν επίσης το σώμα. Σύμφωνα με μεγάλη έρευνα που πραγματοποιήθηκε ανάμεσα σε Ευρωπαίους εργαζόμενους, το 72% των υψηλά καταρτισμένων υπαλλήλων δήλωσε ότι θα μπορούσε να κάνει τη δουλειά του και στην ηλικία των 60.  Όμως μόνο το 44% όσων εργάζονται σε χαμηλόμισθες χειρωνακτικές δουλειές δήλωσε το ίδιο.

Και όλα αυτά συνέβαιναν προτού χτυπήσει η πανδημία. Είναι πιθανό ο ιός να επιδεινώσει την ανισότητα στην υγεία μεταξύ των πλούσιων και των φτωχών. Αν και ακόμη έχουμε πολλά να μάθουμε για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες, γνωρίζουμε ότι οι στερημένες κοινότητες έχουν τα υψηλότερα ποσοστά μόλυνσης και ότι πολλοί από όσους εισάγονται στα νοσοκομεία αγωνίζονται να αναρρώσουν πλήρως.

Η βαρόνη Ρος  Άλτμαν, πρώην υπουργός Συντάξεων, ζήτησε τον άμεσο ανασχεδιασμό του συστήματος με νέα ευελιξία, ώστε οι ομάδες που δυσκολεύονται να έχουν νωρίτερα πρόσβαση στο συνταξιοδοτικό σύστημα. Υπάρχουν βάσιμα επιχειρήματα για την απλή προσέγγιση της Βρετανίας απέναντι στις συντάξεις. Διασφαλίζει ότι το σύστημα δεν γίνεται υπερβολικά δαπανηρό, κάτι σημαντικό για τις νεότερες γενιές, ενώ αποφεύγει την περιπλοκότητα αλλαγών με βάση τις περιοχές κατοικίας ή το ιστορικό εργασίας.

Ο Τζον Ραλφ, σύμβουλος συντάξεων, υποστηρίζει ότι το σημερινό σύστημα είναι δίκαιο, καθώς οι πλουσιότεροι εργαζόμενοι πληρώνουν περισσότερους φόρους. «Οι άνθρωποι που έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να φτάσουν τα 103 είναι οι άνθρωποι που πληρώνουν περισσότερα ούτως ή άλλως» δηλώνει.

Θα ήταν όμως δίκαιο να επισημάνουμε ότι είναι πιο σημαντικό να αντιμετωπιστούν τα βαθιά αίτια της κακής υγείας και της κάμψης του προσδόκιμου ζωής σε ορισμένες περιοχές. Αυτό θα απαιτούσε μια συντονισμένη προσπάθεια με στόχο τη διοχέτευση περισσότερων κονδυλίων στις υπηρεσίες παιδικής φροντίδας, στην εκπαίδευση και την Υγεία στερημένων περιοχών, καθώς και μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας που συνεπάγονται πιο ασφαλείς και λιγότερο σκληρές δουλειές.

Δεν υπάρχουν όμως ενδείξεις ότι η κυβέρνηση σκοπεύει να κάνει μια τέτοια προσπάθεια. Χωρίς αυτή η πίεση για να επιτραπεί σε κάποιους ανθρώπους να συνταξιοδοτούνται νωρίτερα θα αυξηθεί. Αρκετές χώρες έχουν ήδη επιλέξει να αναγνωρίζουν τέτοια δικαιώματα σε ορισμένες κατηγορίες. Η Πορτογαλία, η Γαλλία και η Γερμανία επιτρέπουν την πρόωρη συνταξιοδότηση χωρίς την επιβολή ποινών σε όσους άρχισαν να εργάζονται νέοι και παρέμειναν πολλά χρόνια στην αγορά εργασίας.

Πέρσι η Δανία αποφάσισε να επιτρέψει στους 61χρονους να συνταξιοδοτούνται ένα έως τρία χρόνια νωρίτερα αν έχουν ξοδέψει 42 χρόνια στην αγορά εργασίας (περιλαμβανομένων περιόδων ανεργίας). «Θα έπρεπε να σταματάς να δουλεύεις προτού εξαντληθείς» δήλωσε η πρωθυπουργός Μέτε Φρέντσικσεν. Η δανέζικη κυβέρνηση υποστήριξε πως, αντιμετωπίζοντας ένα βασικό ζήτημα δικαιοσύνης, η μεταρρύθμιση επρόκειτο να ενισχύσει τη δημόσια στήριξη για την προσπάθεια αύξησης του ορίου συνταξιοδότησης για όλους τους υπόλοιπους.

Οι αποφάσεις για τον καθορισμό του ορίου συνταξιοδότησης είναι δύσκολες επειδή εξαρτώνται από τη σύζευξη δύο τάσεων: το γεγονός ότι γερνάμε και το γεγονός ότι οι ανισότητες αυξάνονται. Αν όμως δεν αντιμετωπίσουμε το δεύτερο πρόβλημα, το πρώτο θα γίνεται όλο και πιο δύσκολο να αντιμετωπιστεί.

Sarah O’Connor

Πηγή: Η Αυγή από Financial Times