Macro

Ράνια Σβίγκου: Οι επικίνδυνες ακροβασίες της εξωτερικής πολιτικής της Ν.Δ.

Κι αν η κατάσταση στη Συρία «δεν είναι άμεσο θέμα για την Ελλάδα», σύμφωνα με τον υπουργό Εξωτερικών, Ν. Δένδια, δεν ισχύει το ίδιο και για την περίπτωση της Βόρειας Μακεδονίας. Διότι εδώ η αδράνεια της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης Μητσοτάκη εμπλέκεται με την προηγούμενη θέση της Ν.Δ., αλλά και με την πάλη εντός του κυβερνώντος κόμματος.

Σε μια κρίσιμη περίοδο για την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου, με πλήθος εξελίξεων σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αντί να εκμεταλλευτεί το πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο που είχε δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια, με την πληθώρα πρωτοβουλιών, τις μεγάλες επιτυχίες της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, τις τριμερείς και πολυμερείς συνόδους, παραμένει αμέτοχη, παρακολουθώντας άλλα κράτη να παρεμβαίνουν ερήμην της χώρας μας.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφασίζει τη μη έναρξη διαπραγματεύσεων ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας και της Αλβανίας στην Ε.Ε. Η Τουρκία συνεχίζει τις παράνομες ενέργειές της στην κυπριακή ΑΟΖ και κλιμακώνει τις παραβιάσεις στο Αιγαίο. Ο πόλεμος στη Συρία μαίνεται και λαμβάνει νέα τροπή με την εισβολή της Τουρκίας. Κι όμως, όσο συμβαίνουν όλα αυτά, η κυβέρνηση της Ν.Δ. παραμένει άφωνη και αδρανής.

Με περισσό θράσος μάλιστα υπουργοί και στελέχη της Ν.Δ. επαναλαμβάνουν ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα επαναφέρει την Ελλάδα στα διεθνή fora, από τα οποία δήθεν ήταν απούσα. Την ίδια στιγμή επιλέγει να μην αναδεικνύει τις παραβιάσεις στο Αιγαίο και να μην πιέζει για ευρωπαϊκές κυρώσεις στην Τουρκία, συμψηφίζοντας τα θέματα αυτά με το προσφυγικό, όπως ευθαρσώς παραδέχτηκε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.

Κι αν η κατάσταση στη Συρία «δεν είναι άμεσο θέμα για την Ελλάδα», σύμφωνα με τον υπουργό Εξωτερικών, Ν. Δένδια, δεν ισχύει το ίδιο και για την περίπτωση της Βόρειας Μακεδονίας. Διότι εδώ η αδράνεια της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης Μητσοτάκη εμπλέκεται με την προηγούμενη θέση της Ν.Δ., αλλά και την πάλη εντός του κυβερνώντος κόμματος.

Μέχρι τις εκλογές ο κ. Μητσοτάκης υποδαύλιζε τον εθνικισμό, υιοθετούσε, αν δεν κατασκεύαζε, fake news σχετικά με τη Συμφωνία των Πρεσπών, είχε εγκαταλείψει την πάγια εθνική γραμμή σχετικά με το ονοματολογικό, στην προσπάθειά του να κερδίσει ψήφους από την Ακροδεξιά. Οταν έγινε πρωθυπουργός βέβαια, δεν είχε κανένα πρόβλημα να ξεχάσει όλα όσα έλεγε μόλις πριν από λίγους μήνες και να υιοθετήσει, εκών άκων, τη μεγάλη διπλωματική επιτυχία της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Καλό μεν για τη χώρα και για αυτό άλλωστε χαιρετίσαμε τη μεταστροφή του κ. Μητσοτάκη.

Οταν όμως η σημερινή ελληνική κυβέρνηση όφειλε να πάρει πρωτοβουλίες για την ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας στην πρόσφατη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, κάτι το οποίο θα αποτελούσε ένα θετικό βήμα, όχι μόνο για τη χώρα μας, αλλά και για τη γενικότερη σταθερότητα στα Βαλκάνια, ο κ. Μητσοτάκης παρέμεινε ένας σιωπηλός θεατής, αφήνοντας άλλες χώρες (τη Γαλλία, τη Δανία και την Ολλανδία) να μπλοκάρουν την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, ενώ μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο άφησε την Ιταλία να παίρνει μόνη της σημαντικές πρωτοβουλίες.

Το κυριότερο: αποδέχτηκε παθητικά τη διασύνδεση της υποψηφιότητας της Βόρειας Μακεδονίας με την Αλβανία, με τα γνωστά αποτελέσματα. Εφτασε δε στο σημείο ο αναπλ. ΥΠΕΞ κ. Βαρβιτσιώτης να υπερασπίζεται και τη γαλλική επιχειρηματολογία, σύμφωνα με την οποία «όλες οι χώρες με αλβανικό πληθυσμό πρέπει να προχωρήσουν μαζί».

Παρόμοια ήταν και η στάση των ευρωβουλευτών της Ν.Δ. απέναντι στο ψήφισμα με το οποίο το Ε.Κ. ζητούσε την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τη Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία, εξαίροντας τη Συμφωνία των Πρεσπών. Παρότι υπερψηφίστηκε από τη συντριπτική πλειοψηφία των ευρωβουλευτών από όλες τις ευρωομάδες, πλην της Ακροδεξιάς, οι ευρωβουλευτές της Ν.Δ. απείχαν. Με τη στάση τους αυτή μάλιστα απομονώθηκαν ακόμα και εντός του ΕΛΚ, το οποίο άλλωστε υποστηρίζει τη συμφωνία.

Δυστυχώς η κυβέρνηση της Ν.Δ., παρ’ όλο που επισήμως, και ορθά, δηλώνει ότι πρέπει να τηρηθεί απαρέγκλιτα η Συμφωνία, φαίνεται ότι επιλέγει τη συγκεκριμένη, επιβλαβή για τα συμφέροντα της χώρας μας, στάση της αδράνειας στην προσπάθειά της να συμβιβάσει τις αλληλοσυγκρουόμενες φωνές στο εσωτερικό του κόμματός της, θεωρώντας ότι με αυτό τον τρόπο θα παραμείνει αρεστή σε ένα συγκεκριμένο εσωτερικό ακροατήριο, χωρίς να διαταράξει τις σχέσεις της με το εξωτερικό. Ανέχεται παράλληλα φωνές που αφήνουν υπονοούμενα για κρυφή συνεννόηση Μακρόν – Μητσοτάκη (Σαλμάς, Μπογδάνος).

Συνεπακόλουθο αυτής της στάσης της Ν.Δ. είναι η ανοχή στη μη χρήση της ονομασίας Βόρεια Μακεδονία από τη συντριπτική πλειονότητα των στελεχών της και άρα η αδυναμία να ασκήσει πίεση προς τη Βόρεια Μακεδονία για εφαρμογή της συμφωνίας ως προς τα μνημεία, τα σχολικά βιβλία και τα εμπορικά σήματα.

Συνεπακόλουθο είναι και η καλλιέργεια του φόβου, μέσω δηλώσεων και δημοσιευμάτων, ότι δήθεν, με αφορμή τη μη έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων, η γειτονική μας χώρα μπορεί να επιστρέψει στην προηγούμενη συνταγματική της ονομασία. Τίποτα ψευδέστερο βέβαια, αφού με τη Συμφωνία των Πρεσπών, και συγκεκριμένα με το άρθρο 1, παράγραφος 8, διασφαλίστηκε η erga omnes εφαρμογή του ονόματος και μάλιστα με αναθεώρηση του Συντάγματος, ενώ όλα τα νέα επίσημα έγγραφα που εκδόθηκαν μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας πρέπει να χρησιμοποιούν αυτήν την ονομασία [άρθρο 1(9)]. Κάτι που όχι μόνο δεν κατόρθωσε καμία προηγούμενη κυβέρνηση, αλλά δεν είχε καν τεθεί ως αντικείμενο διαπραγμάτευσης.

Μήπως τελικά η κυβέρνηση της Ν.Δ., με όλες αυτές τις ακροβασίες στην προσπάθειά της να διατηρήσει εσωκομματικές ισορροπίες, το μόνο που θα καταφέρει είναι να υποστηρίξει την επιστροφή στην εξουσία του εθνικιστικού κόμματος VMRO, το οποίο αντιτάχθηκε στη συμφωνία; Σε αυτήν την περίπτωση ίσως νομίζει ότι θα αποσείσει τις ευθύνες της για όποια εμπλοκή δημιουργηθεί, ρίχνοντας το φταίξιμο στην άλλη πλευρά.

Κάτι τέτοιο όμως θα ήταν ολέθριο τόσο για τη χώρα μας όσο και για την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, ενώ θα μας γύριζε πίσω σε μια αδιέξοδη κατάσταση, από την οποία μόλις πρόσφατα μπορέσαμε να απεμπλακούμε χάρη στην τεράστια πολιτική και διπλωματική επιτυχία της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.

Η Ράνια Σβίγκου είναι υπεύθυνη από την Π.Γ. του ΣΥΡΙΖΑ για τον Τομέα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών