«Ήταν μετά το μεσημεριανό φαϊ. Οι Ες-Ες επικεφαλής των συνεργείων των τιμωρημένων είχανε ως εκείνη την ώρα «ξεκάνει» 17 Εβραίους και Ρώσους αιχμαλώτους πολέμου. Μόλις κάποιος παραπατούσε τον σέρνανε στα συρματοπλέγματα του φράχτη. Εκεί ο Ες-Ες τον έχωνε ανάμεσα στο φράχτη και τον πυροβολούσε. Ύστερα έγραφε σε ένα μπλοκ «Ο υπ’αριθ. 137.566 κρατούμενος, αποπειραθείς να δραπετεύσει, εξετελέσθη επι τόπου». Αυτή τη σημείωση την κρατούσε για την βραδυνή αναφορά. Έγραφε όμως άλλη μια και την καρφίτσωνε πάνω στον πεθαμένο «Μόνο η πειθαρχία οδηγεί εις την ελευθερία».
Όταν όμως ξαναγύρισαν στο λατομείο για να ξαναφορτωθούν αγκωνάρια φώναξε τον Αντώνη να πάει κοντά. Άρχισε να βολτάρει σαν μανιακός ανάμεσα στις πέτρες και να ψάχνει. Βρήκε ένα αγκωνάρι διπλό από τ’άλλα, τό’δειξε στον Αντώνη και του είπε “Αυτό είναι το δικό σου”. Ο Αντώνης κύτταξε το αγκωνάρι, ύστερα τον Ες-Ες, ύστερα τα σκόρπια αγκωνάρια γύρω του. Όλοι οι άλλοι κάνανε πως δεν βλέπανε, πως δεν ακούγανε. Στο Μαουτχάουζεν το ένας για όλους και όλοι για έναν, ήταν νόμος. Τρέμανε για το τι θα έβγαινε από τούτο το μπλέξιμο. Αυτός ο Έλληνας το πήγαινε φιρί-φιρί. Ο Ες-Ες είχε κιόλας βγάλει το περίστροφό του από τη θήκη, το ‘τριβε νευρικά στο παντελόνι του και ετοιμάζονταν. Ο Αντώνης σταμάτησε μπροστά σ’ένα αγκωνάρι ακόμα πιο μεγάλο από εκείνο που του διάλεξε ο Ες-Ες. «Αυτό είναι το δικό μου», είπε και το φορτώθηκε. Σ’ όλους τους δρόμους που κάνανε ως το βράδυ, ώσπου σήμανε η ώρα για μέσα ο Αντώνης διάλεγε και φορτωνόταν τα πιο βαριά αγκωνάρια. Το ίδιο βράδυ το στρατόπεδο απ’άκρη σ’άκρη μίλαγε για τον Έλληνα τον Αντώνη.
Βασίλης Ρόγγας
Ανάρτησή του στο Facebook